Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ Φίμωση της διαφορετικής άποψης και ευρεία αύξηση των ποινών
Διατάξεις φίμωσης κάθε αντι-καπιταλιστικής άποψης με έμφαση στην ποινικοποίηση των κινητοποιήσεων.
«Κομμένος και ραμμένος» στη βάση της αποτελεσματικότερης δίωξης των εργατικών και νεολαιίστικων αγώνων, της ενίσχυσης της κρατικής καταστολής, της διατήρησης στο απυρόβλητο των πατριαρχικών αντιλήψεων αλλά και της τιμωρητικής διάθεσης προς την κοινωνία είναι ο νέος ποινικός κώδικας που ψηφίστηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή. Ανάμεσα στις διατάξεις του, ξεχωρίζει και αυτή που ποινικοποιεί τη δημοσιοποίηση απόψεων που μπορεί να… προκαλέσουν ανησυχία στο κοινωνικό σύνολο για θέματα άμυνας, οικονομίας και υγείας.
Από τον νέο ποινικό κώδικα δεν θα μπορούσαν φυσικά να λείπουν διατάξεις ενάντια στις λαϊκές κινητοποιήσεις, οι οποίες έρχονται να συμπληρώσουν το –έτσι κι αλλιώς ενισχυμένο– «οπλοστάσιο» των δυνάμεων καταστολής με τον περίφημο «τρομονόμο» αλλά και τον ψηφισμένο τον Ιούλιο του 2020 νόμο για την απαγόρευση των συναθροίσεων — τον οποίο υπερψήφισε και το «προοδευτικό» ΚΙΝ.ΑΛ. Έτσι, λοιπόν, με διάταξη που περιέχεται στον νέο ποινικό κώδικα, ορίζεται πως «όποιος κατέχει εμπρηστικές ύλες, ενώ βρίσκεται σε δημόσια συνάθροιση, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη». Μια ρύθμιση που είναι τόσο αφηρημένη (τι θεωρείται εμπρηστική ύλη; Ένας αναπτήρας;), ώστε να είναι φανερό ότι θεσμοθετείται, ώστε διασταλτικά να μπορεί να αξιοποιηθεί εναντίον οποιασδήποτε κινητοποίησης ο κρατικός μηχανισμός επιλέξει. Αυτή η διάταξη πρέπει να συνδυαστεί και με τις αλλαγές που έγιναν στις διατάξεις που αφορούν τις ποινές για άτομα 18 έως 21 ετών που προέβλεπαν επιεική μεταχείριση. Έτσι ώστε να είναι πιο εύκολο θα προκύπτουν ποινές φυλάκισης σε περιπτώσεις νεολαιίστικων κινημάτων ή φοιτητικών κινητοποιήσεων. Εδώ πρέπει να προστεθούν και οι ευνοϊκές διατάξεις για τη λήψη DNA κατά τη διάρκεια της αυτόφωρης διαδικασίας, δηλαδή οι διατάξεις που αξιοποιήθηκαν και για την περίπτωση της Ηριάννας.
Κραυγαλέα περίπτωση αυταρχικής, αντιδημοκρατικής και οπισθοδρομικής διάταξης είναι φυσικά και το άρθρο 191 του νομοσχεδίου για τη «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Με πρόσχημα τον περιορισμό της σκοταδιστικής αντιεμβολιαστικής ρητορείας, η κυβέρνηση προχωρά στην ποινικοποίηση κάθε δημόσιας διακήρυξης ή δημοσιεύματος που προκαλεί «κλονισμό της εμπιστοσύνης», ακόμα και «ανησυχία», στο κοινωνικό σύνολο και σχετίζεται με θέματα εθνικής άμυνας, εθνικής οικονομίας και δημόσιας υγείας. Πρακτικά, δηλαδή, ως ποινικά κολάσιμη μπορεί να θεωρηθεί η δημοσιοποίηση απόψεων ενάντια στο ΝΑΤΟ, στην οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της κυβέρνησης, όπως και η δημόσια καταγγελία της κατάστασης που επικρατεί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δράση του εργατικού κινήματος και, φυσικά, για τα έντυπα που θα επιλέξουν να στηρίξουν τους αγώνες του. Πόσο μάλλον για πολιτικούς φορείς που… όχι απλά θέλουν να «κλονίσουν την εμπιστοσύνη» των λαϊκών στρωμάτων στο υπάρχον σύστημα, αλλά να πείσουν για την ανατροπή των υπαρχουσών κοινωνικοοικονομικών δομών.
Καμία αναφορά δεν γίνεται στον νέο ποινικό κώδικα για την ενσωμάτωση χαρακτηριστικών ανάσχεσης της έμφυλης εγκληματικότητας, που «πατά» στα πατριαρχικά πρότυπα, παρά το γεγονός ότι παρατηρείται ενίσχυση τέτοιων φαινομένων. Δεν έγινε αποδεκτή από την κυβέρνηση η πρόταση για θέσπιση ειδικής μέριμνας για τις γυναικοκτονίες, με το υπουργείο Δικαιοσύνης να αρκείται στη πρόβλεψη ότι αδικήματα προσβολής της γενετήσιας ελευθερίας στον χώρο εργασίας θα διώκονται αυτεπάγγελτα.
Όσον αφορά το αξιόποινο, με τον νέο ποινικό κώδικα η λογική της υποκειμενικής εκτίμησης της επικινδυνότητας των αδικημάτων (λείπει ρήμα) και παράλληλα εισάγεται η αρχή που συνδέει την αυστηροποίηση των ποινών με τον περιορισμό της εγκληματικότητας. Αντίληψη βαθιά αντιεπιστημονική, η οποία αποσυνδέει την αντικοινωνική συμπεριφορά από τα ουσιώδη κοινωνικά της αίτια. Έτσι, υπάρχουν διατάξεις οριζόντιας αύξησης των ποινών, ακόμη και για πλημμελήματα, ενώ ταυτόχρονα επιχειρείται ο περιορισμός της δυνατότητας των κρατουμένων να αξιοποιούν διατάξεις μείωσης ποινής, αδειών κ.λπ. Σε πολιτικό επίπεδο, είναι σαφές ότι αυτές οι ρυθμίσεις στοχεύουν στο «χάιδεμα των αυτιών» του ακροδεξιού ακροατηρίου, στο οποίο στοχεύει πολιτικά η Νέα Δημοκρατία.