Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές και οι Έλληνες αστοί πολιτικοί επιδίωκαν με τη βία την επιβολή και ανασυγκρότηση του αστικού καθεστώτος, με συντριβή της κομμουνιστικής πρωτοπορίας και του ένοπλου λαού, για να εκλείψει η απειλή ανατροπής, παρά τις πασιφιστικές και αστικοδημοκρατικές αυταπάτες της ηγεσίας του ΚΚΕ. Γι’ αυτό κτύπησαν πρώτοι τις τεράστιες διαδηλώσεις στις 3 και στις 5 Δεκέμβρη 1944 και κλιμάκωσαν την επιχείρηση κατάληψης της Αθήνας βομβαρδίζοντας τον «εχθρό λαό».
Χρονολόγιο
3 Δεκεμβρίου 1944 ● Δολοφονικά πυρά της αστυνομίας κατά ειρηνικών διαδηλωτών, 21 νεκροί και 140 τραυματίες.
4 Δεκεμβρίου 1944 ● Επίθεση του Σκόμπι με τεθωρακισμένα κατά του ΕΛΑΣ. Η σύγκρουση κλιμακώνεται.
5 Δεκεμβρίου 1944 ● Νέο χτύπημα διαδηλωτών απ’ την αστυνομία, 30 νεκροί και πάνω από 100 τραυματίες.
Μέσα Δεκέμβρη 1944 ● Ο ΕΛΑΣ απωθεί τους Βρετανούς στο κέντρο της Αθήνας.
5 Γενάρη 1945 ● Σύμπτυξη του ΕΛΑΣ. Τον ακολουθούν χιλιάδες λαού της Αθήνας.
12 Φλεβάρη 1945 ● Συμφωνία της Βάρκιζας. Αφοπλισμός του ΕΛΑΣ, χωρίς αμνηστία.
Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, ενώ απέδειξαν την ικανότητα τους να καθοδηγήσουν με επιτυχία την πάλη του λαού για την απελευθέρωση της χώρας από τους κατακτητές, δεν μπόρεσαν να ματαιώσουν την επιδίωξη του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της ελληνικής αστικής τάξης να αποκαταστήσουν με τη βία το οικονομικό και πολιτικό αστικό καθεστώς και την επανένταξή του στο ιμπεριαλιστικό πλέγμα. Αυτό συνέβη διότι δεν εκτίμησαν ορθά τις προθέσεις του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της ελληνικής οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας. Αυτή η λανθασμένη εκτίμηση οφειλόταν στην άκριτη αποδοχή των θέσφατων του 7ου συνεδρίου της Τρίτης Διεθνούς για συμμαχία με τις εθνικές δημοκρατικές αστικές δυνάμεις και τον αστικοδημοκρατικό ιμπεριαλισμό.
Διατυπώνεται η θέση πως ο μεταπολεμικός χαρακτήρας των απελευθερωμένων χωρών καθορίστηκε από τη συμφωνία της Γιάλτας για τη διαίρεση του μεταπολεμικού κόσμου σε σφαίρες επιρροής μεταξύ ΗΠΑ-Αγγλίας και ΕΣΣΔ. Βάσει αυτής, η Ελλάδα εντάχθηκε στο δυτικό στρατόπεδο και, επομένως, το ελληνικό ριζοσπαστικό κίνημα εύλογα δεν μπορούσε να οδηγήσει τον ελληνικό λαό στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.
Αυτή η αντίληψη αποτελεί σχετική και όχι απόλυτη αλήθεια. Πρώτο, δεν σώζεται κάποια γραπτή επίσημη συνθήκη. Σύμφωνα με τις φήμες, κάποιοι απ΄ τους ηγέτες των κυρίαρχων χωρών σημείωσαν τα ποσοστά επιρροής τους σε ένα χαρτί, το οποίο σκίστηκε μετά την προφορική συμφωνία. Δεύτερο, μηδενίζεται η δύναμη των κινημάτων στη διαμόρφωση των μεταπολεμικών καθεστώτων, ενώ η λογική της ιστορίας άλλα διδάσκει. Στη συμφωνία δεν περιλαμβανόταν η Κίνα, που προσχώρησε όμως στο σοσιαλιστικό σύστημα, ανατρέποντας τις διεθνείς ισορροπίες. Στη Γιουγκοσλαβία, προβλεπόταν ισοδύναμη επιρροή των Αγγλοαμερικανών και των Σοβιετικών, αλλά η εθνικοαπελευθερωτική επαναστατική πλειοψηφία επέλεξε τον σοσιαλισμό. Η Ινδία και το Βιετνάμ, όπως και άλλες χώρες, απαλλάχτηκαν από τον αγγλικό και τον γαλλικό ιμπεριαλισμό, υιοθετώντας ανεξάρτητη, αντιιμπεριαλιστική πορεία.
Και στην Ελλάδα, θα μπορούσε, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από τη χώρα, να επικρατήσει η επανάσταση, αν δεν είχε υιοθετηθεί από την ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ η στρατηγική της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης»
Και στην Ελλάδα, παρά τις όποιες συμφωνίες των ηγετικών αντιαξονικών δυνάμεων, θα μπορούσε, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από τη χώρα, να επικρατήσει η επανάσταση, αν δεν είχε υιοθετηθεί από την ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ η στρατηγική της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης». Αυτή η στρατηγική βρισκόταν σε κραυγαλέα αντίθεση με τη μαρξιστική αντίληψη, αφού προϋπέθετε ότι οι ιμπεριαλιστές Άγγλοι, που είχαν αρχίσει να αποβιβάζονται στη δυτική Πελοπόννησο από τις αρχές του Οκτώβρη του 1944, και οι ελληνικές αστικές δυνάμεις, μέσα από αστικο-κοινοβουλευτικές διαδικασίες, θα σέβονταν την ετυμηγορία της λαϊκής πλειοψηφίας και ότι η χώρα, αβρόχοις ποσίν, θα προχωρούσε στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Πάντως, παρά το έλλειμμα επαναστατικής θεωρίας, η ηγεσία του ΚΚΕ είχε αρκετές κραυγαλέες ευκαιρίες να αντιληφθεί, έστω και εμπειρικά, ότι οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές και οι Έλληνες αστοί πολιτικοί επιδίωκαν με τη βία την επιβολή και ανασυγκρότηση του αστικού καθεστώτος, με συντριβή της κομμουνιστικής πρωτοπορίας και του ένοπλου λαού, για να εκλείψει η απειλή ανατροπής, παρά τις πασιφιστικές και αστικοδημοκρατικές αυταπάτες της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Στη συμφωνία του Λιβάνου η ηγεσία του κινήματος έκανε αποδεκτές τις απαράδεκτες απαιτήσεις των Άγγλων. Επιβεβαίωσε το ρυθμιστικό ρόλο του Βρετανικού στρατηγείου Μέσης Ανατολής, δέχτηκε να συμμετάσχουν ως ανίσχυρη μειοψηφία η ΠΕΕΑ, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ στην κυβέρνηση, όπου πλειοψηφούσαν απόλυτα οι απόλεμοι αστοί ηγέτες, και καταδίκασε την πατριωτική αντιφασιστική πάλη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Τέσσερις μήνες μετά τη συμφωνία του Λιβάνου έγινε διάσκεψη στην Καζέρτα της Ιταλίας για το στρατιωτικό ζήτημα, που κατέληξε σε απαράδεκτη συμφωνία. Όλες οι αντάρτικες δυνάμεις τέθηκαν υπό τις διαταγές της ελληνικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ο Άγγλος στρατηγός Σκόμπι διορίστηκε διοικητής όλων των ενόπλων δυνάμεων που δρούσαν στην Ελλάδα. Στις αρχές Οκτώβρη του 1944, βάσει του σχεδίου «Μάνα», άρχισαν αγγλικές δυνάμεις να αποβιβάζονται στη δυτική Πελοπόννησο, όταν οι χιτλερικοί εγκατέλειπαν την περιοχή Αθήνας-Πειραιά. Άρα, η αποστολή αυτών των στρατευμάτων δεν εξυπηρετούσε κάποιο πολεμικό σκοπό, αλλά τη βίαιη αποτροπή του ΕΑΜ από το να καταλάβει την εξουσία, όπως παραδέχτηκε ο Τσώρτσιλ στη Βουλή (Τimes, 9/12/1944).
Η εμμονή στη ρεφορμιστική στρατηγική της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης όχι μόνο οδήγησε σε συμφωνίες (Λίβανος, Καζέρτα, Βάρκιζα) που οι ετεροβαρείς όροι τους βοούσαν ότι στόχος τους ήταν η βίαιη συντριβή του κινήματος, αλλά τύφλωναν και αποπροσανατόλισαν την ηγεσία, όταν οι συνθήκες απαιτούσαν στρατιωτική δράση με επεξεργασμένη στρατηγική. Συγκεκριμένα, στις 13 Οκτώβρη 1944, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα, όταν εγκαταστάθηκε σε αυτήν το A’ Σώμα του ΕΛΑΣ, μαζί με τις χιλιάδες λαού που πλημμύρισαν την Αθήνα πανηγυρίζοντας, θα μπορούσε, αν έπαιρνε εντολή, να καταλάβει σε μία ώρα το κέντρο και όλη την πρωτεύουσα (Σπ. Κωτσάκης, Εισφορά στο Χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα, σ. 283).
Αλλά και όταν η στρατιωτική σύγκρουση κατέστη αναπόφευκτη, μετά το αιματοκύλισμα αθώων διαδηλωτών στις 3 και 4 Δεκέμβρη του 1944 από αστυνομικούς και παρακρατικούς, αλλά και την ανοιχτή στρατιωτική επίθεση του Σκόμπι με βρετανικά τεθωρακισμένα που κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της 2ης μεραρχίας του ΕΛΑΣ, η ηγεσία του ΚΚΕ προσκολλημένη στη δημοκρατική στρατηγική, χωρίς να έχει επεξεργαστεί και στρατιωτικό σχέδιο, υπέπεσε σε οδυνηρά λάθη. Καθοριστικό λάθος ήταν η αποστολή των κύριων δυνάμεων του ΕΛΑΣ υπό τον Σαράφη και τον Βελουχιώτη εναντίον του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, αντί να τις συγκεντρώσει στην Αθήνα, όπου θα κρινόταν η μάχη για την εξουσία.
Οι μαχητές του ΕΛΑΣ και οι λαϊκές μάζες, παρά τα λάθη της ηγεσίας, πολέμησαν με σθένος και απαράμιλλο ηρωισμό
Οι μαχητές του ΕΛΑΣ, η πολιτοφυλακή και οι λαϊκές μάζες, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες της ηγεσίας, πολέμησαν με σθένος και απαράμιλλο ηρωισμό. Μάλιστα, στα μέσα του Δεκέμβρη υποχρέωσαν τους Βρετανούς να περιχαρακωθούν στο κέντρο της πρωτεύουσας («Κράτος της Σκομπίας»). Τελικά, μπροστά στις κατά πολύ υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις και στον υπέρτερο οπλισμό τους (τανκς, αεροπλάνα) η αντίσταση του λαού κάμφθηκε…