Γιώργος Μουρμούρης
▸Στο επίκεντρο της επίθεσης του νομοσχεδίου Χατζηδάκη βρίσκονται οι νέοι εργαζόμενοι, οι οποίοι βλέπουν τον εργασιακό μεσαίωνα που έχει εδραιωθεί στους χώρους δουλειάς να λαμβάνει πλέον και θεσμική επικύρωση.
Το ωράριο εργασίας αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Για δεκάδες χιλιάδες νέους και νέες, το οκτάωρο αποτελεί περισσότερο μια αφήγηση μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζόμενων παρά πραγματικότητα. Τα δεκάωρα και δωδεκάωρα εργασίας είναι κανονικότητα εδώ και χρόνια σε μια σειρά κλάδους, με πρώτο τον τουρισμό και τους εποχικά εργαζόμενους. Η εστίαση, η έρευνα και οι τηλεπικοινωνίες αποτελούν κάποιους ακόμη από τους τομείς όπου τα ωράρια σχεδόν πάντα ξεπερνούν κατά πολύ το 8ωρο, ενώ «είθισται» η αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση να αποτελεί το πιο… σύντομο ανέκδοτο.
«Στην εστίαση, είτε κατά τη διάρκεια της σεζόν είτε σε συγκεκριμένες περιόδους όπως τα Χριστούγεννα και το Πάσχα, πάντα υπήρχε ο κανόνας ότι θα δούλευες 10ωρο, 12ωρο, ακόμα και παραπάνω», λέει στο Πριν ο Γιάννης, εργαζόμενος στον επισιτισμό και μέλος του αγωνιστικού σχήματος Λάντζα.
«Αυτό ίσχυε είτε λόγω ξαφνικής αύξησης του φόρτου εργασίας, είτε επειδή –ιδίως σε πιο μικρά μαγαζιά– οι εργοδότες ήθελαν να κρατήσουν χαμηλά τον αριθμό του προσωπικού. Έτσι λοιπόν σε πολλούς εργαζόμενους του κλάδου η πρώτη αντίδραση για τις ανατροπές που φέρνει ο νόμος Χατζηδάκη ως προς το οκτάωρο είναι “ποιο οκτάωρο;”. Από την άλλη όμως υπάρχει και η αίσθηση ότι η κατάσταση αυτή πλέον θα αποτελεί κανονικότητα για όλους τους εργαζόμενους σε όλους τους κλάδους, γιατί αυτό που συνιστούσε παράβαση γίνεται από τη μία ημέρα στην άλλη νόμιμο. Μέχρι τώρα ένας εργαζόμενος μπορούσε, αν το αποφάσιζε, να καταγγείλει τον εργοδότη του στην Επιθεώρηση Εργασίας για παράβαση ωραρίου, κάτι που συχνά-πυκνά γινόταν, ακόμα και εκτός σωματείου, δυνατότητα που χάνεται αν περάσουν οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί», προσθέτει.
Η απώλεια της αίσθησης ότι μέσω αγώνα και διεκδίκησης υπάρχει δυνατότητα «οχύρωσης» πίσω από την «κόκκινη γραμμή» του οκτάωρου αποτελεί λοιπόν, για τον Γιάννη, τη βασική ανατροπή του νόμου Χατζηδάκη. «Τώρα γίνεται σαφές ότι θα δουλέψεις για το αφεντικό σου όσο χρειαστεί και δεν θα μπορείς να πεις κουβέντα», μας λέει. «Γιατί αν δεν “συναινέσεις”, υπάρχουν κι άλλοι. Αυτή είναι η “συναίνεση” που λέει ο Χατζηδάκης».
Όσο για το τι σημαίνει στην πράξη δεκάωρη και δωδεκάωρη εργασία στον επισιτισμό; «Είναι εξοντωτικό», λέει ο Γιάννης. «Φτιάχνεις βέβαια πάνω στη βάρδια δικλείδες ασφαλείας για να περάσει όσο πιο ανώδυνα γίνεται το ωράριο. Όμως μόλις τύχει να καθίσεις λίγες μέρες, αρχίζουν να σου βγαίνουν όλα τα προβλήματα. Ψυχολογικά αλλά και σωματικά με πονοκεφάλους, πόνους στα πόδια, τη μέση κλπ».
Το νομοσχέδιο επισφραγίζει την ατελείωτη «μαύρη» εργασία και την καταπάταση εργασιακών δικαιωμάτων
Η αίσθηση της μετατροπής των εργαζομένων σε έρμαιο στα χέρια της εργοδοσίας αποτελεί τη βασική ανατροπή του νομοσχεδίου Χατζηδάκη, συμφωνεί και ο Δημήτρης, εργαζόμενος σε μεγάλη εταιρεία τηλεφωνίας και μέλος του Radical IT. Και για τον χώρο εργασίας του Δημήτρη οι πληρωμένες υπερωρίες αποτελούν άγνωστη λέξη, ωστόσο υπάρχει ο φόβος ότι σε περίπτωση εφαρμογής του νομοσχεδίου δεν θα υπάρχει καν η δυνατότητα διεκδίκησης.
«Σε άλλο χώρο εργασίας παλιότερα είχα καταγγείλει αυθαιρεσίες του εργοδότη μου στο ΣΕΠΕ, το οποίο προχώρησε σε έλεγχο και επέβαλε πρόστιμο στην εταιρεία», λέει στο Πριν. «Αυτό δεν θα μπορεί να συμβαίνει με τις νέες διατάξεις».
«Μιλώντας με συναδέλφους καταλαβαίνω ότι δημιουργείται ενίοτε μια σιωπηρή “συναίνεση” στις απλήρωτες υπερωρίες, όμως πάντα υπάρχει η δυνατότητα η παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων να καταλήξει σε καταγγελία –και ενίοτε συμβαίνει. Ως αγωνιστικό σχήμα, σε αυτές τις περιπτώσεις φέρνουμε σε επικοινωνία τους εργαζόμενους με το ΣΕΤΗΠ και το ΣΕΠΕ. Αυτό στο εξής δεν θα μπορεί να συμβεί», τονίζει.
«Είναι όμως και το ζήτημα των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών», προσθέτει ο Δημήτρης. «Περιορίζονται σημαντικά, και είναι διακύβευμα πώς τα σωματεία θα μπορέσουν να υπάρχουν την επόμενη ημέρα. Αυτό για ανθρώπους που έχουν σχέση με το σωματείο τους, όπως κι εγώ, είναι ένα σοβαρό πρόβλημα».
Όσο για την αίσθηση που επικρατεί γενικώς στους εργαζόμενους του κλάδου, ο Δημήτρης σημειώνει ότι νιώθουν «πως αυτό που πάει να γίνει αποτελεί επισφράγιση της καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων, όμως και μια γενικευμένη απογοήτευση, ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα».