Λίτσα Φρυδά
Λίγο πριν τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της 10ης Απριλίου στη Γαλλία και ενώ η αποχή απειλεί να σαρώσει, το σκηνικό δεν έχει ξεκαθαρίσει και τα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις εμφανίζουν σημαντικές μεταβολές.
Λίγο πριν τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, πρωταγωνιστής και βασικός αντίπαλος όλων παραμένει η αποχή, που στις δημοσκοπήσεις αγγίζει το ποσοστό-ρεκόρ του 30%. Αιτίες, η έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς, η αδιαφορία για τους θεσμούς και η αίσθηση ότι το παιγνίδι έχει ήδη κριθεί, αφού όλοι μιλούν για επανάληψη του 2017 στον δεύτερο γύρο.
Η άλλοτε ισχυρή «πληθυντική» Αριστερά, που περιλαμβάνει τους Σοσιαλιστές και τους Πράσινους, είναι παροπλισμένη. Η δήμαρχος του Παρισιού, Ανί Ινταλγκό, υποψήφια του Σοσιαλιστικού Κόμματος, δημοσκοπικά βρίσκεται μόλις στο 2,1% και δεν φαίνεται να επωφελείται από την απόσυρση του Αρνό Μοντεμπούργκ, στελέχους της «αριστερής» πτέρυγας του κόμματος.
Ο Γιανίκ Ζαντό, υποψήφιος των Πρασίνων, βρίσκεται στο 5,7%, ενώ το κόμμα του ελπίζει να επωφεληθεί από την κατακόρυφη πτώση των Σοσιαλιστών και καλεί την Ινταλγκό να αποσυρθεί, παρουσιάζοντας την
ψήφο σε αυτήν ως «χαμένη». Παρά τη διάσταση ανάμεσα στην «οικοφεμινίστρια» Σαντρίν Ρουσό (έχασε οριακά στην εσωκομματική αναμέτρηση), η οποία εκφράζει τη ριζοσπαστική οικολογία, μιλώντας για ανάγκη βαθιάς κοινωνικής αλλαγής και αμφισβητώντας εν μέρει τον καπιταλισμό και τον Ζαντό, εκφραστή του «πράσινου κεϊνσιανισμού» που καλεί τον επιχειρηματικό κόσμο να γίνει πιο φιλικός με το περιβάλλον, οι Πράσινοι πέτυχαν μια μικρή δυναμική. Οι επιδόσεις τους φτάνουν στο υψηλότερο επίπεδο για προεδρικές εκλογές, αλλά αρκετά πιο χαμηλά από τις αντίστοιχες στις ευρωεκλογές ή στις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Υην ίδια στιγμή, στην «Αριστερά της Αριστεράς», η οποία το 2017 και με την πλατιά συσπείρωση γύρω από την υποψηφιότητα του Ζαν-Λικ Μελανσόν είχε φτάσει σχεδόν στο 20% και φλέρταρε με τον δεύτερο γύρο, οι δυνάμεις είναι κατακερματισμένες. Το ΚΚ Γαλλίας κατέβασε για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια δικό του υποψήφιο, τον γενικό γραμματέα του, Φαμπιάν Ρουσέλ. Αρνήθηκε να παράσχει «κριτική στήριξη» στον Μελανσόν, εγκαταλείποντας την τακτική των συμμαχιών και υιοθετώντας το προφίλ του υπερασπιστή της σκληρής κομματικής ταυτότητας και μια νεοσταλινική αντίληψη. Το αποτέλεσμα είναι ότι δημοσκοπικά ο Ρουσέλ υποχωρεί και φτάνει στο 3,5%.
Η «πληθυντική Αριστερά» είναι παροπλισμένη, ενώ η «Αριστερά της Αριστεράς» κατακερματισμένη
Οι υποψήφιοι της Αριστεράς Φιλίπ Πουτού (NPA) και η Ναταλί Αρτό (Lutte ouvrière), βλέπουν τα ποσοστά τους καθηλωμένα στο 1% περίπου και την παλιά εκλογική δυναμική τους συρρικνωμένη. Έτσι, η σημαντικότερη παρουσία στον χώρο της Αριστεράς είναι αυτή του Μελανσόν, υποψήφιου –για τρίτη φορά– της Ανυπότακτης Γαλλίας, που εμφανίζεται με την καμπάνια Λαϊκή Ενότητα. Συσπειρώνει μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς, μεμονωμένους συνδικαλιστές, κυρίως των συνδικάτων CGT, FO, FSU, Solidaires, καθώς και ανένταχτους αγωνιστές των Κίτρινων Γιλέκων ή των Επιτροπών Αντίστασης και Ανάκτησης των εργατικών κατακτήσεων. Στην τελευταία δημοσκόπηση, καταγράφοντας ανοδική πορεία, συγκεντρώνει 15% περίπου, ποσοστό όμως εμφανώς χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2017. Η αυτόνομη κάθοδος των Πρασίνων και του ΚΚΓ είναι ένας από τους λόγους της υποχώρησης αυτής, αλλά όχι ο μοναδικός.
Μολονότι τα τελευταία 5 χρόνια ο Μελανσόν έκανε μια σειρά λανθασμένων κινήσεων, συμμαχώντας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ακολουθώντας τα Κίτρινα Γιλέκα και προβάλλοντας έναν μετριοπαθή λόγο, αρνούμενος να μετατρέψει την Ανυπότακτη Γαλλία σε ένα στέρεα δομημένο κόμμα, φαίνεται πως η υποψηφιότητά του είναι η μοναδική που θα μπορούσε να νικήσει τους δεξιούς και ακροδεξιούς υποψηφίους. Κι αυτό γιατί η πόλωση μεγάλου ποσοστού των ψηφοφόρων της Αριστεράς είναι τέτοια που δεν θα κινητοποιούνταν για κανέναν άλλον υποψήφιο (Ινταλγκό, Ζαντό κ.λπ.). Την πόλωση αυτή ενισχύουν οι επιτελείς του, θέτοντας στους ψηφοφόρους το ερώτημα αν «θέλουν την Ακροδεξιά ή τον Μελανσόν στον δεύτερο γύρο».
Ο Μελανσόν αμφισβητεί έντονα την 5η Γαλλική Δημοκρατία, υποσχόμενος τη σύσταση Συντακτικής Συνέλευσης, μετατρέποντας τις προεδρικές εκλογές σε «δημοψήφισμα» για όλες τις κοινωνικές επιλογές: Συντάξεις, εκπαίδευση, αγοραστική δύναμη, μεταρρυθμίσεις για τον εκδημοκρατισμό της εξουσίας, αμνηστία των Κίτρινων γιλέκων που έχουν καταδικαστικές αποφάσεις, αποζημίωση των θυμάτων τύφλωσης από τις δυνάμεις καταστολής, απαγόρευση της περικύκλωσης των διαδηλωτών από την αστυνομία, αμνηστία των αγωνιστών οικολόγων και συνδικαλιστών, επανένταξη του υγειονομικού προσωπικού που απολύθηκε επειδή δεν εμβολιάστηκε…
Μένει να δούμε, αν τελικά θα καταφέρει να φέρει στις κάλπες τους ψηφοφόρους που παραδοσιακά ψηφίζουν αριστερά, αλλά απέχουν σε μεγάλο ποσοστό, όπως οι εκπαιδευτικοί, και εάν θα συσπειρώσει μεγάλο τμήμα των εργαζόμενων τάξεων.
Η αντιδραστική στροφή του ΚΚ Γαλλίας
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι υιοθετεί τις ανησυχίες για θέματα ασφάλειας και τα φοβικά αντανακλαστικά για την ισλαμική τρομοκρατία. Στηρίζει μέχρι και τις κινητοποιήσεις των υπεραντιδραστικών συνδικάτων των αστυνομικών και εκφράζει επί της ουσίας μια αντιπροσφυγική αντίληψη, που βρίσκεται σε αντίφαση με τον αντιρατσιστικό του λόγο, υποστηρίζοντας ότι αυτά τα ζητήματα που απασχολούν τον «απλό» εργάτη έχουν αφεθεί να μονοπωλούνται από την Ακροδεξιά. Επιπλέον, έχοντας απεμπλακεί από τη συμμαχία με τους οικολόγους, υπερασπίζεται πλέον ανοιχτά τη θέση του υπέρ της πυρηνικής ενέργειας ως υπόθεση «εθνικής κυριαρχίας».
Στην τελευταία συνεδρίαση του Κοινοβουλίου, δήλωσε πως «δεν θα πυροβολούσε πισώπλατα» την κυβέρνηση σε περίοδο πολέμου, καταχειροκροτούμενος από τους όρθιους βουλευτές του Μακρόν. Για όλους αυτούς τους λόγους, μια σειρά από συνδικαλιστικά στελέχη που πρόσκεινται στο ΚΚΓ, μεταξύ των οποίων και ο Φρανσουά Ιφερνέτ, εμβληματική φιγούρα των ανθρακωρύχων της Γκαρντ, καλούν τους αριστερούς ψηφοφόρους να στηρίξουν την υποψηφιότητα Μελανσόν.