Αρχοντούλα Βαρβάκη
«Ασφυξία» και αγώνας
Τα κρούσματα αυξήθηκαν μέσα στην εβδομάδα, η επιβάρυνση των νοσοκομείων συνεχώς μεγαλώνει και η απάντηση της κυβέρνησης είναι πάλι η ίδια. Παράταση του lockdown και χωρίς να γνωρίζουμε για πόσο. Άλλωστε ο υπουργός Υγείας Β. Κικίλιας στις αρχές του μήνα είχε πει πως το μόνο αποτελεσματικό μέτρο είναι η καραντίνα και την Τετάρτη παρουσίασε ξανά ως αιτία της αύξησης των κρουσμάτων τους απρόσεχτους πολίτες και τις πορείες. Ωστόσο, το ΕΣΥ ακόμα περιμένει πραγματική και ουσιαστική στήριξη που θα το βοηθήσει να ανταπεξέλθει.
Τώρα το βάρος πέφτει στην Αττική η οποία φαίνεται και εκείνη απροετοίμαστη. Σύμφωνα με τον ίδιο τον υπουργό Υγείας, το απόγευμα της Τετάρτης, το 90% των κλινών ΜΕΘ-Covid στην Αττική ήταν ήδη κατειλημμένο. Πιο συγκεκριμένα, από τις 262 κλίνες ΜΕΘ, οι 235 ήταν γεμάτες και μόλις 27 κενές. Τη στιγμή όμως που οι ΜΕΘ στα νοσοκομεία του Λεκανοπεδίου είναι σχεδόν γεμάτες, υπάρχουν καινούρια κρεβάτια που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν λόγω έλλειψης προσωπικού, ενώ όλο και περισσότερα που προορίζονται για άλλα νοσήματα γίνονται κλίνες ΜΕΘ-Covid. Κάτι που αποτελεί γνωστή πρακτική ως τώρα και εφαρμόζεται και σε απλές κλίνες. Παρόμοιας λογικής εργαλείο είναι και η μετακίνηση προσωπικού στα νοσοκομεία με στόχο την «κάλυψη» των κενών. Έχει ήδη αποδειχθεί ότι αυτά τα κενά δεν καλύπτονται με μπαλώματα και η μόνη λύση είναι οι μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και η επίταξη του ιδιωτικού τομέα.
Ενάντια σε αυτή τη δολοφονική κυβερνητική πολιτική το μαχόμενο υγειονομικό κίνημα βρέθηκε ξανά την Τρίτη στον δρόμο του αγώνα και της διεκδίκησης για την υγεία του λαού. Η μαζική 24ωρη απεργία της ΟΕΝΓΕ και η συγκέντρωση έξω από το υπουργείο Υγείας ήταν ένας ακόμα σταθμός στις κινητοποιήσεις των υγειονομικών, οι οποίοι δεν φιμώνονται, ούτε τρομοκρατούνται.
Κυβερνητική διαχείριση με κοντά ποδάρια και γεμάτη ψέματα
Το κυβερνητικό αφήγημα περί επιτυχημένης διαχείρισης της πανδημίας βασίστηκε πάνω σε δύο μεγάλα ψέματα: Την ενίσχυση του ΕΣΥ και την αντιμετώπιση της ανθρώπινης ζωής ως υπέρτατο αγαθό. Μόλις στις 4 Φεβρουαρίου, με τη χώρα να μετρά 5.878 νεκρούς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το ΚΑΤ ανέφερε ότι η πανδημία αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία «να κάνουμε όσα δεν είχαμε κάνει πολλά χρόνια». Θα μπορούσαμε να αριθμήσουμε δεκάδες, αλλά ας δούμε τρία βασικά σημεία αποδόμησης της κυβερνητικής προπαγάνδας.
Πρώτο, η ενίσχυση του ΕΣΥ ήταν τόσο μεγάλη που υπήρξε μείωση κατά 572 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση της υγείας. Συγκεκριμένα, στον προϋπολογισμό του 2021 ως ανώτατο όριο δαπανών για την υγεία ορίστηκε το ποσό των 4,257 δισ. ευρώ έναντι των 4,829 δισ. ευρώ για το 2020. Παράλληλα, εντυπωσιακό είναι ότι ενώ έχει αποδειχθεί περίτρανα η σημασία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι σχετικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 39%, σύμφωνα με την ΟΕΝΓΕ.
Δεύτερο, σύμφωνα με την κυβέρνηση ο αριθμός των κλινών ΜΕΘ έχει αυξηθεί από 565 σε 1303. Όμως, ακόμα και αυτός ο πλαστός αριθμός δεν είναι ούτε ο μισός από τις συνολικά 3.500 κλίνες ΜΕΘ που χρειαζόταν η χώρα πριν από την πανδημία, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Παράλληλα, η αναλογία στο νοσηλευτικό προσωπικό όσον αφορά τις κλίνες ΜΕΘ είναι λιγότερο από 2 νοσηλευτές ανά κλίνη, όταν η Παγκόσμια Εταιρεία Εντατικής Θεραπείας ορίζει ότι χρειάζονται 4 νοσηλευτές σε συνθήκες μη Covid. Όσο για τους γιατρούς, η αναλογία είναι ένας για 20 διασωληνωμένους!
Τρίτο, η χρησιμοποίηση μοριακών και rapid test –με τους υγειονομικούς να φωνάζουν για την αξία τους σχετικά με τον έλεγχο της πανδημίας– έγινε καθαρά με επικοινωνιακούς όρους από τον ΕΟΔΥ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το διήμερο 22-23/2. Τη Δευτέρα ανακοινώθηκαν 880 κρούσματα με 10.000 τεστ, ενώ την Τρίτη σχεδόν τριπλάσια, δηλαδή 2.147 κρούσματα με 25.000 μοριακά τεστ. Επομένως η παράταση του lockdown είναι… αυτονόητη για τους κυβερνώντες. Επίσης, εάν δούμε αναλυτικά τη δημοσιοποίηση τεστ-κρουσμάτων από τον Αύγουστο και μετά, δημιουργούνται σοβαρές ενδείξεις και ερωτήματα για πρακτικές «παρακράτησης» υποσυνόλων δειγμάτων με μεγαλύτερη ή μικρότερη θετικότητα, τα οποία ανακοινώνονταν σε κατάλληλη χρονική στιγμή, προκειμένου να δικαιολογηθεί η μεταβολή της κυβερνητικής πολιτικής. Τέλος, αξιοσημείωτη είναι και η αντιστροφή στη χρήση των rapid test σε σχέση με τα μοριακά σε όλη τη διάρκεια του lockdown από τον Νοέμβριο και μετά, που είχε σαν στόχο να «βοηθήσει» τον ΕΟΔΥ σε μια «ελεγχόμενη» παρουσίαση της εξέλιξης της πανδημίας.