Μιχάλης Παπαμακάριος, μέλος Πολιτικής Επιτροπής ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση*
Ο χρόνος είχε επιλεγεί προσεχτικά. Το αντίπαλο δέος είχε μόλις καταρρεύσει, οι σημαίες και τα σύμβολα είχαν αποκαθηλωθεί μετ’επαίνων χωρίς κανένας εργάτης να υπερασπίσει την «εξουσία του». Η ελληνική αριστερά είχε φτάσει στο απόγειο του αυτοεξευτελισμού συμμετέχοντας στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα. Ο κόσμος της αριστεράς παράδερνε ανάμεσα στον κυνισμό του νεόπλουτου που υπερασπίζεται με φανατισμό την νέα του –καπιταλιστική- θρησκεία, το χρήμα, την κοινωνική άνοδο, την νεογκλαμουριά των 90s και τον θρήνο της απώλειας, άλλωστε η ιστορία είχε πλέον καταλήξει στην ετυμηγορία της, «ξοφλήσαμε» και οι «τρύπιες σημαίες» πήραν την θέση των ατσαλάκωτων συμβόλων, τα οποία βέβαια αποδείχτηκαν πιο ανθεκτικά από ότι νόμιζαν οι νεκροθάφτες τους.
Τότε ήχησε η πολεμική κραυγή της αστικής τάξης και της κυβέρνησης του πατρός Μητσοτάκη. Να τελειώνουμε με το ελληνικό μαθητικό, φοιτητικό, συνολικά με το νεολαιίστικο κίνημα! Να τελειώνουμε με την πανευρωπαϊκή παραφωνία της αντίστασης και του ριζοσπαστισμού στην ελληνική εκπαίδευση. Και επιτέθηκαν! Σε όλη την γραμμή του μετώπου… Βαθιές αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις αλλά και συντηρητικά μέτρα από το χρονοντούλαπο του ‘50, ποδιές πλήρη πειθαρχία κοκ, τέτοια ήταν η αυτοπεποίθηση τους.
Και τότε συνέβη το απρόβλεπτο. θα λέγαμε το «αδύνατο». Δεκάδες και εκατοντάδες καταλήψεις σχολείων άρχισαν να «σκάνε μύτη» με ρυθμό χιονοστιβάδας από τις πιο απίθανες γωνιές της Ελλάδας. Από την Αλεξανδρούπολη ως τα Χανιά και στα τσιμεντένια συγκροτήματα του κέντρου, τις πρώτες σχολές, τα ΤΕΙ και τα πανεπιστήμια… Δεν άργησε το κίνημα να φουντώσει μέσα στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ και να γίνει καθολικό. «Κάτω ο νόμος πλαίσιο», «κάτω ο νεοσυντηρητικός χειμώνας». Για μήνες μαθητές και φοιτητές διαδήλωναν. Και σε κάθε «στροφή», όταν τα γεράκια της κυβέρνησης και των ΜΜΕ ούρλιαζαν, «τέλειωσαν», «ξεψύχησε το κίνημα», αντιπαρέβαλλαν το απλό και συνάμα εμβληματικό «ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ».
Με αυστηρούς πολιτικούς όρους, αυτούς που συνήθως χρησιμοποιούν οι αναλυτές, το κίνημα του 90-91 δεν μπορούσε να υπάρξει
Με αυστηρούς πολιτικούς όρους, αυτούς που συνήθως χρησιμοποιούν οι αναλυτές, το κίνημα του 90-91 δεν μπορούσε να υπάρξει. Ο συσχετισμός ήταν συντριπτικός, η δεξιά κάλπαζε και οι αριστεροί στη πλειοψηφία τους ζητούσαν συγχωροχάρτια από την ιερά εξέταση του φιλελευθερισμού και του πασοκικού κέντρου. Οι αριστερές νεολαίες ψάχνονταν, ακόμα και οι αναρχοαυτόνομοι ήταν ζαλισμένοι. Όμως αυτό το «αδύνατο να υπάρξει» κίνημα όχι μόνο υπήρξε, μεγαλούργησε και ανάγκασε τη κυβέρνηση να υποχωρήσει, έστω αν χρειάστηκε γι αυτό το αίμα του Νίκου Τεμπονέρα και των τεσσάρων του «Κ. Μαρούσης» και τα ολονύχτια οδοφράγματα στη Πάτρα και την Αθήνα. Η ιστορία μάς θύμισε για μια ακόμη φορά, όπως μας θύμισε και με τον Παύλο Φύσσα, ότι οι μεγάλες μάχες έχουν κόστος όχι γιατί το θέλουν οι αγωνιζόμενοι αλλά γιατί αυτός είναι πάντα ο τρόπος της εξουσίας όταν φοβάται για τη θέση της.
Τι ήταν αυτό που έκανε την τότε μαθητική και φοιτητική νεολαία να «βγάλει γλώσσα» στη κυβέρνηση και το σύστημα με τέτοιο τρόπο;
Η νεολαία, και η εργατική τάξη -με το ένστικτό τους- κατάλαβαν ότι μπαίνουμε σε μια νέα εποχή… Ότι το «τέλος της ιστορίας» είναι η αρχή ενός νέου μεσαίωνα. Η νεολαία επέλεξε να δώσει την μάχη της… Να κάνει για μια ακόμα φορά αυτό, που θα ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν οι πατεράδες και οι μανάδες τους… Και η μάχη ήταν σκληρή.
Αν η μάχη αυτή ξεκίνησε «αυθόρμητα» και «ακαθοδήγητα» εντούτοις ούτε «αυθόρμητη» ήταν και –με μια πλατιά έννοια- ούτε «ακαθοδήγητη».
Γιατί αν και ξεκίνησε από τους μαθητές ή από γεωγραφικές περιοχές που λίγη σχέση είχαν με αυτό που λέμε «οργανωμένο κίνημα», η συνολική εξέλιξη του κινήματος, η κλιμάκωσή του, το περιεχόμενο και η κατεύθυνσή του καθορίστηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό από το φοιτητικό κίνημα και σε τελική ανάλυση από την πρωτοπόρα δράση μέσα στο κίνημα εκείνων των ρευμάτων και συλλογικοτήτων που –στην εξέλιξη της ιστορίας- συγκρότησαν την ΕΑΑΚ. Και αυτή η διαδικασία δεν ήταν καθόλου-μα καθόλου μια τυχαία, ευχάριστη έκπληξη του «αυθόρμητου», ένα άκοπο δώρο της ιστορίας.
Με μια έννοια οι μαθητές και οι καταλήψεις τους, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, βρίσκονταν σε συντονισμό με τις φοιτητικές. Με ένα τρόπο οι μαθητές βρίσκονταν υπό τη πολιτική και πρακτική προστασία των φοιτητών των κατειλημμένων σχολών και πιο ειδικά εκείνης της μαζικής πρωτοπορίας που συγκροτούνταν μέσα στα αμφιθέατρα, τις πορείες, τις συγκρούσεις, τα δακρυγόνα και τις περιφρουρήσεις. Αυτή η νέα μαζική πρωτοπορία, ο νέος κόσμος του αγώνα, που φτιάχνονταν ταχύτατα και μέσα στη μάχη, πατούσε πάνω σε ένα υπαρκτό αριστερό πολιτικό δυναμικό, που απελευθερωμένο από την αρχαία σκουριά της ηττημένης και προσκυνημένης αριστεράς δεν σκόπευε να συνταξιοδοτηθεί κινηματικά και πολιτικά από τα 20 χρόνια. Το δυναμικό αυτό πριν τη κορύφωση της κρίσης και της παρακμής της επίσημης αριστεράς, έψαχνε τρόπους να υπερβεί τα όρια του παρελθόντος και του παρόντος, γιατί κατανοούσε ότι έρχεται ένα πολύ πιο δύσκολο μέλλον.
Η νέα μαζική πρωτοπορία, ο νέος κόσμος του αγώνα, που φτιάχνονταν ταχύτατα και μέσα στη μάχη, πατούσε πάνω σε ένα υπαρκτό αριστερό πολιτικό δυναμικό
Πράγματι για πάνω από τρία χρόνια πριν το 90-91 σημαντικές, αν και όχι τόσο θορυβώδεις εξελίξεις -τουλάχιστον σε όλες τους τις φάσεις- εξελίσσονταν στην αριστερά του φοιτητικού κινήματος. Ένας ισχυρός μετασχηματισμός, που, το 90-91 και η ίδρυση της ΕΑΑΚ, αποτέλεσαν την επιτομή και την δικαίωσή του.
Και καταρχήν η διαδικασία διάσπασης της ΚΝΕ με την δεξιά και εκφυλιστική πορεία του ΚΚΕ και την οικοδόμηση της «μεγάλης, ενωτικής» διαχειριστικής αριστεράς του ΣΥΝ, δεν ήταν σε καμιά περίπτωση μια «μάχη μηχανισμών», αλλά μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης του ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος που αντιπροσώπευε η τότε ΚΝΕ μέσα στα πανεπιστήμια και την νεολαία, πολιτικής, κινηματικής και πολιτιστικής απελευθέρωσής του.
Παράλληλα ας μην ξεχνάμε την διάσπαση του ΚΚΕ εσ. με την ΕΑΡ και την επιμονή εκείνων των δυνάμεων του «Ρήγα» που πήραν μέρος στο κίνημα, στην κομμουνιστική αναφορά, στην άρνηση του κατήφορου της ΕΑΡ. Τέλος την ενίσχυση, αλλά και πολιτικοποίηση του ρεύματος των Συσπειρώσεων που, παρά τα στοιχεία ενός αντικαπιταλιστικού και κριτικού ιδεολογικού λόγου και την υιοθέτηση ριζοσπαστικών πρακτικών, τα «φοιτητικοκεντρικά τους χαρακτηριστικά» περιόριζαν σοβαρά την απήχησή τους.
Ο «διάλογος» των δυνάμεων αυτών, (που ξεκίνησε με διάφορες εμφανείς και μη πρωτοβουλίες ήδη από το Πανσπουδαστικό του 1987) είχε στον πυρήνα του την αδιαμόρφωτη και αντιφατική συνειδητοποίηση της ανάγκης για μια μεγάλη τομή στο μεταδικτατορικό «δημοκρατικό» φοιτητικό κίνημα, την πολιτική του κατεύθυνση, τις μορφές οργάνωσής του και την αριστερά του. Αυτό που είχαμε δεν ήταν αρκετό για να αντιμετωπίσουμε αυτό που ερχόταν.
Η καπιταλιστική ανασυγκρότηση της εκπαίδευσης αναδείχτηκε στο επίκεντρο της κοινωνικής διαπάλης μέσα στο πανεπιστήμιο και την κοινωνία. Αίφνης δεν ήταν η «αντιδραστική έδρα» το πρόβλημα, αλλά οι άβατοι θύλακες επιχειρηματικοποίησης που οι «δημοκρατικά εκλεγμένοι πρυτάνεις» άρχισαν να διαμορφώνουν μέσα στις σχολές. Δεν ήταν απλά η «ανεργία» ή η «υποβάθμιση των πτυχίων», αλλά ο οδοστρωτήρας της ΕΕ και των οδηγιών της που από τότε ήθελαν με την δύναμη του πολυεθνικού «υπερκράτους» να διαλύσουν τα πτυχία σαν βάση για το φτήναιμα της αξίας των νέων επιστημόνων. Δεν ήταν η επιβαλλόμενη «εντατικοποίηση» και «πειθάρχηση», αλλά η «εθελοντική υποταγή» μιας γενιάς που επεδίωξαν να την κερδίσουν με το ευρωπαϊκό όραμα, με τα προγράμματα μέσα στις σχολές, με έναν κόσμο δυνατοτήτων και ευκαιριών, που τελικά δεν υπήρξε ποτέ!
Το πάλαι ποτέ «δημοκρατικό φοιτητικό κίνημα» και η ΕΦΕΕ, ένας άταφος νεκρός, με την ΠΑΣΠ κυβερνητική δύναμη, την ΔΑΠ ανερχόμενη νεοσυντηρητική αντιπολίτευση, τους συλλόγους γραφειοκρατικοποιημένους, τις εκλογές μικρές κοινοβουλευτικές παράτες, δεν μπορούσε να αποτελέσει όπλο μάχης.
Τέλος ο κόσμος αυτός βίωσε -και αντιστάθηκε- στην κατάρρευση της αριστεράς, σε όλες της τις εκδοχές. Γιατί αν το «ορθόδοξο» κομμουνιστικό κίνημα κατέρρευσε την φοβερή διετία 89-91, το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα είχα μπει σε κρίση πολύ νωρίτερα και το ρεύμα της αυτονομίας, μαζί με τους ριζοσπαστικούς απόηχους των κινημάτων της δεκαετίας του 70 έπνεαν τα λοίσθια ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Είναι σημαντικό να συνειδητοποιείς τα όριά σου. Είναι σημαντικό να αναζητάς την επαναστατική αριστερά της εποχής σου, αποδεχόμενος ότι «δεν την έχεις», όταν αλήθεια δεν την έχεις. «Ό,τι λείπει, λείπει», που θα έλεγε και ο subcomandante Μάρκος και ίσως ήταν αναπόφευκτο από τους χώρους της νεολαίας, από αυτούς που έχουν την ζωή και το κίνημα μπροστά τους να ξεκινήσουν οι πιο συγκροτημένες απόπειρες να «καλύψουμε το κενό».
Το κίνημα του ’90-΄91 ήταν για την γενιά αυτή η –επιτέλους ανακαλυφθείσα μορφή- του κινήματος της νέας εποχής
Όλη αυτή η κοινωνική, πολιτική, ιδεολογική και πολιτιστική διεργασία βρήκε το «παράδειγμά της» στο 90-91. Το κίνημα αυτό ήταν για την γενιά αυτή η –επιτέλους ανακαλυφθείσα μορφή- του κινήματος της νέας εποχής. Ήταν λοιπόν η δική μας «κομμούνα». Ήταν το ποτάμι των γεγονότων, που ήρθε να ενσαρκώσει τις αγωνιώδεις, και αδιέξοδες έως τότε αναζητήσεις μιας γενιάς και γι αυτό όλος αυτός ο κόσμος ακούμπησε τα «φλογισμένα του χείλη» να πιει από το ποτάμι μιας πρωτόγνωρης εμπειρίας. Να αναζητήσει απαντήσεις…
Έτσι τα αμφιθέατρα, μαζί με την μαχητικότητα και την αυτοθυσία των δεκάδων και εκατοντάδων χιλιάδων νεολαίων πλημμύρισαν με ιδέες. Εκείνη η δυνάμει αριστερά κέρδισε την μάχη των ιδεών.
Τι θέλουμε τις σπουδές, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, για τις επιχειρήσεις ή για την κοινωνία; Ποιος έχει δικαίωμα στην μόρφωση, οι ταξικά προνομιούχοι ή όλοι; Τα ευρωπαϊκά προγράμματα και μέτρα είναι το άνοιγμα στην ελευθερία του παγκόσμιου χωριού ή η φυλακή στα συμφέροντα των πολυεθνικών; Και ακόμα τι είναι το φοιτητικό κίνημα και το μαθητικό κίνημα; Η κοινοβουλευτική σούπα της ΕΦΕΕ, τα 15μελή ή τα παλλόμενα από ζωή και δράση συντονιστικά των Γενικών Συνελεύσεων και των Καταλήψεων, που για πρώτη φορά κυριάρχησαν σαν καθολική και γενικά αναγνωρισμένη από την μεγάλη πλειοψηφία των αγωνιζόμενων φοιτητών και μαθητών όργανα οργάνωσης και καθοδήγησης του αγώνα.
Τι είναι η μαθητική και φοιτητική αριστερά, η αναπαραγωγή των «παλιών παρατάξεων» ή μια νέα σχέση κοινωνικού-πολιτικού, μα πόσες συζητήσεις για την σχέση κοινωνικού- πολιτικού, στα πηγαδάκια, στις ταβέρνες, στις νύχτες της κατάληψης. Και ακόμα η νίκη του καπιταλισμού είναι το « τέλος της ιστορίας»; Όχι, η ελληνική εξέγερση, ο δικός μας νεολαιίστικος «Μάης» το απέδειξε. Η ιστορία ξαναβγάζει την γλώσσα της. Ας συνεχίσουν το κλάμα τους όσοι πιστεύουν ότι «ξοφλήσαμε». Για «εμάς» το 90-91, μέσα στην υπερβολή μιας πρόωρης δικαίωσης, ήταν η απάντηση του ίδιου του υπαρξιακού μας ερωτήματος. Η πάλη των τάξεων, στην ειδική νεολαιίστικη εκδοχή της, ήταν και πάλι ο αποδεδειγμένα απόλυτος νόμος της ιστορίας..
Και, μετά την περήφανη νίκη του κινήματος πάνω στα σκοτάδια και την δολοφονική βία του συστήματος και των μηχανισμών του, τι έπρεπε να γίνει; Τι μπορούσε να γίνει με εκείνο το ποτάμι των δεκάδων χιλιάδων αγωνιστών που στάθηκαν μαζί μας, πάλεψαν και μάτωσαν μαζί μας, κινδύνευσαν μαζί μας; Έπρεπε να γίνει η «λεία» της δικής μας στενά «οργανωτικής αναπαραγωγής»; Ή ακόμα το «αντικείμενο» μιας οργανωτικής μας συγχώνευσης, έξω και πέρα από αυτούς; Πόσο μικρό και αναντίστοιχο με το μεγαλείο του αγώνα θα φαινόταν κάτι τέτοιο; Όχι, ήταν φανερό σε όποιον είχε την ελάχιστη αίσθηση του κόσμου (αλλά για την αριστερά- ειδική την επαναστατική- αυτό δεν είναι πάντα δεδομένο) ότι οι «παλιές μορφές» δεν χωράγανε αυτό που γεννήθηκε, ότι τα παλιά κελύφη έπρεπε να σπάσουν, ότι ένα νέο πολιτικό ρεύμα είχε ήδη γεννηθεί και ζητούσε την έκφρασή του, και οι «συνειδητές δυνάμεις» έπρεπε να έχουν αρκετή οξυδέρκεια, πολιτικό θάρρος και αποφασιστικότητα να «αδράξουν την στιγμή» και να κάνουν μια πολιτική πρόταση προς όλο αυτό το δυναμικό, να ανακαλύψουν μαζί του τη «νέα μορφή» της αριστεράς του φοιτητικού κινήματος. Αυτό και έγινε. Αυτό ήταν η γενέθλια πράξη της ΕΑΑΚ.
Η ΕΑΑΚ με μία έννοια «επιβλήθηκε» από τον κόσμο του αγώνα. Ήταν η δική του απαίτηση
Η ΕΑΑΚ με μία έννοια «επιβλήθηκε» από τον κόσμο του αγώνα. Ήταν η δική του απαίτηση. Και οι οργανώσεις «υπάκουσαν». Ήταν μια εξαιρετική συγχώνευση ενός μεγάλου αγωνιστικού ρεύματος, με τις καινοτόμες αντικαπιταλιστικές ιδέες και πρακτικές μιας περιόδου, πάνω στην βάση μιας νέας σχέσης όλου αυτού του κόσμου με την πολιτική και την πολιτική πάλη. Γι αυτό και σχεδόν το σύνολο της «πρωτοπορίας» αυτού του κινήματος την αγκάλιασε σαν το απόλυτα φυσικό του χώρο.
Η ΕΑΑΚ δεν φτιάχτηκε το 90-91. Τότε βρήκε την μορφή και το πραγματικό υποκείμενό της… Οι πολιτικές της προϋποθέσεις χτίζονταν για χρόνια, μέσα από το πείσμα του αγώνα, την αβεβαιότητα της αναζήτησης, την αντοχή στην ήττα. Αυτό ας το κρατήσουμε όταν σκεφτόμαστε και συζητάμε για τη δυνατότητα και τη προοπτική μαζικών μετωπικών εγχειρημάτων σε όλα τα επίπεδα.
Το ριζοσπαστικό δυναμικό που γέννησαν οι μαθητικές καταλήψεις του 90-91 πέρασε στον φοιτητικό και όχι μόνο αγώνα, μπήκε σε οργανώσεις και συλλογικότητες, στήριξε εγχειρήματα, επέδρασε στο γενικότερο κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό.
Δεν μπόρεσε βέβαια και μαζί του δεν μπορέσαμε και εμείς να συγκροτήσει ένα πολιτικό ρεύμα συνολικής αμφισβήτησης του καπιταλισμού και ανατροπής του. Από μία σκοπιά αυτό ήταν φυσιολογικό καθώς δεν είχαν διαμορφωθεί εκείνες οι συνθήκες σε υποκειμενικό επίπεδο ώστε να μπορούν να υπάρξουν προγραμματικές τοποθετήσεις τέτοιου χαρακτήρα. Με αυτή την έννοια το 90-91 παραμένει πολιτικά αδικαίωτο.
Έχει σημασία αυτή η εμπειρία και συζήτηση σήμερα ή είναι μόνο αφηγήσεις παλιών αγωνιστών στους νεότερους;
Έχει γιατί: Αν εμείς βιώσαμε τη κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και της τότε αριστεράς, σήμερα οι νέοι βιώνουν την πολύμορφη κρίση του «υπαρκτού καπιταλισμού» και της διαχειριστικής κυβερνητικής αριστεράς. Και τότε και τώρα ο συσχετισμός ήταν αρνητικός. Αλλά όπως τότε που το αδύνατο έγινε δυνατό έτσι μπορεί και να ξαναγίνει. Οπωσδήποτε μαγικές συνταγές για μεγάλα κινήματα δεν υπάρχουν και επαναλήψεις της ιστορίας δεν γίνονται με αυτό τον τρόπο, τα μεγάλα κινήματα έχουν το στοιχείο του απρόβλεπτου, το θέμα είναι να προετοιμάζεις και να προετοιμάζεσαι για μεγάλα πράγματα. Δεν βγάζει πουθενά, ειδικά στη νεολαία, να παγιδεύεται σε μίζερους υπολογισμούς «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι», «πόσοι εμείς; Πόσοι οι άλλοι;, πόσοι οι παραδίπλα;» για το αν μπορεί ή δε μπορεί να γίνει κάτι. Η αίσθηση της κατάστασης που αλλάζει, η αίσθηση μιας ανατροπής που μπορεί να είναι δυνατή και η συγχώνευση αυτών των στοιχείων με την τόλμη του κόσμου που θέλει να ζήσει διαφορετικά, μπορεί να φτιάξει αγωνιστές και αγωνίστριες που θα σπάνε κάθε φορά τα όρια της εποχής τους αλλάζοντας την εποχή. Αυτό πρέπει να κάνει πάντα η αριστερά που τιμά το όνομα της.
Γιατί αριστερά δεν είναι διαχείριση και παραμονή στο παρόν. Αριστερά σημαίνει υπέρβαση, ανατροπή, τόλμη για μια άλλη κατάσταση. Το 90-91 ήταν μια έμπρακτη απόδειξη αυτής της δυνατότητας και μπορεί να μην κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο αλλά κατάφερε να αλλάξει χιλιάδες ανθρώπους.
*Ομιλία σε εκδήλωση των Αναιρέσεων Πάτρας στις 24 Οκτωβρίου 2020