Εξαιρετικά σοβαρή εξέλιξη αποτελεί η απόφαση της κυβέρνησης του Κιέβου να χαρακτηρίσει ανεπιθύμητο τον πρόεδρο της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, με το επιχείρημα ότι ως «δεξί χέρι» του Σρέντερ και υπουργός Εξωτερικών της Μέρκελ είναι συνυπεύθυνος για όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι ο Ζελένσκι δεν κάνει οτιδήποτε χωρίς να έχει την έγκριση των Αμερικανών, είναι προφανές ότι πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή της Ουάσιγκτον, που εντάσσεται στην επιχείρηση η οποία έχει στόχο να πλήξει την ισχύ και το κύρος του Βερολίνου — και μαζί, να «κοντύνει» συνολικά η ΕΕ, την οποία οι ΗΠΑ θέλουν να «υποτάξουν».
Υπό μία έννοια και τηρουμένων των αναλογιών, το σκηνικό μοιάζει αρκετά με εκείνο που είχε δημιουργηθεί πριν 20 χρόνια στην Ευρώπη. Το 2003, για την ακρίβεια, με αφορμή την εισβολή ΗΠΑ, Βρετανίας και «προθύμων» στο Ιράκ, που είχε επίσης προκαλέσει ρήγμα στις σχέσεις των ιδρυτικών κρατών-μελών με τα νέα, όπως η Πολωνία. Θα θυμούνται, άλλωστε, αρκετοί την οργισμένη αντίδραση του τότε προέδρου της Γαλλίας, Ζακ Σιράκ, ο οποίος απευθυνόμενος στις κυβερνήσεις των Ανατολικοευρωπαίων τους είχε πει πως «έχετε μια ευκαιρία να βγάλετε τον σκασμό».
Αυτή τη φορά, ωστόσο, το σκηνικό είναι διαφορετικό και οι Ευρωπαίοι, κυρίως Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, έχουν χάσει την πρωτοβουλία και τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις και τους Αμερικανούς. Ωστόσο, η αντίδραση του Σολτς –και αρκετά σχόλια στα ΜΜΕ– δείχνουν ότι μόλις τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα βγουν τα… μαχαίρια στην ΕΕ. Μια μεγάλη αναμέτρηση, η οποία θα αποτυπώσει τις νέες ισορροπίες και τους συσχετισμούς, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του οικοδομήματος της ευρωπαϊ-
κής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, είναι επί θύραις. Θα αφορά, δε, τα πάντα και όλοι θα επιλέξουν στρατόπεδα.