Αλέξης Μπένος, καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ΑΠΘ
Συνέντευξη στον Γιάννη Ελαφρό
Φάκελος: Δύο χρόνια πανδημία
Η κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας είναι μια καταστροφή που δεν μπορεί να μετατραπεί σε επικοινωνιακή επιτυχία, λέει στο Πριν ο καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής στο ΑΠΘ Αλέξης Μπένος. Η κυβέρνηση προωθεί με συνέπεια την «αποδιάρθρωση των δημόσιων δομών και την ιδιωτικοποίησή τους» τονίζει ο κ. Μπένος, υπογραμμίζοντας πως οι επιπτώσεις της πανδημίας «διεύρυναν ακόμη περισσότερο τις ταξικές ανισότητες υγείας». Η αδυναμία πρόσβασης στο ΕΣΥ που έγινε σύστημα μίας νόσου «οδήγησε αναπόφευκτα και σε αύξηση της μη Covid-19 πλεονάζουσας θνησιμότητας».
▶ Συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από την καταγραφή του πρώτου κρούσματος Covid-19 στην Ελλάδα. Ποια είναι η γνώμη σας για τη συνολική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση;
Δυστυχώς για την υγεία του πληθυσμού, η διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση θα μείνει στην ιστορία ως παράδειγμα προς αποφυγή. Αντιφάσεις, παλινωδίες, ασυναρτησίες, διακηρύξεις και αποφάσεις χωρίς καμία επιστημονική τεκμηρίωση, όλα περιτυλιγμένα με μια ευτελή επικοινωνιακή καμπάνια. Αντί, μπροστά στην αναμενόμενη διασπορά της επιδημίας, να αναπτυχθούν οι δομές δημόσιας υγείας και να πολλαπλασιαστεί γενναία το απαραίτητο για τη συνεχή επιδημιολογική επιτήρηση και ιχνηλάτηση προσωπικό, προτιμήθηκαν αποσπασματικά μέτρα χωρίς συνοχή. Η ενημέρωση του πληθυσμού, γεμάτη αντιφατικά μηνύματα, αφέθηκε ουσιαστικά στις επιλογές των «κίτρινων» ΜΜΕ με στόχο την αδηφάγο κερδοσκοπία, διαδικασία που τροφοδότησε τον ανορθολογισμό και το κίνημα άρνησης της επιδημίας και των εμβολιασμών.
Η όλη διαχείριση αυτή τη διετία αντί να βασιστεί στην κοινωνική αλληλεγγύη και τη συλλογική προσπάθεια με σκοπό τον έλεγχο της επιδημίας χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για τη μετατόπιση της ευθύνης στο ατομικό επίπεδο. Παράλληλα αντί να αναπτυχθεί μια εκστρατεία υπεύθυνης ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του πληθυσμού, επιλέχθηκε η διεύρυνση των κατασταλτικών μηχανισμών, η υιοθέτηση του καταναγκασμού και των κυρώσεων και η ενδυνάμωση του κρατικού αυταρχισμού.
Ο τραγικός απολογισμός, ιδιαίτερα των θανάτων από Covid-19, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια επιτυχίας στην πολύπλευρη προσπάθεια της κυβέρνησης να μετατρέψει αυτή την καταστροφή σε επικοινωνιακή επιτυχία.
▶ Την άνοιξη του 2020 ακούσαμε από τον πρωθυπουργό και άλλα κυβερνητικά στελέχη δηλώσεις για ενίσχυση του ΕΣΥ. Δύο χρόνια μετά ποια είναι η κατάσταση;
Παρά την αυτονόητη και επείγουσα ανάγκη να ενισχυθούν οι δομές του ΕΣΥ, κυρίως με μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού για την αντιμετώπιση των αναγκών για φροντίδα υγείας που εκτίναξε η επιδημία, η κυβέρνηση δεν άργησε να δείξει τους στόχους, που με συνέπεια εξυπηρετεί για την αποδιάρθρωση των δημόσιων δομών και την ιδιωτικοποίησή τους. Αντί να στηρίξει τις δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας μετακίνησε σημαντικό μέρος του ήδη ελλιπούς προσωπικού στα νοσοκομεία. Αντί να στηρίξει τις νοσοκομειακές δομές του ΕΣΥ ώστε να μπορέσουν να απαντήσουν στις εκρηκτικές ανάγκες νοσηλείας οξύνει την απορρύθμισή τους.
Σήμερα το ΕΣΥ έχει σαφώς λιγότερο προσωπικό από την αρχή της κρίσης (έχουν χαθεί πάνω από 15.000 θέσεις εργασίας από το 2009), μεγάλης ηλικίας και αποκαμωμένο από την τρομερή ένταση και τις άθλιες συνθήκες εργασίας. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το υπουργείο Υγείας, αυτές τις μέρες, ανακοίνωσε το σχέδιο του να ιδιωτικοποιήσει άμεσα τις λειτουργίες του ΕΣΥ με την παράλληλη ένταξη ιδιωτών ιατρών στις δομές του δημόσιου συστήματος και ιατρών του δημοσίου στις δομές του ιδιωτικού τομέα υγείας.
▶ Ποια ήταν η συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα υγείας; Πως εξελίχθηκε η κερδοφορία του την προηγούμενη διετία;
Στην πρώτη φάση της πανδημίας παρατηρήθηκε σημαντική πτώση του τζίρου του ιδιωτικού τομέα, αντίστοιχη με όλες τις επιχειρήσεις. Η εξωφρενική όμως στήριξή του από την κυβέρνηση (αποκαλυπτικό αλλά όχι μοναδικό παράδειγμα ο διπλασιασμός των δημόσια χρηματοδοτούμενων νοσηλίων στον ιδιωτικό τομέα σε σύγκριση με τον δημόσιο) του δίνει τη δυνατότητα επανάκαμψης της κερδοφορίας.
Ενώ πεθαίνουν άνθρωποι διασωληνωμένοι στους διαδρόμους, η κυβέρνηση αντί να επιτάξει με όλη τη σημασία του όρου τον ιδιωτικό τομέα, του προσφέρει δυνατότητα άπειρης κερδοσκοπίας
Τραγικά αποκαλυπτική είναι όμως και η προστασία του ιδιωτικού τομέα από πιθανή μόλυνση από τον Covid-19. Την περίοδο που πεθαίνουν άνθρωποι διασωληνωμένοι στους διαδρόμους των νοσοκομείων του ΕΣΥ η κυβέρνηση, αντί να επιτάξει, με όλη τη σημασία του όρου και όχι με χρηματοδοτούμενες συμβάσεις, τις δομές του ιδιωτικού τομέα υγείας, του προσφέρει τη δυνατότητα άπειρης κερδοσκοπίας με την αποκλειστικότητα που του έχει δώσει στη διαχείριση της εκτός Covid-19 νοσηρότητας.
▶ Το ΕΣΥ μετατράπηκε σε σύστημα μίας νόσου. Τι γίνεται με τις άλλες ασθένειες;
Ήδη από τα μέσα του 2020 καταγράφηκε μια εντυπωσιακή μείωση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε ασθενείς εκτός Covid-19, όπως επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία, προγραμματισμένα χειρουργεία, νοσηλείες και επανέλεγχος ασθενών με χρόνια νοσήματα, κοκ. Η απορρύθμιση της υγείας των ασθενών αυτών λόγω π.χ. αναβολής χειρουργείου, αδυναμίας επανεξέτασης και προσαρμογής της όποιας αγωγής, κοκ, οδήγησε αναπόφευκτα και σε αύξηση της μη Covid-19 πλεονάζουσας θνησιμότητας. Παράλληλα, η αδυναμία πρόσβασης των μη Covid-19 ασθενών στο δημόσιο ΕΣΥ οδηγεί αναγκαστικά ένα μεγάλο μέρος τους στον ιδιωτικό τομέα και τις ιδιωτικές πληρωμές με συνέπεια την αύξηση των καταστροφικών δαπανών για τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
▶ Ποια είναι η ταξική διάσταση της πανδημίας;
Οι κοινωνικοοικονομικές και ταξικές ανισότητες στην υγεία πριν την πανδημία είχαν, σε διεθνές επίπεδο, διευρυνθεί σημαντικά την τελευταία δεκαπενταετία ως αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας και επίθεσης στην εργασία που εμπεδώθηκαν την περίοδο αυτή. Έτσι η πανδημία βρήκε τον πληθυσμό των κατώτερων κοινωνικοοικονομικών τάξεων ήδη σε μια κατάσταση ευαλωτότητας, με αποτέλεσμα και η νοσηρότητα από Covid-19 να έχει σαφές ταξικό πρόσημο. Με τη σειρά τους οι ίδιες οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας διεύρυναν ακόμη περισσότερο τις ταξικές ανισότητες υγείας.
Η διεύρυνση των ανισοτήτων που προκάλεσε η πανδημία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί με τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων προστασίας της εργασίας και των συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού. Εκτός από τα αυτονόητα μέτρα δημόσιας υγείας (έλεγχος συνθηκών εργασίας, ΜΜΜ, κοκ) θα έπρεπε να έχουν καλυφθεί οικονομικά τόσο η ανεργία όσο και η απουσία λόγω νόσησης από την εργασία και να έχουν εφαρμοστεί μέτρα κοινωνικής προστασίας. Η στρατηγικά αποτελεσματική αντιμετώπιση των ταξικών ανισοτήτων στην υγεία δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στην κινηματική πορεία ανατροπής του ίδιου του καπιταλισμού που στηρίζεται και αναπαράγει αυτές τις αντιθέσεις.
▶ Δύο χρόνια μετά σε τι θα μπορούσαμε να γίνουμε σοφότεροι ως κοινωνία στο θέμα της δημόσιας υγείας;
Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι η υγεία είναι ένα αδιαπραγμάτευτο κοινωνικό αγαθό και πολιτικό δικαίωμα. Για την προστασία της είναι απαραίτητη η ύπαρξη αναπτυγμένων υπηρεσιών δημόσιας υγείας με ικανό και εξειδικευμένο προσωπικό, το οποίο θα πρέπει να αναλάβει την επιστημονική και επιχειρησιακή διαχείριση μιας επιδημικής κρίσης συμπεριλαμβανομένης και της ενημέρωσης του πληθυσμού με συνοχή και συνέπεια.
Η επιδημία απέδειξε με τραγικές συνέπειες την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός πλούσια στελεχωμένου και ικανά εξοπλισμένου ΕΣΥ το οποίο θα έχει τη δυνατότητα άμεσης απάντησης ακόμη και σε έκτακτες και διευρυμένες ανάγκες φροντίδας της υγείας τόσο σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας όσο και σε επίπεδο νοσοκομειακών δομών. Με άλλα λόγια, αντί να κατασπαταλούνται πόροι στο παιχνίδι των «αμυντικών» δαπανών θα πρέπει να κατευθυνθούν στην ουσιαστική στήριξη των δημόσιων υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πρόνοιας.
Τέλος, σε διεθνές επίπεδο, είναι πια ξεκάθαρο ότι η αβέβαιη εξέλιξη της πανδημίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αδηφαγία της φαρμακοβιομηχανίας που αντιστέκεται σθεναρά στην κατάργηση του καθεστώτος των πατεντών.