Διάλογος: Αντικαπιταλιστική Αριστερά-δράση και συνεργασία
Η παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς — οργανώσεις τοποθετούνται πάνω στην πρόταση ΝΑΡ-νΚΑ
Επιδιώκοντας να δώσει μεγαλύτερη ώθηση στον διάλογο και λόγω του ενδιαφέροντος που έχει δημιουργηθεί, το Πριν ζήτησε από τις πολιτικές οργανώσεις που συμμετείχαν στη συζήτηση στο φεστιβάλ Αναιρέσεις 2022 με θέμα «Η αντικαπιταλιστική αριστερά στην εποχή της κρίσης και του πολέμου» να τοποθετηθούν πάνω στην πρόταση του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και της νΚΑ για την ανασυγκρότηση και συσπείρωση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Η πρόταση ΝΑΡ-νΚΑ παρουσιάστηκε στο προηγούμενο Πριν (έντευπη έκδοση) και είναι αναρτημένη στο prin.gr. Θα ακολουθήσουν και άλλες τοποθετήσεις οργανώσεων.
Ξεκίνημα-Διεθνιστική Σοσιαλιστική Οργάνωση: Tα δύο μέτωπα που χρειάζονται
Ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση του ΝΑΡ να τοποθετηθούμε πάνω στην πολιτική πρόταση που κατέθεσε στις «Αναιρέσεις» και λαμβάνοντας υπόψη και τις συζητήσεις ανάμεσα σε διάφορες δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς αυτή την περίοδο (όπως και την προηγούμενη), θα θέλαμε να καταθέσουμε συνοπτικά τη δική μας οπτική.
Το πολιτικό πλαίσιο το οποίο έχει καταθέσει το ΝΑΡ μας βρίσκει σύμφωνους σε όλα τα βασικά/ουσιαστικά σημεία, όπως θεωρούμε πως θα έβρισκε σύμφωνη και όλη, λίγο πολύ, την αντικαπιταλιστική Αριστερά — γι’ αυτό και δεν επεκτεινόμαστε σ’ αυτό το σημείο. Το πλαίσιο αυτό γίνεται πιο επίκαιρο σήμερα λόγω της πιο βαθιάς κρίσης του συστήματος και της συγκεκριμένης συγκυρίας, αλλά στα ουσιαστικά του σημεία παραμένει αναλλοίωτο εδώ και πάρα πολύ καιρό. Τα βασικά σημεία που ισχύουν σήμερα, ίσχυαν ακόμα περισσότερο την εποχή των Μνημονίων και των ιστορικών μαχών που δόθηκαν εκείνη την περίοδο από τα κινήματα της χώρας μας.
Αυτό που δεν επιχειρεί να απαντήσει το κείμενο των συντρόφων/ισσών του ΝΑΡ είναι: γιατί το προγραμματικό αυτό πλαίσιο, το οποίο η αντικαπιταλιστική Αριστερά (στη μια ή την άλλη μορφή) παλεύει εδώ και δεκαετίες, δεν μπόρεσε ποτέ μέχρι σήμερα να αγκαλιαστεί από τις εργατικές και λαϊκές μάζες.
Στην τοποθέτηση των συντρόφων/ισσών δεν υπάρχει κάποια πρόταση για το τι χρειάζεται –αν χρειάζεται– να αλλάξει κάτι στη μέχρι σήμερα πορεία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για να αποκτήσει την υποστήριξη μαζικών στρωμάτων του πληθυσμού και να ξεφύγει από τα πενιχρά, δυστυχώς, ποσοστά του 0,5-1%. Ένα επαναστατικό πρόγραμμα μπορεί να εκπληρώσει την επαναστατική στόχευση του μόνο εφόσον αγκαλιαστεί από μαζικά στρώματα και κινήματα. Σε αντίθετη περίπτωση παραμένει μια φιλολογική άσκηση. Αν η αντικαπιταλιστική Αριστερά δεν καταφέρει να πείσει μαζικά στρώματα του πληθυσμού έτσι ώστε να αναπτυχθεί μια κοινωνική δυναμική γύρω από τις επαναστατικές ιδέες, το κενό της Αριστεράς που δημιουργείται από την κρίση του συστήματος θα το καλύψει ένας ρεφορμιστικός σχηματισμός — αυτό για μας έχει την ισχύ κοινωνικού νόμου. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να επιχειρηθούν απαντήσεις σε κάποια ερωτήματα όπως τα ακόλουθα: Γιατί στα χρόνια της κρίσης των Μνημονίων, οι δύο πόλοι που ενισχύθηκαν ήταν η Χρυσή Αυγή και ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι η Χ. Αυγή και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Γιατί, μετά τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015, τα λαϊκά στρώματα δεν στράφηκαν προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως περίμεναν πολλοί/ες σύντροφοι/ισσες.; Επίσης, γιατί δεν στράφηκαν στο ΚΚΕ;
Κατά τη γνώμη μας υπάρχει ένα σημείο που αποτελεί «αχίλλειο πτέρνα» για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Κι αυτό είναι η άρνηση της υιοθέτησης του Ενιαίου (Εργατικού) Μετώπου σαν βασικό στοιχείο της πολιτικής/τακτικής της.
Το Ενιαίο Μέτωπο (ΕΜ) δεν είναι κάποιο δημιούργημα της σημερινής εποχής, ήταν, ανάμεσα σε άλλα, βασικό στοιχείο της πολιτικής/τακτικής των Μπολσεβίκων. Χωρίς αυτό, η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης δεν θα ήταν δυνατή. Το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο αποτέλεσε βασική πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς στα πρώτα χρόνια της δημιουργίας της. Στην πράξη σήμαινε το κάλεσμα στα υπόλοιπα ρεύματα μέσα στην εργατική τάξη για συνεργασία πάνω στα ζητήματα της καθημερινής πάλης: η ουσία του συμπυκνωνόταν στην πρόταση «βαδίζουμε ξεχωριστά (σαν διαφορετικά ιδεολογικά ρεύματα) χτυπάμε μαζί (τον ταξικό αντίπαλο)». Η τακτική του Εν. Μετώπου ανατράπηκε από τον Στάλιν και την κομματική γραφειοκρατία που εκπροσωπούσε, μετά τον θάνατο του Λένιν. Και αντικαταστάθηκε από τα περιβόητα «Λαϊκά Μέτωπα» της δεκαετίας του ’30, δηλαδή τη συνεργασία των εργατικών κομμάτων και οργανώσεων με «προοδευτικά» υποτίθεται κόμματα της άρχουσας τάξης.
Η τακτική του ΕΜ είναι ολοκληρωτικά απούσα από την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Και ασφαλώς ΕΜ δεν σημαίνει απεύθυνση στον ΣΥΡΙΖΑ — το κόμμα αυτό έχει, μετά το 2015 περάσει στο στρατόπεδο της άρχουσας τάξης και αυτός ο δρόμος είναι χωρίς επιστροφή. Υπάρχει κάποιος κόσμος της βάσης και υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ που σκέφτεται αριστερά, υπάρχει κόσμος στο ΜΕΡΑ25, αλλά αν γι’ αυτές τις δυνάμεις χρειάζεται περισσότερη συζήτηση, υπάρχει η περίπτωση του ΚΚΕ το οποίο είναι γενικά αποδεκτό ότι είναι ένα αριστερό κόμμα με πολύ σοβαρή παρουσία στην εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα. Η τακτική του ΕΜ από τη μεριά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα σήμαινε ότι υπάρχει ένα καθαρό και μόνιμο κάλεσμα στις δυνάμεις του ΚΚΕ για συνεργασία σε κάθε δυνατό επίπεδο – και ας παίρνει το ΚΚΕ την ευθύνη της άρνησης. Αντί γι’ αυτό, βλέπουμε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ μια πολιτική συνειδητής αποφυγής οποιασδήποτε ενέργειας που θα την έφερνε πιο κοντά σε δράσεις στις οποίες συμμετέχει και το ΚΚΕ, στα πλαίσια του «χτυπάμε μαζί», σε βαθμό που να γίνεται προσπάθεια να μην συμπέσουν οι ώρες και οι διαδρομές των πορειών που καλούνται αντίστοιχα από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΚΚΕ.
Στην πρόταση που καταθέτουν οι σ. του ΝΑΡ αναφέρονται στην υιοθέτηση «ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος με επαναστατική προοπτική… για ενωτική κοινή δράση όλων των μαχόμενων δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς».
Κατά τη γνώμη μας χρειάζονται δύο ειδών μέτωπα κι όχι μόνο ένα, αυτό της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Κατ’ αρχήν, ναι, υπάρχει η ανάγκη για πολιτική συνεργασία/συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στη βάση ενός πλαισίου με σαφή αντικαπιταλιστικά/επαναστατικά χαρακτηριστικά. Χωρίς αυτό δεν μπορεί να δοθεί επαναστατική πολιτική προοπτική στην κοινωνία.
Κατά δεύτερο, όμως, χρειάζεται μια πλατιά συνεργασία σε επίπεδο κινηματικό, πάνω στα ζητήματα της καθημερινής ταξικής πάλης κι όχι πάνω στα πολιτικά ζητήματα της επαναστατικής στρατηγικής. Αυτό είναι το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο, όπως αναφέρεται πιο πάνω — σ’ αυτό πρέπει να περιλαμβάνεται κάθε κομμάτι του κινήματος το οποίο βρίσκεται σε σύγκρουση με την άρχουσα τάξη χωρίς κατ’ ανάγκη να συμφωνεί πολιτικά ή ιδεολογικά με την αντικαπιταλιστική/επαναστατική Αριστερά. Χωρίς το δεύτερο σκέλος το πρώτο είναι αδιέξοδο.
Το Ενιαίο Μέτωπο πρέπει να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής πρότασης και της τακτικής της επαναστατικής Αριστεράς. Χωρίς αυτό το στοιχείο, η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα κινδυνεύει να μην καταφέρει ποτέ να ξεφύγει από το περιθώριο. Και, χωρίς αυτό το στοιχείο στην πολιτική της, θα αφήνει πάντα ελεύθερο το χώρο για την εμφάνιση νέων αριστερών ρεφορμιστικών μορφωμάτων που θα καλύπτουν το κενό στην Αριστερά που προκαλείται από την κρίση του συστήματος και το κοινά διαπιστωμένο κενό της Αριστεράς.