Γιώργος Κώνστας
▸ Πώς οι Βρετανοί κράτησαν τους Γερμανούς στην Κρήτη, ακόμα και μετά την πτώση του Βερολίνου, για να πλήξουν το ΕΑΜ!
Ενώ στα μέσα Νοεμβρίου 1944 η Ελλάδα είχε απελευθερωθεί, η Κρήτη συνέχιζε να είναι υπό μία ιδιόμορφη κατοχή. Οι Βρετανοί, θέλοντας να θέσουν ξανά την Ελλάδα υπό τον έλεγχό τους και να αποδυναμώσουν τον ΕΛΑΣ, επέτρεψαν στους Γερμανούς να ασκούν αστυνομικά καθήκοντα, να προχωρούν σε εκτελέσεις και να καίνε χωριά, μέχρι τον Ιούλιο του 1945!
Μέσα Νοέμβρη 1944 όλη η Ελλάδα είναι ελεύθερη από τον ναζιστικό ζυγό. Όλη; Όχι ακριβώς… Γερμανικές φρουρές παραμένουν στα Δωδεκάνησα και στη Μήλο, ενώ στο βόρειο τμήμα του νομού Χανίων μια ισχυρή δύναμη 13.000 Γερμανών συνεχίζει την κατοχή μέχρι το τέλος του πολέμου και μετά την 9η Μαΐου 1945 οι Βρετανοί αναθέτουν στους νικημένους ναζί… αστυνομικά καθήκοντα μέχρις ότου τους παραλάβουν και τους οδηγήσουν στην Αίγυπτο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς.
Το διάστημα της ιδιόμορφης αυτής κατοχής τα γερμανικά στρατεύματα δεν μπορούν να έχουν τον εφοδιασμό που θα ήθελαν και προχωρούν σε ένα όργιο πλιάτσικου, ειδικά στις αγροτικές περιοχές. Οι εκτελέσεις και οι βασανισμοί συνεχίζονται αμείωτοι, ενώ στην προσπάθεια τους να κτυπήσουν τον ΕΛΑΣ, που αναγνωρίζουν ως βασικό τους αντίπαλο, εκστρατεύουν εναντίον των δυνάμεών του στις 12-14 Νοεμβρίου 1944 όπου και διεξάγεται η «Μάχη της Παναγιάς», η μεγαλύτερη μάχη που έδωσε η αντίσταση στην Κρήτη.
«Οι γερμανικές φρουρές στην Κρήτη, στη Μήλο και στα Δωδεκάνησα από τον Οκτώβριο του 1944 και μέχρι το τέλος του πολέμου δεν “ενοχλήθηκαν” από τα συμμαχικά στρατεύματα. Οι Άγγλοι δήλωναν αδυναμία να μεταφέρουν στρατεύματα στην Ελλάδα για να τους αντιμετωπίσουν λόγω των άλλων μετώπων (Ιταλία, επίθεση στα κυρίως γερμανικά εδάφη). Έχει βάση η δικαιολογία των Βρετανών; Στα Δεκεμβριανά αντίθετα είδαμε να μεταφέρουν τάχιστα μεγάλες δυνάμεις από Ιταλία και Αίγυπτο», ρωτάμε τον ιστορικό και διδάσκοντα στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πολυτεχνείο Κρήτης Γιάννη Σκαλιδάκη, το βιβλίο του οποίου «Φρούριο Κρήτη» Πολιτικές μεταβολές στην Κρήτη της Κατοχής είναι υπό έκδοση από τις εκδόσεις Ασίνη.
«Κοιτάξτε, την 1η Ιουλίου 1944 υπήρχε στο νησί της Κρήτης συνολική δύναμη κατοχής 41.518 ανδρών. Αυτή αποτελούνταν από 29.685 άνδρες στρατού ξηράς, 8.381 άνδρες της αεροπορίας και 3.452 άνδρες του ναυτικού, ένα τμήμα των οποίων ήταν μάχιμο. Από τα τέλη Αυγούστου ξεκινούσαν οι προετοιμασίες αποχώρησης των Γερμανών από την Κρήτη… Το βράδυ της 22ης Σεπτεμβρίου 1944, ο στρατηγός Μίλερ παρέδωσε τη διοίκηση της ‘’Οχυράς Θέσεως Κρήτης’’ στον συνταγματάρχη Χανς Γκέοργκ Μπέντακ. Στη σχετική διαταγή παράδοσης αναφερόταν πως δεν θα έπρεπε να υπολογίζεται πλέον σημαντική δυνατότητα θαλάσσιας μεταφοράς και τα ειδικά όπλα, όπως τα τεθωρακισμένα μαζί με το προσωπικό τους, θα έπρεπε να μεταφερθούν αεροπορικώς. Κανένα γερμανικό αεροπλάνο δεν παρέμεινε στο νησί, ούτε εμφανίστηκε μετά τις 16 Οκτωβρίου. Οι Γερμανοί που είχαν παραμείνει υπολογίζονταν μεταξύ 11.000-13.000, συμπεριλαμβανομένων 2.000-2.500 Ιταλών», σημειώνει.
Οι Μανώλης Κατσιγαράκης, 42 ετών, και Αναστάσιος Βουραδάκης, 28 ετών, εκτελέσθηκαν από τους ναζί 17 ημέρες μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου!
«Η Μεγάλη Βρετανία, από τη μεριά της, επιθυμούσε να διατηρήσει μεταπολεμικά στη ζωή το προπολεμικό πολιτικό status quo στην Ευρώπη και βασικά να προστατεύσει την αυτοκρατορία της. Το 1944, η βρετανική θέση γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη μέσα στη Μεγάλη Συμμαχία. Η προέλαση του Κόκκινου Στρατού εξασφάλιζε τη σοβιετική επιρροή στην Ανατολική και ίσως στην Κεντρική Ευρώπη. Η αγωνιώδης προσπάθεια των Βρετανών να σώσουν ό,τι μπορούσαν από την προπολεμική επιρροή τους, τους οδηγούσε να υιοθετούν και να υποστηρίζουν απροκάλυπτα πολιτικά κριτήρια σε αντίθεση με τα στρατιωτικά δεδομένα. Οι Βρετανοί αποφάσισαν να είναι ανυποχώρητοι στην υπεράσπιση των συμφερόντων τους στην Ελλάδα. Με βάση αυτή τη λογική μπορούμε να ερμηνεύσουμε την “παράλειψη” αφοπλισμού πάνω από 11.000 Γερμανών στην Κρήτη αλλά και την πανστρατιά στην Αθήνα για τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ την ίδια περίοδο», προσθέτει ο Γιάννης Σκαλιδάκης.
Βρετανοί: Να μην πάνε τα γερμανικά όπλα στο ΕΑΜ
Την περίοδο αυτή υπήρχαν αιτήματα από τους αντάρτες της Κρήτης που ζητούσαν από την εθνική κυβέρνηση και τους Άγγλους να τους ενισχύσουν ώστε να δώσουν τέλος στην κατοχή. «Ξέρουμε ή μπορούμε να υποθέσουμε για τους λόγους που δεν το έκαναν;», ρωτάμε τον συνομιλητή μας.
«Η βασική αντίθεση που θα αναδειχθεί την περίοδο σύμπτυξης προς τα δυτικά, αφορούσε την αντιμετώπιση των Γερμανών. Ο ΕΛΑΣ θα προβάλει την αναγκαιότητα προσβολής των γερμανικών δυνάμεων, ενώ οι Βρετανοί θα προτάξουν ως στόχο τους την αυτοσυγκράτηση των αντάρτικων ομάδων. Τη βρετανική γραμμή θα υιοθετήσουν οι οργανώσεις που συνεργάζονταν μαζί τους, όπως η Εθνική Οργάνωση Κρήτης (ΕΟΚ)», απαντάει ο Γ. Σκαλιδάκης και συμπληρώνει:
«Η βρετανική πολιτική κατά τη διάρκεια της γερμανικής σύμπτυξης αποτυπώνεται από τους ίδιους ως εξής: “Δεν προτείνεται η παρεμπόδιση της σύμπτυξης με αντάρτικη δράση ή σαμποτάζ, αλλά η επικέντρωση στη δημιουργία ευνοϊκών όρων για την παράδοση της εναπομείνασας φρουράς με υπονόμευση. Η δράση οπλισμένων ομάδων θα περιοριστεί στη συντήρηση της τάξης”. Ο λοχαγός Φρέιζερ κατέγραψε απολογιστικά γιατί δεν αναπτύχθηκε αντάρτικος αγώνας σε μεγάλη κλίμακα. Συνοπτικά, πρώτον μετά τη γερμανική υποχώρηση στο Ελ Αλαμέιν το νησί σταμάτησε να έχει στρατηγική σημασία, δεύτερον η αποστολή όπλων ήταν στο ελάχιστο επίπεδο και τρίτον “πολιτικοί λόγοι έκαναν ανασφαλή τον εξοπλισμό των δύο αντίπαλων παρατάξεων”. Στην πραγματικότητα, για τους Βρετανούς, ο στόχος ήδη ήταν η υποταγή του ΕΑΜ. Από την άλλη, ο στρατηγός Σαράφης είχε εκδηλώσει τη διαθεσιμότητα του ΕΛΑΣ της κυρίως Ελλάδας να στείλει τμήματα εναντίον των Γερμανών στην Κρήτη».
Ένα ζήτημα που πάντα τίθεται σε συζήτηση είναι για το εάν όντως οι Βρετανοί, μετά τη λήξη του πολέμου, ανέθεσαν στα γερμανικά στρατεύματα «αστυνομικά καθήκοντα» στο νησί.
«Στις 9 Μαΐου 1945, δηλαδή με το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, υπογράφτηκε στο Ηράκλειο η συνθηκολόγηση των Γερμανών στην Κρήτη. Οι Βρετανοί συγκέντρωσαν τους Γερμανούς σε μια ζώνη όπου απαγορευόταν η είσοδος στους Έλληνες. Η δε διαδικασία αποχώρησης των Γερμανών διήρκεσε τόσο ώστε να προκαλείται το αίσθημα των ντόπιων, σε συνδυασμό με καθήκοντα φρουράς που είχαν ως το τέλος οι ένοπλοι πλην αιχμάλωτοι Γερμανοί. Η κατάσταση αυτή έχει περιγραφεί γλαφυρά από τον ερευνητή Σταύρο Βλοντάκη στο βιβλίο του Η Οχυρά Θέσις Κρήτης, ως περίοδος “αγγλογερμανικής κατοχής” και έχει περάσει και στη λογοτεχνία με το έργο της Μάρως Δούκα Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ. Σύμφωνα με τον υπολοχαγό Γεώργιο Κάββο, οι Βρετανοί επεδίωκαν την καταστροφή όχι μόνο του πολεμικού υλικού αλλά και των αυτοκινήτων και του φαρμακευτικού υλικού. Καταστρέφονταν καθημερινά με ανατινάξεις αποθήκες βομβών και βλημάτων Πυροβολικού. Στη συνέχεια άρχισε η καταστροφή στη θάλασσα του βαρέος οπλισμού των όλμων και πυροβόλων. Για μια εβδομάδα, δέκα ώρες την ημέρα, 800 όπλα πυροβολώντας “κατέστρεφαν ολοκληρωτικά κάθε βεληνεκούς πυρομαχικά”. Σε μια σειρά άλλα ζητήματα (λάφυρα, εγκληματίες πολέμου, υλικά και εργασία για ανασυγκρότηση), οι όροι συνθηκολόγησης και τα ελληνικά αιτήματα αγνοήθηκαν, ενώ η Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης καμιά διαταγή ή οδηγία δεν πήρε από την κυβέρνηση του ναύαρχου Πέτρου Βούλγαρη ή το Γενικό Επιτελείο Στρατού για τα θέματα αυτά», εξηγεί ο Γ. Σκαλιδάκης.
«Την ίδια στιγμή, οι απολογητές της στάσης των Βρετανών αναφέρουν πως δεν επιθυμούσαν να παραδοθούν οι Γερμανοί στους αντάρτες γιατί ήθελαν να αποτρέψουν αντεκδικήσεις σε βάρος τους… Ισχύει κάτι τέτοιο; Μήπως ο πραγματικός λόγος ήταν ότι φοβόταν πώς οι αντάρτες θα έπαιρναν στα χέρια τους τα όπλα των Γερμανών», ρωτάμε τον ιστορικό.
«Όπως γνωρίζουμε από την έρευνα του ιστορικού Λαρς Μπέρεντζεν για την απελευθέρωση της Πελοποννήσου τον Σεπτέμβριο του 1944, οι Βρετανοί δεν επιθυμούσαν μια γερμανική παράδοση που θα είχε ως αποτέλεσμα να πέσει στα χέρια του ΕΛΑΣ γερμανικός οπλισμός. Σύμφωνα με ένα έγγραφο του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών της 14ης Αυγούστου 1944, το καλύτερο σενάριο για τους Βρετανούς διατυπωνόταν ως εξής: “όταν τα βρετανικά στρατεύματα θα είναι έτοιμα να μεταβούν στην Ελλάδα, να ρυθμιστεί και η παράδοση των Γερμανών, υπό τον όρο ότι θα παραδώσουν και όλα τα γερμανικά όπλα και εφόδια, κατά τρόπο ώστε να μην πέσουν στα χέρια του ΕΑΜ και να μην υπάρξει κενό από το οποίο θα μπορούσε να επωφεληθεί το ΕΑΜ». Στην περίπτωση της Κρήτης, όπως είπαμε ήδη, οι Βρετανοί φρόντισαν να μην πέσουν τα γερμανικά όπλα και λοιπά υλικά στα χέρια όχι του ΕΑΜ που βρέθηκε υπό διωγμόν αλλά ούτε καν της ελληνικής κυβέρνησης», μας απαντά.
Ναζιστικές εκτελέσεις μετά το τέλος του πολέμου!
Πέρα από τις λεηλασίες, οι κατακτητές απαντούν με ωμότητες σε κάθε ενόχληση από τους ντόπιους. Ο δάσκαλος και ιστορικός ερευνητής Μανώλης Νικολακάκης έχει συγκεντρώσει φωτογραφικό υλικό και στοιχεία για τρεις συγχωριανούς του που εκτελέσθηκαν στις 25 Μαΐου 1945, δεκαεπτά ημέρες μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου!
«Η θανάτωση ενός Γερμανού από ομάδα ελεύθερων σκοπευτών (της ΕΟΚ) σε φυλάκιο ανάμεσα σε Αλικιανό και Βατόλακκο είχε ως αποτέλεσμα οι Γερμανοί να εκτελέσουν εν ψυχρώ τον 28χρονο Αναστάσιο Βουραδάκη επειδή δεν σταμάτησε στις διαταγές τους καθώς πήγαινε στο χωράφι του. Ενώ εκτέλεσαν και τον Μανώλη Κατσιγαράκη, 42 ετών, που κινούνταν προς χώρους όπου είχαν αποθηκεύσει πυρομαχικά. Στον Αλικιανό βρήκε τραγικό θάνατο και ο Γεώργιος Χανιωτάκης, ενώ άλλοι δύο χωριανοί τραυματίσθηκαν σοβαρά από πυροβολισμούς που δέχθηκαν», αναφέρει ο Μ. Νικολακάκης.
Οι κατακτητές στη συνέχεια βομβάρδισαν με πυροβολικό και όλμους το χωριό Βατόλακκος με αποτέλεσμα το θάνατο της 4χρονης Ελένης Μιχ. Αναγνωστοπούλου και τον τραυματισμό της 5χρονης Αικατερίνης Στυλ. Περουλάκη και της 4χρονης Ελένης Δημητρ. Γαλανάκη καθώς και των μητέρων τους, Νίκης Περουλάκη και Μαρίας Γαλανάκη.
Τελευταίο θύμα της κατοχής στα Χανιά στις 28 Ιουνίου, όταν σκοτώθηκε από γερμανό φρουρό αποθήκης στην περιοχή της Χρυσοπηγής ο εργάτης Λευτέρης Ανδρουλάκης όταν επιχείρησε να μαζέψει τα ζώα της οικογένειάς του που έβοσκαν δίπλα στην αποθήκη (στοιχεία από το αποκαλυπτικό βιβλίο του Σταύρου Γ. Βλοντάκη Οχυρά Θέσις Κρήτης).
Μάχη της Παναγιάς: Η κορυφαία στιγμή της αντίστασης στην Κρήτη…
Στις 12 Νοεμβρίου 1944 οι κατακτητές ξεκινούν τη μεγάλη επίθεση στον ορεινό όγκο των Κεραμειών, σε απόσταση 15 χιλιομέτρων από τα Χανιά. Σε αυτή κινητοποιήθηκαν 3.500 Γερμανοί και Ιταλοί σύμμαχοί τους με αντικειμενικό στόχο να εξοντώσουν μια δύναμη 755 ΕΛΑΣιτών του 14ου Συντάγματος. Η σθεναρή αντίσταση των ΕΛΑΣιτών, με τη συνδρομή των κατοίκων του χωριού, χάλασε τα σχέδια των κατακτητών που με μεγάλες απώλειες για τους ίδιους αρκέσθηκαν στο να κάψουν χωριά και να εκτελέσουν αμάχους χωρίς όμως να πετύχουν κανέναν από τους αντικειμενικούς τους στόχους.
Ένας από τους λιγοστούς εν ζωή μαχητές είναι ο 17χρονος τότε Μανώλης Τσαγκαράκης. Σεμνός αγωνιστής της εθνικής αντίστασης, ο κύριος Μανώλης μας ξεναγεί στην Παναγιά, στο χωριό όπου ήταν η έδρα του ΕΛΑΣ. Μας δείχνει τα υψώματα που είχαν στηθεί τα φυλάκια των ανταρτών, τα σημεία από όπου προσέγγισαν την περιοχή οι Γερμανοί, τα σπίτια που έκαψαν και τα χαλάσματα τους παραμένουν… Ανάμεσά τους και το κτήριο που ήταν το στρατηγείο του ΕΛΑΣ. «Το έκαψαν οι Γερμανοί αλλά είχαν προλάβει οι αντάρτες και πήραν τους φακέλους και τα έγγραφα. Όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού τα έκαψαν μαζί και το δικό μας. Είχαμε τέσσερα πιθάρια λάδι και άρπαξε συθέμελα το σπίτι», θυμάται ο παλιός αντάρτης.
Μέλος του εφεδρικού ΕΛΑΣ, ο 93χρονος σήμερα κύριος Μανώλης είχε όπλο καθώς «το Μάιο του 1941, μετά που έπεσαν οι Γερμανοί, πέρασε μια ελληνική μονάδα που υποχωρούσε και πέταξαν τα όπλα. Τότε είχα μαζέψει 11 από αυτά! Τα είχα σε ένα βοσκότοπο και μόλις έγινε ο ΕΛΑΣ μου τα ζήτησαν και φυσικά τα έδωσα. Κράτησα ένα βελγικό τουφέκι στο οποίο είχα εκπαιδευτεί και είχα γίνει καλός σκοπευτής. Το Νοέμβρη του 1944 ήταν συννεφιασμένος ο καιρός και έκανε και κρύο. Ο ΕΛΑΣ είχε το στρατηγείο του μέσα στο χωριό. Όταν ξεκίνησε η μάχη, πήρα το όπλο να πάω και εγώ μπροστά. Και μου λέει ένας: “φιγιότσο κάτσε πίσω εσύ, γιατί δεν έχεις πάει στρατιώτης και θα σκοτωθείς παρά δώσε μου το όπλο σου και γάηρε πίσω” και του το έδωσα. Επειδή είχα πλάκες, γεμιστήρες με σφαίρες, της μοίρασα στους άλλους αντάρτες. Αυτό έκαμα στη μάχη, εμοίραζα πυρομαχικά. Στη Μάχη της Παναγιάς δεν έριξα ούτε μια μπαλωθιά και το λέω γιατί είναι κακό να λέμε μεγάλα λόγια για τους εαυτούς μας», μας εξιστορεί.
Παράλληλα μας διηγείται ιστορίες με τον θρυλικό Θοδωρή Βίγλη, τον μοναδικό σκοπευτή του ΕΛΑΣ και την κυκλωτική ενέργεια που έκαναν σε βάρος των Γερμανών που έρχονταν από το Θερισιανό Φαράγγι, με αποτέλεσμα την εξόντωσή τους και την απόκρουση της κύκλωσης των ανταρτών.
Ο παλιός αντάρτης δεν θα ξεχάσει και τις δυσκολίες που υπέμεναν στο βουνό τα αντάρτικα σώματα. «Το συσσίτιο ήταν ραδίκια πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Είχε κάμει καλό λάδι εκείνη τη χρονιά και υπήρχε και έβαζαν μπόλικο στα ραδίκια για να τα φάνε. Πότε-πότε ερχόταν στο φούρνο λίγο αλεύρι και είχε και κανένα παξιμάδι, ενώ είχαν κατασχέσει οι αντάρτες και μια αποθήκη με χαρούπια και μοίραζαν με τα ραδίκια και 3-4 χαρούπια! Όποιος τα έζησε δεν θα ξεχάσει πόσο δύσκολη ήταν η ζωή και πόσα αντιμετωπίσαμε. Ήρωες δεν ήμασταν, κάναμε αυτό που έπρεπε για την πατρίδα και το λαό μας», σημειώνει ο κύριος Μανώλης.
Έπειτα στον εμφύλιο αντιμετώπισε διώξεις και νέα προβλήματα.
«Είχαν μείνει οι αντάρτες σε μια σπηλιά που είχαμε και τους έψαχναν οι ΜΑΥδες (Μονάδες Ασφάλειας Υπαίθρου). Με είχαν βάλει κάτω και με κτυπούσαν, μου έσπασαν στην πλάτη το κοντάκιο του όπλου τους αλλά δεν τους μαρτύρησα τίποτα», αφηγείται.