Κίμων Ρηγόπουλος
Τώρα που το κράτος αδυνατεί να αποσπάσει, έστω και εκβιασμένη, τη συναίνεση του πολίτη, είναι η ώρα που θα πρέπει να του σπάσει τα κόκκαλα, την αυτοεκτίμηση και τον τσαμπουκά του. Η αντίσταση στην κρατική τρομοκρατία είναι μια ηθική επιλογή που συμπίπτει με την ταξική στράτευση.
Ο ισόβιος συνδικαλιστής της μεγάλης των μπάτσων σχολής Μπαλάσκας, μειλίχιος, νηφάλιος και είρων, σε τηλεοπτική συζήτηση σχετική με τις «ακρότητες» και την «υπερβολική βία» των αστυνομικών, είπε: «Είμαι τριάντα χρόνια στο σώμα. Έχω υπηρετήσει επί κυβερνήσεων Αντρέα, Σημίτη, Καραμανλή, Γιώργου Παπανδρέου, Σαμαρά, Τσίπρα και Μητσοτάκη. Η αστυνομία αυτή ήταν και αυτή θα είναι». Με λόγο κυνικό και χωρίς κανένα ενδοιασμό κονιορτοποίησε τα ευχολόγια εκείνων των «ευαίσθητων ψυχών», που καταδικάζουν τη βία απ’ όπου και αν προέρχεται. Μιλάω για εκείνους που προσπαθούν επίμονα να μας πείσουν ότι η υπέρμετρη αστυνομική βία δεν είναι η ακριβής αποστήθιση του ρόλου της αστυνομίας, αλλά «μεμονωμένα περιστατικά», μια συγκυριακή δηλαδή αστοχία, η οποία οφείλεται σε κάποιους θερμοκέφαλους και ανεκπαίδευτους στα δημοκρατικά ιδεώδη αστυνομικούς.
Στα στρατευμένα έως ασφυξίας κανάλια παίζουν και ξαναπαίζουν το μονόπρακτο: «Αστυνομικός σώζει τη ζωή σε πολίτη που έχασε τις αισθήσεις του». Τα λεβεντόπαιδα της ΔΡΑΣΗΣ εμφανίζονται ως απείθαρχοι μηχανόβιοι βιντεοκασέτας του ‘80, που παρεκτρέπονται καμιά φορά και επιτίθενται στα υποσύνολα για το καλό του συνόλου. Δεν είναι η αιχμή του κατασταλτικού αστικού δόρατος με συγκεκριμένη και επεξεργασμένη αποστολή, αλλά τα φάλτσα όργανα μιας φιλαρμονικής που παιανίζει για την αναψυχή και την ασφάλειά μας. «Αφού δεν με σέβεσαι, θέλω να με φοβάσαι», βρυχάται το κράτος. Τώρα που, διάτρητο και απροσχημάτιστα εχθρικό, το κράτος αδυνατεί να αποσπάσει έστω και εκβιασμένη τη συναίνεση του πολίτη, είναι η ώρα που θα πρέπει να του σπάσει τα κόκκαλα, την αυτοεκτίμηση και τον τσαμπουκά του.
Αν η ιστορία, όπως λένε, κινείται από τον πόθο των ανθρώπων για αναγνώριση, το ζήτημα είναι το πώς θέλουμε να μας αναγνωρίζουν. Ένας σιδηρόφρακτος μπάτσος επιδιώκει να αναγνωριστεί δέρνοντας και τρομοκρατώντας ό, τι έμψυχο κινείται. Ένας ελεύθερος άνθρωπος θέλει να αναγνωρίσει τον εαυτό του και να αναγνωριστεί στον δρόμο του αγώνα για ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η ανάγκη για αναγνώριση επομένως διατρέχει την ιστορία και παραμένει μια ζωτική επιβεβαίωση της ύπαρξής μας, από κάποιους όμως ως παράσημο ανθρωπιάς ενώ από κάποιους άλλους ως ενταφιασμός της.
Η αντίστασή μας στην κρατική τρομοκρατία είναι μια ηθική επιλογή που συμπίπτει με την ταξική στράτευσή μας. Το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού καρπίζει με την ταξική καλλιέργειά του. Η επιχείρηση να εμπεδωθεί ως μονοκαλλιέργεια ο συμβατός με τη βαρβαρότητα άνθρωπος, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Το αποτρόπαιο μάς χτυπάει απειλητικά την πόρτα και κινδυνεύουμε να μας βρει με τις παντόφλες.
Τα μετεμφυλιακά φοβικά σύνδρομα της αριστεράς καταλήγουν πάντοτε
σε έναν τρομώδη όρκο αστικής νομιμοποίησης
Τα μετεμφυλιακά φοβικά σύνδρομα της αριστεράς που καταλήγουν πάντοτε σε έναν τρομώδη όρκο της αστικής νομιμοποίησής μας, δεν οδηγούν πια σε έναν αγώνα από καλύτερες θέσεις. Αντίθετα, αποδυναμώνουν αν δεν εξαϋλώνουν το ανατρεπτικό πρόταγμα της εποχής μας, αγοράζοντας χρόνο επιβίωσης χωρίς ζωή. Προβοκάτορας δεν είναι αυτός που απαντά στην αστυνομική βία και οργανώνει αυτοσχεδιάζοντας την ανάγκη του για αυτοάμυνα. Προβοκάτορας είναι αυτός που βαπτίζει τους πάντες προβοκάτορες, σπέρνοντας την καχυποψία και την ηττοπάθεια, για να διαφυλάξει από το «εκτός γραμμής» το μίζερο πολιτικό χωραφάκι του. «Όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην», κηρύττει ο χριστιανισμός. Εμείς συμφωνούμε; Αν όχι και επειδή δεν έχουμε όλοι μαγαζί franchise του ίδιου προϊόντος, επείγει να το διατυπώσουμε καθαρά και έμπρακτα.
Τώρα που οι ταξικές αντιθέσεις σφραγίζονται στον δρόμο, τώρα που νέοι άνθρωποι ανακαλύπτουν την ανάγκη ενός αγωνιστικού συνδικαλισμού –βλέπε ΣΕΗ (Σύλλογος Ελλήνων Ηθοποιών)– και ζητούν μια ολιστική διέξοδο από την φτήνια της συναλλαγής υπέρ πάρτης τους, τώρα που οι λέξεις: τάξεις, καπιταλισμός, βαρβαρότητα δεν είναι τα ξεχασμένα λήμματα ενός άχρηστου εννοιολογικού λεξικού, είναι η ώρα να απαιτήσουμε και από εμάς τους ίδιους κάτι πιο δύσβατο από την πεπατημένη. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν να ενοποιήσουμε τα αιτήματα των κινημάτων, ιδίως αυτά που χάσκουν αιωνίως χωριστικά, στο ενιαίο σώμα ανατροπής του γεννήτορά τους. Ας δοκιμάσουμε να αναδείξουμε έμπρακτα την πραγματική φύση του αστικού κράτους. Και επειδή, κατά τον Ησίοδο, παιδιά της Στυγός είναι η Βία, το Κράτος, ο Ζήλος και η Νίκη, ας αντιπαρατεθούμε με την Κρατική Βία έχοντας τον Ζήλο (πάθος) του ιστορικού δίκιου μας ως τη Νίκη. Έτσι δεν γράφεται η ιστορία; Όταν γίνεται γραφή και αίτημα του βιώματός μας.