Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Τα εκμεταλλευτικά συστήματα, στους επεκτατικούς πολέμους για τη διεύρυνση της κυριαρχίας τους, δεν ομολογούν ότι κινητήριος μοχλός τους είναι τα ταπεινά υλικά συμφέροντά τους, αλλά εμφανίζουν ανώτερες ηθικές και πολιτιστικές αξίες, τις οποίες επιθυμούν να μεταδώσουν σε λαούς που τις στερούνται, κατά την εκτίμησή τους, δια της στρατιωτικής βίας και της κρατικής υποταγής.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ιμπεριαλιστές έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στην ιδεολογική-αξιακή διαπάλη με τον σοσιαλισμό, αντιπαραθέτοντας τον «ελεύθερο και δημοκρατικό καπιταλιστικό κόσμο» με τον αυταρχικό και αντιδημοκρατικό κόσμο του σοσιαλισμού («σιδηρούν παραπέτασμα»). Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1990-91 και την καπιταλιστική μετάλλαξη των σοσιαλιστικών χωρών, ο καπιταλισμός αναζήτησε το ιδεολογικό και ηθικό άλλοθι για τον επεκτατισμό του στην ανάγκη κατίσχυσης κατά της τρομοκρατίας και των «ανίκανων κρατών». Με πρόσχημα την υπόθαλψη της τρομοκρατίας ιδίως ή και την κατοχή «όπλων μαζικής καταστροφής» (Ιράκ), οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εξαπέλυσαν εξοντωτικούς πολέμους κατά του Ιράκ (1991 και 2003) και κατά του Αφγανιστάν (2001). Το 2011, με ακατάσχετους βομβαρδισμούς και υποκίνηση εμφυλίου πολέμου, ανέτρεψαν το καθεστώς Καντάφι, ενώ η χώρα παραμένει διχασμένη. Το 2011 οι Αμερικανονατοϊκοί, χρησιμοποιώντας και την τρομοκρατική οργάνωση του ΙSIS, επιχείρησαν χωρίς επιτυχία να ανατρέψουν το καθεστώς Άσαντ στη Συρία. Με την αμέριστη διπλωματική και στρατιωτική στήριξη των Αμερικανών το Ισραήλ αρνείται να αναγνωρίσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στους Παλαιστίνιους και σταδιακά τους εκτοπίζει απ’ τις εστίες τους και εντός του Ισραήλ. Γάλλοι επιχειρούν στρατιωτικά στο Σαχέλ.
Απ’ το 2000 η αλματώδης ανάπτυξη της Κίνας , η σύγκλισή της με τη Ρωσία, η αδυναμία των ΗΠΑ να θέσουν αυτές τις χώρες υπό την ηγεμονία τους, καθιστά πλέον την Κίνα, πρώτιστα, και τη Ρωσία το κύριο ενδοϊμπεριαλιστικό αντίπαλο δέος για τις ΗΠΑ, σε μιαν αντιπαράθεση που οδηγείται στα άκρα λόγω της επαπειλούμενης οικονομικής πρωτοκαθεδρίας της Κίνας και της πυρηνικής ισχύος της Ρωσίας. Έκφραση και απόδειξη αυτής της όξυνσης αποτελεί η σύναψη της νεότευκτης συμμαχίας των ΗΠΑ στον Ειρηνικό με Αυστραλία, Ιαπωνία, Αγγλία, με σαφή στόχευση την Κίνα, όπως και η επιχείρηση περικύκλωσης της Ρωσίας από συμμάχους των ΗΠΑ απ’ το Ελσίνκι ως την Αλεξανδρούπολη, μαζί με την επιχείρηση ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ώστε η Ρωσία να «εγκλωβιστεί» στην αντιπαράθεση με την Ευρώπη, να απομονωθεί έτσι η Κίνα και να είναι ευκολότερα χειραγωγήσιμη απʹ τις ΗΠΑ.
Με δεδομένο ότι κύριος αντίπαλος και ανταγωνιστής των ΗΠΑ, στο σύγχρονο στάδιο, είναι η Κίνα, πρώτιστα, και η Ρωσία, η ηγεσία των ΗΠΑ πρέπει να «κατασκευάσει» ένα ιδεολογικό και ηθικό συμπλήρωμα ανταγωνιστικότητας, που να πείθει γιατί υπέρτατος κίνδυνος και εχθρός της καπιταλιστικής Δύσης είναι η καπιταλιστική Ανατολή (Κίνα-Ρωσία).
Πρόκειται για την ψευδώνυμη αντίθεση της «δημοκρατικής, φιλελεύθερης, σεβόμενης το διεθνές δίκαιο Δύσης, με την αυταρχική και παραβαίνουσα το διεθνές δίκαιο Ανατολή». Αυτή η μανιχαϊστική αντίθεση βομβαρδίζει τις δυτικές κοινωνίες με μανία και μονομέρεια.
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν ιμπεριαλισμοί καλοί και κακοί. Είναι όλοι κακοί για τον λαό και καλοί για το κεφάλαιο. Είναι προκλητική παραχάραξη της αλήθειας να αυτοπροβάλλεται η καπιταλιστική Δύση ως παράδεισος της δημοκρατίας, ενώ η αστική δημοκρατία έχει μετεξελιχθεί παντού σε αυταρχικό πολίτευμα με διατήρηση κάποιων δικαιωμάτων, περισσότερων ή λιγότερων, ανά χώρα.
Οι ΗΠΑ «κατασκεύασαν» έναν ιδεολογικό μύθο, που εμφανίζει ως υπέρτατο εχθρό της καπιταλιστικής Δύσης την καπιταλιστική Ανατολή
Ιδιαίτερα για την αιτίαση της παραβίασης του διεθνούς δικαίου, την οποία εμφατικά απευθύνει η δυτική προπαγάνδα κατά της Ρωσίας, ισχύει η παροιμία «δεν μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου». Είναι αλλεπάλληλες οι στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ και τα πραξικοπήματα σε μία σειρά χωρών για την εγκαθίδρυση φιλικών προς αυτές καθεστώτων διαρκούντος του ψυχρού πολέμου. Αλλά και μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας οι ΗΠΑ πρωταγωνίστησαν με συνεπικουρία και νατοϊκών συμμάχων τους (συμπεριλαμβανομένης σε ορισμένες περιπτώσεις και της χώρας μας) σε στρατιωτικές επεμβάσεις, χωρίς ούτε καν την έγκριση του ΟΗΕ, όπως χαρακτηριστικά συνέβη με τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και τον άγριο βομβαρδισμό του 1999 και με την επέμβαση στο Ιράκ το 2003, με αιτία ψευδή, όπως αποδείχθηκε, την κατοχή πυρηνικού οπλισμού από το Ιράκ.
Αλλά η Δύση, και πρώτιστα οι ΗΠΑ, καθόλου δεν δικαιούνται να επαίρονται για το σεβασμό του διεθνούς δικαίου και στη σχέση τους με τη Ρωσία. Παρά την κατάργηση του Συμφώνου της Βαρσοβίας το 1991, δεν διαλύθηκε και το ΝΑΤΟ, ενώ η δικαιική του αναγκαιότητα εδραζόταν στην ανύπαρκτη πλέον Σοβιετική απειλή. Το 1997, μια σειρά χώρες που είχαν αποχωρήσει από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ, αν και οι δυτικοί ηγέτες είχαν αποκλείσει αυτή την εξέλιξη, για να εξασφαλίσουν τη συναίνεση του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Το 1999 προσχώρησαν άλλες τρεις πρώην σοσιαλιστικές χώρες στο ΝΑΤΟ, πού διατυμπάνιζε ότι η διεύρυνσή του θα συνεχιζόταν ως τα ρωσικά σύνορα. Η κατάσταση εκτραχύνθηκε με τις ένοπλες συγκρούσεις στο ρωσόφωνο Ντονμπάς. Με τις συμφωνίες του Μινσκ αναγνωρίστηκε η αυτονομία του Ντονμπάς το 2014. Το Κίεβο όμως με τη στήριξη των ΗΠΑ στην πράξη δεν αναγνώριζε την αυτονομία του. Με τρομοκρατικές επιθέσεις και εκατόμβες νεκρών επιχειρούσε να την κατάργησει στην πράξη. Το ποτήρι ξεχείλισε με τη δρομολόγηση της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Που αποτέλεσε casus belli για τη Ρωσία.
Ωστόσο, η Ρωσία, δεν παραιτείται από τις επεκτατικές τάσεις της, που είναι ίδιον του ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της. Στις τολμηρές επιθετικές πρωτοβουλίες των Δυτικών εις βάρος της, η Ρωσία απαντά με ρηξικέλευθες επιθετικές κινήσεις, στοιχηματίζοντας στη διστακτικότητα των ΗΠΑ να εμπλακούν σε νέο αιματηρό πόλεμο λόγω της δυσανεξίας του αμερικανικού λαού σε ένα νέο Βιετνάμ ή Αφγανιστάν παρατεταμένου πολέμου και πολυάριθμων απωλειών.
Έτσι, όταν το 2008 η Ουάσιγκτον προσκάλεσε τη Γεωργία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, η Ρωσία απάντησε με στρατιωτική επέμβαση στη Γεωργία και την απέτρεψε. Η προκλητική προώθηση ένταξης στο ΝΑΤΟ της Ουκρανίας ώθησε τη Ρωσία σε δυναμική στρατιωτική επέμβαση εναντίον της. Η Ρωσία και στις δύο περιπτώσεις πιέστηκε, αλλά είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι με την εισβολή της στις χώρες αυτές παραβίασε κατάφωρα το διεθνές δίκαιο.