Μαριάννα Τζιαντζή
Με τα πάμπολλα περιστατικά κακοποίησης, βιασμών και σεξουαλικής εκμετάλλευσης νέων γυναικών, προβάλλει ένα τοξικό κοινωνικό τοπίο, όπου το homo homini lupus (o άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος) μοιάζει να γίνεται «ο άντρας για τη γυναίκα είναι λύκος». Λύκος σαρκοφάγος.
Ελένη, Καρολάιν, Γαρυφαλλιά. Τρεις νέες γυναίκες που ο βίαιος θάνατός τους δεν άφησε κανέναν αδιάφορο. Καθώς ιδίως οι δύο τελευταίες δολοφονίες συντελέστηκαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αναρωτιέται κανείς αν μπορούμε να μιλάμε για γυναικοκτονίες κατά συρροήν. Και αν στο σκληρό αυτό τοπίο προσθέσουμε τα πάμπολλα περιστατικά κακοποίησης, βιασμών και σεξουαλικής εκμετάλλευσης νέων γυναικών, προβάλλει ένα τοξικό κοινωνικό τοπίο όπου το homo homini lupus (o άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος) μοιάζει να γίνεται «ο άντρας για τη γυναίκα είναι λύκος». Λύκος σαρκοφάγος.
Στην πραγματική ζωή οι «λύκοι» είναι πολλοί — και δεν είναι πάντα γένους αρσενικού.
Στον κόσμο της μυθοπλασίας, δεν συναντάμε τόσο συχνά γυναικοκτονίες κατά συρροήν με δράστες πολλούς γυναικοκτόνους, αλλά γυναικοκτόνους κατά συρροήν. Από τον κατά συρροήν γυναικοκτόνο σουλτάνο στα Παραμύθια της Χαλιμάς και τον Κυανοπώγωνα στο μαύρο παραθύθι του Σαρλ Περό και μέχρι τον «Κύριο Βερντού», τον κεντρικό χαρακτήρα της ομώνυμης ταινίας του Τσάρλι Τσάπλιν του 1947, στο σενάριο της οποίας συνεισέφερε ο Όρσον Ουέλες.
Ο κύριος Βερντού, ένας απολυμένος τραπεζοϋπάλληλος, θύμα της μεγάλης οικονομικής ύφεσης που έπληξε την Αμερική τη δεκαετία του ’30, γίνεται εκ προμελέτης συζυγοκτόνος, προκειμένου να συντηρήσει την κόρη του και τη (νόμιμη) ανάπηρη σύζυγό του. Πηγαίνει σε διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ, εκεί γνωρίζεται με πλούσιες και ανόητες γυναίκες, τις παντρεύεται, τις δολοφονεί, τις κληρονομεί. Τελικά συλλαμβάνεται, δικάζεται, καταδικάζεται σε θάνατο, όμως η απολογία του είναι ένα δριμύ κατηγορώ κατά του συστήματος που δολοφονεί και συντρίβει εκατομμύρια ανθρώπους.
Βρισκόμαστε στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, στις παραμονές του μακαρθισμού και, όπως ήταν αναμενόμενο, η τολμηρή αυτή ταινία του Τσάρλιν Τσάπλιν ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Σήμερα, την βλέπουμε σαν μια μαύρη κωμωδία με ένα εύληπτο κοινωνικό μήνυμα: το σύστημα ή αν θέλετε η κρίση κατασκευάζει δολοφόνους.
Σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κοινωνικό σύστημα, ιδίως στην παρούσα σκληρή συγκυρία, καλλιεργεί τοξικές σχέσεις που κάποτε καταλήγουν στο έγκλημα, στον φόνο. Όπως ο εργαζόμενος γίνεται αναλώσιμος, όπως η ανθρώπινη εργασία γίνεται πολύ φτηνή, έτσι μπορεί να γίνει πολύ φτηνή –και εύκολα να αφαιρεθεί– η ανθρώπινη ζωή. Και ακόμα πιο εύκολο να αφαιρεθεί η ζωή μιας γυναίκας ή να προκληθούν ανεπούλωτες πληγές στο σώμα και την ψυχή της.
Ασφαλώς και υπάρχουν πατριαρχικά κατάλοιπα. «Δίνε της και καμιά σβερκιά, γαμπρέ», συμβουλεύει ο μεγαλομπακάλης πεθερός τον γαμπρό του στη Λυγερή του Ανδρέα Καρκαβίτσα, δηλαδή του δίνει το ελεύθερο αν όχι να κάνει τη γυναίκα του τόπι στο ξύλο, πάντως να την καταχερίζει πού και πού. Το τραγικό δεν είναι μόνο η κυρίαρχη αντίληψη για τον άντρα-αφέντη, αλλά και το ότι οι γυναίκες μοιάζουν να αποδέχονται τον ρόλο του θύματος και μάλιστα κάποιες φορές να τον απολαμβάνουν! Αυτό, π.χ., συμβαίνει στο «Χαστούκι» του Τσιτσάνη όπου η Καίτη Γκρέυ τραγουδά «μ’ ένα χαστούκι σου ήρθα να σ’ αγαπήσω…. χτύπα, σατράπη μου» ή στο πολύ μεταγενέστερο με τη Λίτσα Διαμάντη: «άσε με να με σκοτώνεις και να λέω ανασαίνω, άσε με εσύ να φταις κι εγώ συγγνώμη να ζητάω…»
Όπως η ανθρώπινη εργασία γίνεται πολύ φτηνή, έτσι μπορεί να γίνει πολύ φτηνή –και εύκολα να αφαιρεθεί– η ανθρώπινη ζωή. Ιδίως η ζωή μιας γυναίκας
Όμως τα τραγούδια δεν κατασκευάζουν δολοφόνους. Νοοτροπίες και αξίες αντανακλούν, με έμμεσο βέβαια τρόπο, ενώ μερικές φορές μπορεί και να ξορκίζουν το κακό . Καλό θα ήταν μαμάδες και μπαμπάδες να δίδασκαν στα παιδιά τους, αγόρια και κορίτσια, τον σεβασμό στον άνθρωπο. Όχι στον «από πάνω», όχι στα αφεντικά και τους αστυνόμους, αλλά πάνω απ’ όλα τον σεβασμό στους αδικημένους, στον πρόσφυγα, στον άστεγο, στον αδύναμο, στον άνεργο και τον απολυμένο, σ’ αυτόν που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
Ο σεβασμός, ιδίως προς τους ταπεινούς και καταφρονεμένους, δεν έχει σχέση με τη φιλανθρωπία, αλλά με την έμπρακτη αλληλεγγύη, με τον κοινό αγώνα αντρών και γυναικών, νέων και ηλικιωμένων, ντόπιων και προσφύγων/μεταναστών, ενάντια στον Μεγάλο Κακό Λύκο δίχως πρόσωπο, στις καπιταλιστικές σχέσεις ζωής, εργασίας και παραγωγής. Ενάντια και στην εφηβοκτόνο κυβέρνηση που διά χειρός Κεραμέως έκλεισε σε δεκάδες χιλιάδες παιδιά την πόρτα των πανεπιστημίων. Και αυτό δεν σημαίνει ότι ξεχνάμε την Ελένη, τη Γαρυφαλλιά, την Καρολάιν, το φυλακισμένο κορίτσι της Ηλιούπολης. Αντίθετα, τις θυμόμαστε και αγωνιζόμαστε, ώστε να είναι οι τελευταίες που θυσιάστηκαν στον Μινώταυρο του εγωισμού, της ψευτομαγκιάς, της μικρής ατομικής (και όχι απλά αντρικής ή πατριαρχικής) εξουσίας.