Μάκης Γεωργιάδης
5 Ιουνίου 1967 ● Αιφνιδιαστική «προληπτική» αεροπορική επίθεση του Ισραήλ εναντίον αεροδρομίων της Αιγύπτου της Ιορδανίας και της Συρίας. Καταστροφή της αραβικής αεροπορίας.
5-8 Ιουνίου ● Εισβολή χερσαίων δυνάμεων του Ισραήλ στο Σινά, τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας και την ανατολική Ιερουσαλήμ.
9-10 Ιουνίου ● Εισβολή Ισραήλ στη Συρία. Κατάληψη των στρατηγικής σημασίας υψιπέδων του Γκολάν.
10 Ιουνίου ● Κατάπαυση πυρός κατόπιν σοβιετικών προειδοποιήσεων και παρέμβασης των ΗΠΑ.
Συμπληρώθηκαν στις 10 Ιουνίου 55 χρόνια από το τέλος του τρίτου αραβοϊσραηλινού πολέμου, ευρέως γνωστού ως «Πολέμου των Έξι Ημερών». Για το Ισραήλ, οι φετινές εορταστικές και επετειακές εκδηλώσεις έρχονται να υπογραμμίσουν πως η απόσταση από την κατάσταση του δυναστευομένου από ένα αποικιοκρατικό καθεστώς μέχρι τη μεταβολή του σε δυνάστη ολόκληρης της περιοχής, είναι υπόθεση μερικών ετών. Η σκοτεινή απαρχή της μετατροπής του Ισραήλ σε πραγματικό κράτος τρομοκράτη» έχει σε μεγάλο βαθμό τις ρίζες της σε αυτόν τον πόλεμο.
Το 1967 βρισκόμαστε σε μια περίοδο «ψυχρού πολέμου» κατά την οποία οι ΗΠΑ αιμορραγούν οι ίδιες, ματώνοντας το Βιετνάμ, η κουβανική κρίση των πυραύλων έχει φέρει μια ανάσα από τη σύγκρουσή τις δύο υπερδυνάμεις, αλλά παράλληλα τα εθνικοαπελευθερωτικά και αντιαποικιοκρατικά κινήματα φουντώνουν σε όλον τον κόσμο. Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ο αραβικός εθνικισμός και το ρεύμα του παναραβισμού αποτελούν τις κυρίαρχες τάσεις. Τα ισχυρά εβραϊκά λόμπι παίζουν σημαντικό ρόλο στην εσωτερική πολιτική σκηνή, αλλά και στον επηρεασμό των ΗΠΑ ευνοϊκά ως προς το Ισραήλ, ωστόσο και η τότε ΕΣΣΔ δεν είναι αδιάφορη. Το κράτος του Ισραήλ έχει ιδρυθεί με τη συναίνεσή της, πολλοί Εβραίοι της σοβιετικής επικράτειας έχουν μετοικήσει ήδη από το 1948 σε αυτό και εν πάση περιπτώσει δεν ήταν ένα εχθρικό προς την ΕΣΣΔ κράτος. Ακόμη πιο περίπλοκο ήταν το σκηνικό στον αραβικό κόσμο. Η ΕΣΣΔ είχε σημαντική επιρροή, ιδίως στην Αίγυπτο και τη Συρία, αλλά και οι ΗΠΑ είχαν διαύλους επικοινωνίας ή και σημαντική επιρροή σε άλλες αραβικές χώρες όπως στην Ιορδανία.
Η ισραηλινή ηγεσία είχε αντιληφθεί από αρκετά νωρίς πως για να επιβιώσει θα έπρεπε να φτιάξει ένα «κράτος αστακό». Μια δολοφονική πολεμική μηχανή που θα ήταν σε θέση να κυριαρχήσει στην ευρύτερη περιοχή. Αμερικανοί και Βρετανοί βοήθησαν σε αυτό και τα πρώτα απτά αποτελέσματα ήρθαν το 1956, όταν το Ισραήλ νίκησε στον δεύτερο αραβοϊσραηλινό πόλεμο και ανάγκασε σε υποχώρηση τους Άραβες, ενώ της κατάστασης επιλήφθηκε διεθνής ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ. Επιπλέον, σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου του 1956, αρχίζει ένας αδυσώπητος υπόγειος πόλεμος για τον έλεγχο των υδάτινων πόρων και των καλλιεργήσιμων γαιών. Η Ιορδανία και η Συρία προσπαθούν να αποκόψουν το Ισραήλ από μεγάλους υδάτινους όγκους, μέσω της εκτροπής ποταμών και χειμάρρων, ενώ το Ισραήλ καταπατά καλλιεργήσιμες γαίες στα όρια των υψιπέδων του Γκολάν της Συρίας, αυξάνοντας με τη σειρά του την ένταση. Έτσι, τον Μάιο του 1967, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Γκαμάλ Αμντέλ Νάσερ καταφέρνει να πάρει υπό τον έλεγχό του τα φυλάκια των δυνάμεων του ΟΗΕ στο Σινά και να μετακινήσει σοβαρές δυνάμεις στα σύνορα με το Ισραήλ. Ήδη, Συρία, Αίγυπτος και Ιορδανία έχουν συγκροτήσει κοινό μέτωπο και όλες οι πλευρές μοιάζουν αποφασισμένες για πόλεμο.
Το Ισραήλ πραγματοποιεί τον απόλυτο αιφνιδιασμό και το πρωί της 5ης Ιουνίου εξαπολύει επιδρομή εναντίον των αεροπορικών βάσεων της Αιγύπτου. Η αιγυπτιακή αεροπορία καταστρέφεται σχεδόν ολοσχερώς και τα αεροδρόμια αχρηστεύονται, με αποτέλεσμα τα εναπομείναντα αεροπλάνα να μην μπορούν να πετάξουν. Ακολουθεί επέλαση του Ισραήλ στη χερσόνησο του Σινά, την οποία θα καταλάβει ολοσχερώς μέσα σε τρεις ημέρες και θα την διατηρήσει στην κατοχή του ως το 1978, που θα την επιστρέψει στην Αίγυπτο μετά την ειρηνευτική Συμφωνία του Camp David, με αντάλλαγμα μια διαρκή ειρήνη και την αναγνώρισή του. Σε αυτό το διάστημα θα καταλάβει και τη Λωρίδα της Γάζας, ενώ μόλις ολοκληρώσει την κατάκτηση των εδαφών της Αιγύπτου, το Ισραήλ με συνοπτικές διαδικασίες θα καταλάβει στην Ιορδανία τη Δυτική Όχθη έως την Ιεριχώ και το ανατολικό τμήμα της Ιερουσαλήμ, ενώ τέλος θα επικρατήσει και των συριακών δυνάμεων, καταλαμβάνοντας τα υψίπεδα του Γκολάν.
Οι ΗΠΑ -που είχαν το δικό τους πόλεμο στο Βιετνάμ- αρχικά αρνήθηκαν να ενισχύσουν στρατιωτικά το Ισραήλ και να στηρίξουν ανοιχτά την «προληπτική επίθεση» αλλά στη συνέχεια δικαιολόγησαν και νομιμοποίησαν την κατάληψη ολόκληρης της Παλαιστίνης
Ήταν ο απόλυτος θρίαμβος για τα γεράκια του Ισραήλ υπό την ηγεσία των Μοσέ Νταγιάν, Γιτζχάκ Ράμπιν και Αριέλ Σαρόν, ενώ, από την άλλη, ήταν η απόλυτη στρατιωτική και πολιτική ταπείνωση των αραβικών κρατών, τα οποία μέτρησαν σημαντικές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Ο Νάσερ παραιτήθηκε, αλλά προσωρινά. Όμως οι βάσεις για την απόλυτη κυριαρχία του Ισραήλ είχαν μπει. Η λήξη του πολέμου βρίσκει το εβραϊκό κράτος να έχει τριπλασιάσει την έκτασή του και επιπλέον εντός της νέας του επικράτειας βρίσκονται πια περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιοι Άραβες, που τις επόμενες δεκαετίες θα γίνουν τα θύματα της κτηνώδους μηχανής του σιωνιστικού κράτους. Ενός κράτους «τρομοκράτη», το οποίο δεν διστάζει να φτάσει ακόμη και στα όρια της γενοκτονίας, ξεκληρίζοντας έναν ολόκληρο λαό.
Παράλληλα, οι παγκόσμιοι συσχετισμοί έχουν αλλάξει άρδην από τις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70, καθώς κάθε έννοια διεθνούς δικαίου έχει καταρρεύσει. Ο ΟΗΕ αποτελεί έναν νεκρό οργανισμό χωρίς κανένα απολύτως ρόλο. Μοιραία, με τις ευλογίες των ιμπεριαλιστικών δυτικών δυνάμεων, το Ισραήλ δεν περιορίστηκε στους τέσσερις μεγάλους πολέμους με τους Άραβες, με τελευταίο αυτόν του Γιομ Κιπούρ του 1973, αλλά προχώρησε σε δεκάδες μονομερείς εισβολές και επεμβάσεις στον Λίβανο και στα παλαιστινιακά εδάφη, τα οποία βομβαρδίζει και καταστρέφει συνεχώς και επανειλημμένα. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανθρωπότητα έχει φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζει ως πρωτεύουσα του Ισραήλ την Ιερουσαλήμ, με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ. Έχουν και οι συμβολισμοί τη σημασία τους. Από την άλλη, η ήττα των επαναστατικών ρευμάτων και κινημάτων και η υποταγή στις γραμμές είτε της πλήρους ενσωμάτωσης στα ιμπεριαλιστικά ή ντόπια αραβικά αστικά κέντρα είτε στις αδιέξοδες και τυφλές πράξεις θρησκευτικού και εθνικιστικού μίσους, έχουν υπονομεύσει το μέλλον των Παλαιστινίων, όλων των Αράβων και δυστυχώς του συνόλου των λαών της περιοχής.