Αιμιλία Καραλή
«Freak shows», όπως παλιά, μπορεί να μην υπάρχουν πια. Όμως ο χλευασμός και ο αποκλεισμός ανθρώπων των οποίων η ζωή σημαδεύτηκε από κάποια παραμόρφωση ή αποκλίνει από τα κυρίαρχα στερεότυπα για την «ομορφιά» και την «υγεία» εξακολουθεί να ενδημεί στις «πολιτισμένες» κοινωνίες μας.
Το 1979 ανέβηκε στο Μπροντγουέι το έργο του Μπ. Πόμερανς Ο άνθρωπος ελέφαντας. Κεντρικό πρόσωπο είναι ο Τζόζεφ (ή Τζον) Μέρικ (1862-1890), ένας άντρας που έζησε στο Βικτωριανό Λονδίνο και έπασχε από μια γενετική ανωμαλία η οποία του προκάλεσε σημαντικές δυσμορφίες και του προσπόρισε το προσωνύμιο «άνθρωπος-ελέφαντας». Το 1980, ο Ντέιβιντ Λιντς γύρισε σε ταινία τον Άνθρωπο Ελέφαντα, με τον Τζον Χερτ στον ομώνυμο ρόλο και τον Άντονι Χόπκινς στον ρόλο του γιατρού Φρ. Τριβς που τον πήρε υπό την προστασία του και ανακάλυψε την καλοσύνη, την ευφυία, την καλλιτεχνική του φύση και την ποιητική του ικανότητα.
Ο Μέρικ πέρασε μια δυστυχισμένη ζωή καθώς –μεταξύ άλλων– δούλεψε σε τσίρκο συμμετέχοντας σε «freak shows», συνηθισμένα εκείνη την εποχή –έως τις αρχές του 20ου αιώνα– στην Ευρώπη και την Αμερική. Σε αυτά, οι θεατές πλήρωναν ακριβά για να νιώσουν τον τρόμο, την απέχθεια ή να γελάσουν με τα εκτεθειμένα «τέρατα». Ταυτόχρονα όμως διασκέδαζαν, δηλαδή «σκορπούσαν» την όποια δικιά τους δυστυχία, καθώς ένιωθαν «ανώτεροι» από τους σωματικά παραμορφωμένους ανθρώπους που αντίκριζαν. Οι τελευταίοι έβγαζαν έτσι ένα πενιχρό μεροκάματο, αλλά οι «ιδιοκτήτες» τους θησαύριζαν.
«Freak shows» τέτοιου είδους μπορεί να μην υπάρχουν πια — τουλάχιστον απ’ όσο γνωρίζουμε.
Όμως ο χλευασμός και ο αποκλεισμός ανθρώπων των οποίων η ζωή σημαδεύτηκε από κάποια παραμόρφωση ή αποκλίνει από τα κυρίαρχα στερεότυπα για την «ομορφιά» και την «υγεία» φαίνεται πως εξακολουθεί να ενδημεί στις «πολιτισμένες» κοινωνίες μας. Για 46 μέρες κρυβόταν στον Πύργο ένας άνδρας που το πρόσωπό του είχε σημαδευτεί από ένα ατύχημα, προσπαθώντας να αποφύγει συμπατριώτες του νταήδες που τον εκφόβιζαν και τον κορόιδευαν. Για πάνω από 42 χρόνια κρατούσε «φυλακισμένη» μέσα στο σπίτι της στη Λάρισα, μια μάνα την κόρη της που –όπως λέγεται– είχε αυτισμό. Ντρεπόταν ή φοβόταν για το παιδί της; Θυμόμαστε τη Δημήτρη (Δημήτρης Καλογιάννης κατά την αστυνομική της ταυτότητα) από τη Λέσβο, πόσες φορές δέχτηκε επιθέσεις επειδή τολμούσε να ντύνεται όπως της άρεσε. Πριν από αρκετά χρόνια, ένας πατέρας είχε σκοτώσει το παιδί του που έπασχε από σχιζοφρένεια. Είχε δηλώσει πως ήθελε να λυτρώσει το ίδιο και την οικογένειά του από τις επιπτώσεις της ασθένειας.
Αμέτρητες είναι οι περιπτώσεις που δείχνουν την αγριότητα τμημάτων της κοινωνίας που βασανίζουν –ή και σκοτώνουν, απομονώνουν, εγκαταλείπουν, περιφρονούν ανθρώπους –ακόμη και στενούς συγγενείς– επειδή δεν συμβαδίζουν με αυτό που κυρίαρχα θεωρείται «όμορφο, υγιές, φυσιολογικό». Για άλλους ταυτίζονται με την ντροπή που πρέπει να κρυφτεί. Για άλλους αποτελούν ευκαιρία να δείξουν τη δύναμή τους, την ισχύ τους. Πάντοτε τα θύματά τους είναι ασθενέστεροι και αντιμετωπίζονται ως κτήμα, ιδιοκτησία που μπορούν να την μεταχειριστούν όπως θέλουν. Με τον ίδιο τρόπο που τους αντιμετωπίζει ο οικονομικά ή κοινωνικά ισχυρότερος στην καθημερινή τους ζωή. Αλλά αυτόν δεν τολμούν να τον αντιμετωπίσουν. Απλώς τον αναπαράγουν στον θλιβερό τους μικρόκοσμο.
Τα θύματα είναι ασθενέστεροι και αντιμετωπίζονται ως κτήμα, ιδιοκτησία που μπορούν να την μεταχειριστούν οι θύτες όπως θέλουν
Οι σύγχρονοι «άνθρωποι ελέφαντες» μπορεί να μην έχουν τη μορφή του Τζόζεφ Μέρικ. Μπορεί να μην αποτελούν εκθέματα κάποιου τσίρκου ή μέσα κερδοφορίας. Εξακολουθούν όμως να είναι έγκλειστοι σε κελιά φτιαγμένα από την βία της προκατάληψης, της άγνοιας, της απροθυμίας μιας κοινωνίας να τους γνωρίσει, να τους μάθει, αλλά και να διδαχτεί από αυτούς. Εξακολουθούν να είναι αποκλεισμένοι από έναν δημόσιο χώρο που μπορεί να τους αποδεχτεί, να τους αξιοποιήσει ισότιμα και με σεβασμό. Τους χρειάζεται, μόνο όταν πρέπει να τους επιδείξει για να αποδείξει την «ανθρωπιά» και την «ευαισθησία» του. Ένα θέαμα που κρατά για λίγο, μέχρι να κοπάσει ο θόρυβος από μια αποκάλυψη σχετικού χαρακτήρα. Ένα άλλοθι για να διαιωνιστεί η απραξία και η σκληρότητα απέναντι στις παραλλαγές του Τζόζεφ Μέρικ.