Αφιέρωμα 200 χρόνια από το ΄21
Χρονολόγιο της ελληνικής επανάστασης
24 Φεβρουαρίου 1821: ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εκδίδει επαναστατική προκήρυξη, με την οποία κηρύσσει την επανάσταση στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες.
23 Μαρτίου 1821: η Καλαμάτα απελευθερώνεται από τον Κολοκοτρώνη και τους Μανιάτες. Πραγματική έναρξη της Επανάστασης.
23 Σεπτεμβρίου 1821: απελευθέρωση της Τριπολιτσάς υπό την αρχηγία του Κολοκοτρώνη.
1 Ιανουαρίου 1822: ψηφίζεται το πρώτο σύνταγμα του αγώνα από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου.
26 Ιουλίου 1822: οι επαναστατικές δυνάμεις συντρίβουν τη στρατιά του Δράμαλη στα Δερβενάκια.
Φεβρουάριος 1825: ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ αποβιβάζεται στην Πελοπόννησο. Η επανάσταση οδηγείται στο χείλος της καταστροφής.
11 Απριλίου 1826: ηρωική έξοδος των πολιορκημένων του Μεσολογγίου.
20 Οκτωβρίου 1827: ναυμαχία στο Ναυαρίνο, ολοκληρωτική καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου.
8 Ιανουαρίου 1828: ο Ιωάννης Καποδίστριας αποβιβάζεται στο Ναύπλιο σε κλίμα ενθουσιασμού.
3 Φεβρουαρίου 1830: υπογράφεται το πρωτόκολλο Ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους.
Γιώργος Κρεασίδης
Όταν στις 24 Φλεβάρη 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κήρυξε την έναρξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, το συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας στο Λάιμπαχ, τη σημερινή Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας διαρκούσε ήδη ένα μήνα. Οι μονάρχες της Ευρώπης και ο Βρετανός Πρέσβης συνεδρίαζαν ανήσυχοι για τα εξεγερτικά γεγονότα στη Νάπολη και το Πεδεμόντιο ενάντια στις αναχρονιστικές μοναρχίες της Ιταλίας, όταν έμαθαν εμβρόντητοι για τη νέα επανάσταση.
Η Ιερά Συμμαχία συγκροτήθηκε μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 και την παλινόρθωση της γαλλικής μοναρχίας. Η σύμπραξη των υπεραντιδραστικών μοναρχιών της Ρωσίας, της Αυστρίας, της Πρωσίας, με τη Βρετανία να παρακολουθεί από κάποια απόσταση, είχε σαν στόχο να καταπνίξει κάθε κίνημα με κοινωνικά ή εθνικά χαρακτηριστικά που αμφισβητούσε την τάξη πραγμάτων που είχαν επιβάλλει με τη νίκη τους στο Βατερλό. Δαιμονοποιήθηκε η Γαλλική Επανάσταση και οι ιδέες του Διαφωτισμού, αλλά και τα εθνικά κινήματα που γεννήθηκαν στον απόηχο τους, με ριζοσπαστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά, πριν τα απολέσουν οριστικά στο τέλος του 19ου αιώνα μεταλλασσόμενα σε εθνικισμούς.
Η επιδίωξη της καθεστωτικής σταθερότητας, αλλά και της διεθνούς ισορροπίας δυνάμεων με τη δύναμη των όπλων και της μυστικής αστυνομίας, δεν ήταν απλά αλαζονική. Επιδίωκε ουσιαστικά να γυρίσει το χρόνο πίσω. Όπως έδειχναν οι αποστάσεις που κρατούσε η Βρετανία, η αναχρονιστική αυτή συμμαχία προσπαθούσε να συγκεράσει αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα. Η αναδυόμενη αστική τάξη, που αποκτούσε δύναμη, ενίσχυε τις αποκλίσεις.
Το συνέδριο του Λάιμπαχ αποφάσισε την εισβολή του αυστριακού στρατού στη Νάπολη και το Πεδεμόντιο και καταδίκασε την Ελληνική Επανάσταση, όπως και «κάθε υποτιθέμενη μεταρρύθμιση που πραγματοποιείται με κίνημα ή ανοιχτή βία».
Το 1822 το επόμενο συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας στη Βερόνα αποφάσισε να επιτρέψει την γαλλική εισβολή στην Ισπανία για να αποκατασταθεί ο βασιλιάς Φερδινάνδος Ζ’, ενώ στηρίχτηκαν οι αντιδραστικές δυνάμεις στα ιταλικά κρατίδια όπου ήταν σε εξέλιξη συγκρούσεις.
Δεν κατάφερε το συνέδριο να συμφωνήσει στην πρόταση για στρατιωτική επέμβαση στις επαναστατημένες ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής λόγω των βρετανικών αντιρρήσεων. Η ανεξαρτητοποίηση των χωρών της λατινικής Αμερικής και η διάλυση της αποικιοκρατικής αυτοκρατορίας της Ισπανίας ήταν εξέλιξη που η Βρετανία έβλεπε θετικά, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τα συμφέροντα της αστικής της τάξης. Παράλληλα τα ανταγωνιστικά συμφέροντα της Αγγλίας και της Ρωσίας στην ανατολική Μεσόγειο, οδήγησαν σε μια φραστική μόνο καταδίκη της Ελληνικής Επανάστασης.
Οι αντιθέσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων έδωσαν χώρο για την ανάπτυξη του επαναστατικού αγώνα στην Ελλάδα
Το συνέδριο της Βερόνας ήταν και το τελευταίο, καθώς η Ιερά Συμμαχία απαξιώθηκε και η Ελληνική Επανάσταση συνέβαλλε καθοριστικά σε αυτό. Καθώς έδειχνε αντοχή, άρχισε να διαφοροποιείται η στάση των λεγόμενων Μεγάλων Δυνάμεων. Το 1824 οι βρετανικές τράπεζες αναγνωρίζουν τους επαναστατημένους Έλληνες σαν εμπόλεμη δύναμη και χορηγούν το πρώτο από τα «Δάνεια της Ανεξαρτησίας», όπως ονομάστηκαν, για να ακολουθήσει ένα δεύτερο την επόμενη χρονιά. Ασφαλώς οι όροι ήταν ληστρικοί, ενώ από το 60% περίπου του ποσού που εκταμιεύτηκε ελάχιστα ξοδεύτηκαν για το σκοπό τους, που ήταν η χρηματοδότηση του επαναστατικού πολέμου. Καταχρήσεις, σπατάλες, ρουσφέτια ήταν η κατάληξή τους, φαινόμενα που είχαν ισχυρή συμβολή στο ξέσπασμα των εμφυλίων συγκρούσεων. Γεγονός όμως παραμένει ότι έτσι ήρθε η διεθνής αναγνώριση. Ο διπλωματικός ανταγωνισμός για το ποιος θα ωφεληθεί από την Ελληνική Επανάσταση, οδήγησε στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου και την καταστροφή του Οθωμανικού Στόλου το 1827 από τον κοινό στόλο Ρωσίας, Αγγλίας και Γαλλίας. Ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος του 1828-29 και η ήττα του Σουλτάνου, επιτάχυναν τις εξελίξεις που οδήγησαν το 1830 στο Πρωτόκολλο του Λονδίνου και την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδας, αντί του καθεστώτος της αυτονομίας. Αντίστοιχα το 1829 αναγνωρίστηκε η αυτονομία της Σερβίας και έκλεισε η εκκρεμότητα για το μέλλον της μετά το συμβιβασμό που ακολούθησε τη σερβική επανάσταση του 1804-1815.
Νίκησε η επανάσταση χάρη στην επέμβαση των «προστάτιδων δυνάμεων»;
Συχνά μπαίνει το ερώτημα αν τελικά η Επανάσταση νίκησε χάρη στην επέμβαση στο Ναβαρίνο από τις «προστάτιδες δυνάμεις», όπως αυτοανακηρύχτηκαν. Το ερώτημα ενισχύεται και από το αποτέλεσμα της καταστροφικής για την ελληνική πλευρά εκστρατείας στην Πελοπόννησο (1825-28) του Ιμπραήμ πασά, γιου του Μοχάμετ Άλι, ηγεμόνα της αυτόνομης Αιγύπτου.
Το ερώτημα αυτό τίθεται συχνά με ιδεολογική στόχευση είτε για να αποδείξει τη ζωτική σημασία για την Ελλάδα της ανισότιμης σχέσης με τις δυτικές δυνάμεις ή τη Ρωσία είτε για να αποδειχτεί ότι η εξάρτηση, νοούμενη ως αποικιοκρατία, ξεκινά πριν καν την επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους. Άρα εκκρεμεί η εθνική ανεξαρτησία.
Στην πραγματικότητα η Ελληνική Επανάσταση δεν θα μπορούσε να είναι απλά μια ελληνοτουρκική σύγκρουση, με τον υπόλοιπο κόσμο, τα κράτη και τους λαούς απλά θεατές. Στεγανά στην πορεία της ιστορίας δεν υπάρχουν. Εφόσον η Ελληνική Επανάσταση κατάφερε όχι απλά να μην καταπνιγεί στο ξέσπασμά της, αλλά και να κρατήσει σχεδόν μια δεκαετία, ήταν λογικό οι κοινωνικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην ηγεσία να αξιοποιήσουν το διεθνές περιβάλλον επιδιώκοντας κάθε δυνατή συμμαχία. Από τα διαφοροποιημένα συμφέροντα της Βρετανίας σε σχέση με αυτά της Ιεράς Συμμαχίας, μέχρι το κύμα φιλελληνισμού στην Ευρώπη. Αυτό το τροφοδοτούσε η γοητεία της επαναστατικής ιδέας, σαν κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού, αλλά και ο ρομαντισμός που έβλεπε στο 1821 την αναγέννηση της αρχαίας Ελλάδας. Εξάλλου η αστική τάξη στην Ελλάδα θα αναδείξει στη διαδρομή της τις διεθνείς συμμαχίες σε βασικό της στοιχείο, μαζί με τον αδίστακτο χαρακτήρα της, για να κρατήσει στα χέρια της τον πλούτο και την εξουσία.
Η Ελληνική Επανάσταση εντάσσεται σε ένα εξεγερτικό κύμα που αμφισβητούσε την τάξη πραγμάτων μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 και την Παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος
Η Ελληνική Επανάσταση εντάσσεται σε ένα εξεγερτικό κύμα που αμφισβητούσε την τάξη πραγμάτων μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 και την Παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος. Οι ιδέες της αντλούν έμπνευση από τις ιδεολογικές κατακτήσεις της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 και του Διαφωτισμού, παρά τη φθορά που είχαν υποστεί από το αυτοκρατορικό καθεστώς του Ναπολέοντα. Το ίδιο ίσχυε για τους Ιταλούς Καρμπονάρους που στάθηκαν έμπνευση και για την Φιλική Εταιρεία, για τους Ισπανούς φιλελεύθερους και μια σειρά από μυστικές οργανώσεις σε όλη σχεδόν την Ευρώπη, αλλά και για τον ανεξαρτησιακό αγώνα των Σιμόν Μπολιβάρ και Σαν Μαρτίν στη Νότια Αμερική. Φυσικά είναι ταυτόχρονα ένα βαλκανικό γεγονός, καθώς το ’21 και η Σερβία άνοιξαν το δρόμο για αντίστοιχες εξελίξεις στους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς στα χρόνια που ακολούθησαν.
Οι αστικές σχέσεις παραγωγής διαβρώνουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία
Όταν ξεσπά η Επανάσταση του 1821 η Οθωμανική Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε φαινόμενα βαθιάς κρίσης. Η εισβολή των καπιταλιστικών σχέσεων στον χώρο της Αυτοκρατορίας που ξεκίνησε μέσα από τις Διομολογήσεις, δηλαδή την παραχώρηση προνομίων εμπορικής δραστηριότητας σε Ευρωπαίους, είχε δημιουργήσει νέα κοινωνικά δεδομένα, που η παραδοσιακή δομή της δεν μπορούσε εύκολα να ενσωματώσει. Σαν συνέπεια ήρθε η διαμόρφωση αστικών στρωμάτων στους χριστιανικούς πληθυσμούς. Μια διαδικασία που για το ελληνικό στοιχείο ήταν ραγδαία εξελισσόμενη μέσα από τη σχέση του με το αγγλικό εμπόριο ήδη από τον 17ο αιώνα.
Οι ριζοσπαστικές ιδέες του Διαφωτισμού και ο απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης ήρθαν να επιταχύνουν τη διαδικασία εθνογένεσης, με καταλύτη την εμπορική αστική τάξη των Ελλήνων και Σέρβων αρχικά και των άλλων βαλκανικών λαών στη συνέχεια.
Παραπέρα οι αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις και ήττες από την Ρωσία και την Αυστρία, πέρα από το κόστος για την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε ανθρώπινες απώλειες, πόρους και εδάφη, είχαν μακροπρόθεσμες συνέπειες. Οι συνθήκες που υπογράφονταν μετά τις ήττες, όπως η Συνθήκη του Πασάροβιτς με την Αυστρία (1718) και του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή με τη Ρωσία (1774), πέρα από την καταγραφή του δυσμενούς συσχετισμού για τους Οθωμανούς, επιτάχυναν και τις κοινωνικές διεργασίες διαμόρφωσης των χριστιανικών αστικών στρωμάτων.
Ανάλογη επίδραση είχαν και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, η γαλλοκρατία στα Επτάνησα (1797-99 και 1807-14) και τις Δαλματικές ακτές (1809-1814) και η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο (1798-99). Οι γαλλικές προπαγανδιστικές υποσχέσεις για ισότητα, ελευθερία και δημοκρατία είχαν καταλυτική απήχηση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι γαλλικές και αγγλικές αποικιοκρατικές βλέψεις έγιναν σταθερές παράμετροι, συμβάλλοντας στη μετατροπή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε «Μεγάλο Ασθενή» του διεθνούς σκηνικού.
Ο οθωμανικός κόσμος θα επιχειρήσει να απαντήσει στην κάμψη της στρατιωτικής του δύναμης, αλλά και την κρίση της εσωτερικής του συνοχής. Άλλοτε με εκσυγχρονιστικές απόπειρες εκδυτικισμού, που θα επαναλαμβάνονται διευρυνόμενες σε όλη την κοινωνική και πολιτική σφαίρα μέχρι σχεδόν το τέλος της αυτοκρατορίας. Άλλοτε με μια «επιστροφή στις ρίζες» και τα στοιχεία του «ένδοξου παρελθόντος». Στα χρόνια που προηγήθηκαν από την Επανάσταση του ’21, οι αυτονομιστικές τάσεις των πασάδων της Βαλκανικής, όπως ο Αλή Πασάς στα Γιάννενα και ο Πασβάνογλου στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας, θα οξύνουν τα προβλήματα συνοχής. Σε αυτές τις συνθήκες η πολλαπλή εκμετάλλευση και καταπίεση των χωρικών και η αναζήτηση από τα αστικά στρώματα πολιτικής κάλυψης και μιας αγοράς χωρίς τη σουλτανική αυθαιρεσία και περιορισμούς, τροφοδοτούν τη δυναμική των εθνικών επαναστάσεων.