Διεθνιστική Σοσιαλιστική Οργάνωση «Ξεκίνημα»
Μεγάλη χαρακτηρίζει τη σημασία της κοινής Αντιπολεμικής Δήλωσης των εννιά αριστερών οργανώσεων, ο Ανδρέας Παγιάτσος στέλεχος της οργάνωσης «Ξεκίνημα» γιατί έστειλε «ένα αρκετά ηχηρό μήνυμα ότι τα πράγματα δεν είναι απλά “είτε με τον ένα είτε με τον άλλο”, αλλά ότι η Αριστερά οφείλει να έχει μια ανεξάρτητη, ”τρίτη“, ταξική θέση, ενάντια και στους δύο ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς». Υπογραμμίζει την αναγκαιότητα να χτιστούν «γέφυρες συνεννόησης με το τουρκικό εργατικό κίνημα και τη νεολαία», ενώ σημειώνει πως υπάρχουν δυνατότητες να αποτελέσει η ανατρεπτική Αριστερά μια πολιτική εναλλακτική για την κοινωνία, με υπέρβαση του «σεχταρισμού» και του «μεσσιανισμού».
Συνέντευξη στον Γιάννη Ελαφρό
▶ Ποια καθήκοντα θέτει στην Αριστερά ο πόλεμος στην Ουκρανία και η απειλή επέκτασής του;
Το πρώτο καθήκον είναι η σωστή πολιτική στάση. Ο πόλεμος, στην ουσία του, είναι σύγκρουση ανάμεσα στα δύο ιμπεριαλιστικά μπλοκ, το ΝΑΤΟ από τη μια και τη Ρωσία με τους συμμάχους της από την άλλη, στα εδάφη της Ουκρανίας. Η Αριστερά δεν μπορεί να πάρει θέση υπέρ κανενός από τα δύο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα. Πρέπει να τοποθετηθεί ενάντια και στον Πούτιν και στο ΝΑΤΟ και υπέρ των εργαζομένων και της νεολαίας, που πληρώνουν με το αίμα τους αυτή τη σφαγή, και στην Ουκρανία και στη Ρωσία. Ταυτόχρονα υπέρ των δικαιωμάτων των Ρωσόφωνων πληθυσμών στην Ανατολική Ουκρανία υποστηρίζοντας το δικαίωμά τους στην αυτοδιάθεση (που πρακτικά μεταφράζεται σε ανεξαρτησία). Για την Αριστερά του επαναστατικού μαρξισμού η βασική θέση είναι: ο εχθρός είναι μέσα στη χώρα, παλεύουμε για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εσωτερική ταξική σύγκρουση με στόχο την ανατροπή της εξουσίας των καπιταλιστών. Αυτό ισχύει και για τους Ρώσους και για τους Ουκρανούς μαρξιστές, ισχύει και για εμάς στην Ελλάδα και την ΕΕ. Με αυτή την πολιτική προσέγγιση πρέπει να επιδιώξουμε την ανάπτυξη αντιπολεμικών κινημάτων στη χώρα μας και διεθνώς.
▶ Παρόλα αυτά, βλέπουμε δυνάμεις της Αριστεράς να στοιχίζονται πίσω από τον άξονα του δυτικού ιμπεριαλισμού ή να υποστηρίζουν τη Ρωσία. Πώς το σχολιάζετε;
Δυστυχώς οι παθογένειες της Αριστεράς είναι μεγάλες – κι αυτό είναι βέβαια διεθνές φαινόμενο. Η πρώην-ρεφορμιστική «Αριστερά» (με πολλά εισαγωγικά στον όρο) τοποθετείται στην ουσία υπέρ του ΝΑΤΟ, κρατώντας κάποια ψευδοπροσχήματα, πράγμα που είναι αναπόφευκτο λόγω των οργανικών δεσμών της με την άρχουσα τάξη και το σύστημα. Στην αντικαπιταλιστική Αριστερά βλέπουμε ένα σημαντικό κομμάτι να παίρνει στην ουσία μια φιλορωσική στάση. Η ερμηνεία γι’ αυτό βρίσκεται στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο ΝΑΤΟϊκός ιμπεριαλισμός είναι ο ισχυρότερος και επικινδυνότερος, και ο λαός μας και η ευρύτερη περιοχή μας έχουν βιώσει τα εγκλήματα και την βαρβαρότητα της Δύσης και του ΝΑΤΟ. Σαν αποτέλεσμα αυτής της αντικειμενικής κατάστασης έχουμε τη φιλορωσική στάση σε κομμάτια του πληθυσμού και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Η κατανόηση των αιτιών της φιλορωσικής στάσης όμως δεν σημαίνει και δικαιολόγησή της – οι μαρξιστές δεν μπορούν να υποστηρίζουν τον ένα ιμπεριαλισμό απέναντι στον άλλο, επειδή ο δεύτερος είναι ισχυρότερος.
▶ Το προηγούμενο διάστημα δόθηκε στη δημοσιότητα η κοινή Αντιπολεμική Δήλωση εννιά αριστερών οργανώσεων, προκαλώντας θετικό αντίκτυπο. Ποια είναι η σημασία της της κίνησης;
Μεγάλη. Ακριβώς γιατί απαντούσε στα πιο πάνω ζητήματα στέλνοντας ένα αρκετά ηχηρό μήνυμα ότι τα πράγματα δεν είναι απλά «είτε με τον ένα είτε με τον άλλο», αλλά ότι η Αριστερά οφείλει να έχει μια ανεξάρτητη, «τρίτη», ταξική θέση, ενάντια και στους δύο ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς. Και ακριβώς επειδή προερχόταν από ένα σημαντικό αριθμό διαφορετικών οργανώσεων.
▶ Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δεν αντιμετωπίζουν μόνο τον κίνδυνο από την κυβερνητική εμπλοκή στα ΝΑΤΟϊκά σχέδια κατά της Ρωσίας, αλλά και από τον ανταγωνισμό των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, με πρώτο τίμημα την απογείωση των εξοπλισμών. Πώς απαντάμε;
Έχουμε μόνο μία επιλογή, να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να χτίσουμε γέφυρες συνεννόησης με το τουρκικό εργατικό κίνημα και τη νεολαία. Μόνο οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και την Τουρκία (και την Κύπρο, που μπορεί να αποτελέσει σημαντική γέφυρα) μπορούν να τερματίσουν τον εθνικιστικό ανταγωνισμό και την τρελή κούρσα των εξοπλισμών. Για να γίνει αυτό χρειάζονται και κινηματικές πρωτοβουλίες αλλά, πάνω απ’ όλα, να ευοδωθεί η προσπάθεια να χτιστούν μαζικές οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς στις χώρες μας. Όσο υπάρχει καπιταλισμός ο εθνικιστικός ανταγωνισμός και ο κίνδυνος ενός νέου πολέμου θα είναι μπροστά μας.
Ας δούμε το παράδειγμα της Αργεντινής. Χρειάζεται ένας πολιτικός φορέας που να συγκεντρώνει τις δυνάμεις της ανατρεπτικής Αριστεράς, με τις διαφορές τους
▶ Καθώς η κυβέρνηση της ΝΔ φθείρεται ραγδαία παρουσιάζονται ξανά «σωτήριες» λύσεις μέσω εκλογών, όπως για παράδειγμα η προοδευτική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ.
Ποια μπορεί να είναι η εναλλακτική μιας ανατρεπτικής Αριστεράς;
Η ανατρεπτική Αριστερά πρέπει να προσπαθήσει να τα βρει μεταξύ της με στόχο να αποτελέσει μια πολιτική εναλλακτική για την κοινωνία. Αντικειμενικά οι δυνατότητες υπάρχουν. Σε διεθνές επίπεδο έχουμε το παράδειγμα της Αργεντινής το οποίο πρέπει να μελετηθεί. Χρειάζεται ένας πολιτικός φορέας που να συγκεντρώνει τις δυνάμεις της ανατρεπτικής Αριστεράς, με τις διαφορές τους, πράγμα που απαιτεί παραχωρήσεις και συμβιβασμούς από όλες τις πλευρές, σεβασμό της διαφορετικότητας και σύνθεση.
▶ Κι όμως ο ευρύτερος χώρος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς εμφανίζεται κατακερματισμένος. Υπάρχει δυνατότητα για μια άλλη πορεία και πώς;
Οι δυνατότητες υπάρχουν, όπως έχει αναφερθεί. Ο τρόπος να προχωρήσουμε είναι κατ’ αρχήν παρεμβαίνοντας μαζί πάνω σε όλα τα βασικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία. Το σημείο κλειδί εδώ είναι ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί ο σεχταρισμός και αυτό που ονομάζουμε «μεσσιανισμός», η αντίληψη δηλαδή ότι «μόνο εμείς είμαστε οι πραγματικοί επαναστάτες». Σε επίπεδο κινημάτων και κοινωνίας η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει να είναι ενωτική προς όλα τα φιλο-εργατικά ρεύματα, παρά τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, για να χτιστούν μαζικές αντιστάσεις. Σε πολιτικό επίπεδο πρέπει να επιδιωχθεί η συνεργασία πάνω σε ένα πλαίσιο ρήξης και ανατροπής που ταυτόχρονα θα προβάλλει εμφατικά τα ζητήματα του ενιαίου μετώπου. Θα πρέπει κάθε πλευρά να είναι διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ίχνος καπελώματος στην προσπάθεια αυτή, σε αντίθετη περίπτωση η προσπάθεια είναι καταδικασμένη. Και δεν πρέπει να αποτελεί απλά μια ευκαιριακή προεκλογική συσπείρωση — τα καθήκοντα μπροστά μας είναι μεγάλα και σε βάθος χρόνου κι αυτό πρέπει να καθορίζει τις κινήσεις μας. Είναι θετικό ότι ο
διάλογος προς αυτή την κατεύθυνση έχει ξεκινήσει ανάμεσα σε έναν αριθμό οργανώσεων. Ελπίζουμε πως το αποτέλεσμα θα είναι θετικό.