Νίκος Τζαβέλλας, δασολόγος-περιβαλλοντολόγος, μέλος της Αριστερής Παρέμβασης στη
Θεσσαλία – Ανταρσία για την ανατροπή
▸ Ερήμωση υπαίθρου, κερδοσκοπία γης, xτύπημα δασικών υπηρεσιών
Τα «εκκενώστε» της σημερινής κυβέρνησης δεν σώζουν τα δάση από τη φωτιά. Τα «εκκενώστε» της κυβέρνησης υπηρετούν τις πολιτικές της επιλογές, που, όπως και αυτές των προηγούμενων κυβερνήσεων, στρέφονται ενάντια στα δάση και σε κάθε άλλο δημόσιο αγαθό, όπως την υγεία, την παιδεία, την εργασία, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του λαού.
Οι δασικές πυρκαγιές είναι από τους σπουδαιότερους εχθρούς της διατήρησης και της παραγωγικότητας των δασών, καθώς κανένας άλλος εχθρός του δάσους δεν προκαλεί τόσο μεγάλες φυσικές καταστροφές και μάλιστα σε τόσο σύντομο χρόνο. Καταστροφές που επεκτείνονται και στην απώλεια ανθρώπων, καλλιεργειών, κτηνοτροφικών –και όχι μόνο– ζώων και μιας σειράς άλλων μικροοργανισμών που ζουν στα δάση αλλά και στην απώλεια κατοικιών και άλλων περιουσιακών στοιχείων.
Στην Ελλάδα, από το 1974 και μετά υπερδιπλασιάστηκε η μέση καιγόμενη έκταση των δασών, δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων. Από τα στοιχεία που υπάρχουν στη βιβλιογραφία, αλλά και από την Δασική Υπηρεσία, προκύπτει ότι από το 1922 έως το 1974 κατά μέσο όρο κάθε χρόνο καίγονταν στη χώρα μας 163.000 στρέμματα, ενώ από το 1975 έως και το 2020 η αντίστοιχη έκταση ανέρχεται σε 395.000 στρέμματα περίπου. Αν συμπεριλάβουμε και τα 1.275.000 στρέμματα που έχουν καεί φέτος, σύμφωνα με τα δεδομένα του πληροφοριακού συστήματος για τις δασικές πυρκαγιές στην Ευρώπη (EFFIS), έως την ώρα που γράφεται αυτό το άρθρο, η μέση ετήσια καιγόμενη έκταση ανέρχεται σε 412.500 στρέμματα.
Τα αίτια της εκτίναξης της καιγόμενης ανά έτος έκτασης έχουν κοινό παρονομαστή τις διαχρονικές κυβερνητικές επιλογές. Κυβερνητικές επιλογές, όπως η εσκεμμένη εγκατάλειψη και ερήμωση της υπαίθρου από τους κατοίκους, με αποτέλεσμα την αύξηση της καιγόμενης ύλης μέσα στα δάση, αφού μειώθηκε σημαντικά η συλλογή υπολειμμάτων υλοτομίας κλαδιών, ξερών θάμνων και δέντρων που χρησιμοποιούνταν για διάφορες χρήσεις. Επιλογές που οδήγησαν στην αύξηση της τιμής της γης με αποτέλεσμα την εμφάνιση «επιχειρηματιών» που καίνε και πουλάνε δημόσιες δασικές εκτάσεις για να χτιστούν αυθαίρετα (ακόμη και μέσα στα δάση), τα οποία νομιμοποιούνται στη συνέχεια. Κυβερνητικές επιλογές οι οποίες δεν επιτρέπουν έως σήμερα τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος Εθνικού Κτηματολογίου και την κύρωση των Δασικών Χαρτών.
Όλες οι κυβερνήσεις διατήρησαν τον νόμο 2612 του 1998 με τον οποίον η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ανέθεσε την αρμοδιότητα της αντιπυρικής προστασίας των δασών στο Πυροσβεστικό Σώμα, παρά τις τεκμηριωμένα αντίθετες απόψεις όλων των επιστημονικών φορέων που σημείωναν πως πρόκειται για σώμα με εκπαίδευση στην κατάσβεση αστικών πυρκαγιών, δηλαδή σε ένα περιβάλλον με συνθήκες αρκετά διαφορετικές από αυτές εντός των δασών. Αδιάψευστος μάρτυρας οι χρονιές 1998, 2002, 2007, 2018 αλλά και η φετινή, οι οποίες έμειναν χαραγμένες στην ιστορία ως χρονιές με τεράστιες απώλειες σε δάση, δασικές και αγροτικές εκτάσεις και, δυστυχώς, ανθρώπινες ζωές και περιουσίες.
Η επιλογή της απεμπλοκής της Δασικής Υπηρεσίας από την καταστολή των δασικών πυρκαγιών και ο περιορισμός της μόνο στην πρόληψη αυτών αποδείχτηκε εγκληματική, όπως και η υποχρηματοδότησή της. Δεν μπορεί να γίνει πρόληψη των δασικών πυρκαγιών από μία γερασμένη Δασική Υπηρεσία με σχεδόν 1.000 οργανικές θέσεις Δασολόγων και Τεχνολόγων Δασοπονίας κενές. Δεν μπορούν να γίνουν καθαρισμοί δασών, διάνοιξη νέων και συντήρηση υπαρχόντων δασικών δρόμων και αντιπυρικών λωρίδων με χρηματοδότηση μόλις με το 10% (1.700.000 ευρώ αντί 17.000.000 φέτος) των πραγματικών αναγκών για τον σκοπό αυτό.
Αντιθέτως, τα χρήματα που δίνονται για την καταστολή των δασικών πυρκαγιών, είναι πολλαπλάσια. Η Ελλάδα διαθέτει τον μεγαλύτερο, αναλογικά, στόλο πυροσβεστικών αεροσκαφών στην Ευρώπη με διαθέσιμα για φέτος 74 πτητικά μέσα. Και εδώ είναι η τραγικότερη επιλογή όλων των κυβερνήσεων, γιατί πολύ απλά οι δασικές πυρκαγιές δεν σβήνονται από τα αεροπλάνα. Τα αεροπλάνα με τη ρίψη νερού από ψηλά μειώνουν την ένταση της φωτιάς, με σκοπό να μπορέσουν να προσεγγίσουν πιο εύκολα τη φωτιά, για να την σβήσουν, τα παρακείμενα πεζοπόρα τμήματα των δασοπυροσβεστών.
Την περίοδο 1922-1974, κατά μέσο όρο, καίγονταν κάθε χρόνο στη χώρα μας 163.000 στρέμματα, από 1975-2020 ανέβηκαν σε 395.000 στρ. περίπου. Φέτος, ξεπερνούν τα 1.275.000 στρέμματα
Πεζοπόρα τμήματα που όμως στο εφαρμοζόμενο σύστημα δασοπυρόσβεσης δεν υπάρχουν. Χρόνια τώρα όλες οι κυβερνήσεις κλείνουν επιδεικτικά τα αυτιά τους στις φωνές για σύσταση ενιαίου φορέα δασοπυρόσβεσης μέσα στη δασική υπηρεσία. Ενός φορέα ανά Περιφερειακή Ενότητα, με στελέχη κατάλληλα εκπαιδευμένα, γνώστες των τοπικών συνθηκών με αερομεταφερόμενες ομάδες δασοπυρόσβεσης για την άμεση αντιμετώπιση των πυρκαγιών, καθώς και πεζοπόρων τμημάτων πρώτης κρούσης, δασοπυροσβεστών ενισχυμένων με κατάλληλα οχήματα.
Δυστυχώς τα δάση δεν ξεφεύγουν από το γενικότερο πλάνο των κυβερνητικών επιλογών που αναδιαρθρώνουν με «άψογο» και «υποδειγματικό» τρόπο κάθε πτυχή της ζωής μας, μετατρέποντάς την σε πεδίο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Όπως στο εργασιακό η μόνιμη και σταθερή δουλειά αντικαθίσταται με εργασία λάστιχο και μάλιστα ανασφάλιστη χωρίς 8ωρο, όπως στην παιδεία τα παιδιά των φτωχών δεν θα μπαίνουν πλέον στο Πανεπιστήμιο, όπως στην υγεία οι φτωχοί θα πεθαίνουν με ατομική ευθύνη, έτσι και τα δάση θα αποτελούν πλέον πεδίο κερδοφορίας, με τις ανάλογες συνέπειες για τον λαό.
Ο λαός και το μαζικό κίνημα πρέπει να απαιτήσουμε την άμεση παροχή κατοικιών στους ανθρώπους που έχασαν τα σπίτια τους και την πλήρη αποζημίωση των καταστροφών σε αγροτική και ζωική παραγωγή. Να απαιτήσουμε την ολοκληρωμένη διαχείριση και συνολική προστασία των δασών, με αύξηση του κρατικού προϋπολογισμού, ανασυγκρότηση της Δασικής Υπηρεσίας με μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, επαναλειτουργία των πυροφυλακείων, σύσταση Ενιαίου Φορέα Δασοπροστασίας-Δασοπυρόσβεσης, χωριστού από την Πυροσβεστική. Να απαιτήσουμε την κατάργηση του περιβαλλοντοκτόνου νόμου Χατζηδάκη, που μεταξύ άλλων επιτρέπει την εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε δάση, δασικές εκτάσεις, ακόμη και σε περιοχές NATURA, την κύρωση των δασικών χαρτών και τον τερματισμό της οικοδόμησης σε δασικές περιοχές. Να απαιτήσουμε την αποτροπή ιδιωτικοποίησης δημοσίων δασών, αλλαγής χρήσης γης στις καμένες δασικές περιοχές, την πλήρη προστασία της αναγέννησης του δάσους και προγράμματα αναδάσωσης όπου απαιτείται.