Μπορεί οι ΗΠΑ να ήταν αυτές που σήκωσαν τα λάβαρα της «ασφάλειας» και της «ελευθερίας» και διακήρυξαν πως θα πολεμήσουν «μέχρι τέλους» τους τρομοκράτες, ωστόσο δεν πολέμησαν μόνες. Σύσσωμο το ΝΑΤΟ και οι λοιπές σύμμαχες δυνάμεις των ΗΠΑ συμμετείχαν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν, ενώ ευρεία ήταν η υποστήριξη και συμμετοχή σε Ιράκ και Συρία.
Ήδη από τις 7 του Οκτώβρη 2001 οι ΗΠΑ, μαζί με τη βοήθεια της Μ. Βρετανίας, ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς στο Αφγανιστάν στα πλαίσια της επιχείρησης «Διαρκής Ελευθερία». Στις αρχές του 2002 κατέφθασαν στο Αφγανιστάν και τα πρώτα επίγεια στρατεύματα με συμμετοχή από πολλές χώρες του ΝΑΤΟ μαζί και της Ελλάδας. Η επέμβαση ήταν αποτέλεσμα της ενεργοποίησης του Άρθρου 5 του ΝΑΤΟ από τις ΗΠΑ, που ορίζει τη συλλογική άμυνα των δυνάμεων της Ατλαντικής Συμμαχίας όταν ένα κράτος μέλος δέχεται επίθεση.
Ωστόσο οι ευρωπαϊκές χώρες δεν συμμετείχαν στον πόλεμο μόνο γιατί το ζήτησαν οι ΗΠΑ αλλά γιατί ικανοποιούσαν και τη δική τους ατζέντα, αφού πλέον θα μπορούσαν να αναμειχθούν και αυτές στα ζητήματα της Μέσης Ανατολής. Αυτό έγινε εμφανές ιδιαίτερα από το 2010 και μετά, που ουσιαστικά η Ευρώπη διεξήγαγε τον δικό της «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
H γαλλική επέμβαση στο Μάλι, η συμμετοχή στον εμφύλιο στη Λιβύη και τη Συρία και άλλες επεμβάσεις, έγιναν όλες υπό το πρίσμα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, ως απάντηση και στα χτυπήματα που σημειώθηκαν στις ευρωπαϊκές χώρες τα προηγούμενα χρόνια.
Γενικότερα, το κυνήγι της τρομοκρατίας αποτέλεσε μια εξαιρετική αφορμή για την ανατροπή καθεστώτων και την απόκτηση επιρροής σε περιοχές που δεν συντάσσονταν με τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά συμφέροντα.