Βασίλης Μηνακάκης
Αφιέρωμα: ∆έκα χρόνια χωρίς τον Κώστα Τζιαντζή
Η επαναθεμελίωση για τον Κώστα αφορούσε όλες τις πλευρές της έννοιας κομμουνισμός. Και το πώς προκύπτει αυτός ως ανάγκη, δυνατότητα και τάση της ταξικής πάλης, και το πώς ορίζεται, και το πώς φτάνουμε σε αυτόν, και το ποιος είναι το υποκείμενό του. Σε αυτόν οφείλουμε την επανανακάλυψη της θέσης του Μαρξ ότι «ο κομμουνισμός είναι η κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων».
Ενθαρρύνοντας τη συλλογική θεωρητική αναζήτηση
«Κι αν δεν είναι έτσι;» Αν θα πρέπει να συμπυκνώσουμε κάπου τη θεωρητική συνεισφορά του Κώστα, είναι ότι έθετε αυτό το ερώτημα για πτυχές που είχαν χαρακτήρα αξιώματος σε όλα τα ρεύματα του παραδοσιακού κομμουνιστικού κινήματος∙ για πτυχές που θεωρούνταν ιεροσυλία ακόμη και να τις «κοιτάξεις στα μάτια»: για το ότι η εργατική τάξη είναι εξ αντικειμένου επαναστατική, ο ιμπεριαλισμός είναι το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, το κόμμα μόνο είναι πρωτοπορία κι αυτό κάνει την επανάσταση, το σοβιετικό καθεστώς είναι σοσιαλιστικό, τη δικτατορία του προλεταριάτου.
«Κι αν δεν είναι έτσι;», διερωτούνταν άλλοτε εσωτερικά κι άλλοτε στην παρέα ή σε συλλογικές διαδικασίες. Έχοντάς τον ακούσει να το λέει αρκετές φορές, ακόμη και τώρα δεν είμαι σίγουρος αν ήδη είχε καταλήξει στην απάντηση, αν εξακολουθούσε να την ψάχνει και ήθελε να μοιραστεί τους προβληματισμούς του ή αν αυτό ήταν μια τεχνική του, ώστε να μας διευκολύνει να σκεφτούμε πιο ανοιχτά, τολμηρά, ρηξικέλευθα – αλλά πάντα μαρξιστικά, εργατικά, κομμουνιστικά. Για ένα πράγμα είμαι σίγουρος, όμως. Το «κι αν δεν είναι έτσι;» άνοιγε μια πόρτα στην τόσο αναγκαία τη δεκαετία του 1990 αναζήτηση, μια πόρτα που έβλεπε και προς τα πίσω, αλλά κυρίως προς τα μπρος. Που καλλιεργούσε ένα κλίμα συλλογικής θεωρητικής αναζήτησης, διευκόλυνε έναν καινοτόμο τρόπο σκέψης. Έναν τρόπο φιλόξενο, που ενέπνεε, κινητοποιούσε-ενεργοποιούσε δυνάμεις και οδήγησε –με τη δική του βοήθεια, αλλά και με την ευρύτερη δυνατή συνεισφορά, την οποία ενθάρρυνε στον υπέρτατο βαθμό- στις καινοτόμες θεωρητικές συλλήψεις που χαρακτήρισαν το ρεύμα με το οποίο ταυτίστηκε.
Η συμβολή του Κώστα Τζιαντζή
Αρχές 1997, στα γραφεία του ΝΑΡ. Ο Κώστας, ο Γιώργος, ο Σταύρος, ο γράφων. «Να το πούμε καπιταλισμό της νέας τάξης;», έλεγε ένας. «Νέο ιμπεριαλισμό;». «Ή πληροφορικό καπιταλισμό;» Επιλέξαμε το «ολοκληρωτικός καπιταλισμός» – η ιδέα ήταν του Γιώργου κι έμοιαζε να συνδυάζει τα περισσότερα από τα στοιχεία που είχαν συζητηθεί. Δεν ήταν τελετή ασυλλόγιστης ονοματοδοσίας. Για να φτάσουμε σε αυτό τη σημείο, είχαν μεσολαβήσει αλλεπάλληλες τομές στη συλλογική μας σκέψη -με τον Κώστα να έχει καταλυτικό ρόλο σε αυτές-, αλλά και συστηματική, επίμοχθη μελέτη και έρευνα στα κλασικά μαρξιστικά κείμενα, σε κείμενα ριζοσπαστικών ρευμάτων, σε αστούς διανοητές.
Τα κίνητρα της δουλειάς που κατέληξε στην επεξεργασία για τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό ήταν δύο: πρώτον, η κατανόηση του πεδίου της ταξικής πάλης και των όρων που αυτό διαμόρφωνε και ταυτοχρόνως η θέση που επίμονα επαναλάμβανε ο Κώστας: «Ο κομμουνισμός αντλεί την ποίησή του κυρίως από το μέλλον». Χωρίς κατάδυση στις βαθύτερες διεργασίες που διέπουν τον σύγχρονο καπιταλισμό, έλεγε, είναι αδύνατο ένα τρίτο, νικηφόρο κύμα του κομμουνισμού (πρώτο θεωρούσε την Κομμούνα, που ηττήθηκε, και δεύτερο την Οκτωβριανή Επανάσταση, που νίκησε προσωρινά). Δύο ήταν και τα μέσα σε αυτή την προσπάθεια: η μαρξιστική -όχι δογματική, αποστεωμένη- αντιμετώπιση του Μαρξ και του Λένιν και η κριτική αντιμετώπιση άλλων ριζοσπαστικών ρευμάτων. Μπορεί αυτό να οδηγούσε σε ένα ρεύμα «ανάδελφο» (καθώς δεν εντασσόταν σε κάποια από τις υπαρκτές τάσεις του κομμουνιστικού κινήματος), αλλά αυτό ο Κώστας το θεωρούσε δημιουργική πρόκληση και δύναμη – κι ας είχε κατηγορηθεί πότε ως τροτσκιστής, πότε ως ελευθεριακός, πότε ως τριτοδιεθνιστής.
Έτσι, πριν οδηγηθούμε στη θέση περί νέου σταδίου, είχε προηγηθεί εκτενής συζήτηση για τη σημασία της περιοδολόγησης του καπιταλισμού, για τα κριτήριά της (εδώ χρειάστηκε ένα νέο διάβασμα του Ιμπεριαλισμού του Λένιν και ξεχασμένων πτυχών του Κεφαλαίου) και για το αν σε καθένα από αυτά παρατηρούνται τω όντι ποιοτικές αλλαγές. Η τεκμηρίωση της ύπαρξής τους οδήγησε στην αυτονόητη ανάγκη συνολικοποίησης και στη θέση περί νέου σταδίου.
Δεν επρόκειτο, όμως, για ένα ζήτημα ανάλυσης και μόνο. Ο Κώστας έδινε μεγάλη σημασία στα «διά ταύτα» της θέσης περί νέου σταδίου του καπιταλισμού, ακολουθώντας το: «Έως τώρα οι φιλόσοφοι εξηγούσαν τον κόσμο, όμως το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε». Το πρώτο μεγάλο «διά ταύτα» που απέρρεε από την επεξεργασία περί νέου σταδίου –αλλά και την κριτική αποτίμηση των καθεστώτων του «υπαρκτού»- ήταν η λογική της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Ήταν η θεμελίωση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης –δεν μιλούσε σκέτα για κομμουνισμό, αλλά για κομμουνιστική απελευθέρωση, θέλοντας να αναδείξει και την οριοθέτηση από τον ανύπαρκτο σοσιαλισμό και την απελευθερωτική, χειραφετητική διάσταση του κομμουνισμού- στις τάσεις που αναδύονταν μέσα από τον ίδιο τον καπιταλισμό και έτειναν να τον υπερβούν∙ στις νάρκες, τις εκρηκτικές αντιφάσεις που έσπερνε η πορεία του και αναδείκνυαν την ανάγκη υπέρβασής του∙ στις δυνατότητες για την υπέρβαση αυτή και την κομμουνιστική χειραφέτηση, δυνατότητες πρώτα από όλα της σύγχρονης εργατικής τάξης∙ αλλά και στην ίδια τη δυναμική της ταξικής πάλης που τείνει να γενικεύει την αντιπαράθεση για επιμέρους κι από πρώτη άποψη όχι τόσο σημαντικά ζητήματα, να φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη ριζικών-ανατρεπτικών απαντήσεων.
Η επαναθεμελίωση για τον Κώστα αφορούσε όλες τις πλευρές της έννοιας κομμουνισμός. Και το πώς προκύπτει αυτός ως ανάγκη, δυνατότητα και τάση της ταξικής πάλης, και το πώς ορίζεται, και το πώς φτάνουμε σε αυτόν, και το ποιος είναι το υποκείμενό του. Σε αυτόν οφείλουμε την επανανακάλυψη της θέσης του Μαρξ ότι «ο κομμουνισμός είναι η κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων». Την υπενθύμιζε συχνά, όχι γιατί ήταν οπαδός του μπερνσταϊνικού «η κίνηση είναι το παν, ο τελικός σκοπός τίποτα», αλλά γιατί ήταν επίμονος θιασώτης-ερευνητής της επαναστατικής τακτικής, της επαναστατικής σύνδεσης στρατηγικής και τακτικής, της χειραφέτησης από κάθε εκδοχή της λογικής των σταδίων, του «μικρότερου κακού», της ουράς απέναντι στην κάθε φορά κυρίαρχη εκδοχή της αστικής πολιτικής, που οδήγησαν το κομμουνιστικό κίνημα από ήττα σε ήττα.
Αυτή την τακτική κι αυτή τη σύνδεση εννοούσε όταν μιλούσε για άμεσο επαναστατικό αγώνα ή για μια πολιτική γραμμή που θα έχει τη «στρατηγική στο τιμόνι», θα «φέρνει τον κομμουνισμό στο παρών» αντί να τον εκτοπίζει στο νεφελώδες υπερπέραν. Με αυτή την τακτική, υπογράμμιζε, επιταχύνουμε τη «στιγμή» της επαναστατικής κρίσης -την οποία δεν θεωρούσε στενά ως αντικειμενικό φαινόμενο-, αντί απλώς να την αναμένουμε για να αδράξουμε την ευκαιρία, και ταυτοχρόνως συμβάλουμε στην προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα, ώστε τη στιγμή της αποφασιστικής σύγκρουσης να μπορεί να νικήσει.
Ο Κώστας έδινε μεγάλη σημασία στα «διά ταύτα» της θέσης περί νέου σταδίου του καπιταλισμού, ακολουθώντας το: «Έως τώρα οι φιλόσοφοι εξηγούσαν τον κόσμο, όμως το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε»
Καθοριστική ήταν η συμβολή του και σε ό,τι αφορά το υποκείμενο της επανάστασης. Κατ’ αρχήν συνέβαλε στην απομάκρυνση από μια θεολογική οπτική για την εργατική τάξη, που τη θεωρεί εξ αντικειμένου επαναστατική, εντοπίζοντας το πρόβλημα στην πολιτική της συνείδηση και μόνο. Η καινοτόμα επεξεργασία για τις τάσεις υποταγής και χειραφέτησης που διαπερνούν τόσο το «είναι», την αντικειμενική θέση της εργατικής τάξης, όσο και τη συνείδηση και τη συμπεριφορά της, είναι καταλυτική και συνάμα ένα από τα θεμέλια στα οποία στηρίχτηκε η λογική του νέου εργατικού κινήματος. Καταλυτικής σημασίας ήταν και η απάντηση στο ποιος είναι το υποκείμενο της επανάστασης: από τη θέση ότι είναι το κόμμα, πήγαμε στη θέση ότι είναι το πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης, θέση που συνομιλεί με το «η απελευθέρωση των εργατών ή θα είναι έργο των ίδιων των εργατών ή δεν θα υπάρξει», του Μαρξ∙ κι από την άποψη ότι πρωτοπορία είναι το κόμμα και μόνο πήγαμε στη λογική των διαλεκτικά νοούμενων συνιστωσών-επιπέδων της πρωτοπορίας στη ριζοσπαστική-ανατρεπτική πάλη, η οποία συμπυκνώθηκε στο τρίπτυχο κομμουνιστική οργάνωση – αντικαπιταλιστικό πολιτικό μέτωπο – ριζοσπαστικές, ανατρεπτικές τάσεις/πτέρυγες του κινήματος. Πήγαμε, δηλαδή, σε μια άλλη παραγκωνισμένη αλλά καίρια έννοια του Μαρξ, στο «κόμμα με την ευρεία και ιστορική έννοια του όρου».
Ούτε κατ’ ελάχιστον δεν υποτιμούσε σε αυτή τη λογική το κόμμα, την κομμουνιστική οργάνωση. Κάθε άλλο. Η λογική του αποτυπωνόταν στο σχήμα περί πρωταρχικού-καθοριστικού, με πρωταρχικό το κόμμα, αλλά πολιτικά καθοριστικό το μέτωπο, και -σε ένα άλλο επίπεδο- με πρωταρχικές όλες τις μορφές της πρωτοπορίας, αλλά καθοριστική τη δράση της εργατικής τάξης. Όσο για το κόμμα, με τη στενή έννοια του όρου, καταλυτική ήταν η συμβολή του στην απομάκρυνση από τη λογική του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και την υιοθέτηση της εργατικής δημοκρατίας ως βασικής αρχής συγκρότησης και μεγάλης αξίας η θέση περί της διπλής ιδιότητας του μέλους του κόμματος: εκπρόσωπος του κόμματος στην εργατική τάξη και της τάξης (των ταξικών συμφερόντων και αναγκών) στο κόμμα.
Η εργατική δημοκρατία και ως αρχή οργανωτική
Κάποιες φορές που ο Κώστας ασχολούνταν με οργανωτικά ζητήματα, του λέγαμε χαμογελώντας: «Άστο. Εσύ είσαι θεωρητικός». «Κάθε άλλο!», απαντούσε και μας παρέπεμπε στον μεγάλο γλύπτη Ογκίστ Ροντέν, που διατεινόταν ότι είναι ζωγράφος, επειδή είχε κάνει μερικούς πίνακες. Προφανώς προσέγγιζε την έννοια «οργανωτικός» υπό μια άλλη οπτική και -υπό αυτήν- ήταν όντως οργανωτικός. Κύριο μέλημά του ήταν πώς θα δημιουργηθεί ένα σύγχρονο κομμουνιστικό ρεύμα της θεωρίας και της πράξης. Από εδώ εξορμούσε η οπτική του. Χωρίς αυτό, έλεγε, η καθημερινή οργανωτική δουλειά έχει κοντά ποδάρια. Φυσικά δεν το έλεγε για να υποτιμήσει την καθημερινή οργανωτική δουλειά, την τόσο ουσιώδη συγκροτητική δουλειά του «μυρμηγκιού». Ούτε για να αντιπαραθέσει τη μία στην άλλη, το «πάνω» με το «κάτω», αναπαράγοντας το «η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα». Ήθελε απλώς να υπογραμμίσει ποια είναι η παράμετρος που θα κρίνει τα πράγματα με ιστορικούς όρους. Αλλά και στο στενά οργανωτικό επίπεδο, η συμβολή του ήταν σημαντική. Σε ένα ρεύμα που αποχωρίστηκε από το παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα, η διαμόρφωση μιας νέας οργανωτικής ταυτότητας, που θα υπερβαίνει το μοντέλο του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού αλλά δεν «θα πετάει μαζί με τα νερά και το μωρό», θα ανιχνεύει νέες δομές και διαδικασίες αλλά δεν θα αναμασά χρεοκοπημένα μοντέλα άλλων -κομμουνιστικών ή ελευθεριακών- ρευμάτων δεν ήταν κάτι εύκολο. Κι εδώ, ιδέες όπως αυτή της εργατικής δημοκρατίας ως μοντέλου λειτουργίας, της διπλής ιδιότητας του μέλους του κόμματος, του εργατικού εσωοργανωτικού πολιτισμού, που είναι «διαλλακτικός στους ανθρώπους αλλά αδιάλλακτος στις απόψεις», αποτελούν κρίσιμη συνεισφορά.
Οι στόχοι-κρίκοι και πως «σηκώνεις την αλυσίδα»
Μια νέα, επαναστατικής λογικής, σχέση οικονομικού-πολιτικού αγώνα
Φθινόπωρο 1987. Αχτίφ Γραφείων ΟΒ της Σπουδάζουσας στη Φερών, το κτίριο του ΚΣ της ΚΝΕ, λίγο μετά τις μεγαλειώδεις φοιτητικές κινητοποιήσεις. Ομιλητής ο Κώστας –ήταν η πρώτη φορά που οι περισσότεροι συμμετέχοντες, και ο γράφων, τον άκουγαν-, σε μια ομιλία χωρίς σημειώσεις, που στη συνέχεια έγινε άρθρο στην ΚΟΜΕΠ με τίτλο «Παιδεία και λαϊκοί αγώνες» – ένα άρθρο που προανήγγειλε κάποιες από τις επεξεργασίες του ΝΑΡ. Έως τότε ζούσαμε στον αστερισμό τού ότι «οι σύλλογοι και τα συνδικάτα κάνουν οικονομικό αγώνα∙ ο πολιτικός αγώνας είναι υπόθεση του κόμματος». Το πολύ-πολύ τα συνδικάτα να έχουν στο τέλος του αιτηματολογίου τους 2-3 πολιτικά συνθήματα. Εκεί ακούσαμε για πρώτη φορά την έννοια των στόχων-κρίκων, που δεν αποτελούν απλά συνδικαλιστικά αιτήματα, αλλά συνδυάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά: κοντράρουν βασικές επιλογές της αστικής πολιτικής, είναι αναγκαίοι κι ευρύτερα κατανοητοί, μπορούν να διευκολύνουν το ξέσπασμα αγώνων και να αποτελέσουν αιχμές τους, και παράλληλα η πάλη γι’ αυτούς εμπεριέχει μια δυναμική που μπορεί να οδηγήσει σε γενίκευση της αντιπαράθεσης, να φέρει στο προσκήνιο στα μάτια των πολλών την ανάγκη για ανατρεπτικές πολιτικές απαντήσεις, συνολική αναμέτρηση με το καπιταλιστικό στάτους. Ήταν μια εντελώς διαφορετική λογική για τη σχέση οικονομικού-πολιτικού αγώνα, τακτικής-στρατηγικής – αργότερα ο ίδιος την περιέγραφε ως άμεσο επαναστατικό αγώνα, όχι γιατί μπέρδευε την επανάσταση με την καθημερινή πάλη, αλλά γιατί έδινε μια άλλη διάσταση στη δεύτερη. Φυσικά, είχαμε διαβάσει το λενινιστικό τσιτάτο περί της τέχνης να «βρίσκεις τον κρίκο που σου επιτρέπει να σηκώσεις όλη την αλυσίδα», αλλά είναι άλλο πράγμα να το αναμηρυκάζεις, κι αυτό γινόταν, και άλλο πράγμα να προσπαθείς πραγματικά να εντοπίσεις αυτόν τον κρίκο και να δράσεις ανάλογα.