Μάκης Γεωργιάδης
Η Ελλάδα, αντίθετα με την κυβερνητική προπαγάνδα, πολλές φορές στάθηκε στη «λάθος πλευρά της ιστορίας». Αυτή των ηττημένων. Μια από αυτές τις τραγωδίες ήταν η εκστρατεία 23.351 στρατιωτών και αξιωματικών στην Οδησσό και την Κριμαία το 1919 για την καταστολή της επανάστασης των Μπολσεβίκων. Το τίμημα για τον ελληνικό λαό και τους απανταχού Έλληνες ήταν καταστροφικό. Αυτό μόνο ως λεπτομέρεια δεν μπορεί να λογίζεται σε όσους σήμερα επαναλαμβάνουν ανάλογες πολεμικές εμπλοκές.
Χρονολόγιο:
-1917, 19 Νοεμβρίου: Ανακωχή του Μπρεστ-Λιτόφσκ. ●
-1918, 11 Νοεμβρίου: Τερματισμός Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ●
1918, 10 Δεκεμβρίου ●
Το Διασυμμαχικό Ανώτατο Συμβούλιο Πολέμου αποφασίζει στο Παρίσι την επέμβαση στη Ρωσία.
1919, 3 Ιανουαρίου ● Αναχωρούν τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα για τη Ρωσία.
1919, 7 Ιανουαρίου ●
Άφιξη των ελληνικών στρατευμάτων
στην Οδησσό.
1919, Φεβρουάριος-Μάρτιος ● Συντριβή των συμμαχικών δυνάμεων, εσπευσμένη εκκένωση της Οδησσού.
1919, 28 Απριλίου ● Αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από το λιμάνι της Σεβαστούπολης και τερματισμός της εκστρατείας
της Κριμαίας.
Μια τραγικά επαναλαμβανόμενη φάρσα. Αυτή είναι η σχέση της ελληνικής αστικής τάξης και των κυβερνήσεών της με τα εδάφη της Ουκρανίας. Φυσικά δεν μπορεί να υπάρξει καμία σύγκριση ή αναγωγή των ιστορικών περιόδων, καθώς από τη μια πλευρά έχουμε μια γιγαντιαία ιμπεριαλιστική αντίδραση εναντίον της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης και από την άλλη τα όσα συμβαίνουν σήμερα στα ίδια εδάφη, αλλά με εισβολέα αυτή τη φορά την ιμπεριαλιστική Ρωσία, η οποία καμία σχέση δεν έχει με τη χώρα των Σοβιέτ. Ένα γεγονός μόνο έχει μείνει αναλλοίωτο στην πορεία 103 ετών μεταξύ των δύο περιόδων: ο τυχοδιωκτισμός και ο κυνισμός των κυβερνήσεων της Αθήνας. Όλα αυτά τέμνονται στον μεγαλοϊδεατισμό του Ελ. Βενιζέλου και την αντίληψη του Κ. Μητσοτάκη ότι η Ελλάδα βρίσκεται διαχρονικά «στη σωστή πλευρά της Ιστορίας». Βεβαίως, την πρώτη περίπτωση την έχει ήδη κρίνει η Ιστορία.
«Παρακαλώ δηλώσατε στον πρωθυπουργό και υπουργό των Εξωτερικών ότι ο ελληνικός στρατός είναι στη διάθεσή τους και δύναται να χρησιμοποιηθεί διά κοινόν αγώνα πανταχού, όπου η αποστολή του κρίνεται αναγκαία», ήταν το τηλεγράφημα του Ελ. Βενιζέλου από το Λονδίνο όπου βρισκόταν προς τον Έλληνα πρέσβη στο Παρίσι, Άθω Ρωμανό. Αποδέκτες φυσικά ήταν ο Γάλλος πρωθυπουργός Ζορζ Κλεμανσό, ο οποίος ήταν και ο ιθύνων νους της εκστρατείας εναντίον της Μεσημβρινής Ρωσίας, όπως ονομαζόταν τότε, και ο υπουργός Εξωτερικών Πισόν. Πρωταρχικός στόχος η κατάπνιξη της Οκτωβριανής Επανάστασης. Ο Βενιζέλος προσέφερε ένα ολόκληρο Σώμα Στρατού, το οποίο θα αποτελούνταν από τρεις μεραρχίες, που αριθμητικά ήταν υπέρτερες ακόμη και των γαλλικών στρατευμάτων. Στην πορεία, ωστόσο, έφτασαν στην Κριμαία οι δύο εξ αυτών, μαζί με μια μικρή μοίρα πολεμικών πλοίων. Ήταν η ΙΙ και η ΧΙΙΙ μεραρχίες, στελεχωμένες από περίπου 23.000 άνδρες, και αποτέλεσαν τη βασική δύναμη των υπό γαλλική διοίκηση συμμαχικών δυνάμεων στο μέτωπο της Κριμαίας και της Ουκρανίας σε συνεργασία με τον στρατό των Λευκών υπό τον Αντόν Ντενίκιν, ο οποίος ήταν και το πιο αξιόμαχο κομμάτι που πολεμούσε την Επανάσταση.
Φυσικά η γεωπολιτική κατάσταση, αλλά και η κατάσταση στα πεδία των μαχών ήταν εξαιρετικά πολύπλοκη. Ειδικά τον καιρό που σχεδιαζόταν η εκστρατεία, δηλαδή το καλοκαίρι του 1918, όταν δεν είχε ακόμα λήξει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στις 11 Νοεμβρίου 1918, ωστόσο, υπογράφεται η επονομαζόμενη «γερμανική ανακωχή» της Κομπιέν, η οποία θα σημάνει ουσιαστικά το τέλος του πολέμου. Στις 5 Δεκεμβρίου φτάνουν στην Κριμαία δύο γαλλικές μεραρχίες που ενώνονται με την πολωνική 4η μεραρχία στις περιοχές που βρίσκονταν υπό τη διοίκηση των Λευκών. Η απροσχημάτιστη εξωτερική επέμβαση εναντίον της χώρας των Σοβιέτ έχει αρχίσει και θα ενταθεί με τα μέτωπα της Εσθονίας, της Κασπίας, της Γεωργίας και της Σιβηρίας, ενώ ήδη σοβούσαν και άλλες εστίες συγκρούσεων, περιμετρικά των συνόρων της νεαρής Σοβιετικής Ρωσίας.
Η κατάσταση είναι περίπλοκη και στην Ελλάδα που βγαίνει από την ταραγμένη περίοδο του «εθνικού διχασμού», με τον Βενιζέλο ιδιαιτέρως ενισχυμένο και ομοτράπεζο των νικητών. Οι επεκτατικές βλέψεις του ελληνικού αστικού κόσμου φουντώνουν. Είναι κοινό μυστικό ότι ο Κρητικός πολιτικός αποσκοπεί να δώσει τα πάντα στην Αντάντ, με αντάλλαγμα την προώθηση των αλυτρωτικών σχεδιασμών στη Μικρά Ασία. Άλλωστε, η Οθωμανική Αυτοκρατορία βγαίνει βαριά ηττημένη από τον πόλεμο, καθώς είχε ταχθεί στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Ο Βενιζέλος, στις προκαταρκτικές συζητήσεις με τον Κλεμανσό, έχει αποφασίσει ήδη την αποστολή εκστρατευτικού σώματος στην Κριμαία. Είναι η πρώτη υπερπόντια εκστρατεία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Παρά το γεγονός ότι η προετοιμασία των στρατευμάτων αρχίζει μυστικά από το φθινόπωρο του 1918, την κρίσιμη στιγμή η προχειρότητα και η επιπολαιότητα είναι εμφανείς. Στις 3 Ιανουαρίου του 1919 (με το παλαιό ημερολόγιο) αναχωρούν από τη Σκάλα του Σταυρού Χαλκιδικής δύο συμβατικά ατμόπλοια γεμάτα στρατό με προορισμό την Οδησσό, χωρίς να μεταφέρουν ουσιαστικά εξοπλισμό και πολεμοφόδια. Όλα αυτά θα μεταφερθούν σε δεύτερο χρόνο με γαλλικά, κυρίως, μεταγωγικά. Η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται υπό συμμαχική κατοχή και στις 5 Ιανουαρίου, σε κλίμα εθνικιστικού παροξυσμού, τα πλοία γίνονται δεκτά από τους Έλληνες της Πόλης σαν απελευθερωτές. Ωστόσο, σύντομα επέρχεται η απογοήτευση, όταν γίνεται γνωστός ο προορισμός τους. Στις 7 Ιανουαρίου ο ελληνικός στρατός καταφτάνει στο λιμάνι της Οδησσού και στις 13 του ίδιου μήνα η τοπική ελληνική ελίτ υποδέχεται και δεξιώνεται την ηγεσία του εκστρατευτικού σώματος στο Ροδοκανάκειο Παρθεναγωγείο. Είναι ακόμη ο καιρός που τα πράγματα φαντάζουν ευνοϊκά για τα στρατεύματα της Αντάντ.
Μεγάλο μέρος των Ελλήνων της Οδησσού στάθηκε στο πλευρό των Μπολσεβίκων και καλούσε τους στρατιώτες να ενωθούν μαζί τους!
Ωστόσο, σημαντικό μέρος των Ελλήνων της πόλης έχει ήδη ταχθεί με την πλευρά των μπολσεβίκων. Ομάδες Ελλήνων κομμουνιστών τυπώνουν και διακινούν προκήρυξη γραμμένη στα ελληνικά, με την οποία καλούν τους στρατιώτες να προσχωρήσουν στις τάξεις τους. Η προκήρυξη στον τίτλο της αναφέρει το σύνθημα: «Ακτήμονες όλων των χωρών ενωθείτε!» και παρακάτω γίνεται σαφέστερη. «[…] Σύντροφοι, σας είπαν ότι σας προσκαλεί ο ρωσικός λαός για να τον σώσετε από τους ληστές και κακούργους μπολσεβίκους που ληστεύουν και σκοτώνουν τους ειρηνικούς κατοίκους και πως εδώ δεν θα πολεμήσετε, αλλά θα καταδιώξετε συμμορίες για να επιβάλετε την τάξη. Από φιλότιμο και ευγνωμοσύνη για την άλλοτε βοήθεια του αδελφού ρωσικού λαού στην επανάστασή σας του 1821. Τώρα ξέρετε πως αυτά είναι ψεύδη. Δεν σας προσκάλεσε ο λαός, αλλά ο άσπονδος εχθρός του: η πλουτοκρατία! Σας προσκάλεσαν οι πλουτοκράτες για να συνεχίσουν να βυζαίνουν το αίμα του λαού. Σας προσκάλεσαν όχι για αστυνομική υπηρεσία, αλλά για να κάνετε πόλεμο σωστό», έγραφε η προκήρυξη. Και πράγματι. Τα ελληνικά στρατεύματα, με ζέση και λύσσα νεοφώτιστου, ρίχτηκαν σε όλα τα μέτωπα γύρω από την Οδησσό, προκειμένου να αναχαιτίσουν την επαναστατική ορμή του Κόκκινου Στρατού που ήδη από τα μέσα Φλεβάρη είχε συντρίψει τους αντεπαναστάτες της Ουκρανίας και με τρεις στρατιές βάδιζε εναντίον των εισβολέων. Τα κύρια μέτωπα ήταν, όπως και σήμερα, στη Χερσώνα, το Νικολάγεφ, την Μπερεζόφσκα, την ίδια την Οδησσό και τη Σεβαστούπολη. Η απόβαση ελληνικών στρατευμάτων συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του Μάρτη, αλλά στα μέτωπα ήδη ο Κόκκινος Στρατός είχε αρχίσει τη σφοδρή αντεπίθεση και τη νικηφόρα προέλασή του σε όλες τις πόλεις. Άλλωστε, σημαντικό μέρος του πληθυσμού είχε συνταχθεί με την Επανάσταση και αντιμετώπιζε τα συμμαχικά στρατεύματα ως εισβολείς. Έτσι είχαν να αντιμετωπίσουν στα νώτα τους τις οπλισμένες πολιτοφυλακές, εκτός φυσικά από τον τακτικό Κόκκινο Στρατό. Σύντομα και μέχρι τις 17 Απριλίου όλα τα μέτωπα είχαν καταρρεύσει και υπογράφτηκε δεκαήμερη ανακωχή. Οι ελληνικές δυνάμεις βρέθηκαν εσπευσμένα στην Οδησσό και κατόπιν στη Σεβαστούπολη, όπου άρχισαν να οργανώνουν την αποχώρησή τους. Στις πόλεις αυτές, με το έντονο ελληνικό στοιχείο, ήρθαν αντιμέτωποι πλέον με τα πυρά του οπλισμένου λαού και όχι με τις προκηρύξεις ή τις αστικές αβρότητες των πρώτων ημερών.
Στις 28 Απριλίου, το βράδυ, οι ελληνικές δυνάμεις αποχωρούν με προορισμό την Κωστάντζα της Ρουμανίας και από εκεί θα βρεθούν στα μέτωπα της Μικράς Ασίας και στη Σμύρνη σε ένα πρελούδιο της Καταστροφής του 1922. Στα πεδία των μαχών θα αφήσουν περίπου 400 νεκρούς και 700 τραυματίες, ενώ 241 θα παραμείνουν αγνοούμενοι, έχοντας αυτομολήσει ή αιχμαλωτιστεί. Φυσικά στην Αθήνα, εξαιτίας της λογοκρισίας και του ασφυκτικού ελέγχου, η πληροφόρηση έφτανε με καθυστέρηση αρκετών ημερών. Ο λαός της Αθήνας ενημερώθηκε για την άφιξη εκστρατευτικού σώματος στην Οδησσό πέντε ολόκληρες ημέρες μετά την αποβίβαση των δυνάμεων, δηλαδή στις 12 Ιανουαρίου, ενώ για τα υπόλοιπα γεγονότα ο Τύπος έγραφε με καθυστέρηση ως και τριών μηνών. Στο εκστρατευτικό σώμα συμμετείχαν αρκετοί κατοπινοί πρωταγωνιστές στρατιωτικοί, όπως οι Ν. Πλαστήρας, Γ. Κονδύλης και Α. Οθωναίος και υπό την ηγεσία τους οι ελληνικές δυνάμεις επέδειξαν μοναδικό αντικομμουνιστικό ζήλο. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι επιχείρησαν να καταστείλουν την ανταρσία των Γάλλων ναυτών στη Σεβαστούπολη, οι οποίοι είχαν αυτομολήσει και είχαν συνταχθεί με τον επαναστατημένο λαό. Απειλήθηκε ναυμαχία και γενικευμένη σύρραξη μεταξύ των γαλλικών και ελληνικών πλοίων, αλλά το ζήτημα έληξε με μια πυροσβεστική παρέμβαση των Άγγλων, οι οποίοι παρέταξαν τα θωρηκτά τους ανάμεσα στον γαλλικό στόλο και την ελληνική μοίρα που ναυλοχούσαν στο λιμάνι της Σεβαστούπολης.