Ολύβια Τζιουβάρα*
▸Ιδρυτική συνέλευση το Σάββατο 15 Μαΐου για να δοθεί η μάχη για τα «μεγάλα» προβλήματα του κλάδου.
Το επόμενο Σάββατο 15 Μαΐου θα γίνει η ιδρυτική συνέλευση σωματείου στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πρόκειται για την κορύφωση μιας προσπάθειας που ξεκίνησε στα τέλη του 2019, συνάντησε τα κύματα της πανδημίας και πλέον βρίσκεται στην τελική της ευθεία.
Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του ενάμιση χρόνου στα πλαίσια της πρωτοβουλίας αναπτύχθηκε πλούσια συζήτηση γύρω από δύο άξονες. Αφενός, το ερώτημα του ποιος είναι ο κλάδος, ποιοι οι εργαζόμενοι-ες σ’ αυτόν και ποιους-ποιες θέλουμε να εκπροσωπεί το σωματείο. Αφετέρου, το ερώτημα πανελλαδικό σωματείο ή πολλά τοπικά σωματεία. Με τα συγκεκριμένα ερωτήματα θα αναμετρηθούμε στην ιδρυτική συνέλευση αλλά και στη μετέπειτα πορεία του σωματείου.
Ο κλάδος της έρευνας για μας συμπεριλαμβάνει όλους-ες όσοι-όσες συμμετέχουν με κάποιο τρόπο στη διαδικασία της ερευνητικής διαδικασίας ή είναι αναγκαίοι-ες για τη συνέχιση αυτής (πχ διοικητικό προσωπικό). Βλέπουμε πως ανάμεσα σ’ αυτό το δυναμικό, η μεγάλη πλειονότητα βρίσκεται σε μία μόνιμη κινητικότητα και εξάρτηση από την προκήρυξη νέων προγραμμάτων, δουλεύοντας με εξοντωτικούς ρυθμούς σε ένα καθεστώς μεταξύ απλήρωτης και χωρίς δικαιώματα μαθητείας και κακοπληρωμένης προσωρινής απασχόλησης.
Η μεγάλη πλειοψηφία, ενώ απασχολείται σε συνθήκες μισθωτής-ού (έχοντας συγκεκριμένες υποχρεώσεις και ωράρια), εντούτοις υπογράφει συμβάσεις έργου, αμείβεται υποχρεωτικά με μπλοκάκι και φορολογείται ως ελεύθερη-ος επαγγελματίας, πληρώνοντας τεράστιες ασφαλιστικές εισφορές (αν έχει καταφύγει στην αυτασφάλιση) ή μένοντας χωρίς ιατροφαρμακευτική κάλυψη εφόσον το εισόδημα δεν επαρκεί.
Παράλληλα, άλλοι αμείβονται με υποτροφίες ιδρυμάτων, οργανισμών και κράτους, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό πρακτικά δεν αμείβεται, αποτελώντας εργαζόμενο-η σε αναμονή κάποιας χρηματοδότησης. Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και το νέο ελαστικά εργαζόμενο διδακτικό προσωπικό, οι ακαδημαϊκοί υπότροφοι και οι συμβασιούχοι διδάσκοντες που αμείβονται μέσω ΕΣΠΑ, λόγω των μηδενικών προσλήψεων μονίμου διδακτικού προσωπικού. Από την άλλη, το μόνιμο προσωπικό (ΔΕΠ, ΕΤΕΠ, ΕΔΙΠ, ερευνητές κτλ) μειώνεται συνεχώς εξαιτίας της σταθερά μειούμενης δημόσιας χρηματοδότησης.
Για εμάς λοιπόν είναι ανάγκη η συγκρότηση ενός κλαδικού σωματείου που θα καλύπτει το σύνολο των εργαζομένων στην έρευνα, ανεξάρτητα με τη μορφή απασχόλησης. Αυτή η ανάγκη πηγάζει από την απουσία συνδικαλιστικής εκπροσώπησης στον κλάδο ή /και τον εξοστρακισμό εργαζομένων από την επίσημη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Παράλληλα, επιδιώκουμε να αντιμετωπιστεί επιτέλους ένα κοινό μυστικό: πως υπάρχουν στον κλάδο στρατιές που προσχηματικά φέρονται ως εκπαιδευόμενες-οι, ενώ εργάζονται για μεγάλα διαστήματα αμισθί παρέχοντας ερευνητικό έργο υψηλού επιπέδου.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει κατά κόρον με τους υποψήφιους διδάκτορες και σε μικρότερο βαθμό με τους μεταδιδακτορικούς συνεργάτες. Εμείς θέτουμε ξεκάθαρα το δικό μας όριο: δεν επιδιώκουμε τη διαιώνιση της διαίρεσης του εργατικού δυναμικού του κλάδου, όπως επιχειρείται από κράτος, διοικήσεις ΑΕΙ/ΕΚ, καθηγητ(ρι)ές κι ερευνητ(ρι)ές βαθμίδας αλλά τη βαθύτερη ενότητα και τη μέγιστη συσπείρωση δυνάμεων στο κλάδο.
Όπως προκύπτει και από τα παραπάνω, σ’ έναν κλάδο με τόσο περιορισμένη συνδικαλιστική εκπροσώπηση, που οι συμβάσεις (όταν υπάρχουν) διαρκούν λίγο και η κινητικότητα θεωρείται δεδομένη ή και προαπαιτούμενη, δεν μπορούμε να επιλέξουμε να θέσουμε και τοπικούς διαχωρισμούς. Ειδικά όταν σε μικρές επαρχιακές πόλεις υπάρχουν λίγοι συνάδελφοι χωρίς τη δυνατότητα δημιουργίας τοπικού σωματείου. Και είναι για μας δεδομένη ανάγκη οι «αόρατες-οι» του κλάδου να αποκτήσουν επιτέλους φωνή.
Αντιλαμβανόμαστε ότι για να γίνουμε πιο διεκδικητικές-οί και αποτελεσματικές-οί στον χώρο εργασίας μας χρειαζόμαστε μια πιο συντεταγμένη κίνηση. Θεωρούμε ότι ο αγώνας του μη μόνιμου προσωπικού για συμμετοχή στους υπάρχοντες συλλόγους είναι σημαντικός αλλά δεν αρκεί. Επίσης η συγκρότηση σε συλλόγους ανά ίδρυμα μπορεί να είναι απαραίτητη για επιμέρους ζητήματα, αλλά δεν μπορεί να κερδίσει στα πιο «μεγάλα» προβλήματα του κλάδου, όπως η υποχρηματοδότηση, οι συμβάσεις και η ασφάλιση.
Βάσει της παραπάνω λογικής, κρίνουμε ότι είναι αναγκαία η συγκρότηση Πανελλαδικού Κλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα.
*μέλος της νΚΑ και του LABour-Αγωνιστική Παρέμβαση στην Έρευνα