Δημήτρης Τζιαντζής
Η νέα ταινία των «μετρ του κοινωνικού ρεαλισμού» αδερφών Νταρντέν με θέμα την εφηβεία και τον ισλαμικό θρησκευτικό φανατισμό στην Ευρώπη πήρε το βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάννες, ωστόσο δίχασε κοινό και κριτικούς
Οι αδερφοί Νταρντέν που έχουν τιμηθεί, μεταξύ άλλων, δύο φορές με την ανώτατη διάκριση στο φεστιβάλ των Καννών, έχουν αποδείξει πολλές φορές ότι δικαίως συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους κινηματογραφιστές της εποχής μας. Στην προηγούμενη –σχεδόν– αριστουργηματική δημιουργία τους Δύο ημέρες, μία νύχτα δεν φοβήθηκαν να αγγίξουν τις αντιθέσεις στους κόλπους της εργατικής τάξης και τη μάχη επιβίωσης στη σύγχρονη αγορά εργασίας.
Στη νέα τους δημιουργία, Ανάμεσά μας (Le jeune Ahmed), που προβάλλεται ήδη στα θερινά σινεμά, ασχολούνται με ένα άλλο δύσκολο θέμα, αυτό του θρησκευτικού φανατισμού και της ένταξης ενός νεαρού μουσουλμάνου στο Βέλγιο σε μια σκληροπυρηνική εκδοχή του ισλάμ. Η νέα χαμηλού κόστους ταινία ακολουθεί ένα διαφορετικό μονοπάτι από τις πιο ρεαλιστικές ταινίες των Νταρντέν όπως η Ροζέτα και Το παιδί και με μια έννοια αποτελεί επιστροφή στις ερασιτεχνικές ντοκιμαντερίστικες ρίζες τους. Η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στις Κάννες, ωστόσο δέχτηκε σκληρή κριτική, για πρώτη φορά στην καριέρα τους.
Τι έχουν να μας πουν δύο λευκοί μεσήλικες για την ψυχοσύνθεση ενός 13χρονου μουσουλμάνου; Οι Νταρντέν, υπερασπίζοντας το έργο τους απέναντι στις κατηγορίες για στερεότυπα απέναντι στο Ισλάμ, αναφέρονται στον οικουμενικό χαρακτήρα του έργου και εξηγούν πως στέκονται απέναντι σε κάθε μορφή θρησκευτικού φανατισμού. Η οπτική τους παραμένει ανθρωποκεντρική και παρουσιάζει τον νεαρό πρωταγωνιστή Αχμέντ με συμπάθεια, καθώς αυτός θυμίζει έντονα παραστρατημένο έφηβο. Ο Αχμέντ θαυμάζει τον τζιχαντιστή ξάδερφό του που πέθανε με μαρτυρικό θάνατο και δεν κρύβει την επιθυμία του να βαδίσει στα χνάρια του. Επηρεασμένος και από τη ρητορική μίσους του ιμάμη του, αποκτά εμμονή με την προσευχή και την «αγνότητα» απέναντι σε όλα όσα θεωρεί ακάθαρτα. Αρνείται ακόμα και να ανταλλάξει χειραψία με γυναίκες, γιατί αυτό «δεν είναι κάτι που κάνει ένας καλός μουσουλμάνος». Η λευκή μητέρα του προσπαθεί να τον σώσει χωρίς αποτέλεσμα.
Η τρικυμία της εφηβείας και η αναζήτηση ταυτότητας μέσω του ακραίου Ισλάμ
Η ταινία δεν εξηγεί τη διαδρομή ριζοσπαστικοποίησης του Αχμέντ, πέρα από το ότι είναι ευάλωτος στο κήρυγμα μίσους, μετά την εγκατάλειψή του από τον Άραβα πατέρα του. Σε αντίθεση με την παλαιότερη των Νταρντέν, Η υπόσχεση, με θέμα τη μετανάστευση, ο νεαρός Αχμέντ δεν εμφανίζεται να καταπιέζεται εξαιτίας της θρησκείας του ή της καταγωγής του. Απεναντίας, οι δομές κοινωνικής στήριξης φαίνονται ιδιαίτερα ανεκτικές απέναντι στις θρησκευτικές ελευθερίες.
Μέρος της ταινίας εξελίσσεται σε πραγματικό σωφρονιστικό κέντρο ανηλίκων, το οποίο παρουσιάζεται με ιδιαίτερα θετικό –έως ειδυλλιακό– τρόπο. Ο Αχμέντ, σε πολλά σημεία, θυμίζει τον «νεαρό παραβάτη» Αντουάν Ντουανέλ από τα 400 χτυπήματα του Φρανσουά Τριφό, που αναζητεί τη θέση του στον κόσμο, ενώ ο χαρακτήρας που θεωρεί ότι ο κόσμος δεν τον καταλαβαίνει έχει αναφορές και στον εμβληματικό ρόλο τουΤζέιμς Ντιν στον Επαναστάτη χωρίς αιτία. Κάποια στιγμή, ο νεαρός Αχμέντ ανακαλύπτει πως «αυτό που κάνει τη γη να γυρίζει» δεν είναι ένας παντοδύναμος θεός που τον παρακολουθεί από ψηλά. Κάτι που τον οδηγεί σε αναθεώρηση των θρησκευτικών εμμονών του. Η ταινία είναι άνιση και σε αρκετά σημεία μοιάζει επιφανειακή έως αφελής. Ωστόσο προκαλεί δυνατά συναισθήματα και προβληματισμό.