Επιμέλεια: Δημήτρης Σταμούλης
Με αφορμή τις εκλογές του Πανελλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αυτό το Σαββατοκύριακο (11-12/12), το Πριν συνομιλεί με νέους ερευνητές. «Το κεφάλαιο βλέπει την έρευνα ως ελπιδοφόρο πεδίο κερδοφορίας», μας λένε.
Εκλογές πραγματοποιεί το Πανελλαδικό Σωματείο Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (ΠΣΕΕΤΕ) αυτό το Σαββατοκύριακο (11-12/12) με το σχήμα της Αγωνιστικής Παρέμβασης στην Έρευνα -LABour να διεκδικεί την ψήφο των εργαζομένων του κλάδου.
Μιλώντας στο Πριν σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζει ο τομέας της έρευνας ως μοχλός καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην προσπάθεια ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης, η Ολίβια Τζουβάρα, ερευνήτρια και μέλος της LABour, μας λέει:
«Έχουμε δύο αφετηρίες γι’ αυτήν την απάντηση: Η πρώτη αφετηρία βρίσκεται στην έλλειψη αστικής πρότασης για έξοδο από την κρίση. Άνευ οράματος και θετικής έμπνευσης για τους εργαζομένους, στρέφονται και στη φυγή προς το μέλλον, βλέποντας την έρευνα ως “βραχυπρόθεσμη Διώρυγα του Σουέζ” που μπορεί να οδηγήσει σε άγνωστα αλλά μελλοντικώς ελπιδοφόρα πεδία κερδοφορίας. Η δεύτερη αφετηρία βρίσκεται στον αναβαθμισμένο ρόλο της έρευνας ως οικονομικής διεργασίας. Υιοθετώντας με έναν αντεστραμμένο τρόπο τη σοβιετική νοοτροπία της οργανωμένης, στοχοπροσηλωμένης και παραγωγικής έρευνας, ο καπιταλισμός έχει περάσει από την εποχή των “προσωπικών project” και των “ερευνητικών ομάδων prestige” στην εποχή της “έρευνας ως βιομηχανίας”, της έρευνας που συγκεντρωποιείται σε ερευνητικά κέντρα και δημόσια ιδρύματα, επιτρέποντας οικονομία κλίμακας τόσο στην κατανάλωση των ερευνητικών πόρων, όσο και στην ελαχιστοποίηση του “νεκρού χρόνου” που θα είχε κάθε φυσιολογικό τμήμα έρευνας και ανάπτυξης».
Ο Έκτωρ Δελαστίκ, ερευνητής και επίσης μέλος της LABour, προσθέτει: «Μέσω της υποχρηματοδότησης των δομών έρευνας και μέσω τυπικών απαιτήσεων προγραμμάτων χρηματοδότησης όπως το “Ερευνώ-Καινοτομώ”, οι επιχειρήσεις έχουν τη “διευκόλυνση” να “νοικιάζουν” πόρους μιας δομής έρευνας (π.χ. ενός ΑΕΙ), η οποία θα αναλαμβάνει τη μερίδα του λέοντος της έρευνας, και τις εταιρείες μετά να αποχωρούν έχοντας τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των προϊόντων της έρευνας χωρίς τη διαρκή ευθύνη συντήρησης προσωπικού και εξοπλισμού».
Σε ερώτηση του Πριν για τις συνθήκες εργασίας της μέσης ερευνήτριας και ερευνητή και τις σχέσεις που διαμορφώνονται σε ένα ερευνητικό έργο, η Ολίβια Τζουβάρα σημειώνει: «Η εποχή μας απαιτεί τη δημιουργία ενός επιστημονικού δυναμικού που στα μέτρα της ιδιαίτερης εργασίας του θα είναι εξειδικευμένο και αμειβόμενο στο κατώτερο όριο που επιτρέπει την επιβίωση και την επαρκή εργασία στα πλαίσια του τρέχοντος προγράμματος. Ως εκ τούτου, οι συνθήκες εργασίας των μη μόνιμων ερευνητριών και ερευνητών ορίζονται από την ελαστική εργασία (όπως το μπλοκάκι), τη “μαύρη” εργασία (όπως το να εργάζεται κανείς ένα έτος και να έχει πληρωθεί οκτώ μήνες από τρία διάσπαρτα προγράμματα άσχετα με την καθημερινή του δουλειά) και τέλος από τη μη αναγνώριση της εργασιακής του υπόστασης (όπως στοιχειοθετούν η μη αναγνώριση προϋπηρεσίας και η αντιμετώπισή μας ως “μαθητευομένων” με κάθε δυνατή ευκαιρία). Ειδικά στο ερώτημα “από πού θα πληρωθεί το παιδί”, οι υποτροφίες χωρίς ασφάλιση (όπως του Ιδρύματος Μποδοσάκη) φαντάζουν ως ιδανική λύση από πλευράς της εργοδοσίας».
Η LABour στη μάχη των εκλογών του Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα
Ο Έκτωρ Δελαστίκ, αναφερόμενος στην εργοδοσία του χώρου, εξηγεί ότι «στην πιο εύκολη εκδοχή αποτελείται από τους Λογαριασμούς Έρευνας όσον αφορά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ή το ίδιο το Ερευνητικό Κέντρο. Δεδομένου αυτού όμως, σε αρκετά καθεστώτα οι συνεργαζόμενες επιχειρήσεις έχουν μεγάλο λόγο στην κατεύθυνση της έρευνας που διενεργείται, αφήνοντας όμως το άμεσο διευθυντικό δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένης της πρόσληψης-απόλυσης στους Υπεύθυνους Καθηγητές ή σε προσωπικό που εργάζεται συγκεκριμένα ως “επιβλέπων έργου”. Αυτές οι κατηγορίες φαίνεται να αποτελούν το σκληρό πυρήνα του εργοδοτικού στρώματος στην παρούσα σύνθεση του κλάδου».
Αναφερόμενος στην ίδρυση του Πανελλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ο Έκτωρ Δελαστίκ ξεχωρίζει τρία σημεία: «Πρώτα και κύρια, το σύνθημα “είμαστε εργαζόμενες και εργαζόμενοι”, δεύτερον, την απαίτηση υπέρβασης των τεχνητών διαχωρισμών καθέτως (όσον αφορά τα αντικείμενά μας, αναδεικνύοντας την ενότητα που μπορούν να έχουν για παράδειγμα οι βιολόγοι με τους ιστορικούς ερευνητές) όσο και οριζοντίως (όσον αφορά την πανσπερμία καθεστώτων εργασίας, ημι-εργασίας και αφάνειας, και τρίτον, την αρχή της πάλης για αναγνώριση της εργασίας μας και της θέσπισης αξιοπρεπών όρων εργασίας, ωραρίων και διαβίωσης».
Μαζικό ταξικό σωματείο
Όσον αφορά την πρόταση της LABour για ένα μαζικό ταξικό σωματείο, η Ολίβια Τζουβάρα τονίζει πως «πρώτα απ’ όλα, προτάσσουμε τη συνείδηση του εργασιακού κλάδου μας ως τέτοιου. Ύστερα περνάμε στην αφετηρία της δύναμής μας, η οποία μπορεί να είναι μόνο η οργάνωση των ίδιων των εργαζομένων από τα κάτω εφόσον θέλουμε να εδραιώσουμε ενωτική συνείδηση ενός ετερόκλητου και γεωγραφικά διεσπαρμένου κλάδου». Και ο Έκτωρ Δελαστίκ προσθέτει: «Έχοντας βρει το πού στεκόμαστε και πώς έχουμε τοποθετήσει τα πόδια μας, ακολουθεί το πού εφορμούμε: παλεύουμε για ένα σωματείο που θα οπλίζει με ταξική συνείδηση τα μέλη του, ώστε να μην μελετούν απλώς τον κόσμο γύρω τους, αλλά να προετοιμαστούν να τον αλλάξουν μαζί με την υπόλοιπη τάξη».
Οι εκλογές του Πανελλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση πραγματοποιούνται στο κτίριο του Νέου Χημείου (Σχολή Επιστημών της Αγωγής, Ναυαρίνου 13Α) ως εξής: Σάββατο 11/12 (9 π.μ.-8 μ.μ) και Κυριακή 12/12 (9 π.μ.-8 μ.μ) στο αμφιθέατρο ΑΔ (1ος όροφος).