Παναγιώτης Ξοπλίδης
Πρώτος στη Χιλή ο ακροδεξιός Καστ, δεύτερος ο Γκαμπριέλ Μπόριτς των κινημάτων
Δύο χρόνια μετά από τη μεγαλειώδη κοινωνική έκρηξη του 2019, οι πολίτες της Χιλής κλήθηκαν να εκλέξουν τον πρόεδρο ο οποίος θα διαδεχτεί τον λαομίσητο Σεμπάστιαν Πινέρα. Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου δείχνει, για άλλη μια φορά, ότι ειρηνικοί κοινοβουλευτικοί «περίπατοι» δεν υπάρχουν στον δρόμο ενός ριζοσπαστικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Το ντόπιο κεφάλαιο της Χιλής, οι ΗΠΑ και μεγάλες πολυεθνικές εξορύξεων έχουν αποδείξει ότι δεν διστάζουν ούτε στιγμή να επιστρατεύσουν τις πλέον αιμοσταγείς φασιστικές δυνάμεις για να διατηρήσουν τα προνόμια τους. Όπως συνέβη και το 1973 και με στόχο να ηττηθεί η προσπάθεια για ριζοσπαστικές προοδευτικές αλλαγές στη χώρα, κλήθηκε η ακροδεξιά –και μάλιστα με το πιο σκοταδιστικό και αυταρχικό πρόσωπό της– για να την διατηρήσει στον δρόμο του νεοφιλευθερισμού. Έτσι, νικητής του πρώτου γύρου με 27,9% είναι ο Αντόνιο Καστ, γιός Γερμανού ναζί μετανάστη που παλαιότερα είχε δηλώσει ότι «αν ζούσε ο Πινοσέτ θα με ψήφιζε». Ο υποψήφιος του προοδευτικού εκλογικού συνασπισμού, ο 35χρονος Γκαμπριέλ Μπόριτς ήρθε δεύτερος με 25,8%. Οι δυο τους θα αναμετρηθούν στον δεύτερο γύρο στις 19 Δεκέμβρη.
Ο Καστ εμφανίστηκε στο προσκήνιο της εκλογικής μάχης μόλις τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ ήταν βέβαιη η συντριβή του υποψήφιου του κεντροδεξιού κόμματος Σεμπάστιαν Σιχέλ, που συγκέντρωσε τελικά το 12,7% των ψήφων. Ο «χιλιανός Τραμπ» εκτοξεύτηκε στις δημοσκοπήσεις μέσα σε λίγες μέρες, αναδεικνύοντας μια σκοταδιστική αυταρχική ατζέντα, σε συνδυασμό με τη συνέχιση του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού. Προτείνει απαγόρευση των αμβλώσεων, κλείσιμο συνόρων σε μετανάστες, ενίσχυση της αστυνομίας, «νόμο και τάξη». Διακηρύσσει τη συντριβή της εξέγερσης των ινδιάνων Μαπούτσε, διατηρώντας τα προνόμια των εξορυκτικών κολοσσών. Πλέον, οι δημοσκοπήσεις τον εμφανίζουν φαβορί και για τον δεύτερο γύρο, καθώς υπάρχει μεταφορά ψηφοφόρων μεταξύ Δεξιάς και ακροδεξιάς. Άλλωστε, και ο Φράνκο Παρίζι, ο οποίος αναδείχθηκε τρίτος με 12,8%, δηλώνει ότι «έχει ξεπεραστεί το δίπολο Αριστεράς-Δεξιάς» και δεν πρέπει να προχωρήσουν «βίαια» οι ριζοσπαστικοί στόχοι της εξέγερσης.
Ο Μπόριτς είναι ο εκφραστής των κοινωνικών κινημάτων που συνενώθηκαν το 2019. Ο ίδιος ήταν ένας από τους ηγέτες του φοιτητικού κινήματος του 2011. Η Χιλή γνώρισε από τότε αλλεπάλληλα κύματα κινημάτων, καθώς είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες ανισότητες στον ΟΟΣΑ. «Δεν είναι 30 πέσος (το ποσό της αύξησης των εισιτηρίων στο μετρό που στάθηκε η αφορμή της εξέγερσης), είναι 30 χρόνια», ήταν το σύνθημα της εξέγερσης που απαίτησε «να πεθάνει ο νεοφιλελευθερισμός στη χώρα που γεννήθηκε».
Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, άλλωστε, ήταν η εκκίνηση αναθεώρησης του συντάγματος της εποχής Πινοσέτ, που θωρακίζει τις ιδιωτικοποιήσεις παιδείας, υγείας, ασφάλισης. Υπενθυμίζεται πως στο δημοψήφισμα, υπέρ της αναθεώρησης τάχθηκε το 80%, ενώ στις εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση, ένας συνασπισμός αριστερών κομμάτων και ανεξάρτητων κέρδισε το 80% των εδρών. Το νέο σύνταγμα θα εγκριθεί με νέο δημοψήφισμα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022.
Ο συνασπισμός του Μπόριτς έχει δύο βασικούς πυλώνες. Ο ένας είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής, με παράδοση συμμαχιών και μεταρρυθμιστική στρατηγική αλλαγής με συνταγματικά μέσα. Στην μετά- Πινοσέτ εποχή συμμετείχε σε κυβερνήσεις με τους Σοσιαλδημοκράτες, η υποψήφια των οποίων σε αυτές τις εκλογές κέρδισε μόλις 11,6%. Η ταύτιση του ΚΚ με κυβερνήσεις που δεν τόλμησαν να αμφισβητήσουν το σύνταγμα του Πινοσέτ έστρεψε τη νεολαία αλλά και φεμινιστικά και οικολογικά κινήματα σε νέες πολιτικές συλλογικότητες. Από αυτές συγκροτήθηκε το Ευρύ Μέτωπο, ο δεύτερος πυλώνας του συνασπισμού, που συσπειρώνει πολυάριθμες οργανώσεις, ακόμα και κάποιες με αναφορά στον ελευθεριακό χώρο. Το Μέτωπο αποφεύγει να αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερό, έχοντας τάσεις που προβάλλουν την «υπέρβαση» του διπόλου Αριστεράς-Δεξιάς.
Ο συνασπισμός, με τίτλο «Αξιοπρέπεια», προχώρησε σε προκριματικές εκλογές μεταξύ του υποψηφίου του ΚΚ, Ντανιέλ Χάντουε και του, προερχόμενου από το Μέτωπο, Μπόριτς. Η ήττα του Χάντουε θεωρήθηκε έκπληξη, καθώς διέθετε μεγάλη αναγνωρισιμότητα, ενώ προηγούνταν στις πρώτες δημοσκοπήσεις με αντιπάλους από τα υπόλοιπα κόμματα. Η οργανωτική δύναμη του ΚΚΧ με τα χιλιάδες μέλη, όμως, δεν στάθηκε ικανή να υπερκεράσει τη δυναμική των ακτιβιστών του Μετώπου.
Ο παλαιστινιακής καταγωγής Χάντουε κατηγορήθηκε ακόμα και για αντισημιτισμό, ενώ το κόμμα θεωρούνταν «ιεραρχικό». Μέλη του Μετώπου υπενθύμισαν τη συμμετοχή του σε κυβερνήσεις του κατεστημένου. Από την άλλη, το ΚΚΧ κατηγορεί τη θολή πολιτική γραμμή του Μετώπου ως ανασύνθεση της σοσιαλδημοκρατίας, αν και η προγραμματική πρόταση του Χάντουε ήταν, σύμφωνα με τον ίδιο, «ό,τι εφαρμόζεται στις σκανδιναβικές χώρες εδώ και δεκαετίες».
Το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου είναι ακόμα ανοιχτό, ενώ είναι σε εξέλιξη και η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης
Τελικά, αυτές οι αντιθέσεις τέθηκαν στην άκρη, καθώς φάνηκε η απειλή της ανόδου του Καστ. Ο ακροδεξιός υποψήφιος δεν έχασε ευκαιρία να προβάλει την «απειλή» του κομμουνισμού και της Κούβας, αν επικρατήσει ο Μπόριτς, ακόμα και αν το πρόγραμμά του δεν είχε την παραμικρή έστω νύξη προς αυτή την κατεύθυνση. Μετά τον πρώτο γύρο, ο Μπόριτς προσπαθεί να ρίξει γέφυρα προς το Κέντρο, προβάλλοντας τον κίνδυνο του πινοτσετισμού. Σύμφωνα, δε, με τα exit polls, η απήχηση του Καστ είναι ισχυρή στην επαρχία και στα φτωχότερα στρώματα, ενώ ο Μπόριτς υπερισχύει στα μεσαία και ανώτερα στρώματα των πόλεων. Η αποχή ήταν άνω του 50% και στον δεύτερο γύρο αναμένεται μεγαλύτερη. Η κομματική ταύτιση είναι πολύ χαλαρή, ενώ η ρητορική ενάντια στις ελίτ δεν κινείται απαραίτητα προς την Αριστερά αλλά εκφράζεται και από την Ακροδεξιά.
Το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου είναι ακόμα ανοιχτό, ενώ είναι σε εξέλιξη και η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης. Ωστόσο, ακόμα και αν επικρατήσει ο Μπόριτς, ένας συμβιβασμός μοιάζει αναπόφευκτος. Εν μέσω της προεκλογικής μάχης, η Ένωση Ορυχείων –ντόπιων και πολυεθνικών εταιρειών– απαίτησε για τα μέλη της να βρίσκονται εκτός της δικαιοδοσίας του νέου συντάγματος, σε μια εποχή ενεργειακής κρίσης και αστάθειας στην αγορά μεταλλευμάτων.
Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός θέτει άμεσα τα ζητήματα της εποχής κάνοντας ακόμα πιο δύσκολο τον δρόμο της ειρηνικής μετάβασης.