Βούλα Τάκη, διδάκτωρ Π.Τ.Δ.Ε ΑΠΘ, Χώρος Αλληλεγγύης Γυναικών Θεσσαλονίκη
Τι έχουν κάνει κυβέρνηση και θεσμοί;
Πολλοί είναι αυτοί που «πέσαν απ’ τα σύννεφα» μετά την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου για σεξουαλική κακοποίηση, παραγνωρίζοντας όλα όσα κατά καιρούς έχουν καταγγελθεί για όσα έχουν συμβεί και συμβαίνουν στον χώρο του αθλητισμού. Προς τι όμως αυτή η έκπληξη και η «υποκριτική» αντίδραση ορισμένων θεσμικών παραγόντων, όταν αδιαφορούν εδώ και τόσα χρόνια –ιδιαίτερα με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης– στις επανειλημμένες καταγγελίες που γίνονται από κινηματικές συλλογικότητες φεμινιστριών και άλλων γυναικών για την όλο και αυξανόμενη βία (ενδοοικογενειακή, βιασμούς, σεξουαλική παρενόχληση, επιθέσεις κ.ά.) κατά των γυναικών; Όταν τα στοιχεία που φτάνουν στη δημοσιότητα για την τελευταία δεκαετία και για την τωρινή κατάσταση εν μέσω πανδημίας –όπου οι γυναίκες είναι υποχρεωμένες να συμβιώνουν με τους κακοποιητές τους– αποδεικνύουν τη συνεχιζόμενη αύξηση της βίας κατά των γυναικών;
Ποιες είναι όμως οι πολιτικές και τα μέτρα όλων αυτών των θεσμικών παραγόντων και συγκεκριμένα της κυβέρνησης της ΝΔ απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο; Έχει κάνει κάτι για να δημιουργηθούν εκείνες οι απαραίτητες δομές, όπως καταφύγια για κακοποιημένες γυναίκες με το απαραίτητο προσωπικό για ψυχολογική και στη συνέχεια κοινωνική υποστήριξη σε κάθε νομό; ΄Εχει θεσμοθετήσει μήπως τόσο όσον αφορά την εκπαίδευση όσο και συνολικά στον τομέα της εργασίας ή και της κοινωνίας εκείνα τα μέτρα που θα συμβάλουν στην αποδόμηση των στερεότυπων όσον αφορά στους ρόλους των φύλων και τη σεξιστική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες; Ή μήπως έχει πάρει κάποια μέτρα απέναντι στις καταγγελίες για βιασμούς σε κλειστές δομές (φυλακές, καμπ προσφύγων, οικοτροφεία κ.ά.);
Η πραγματικότητα όμως που βιώνουμε εμείς οι γυναίκες καθημερινά δίνει από μόνη της την απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα. Γιατί εμείς ξέρουμε καλά ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς που είδαμε να παρελαύνουν στα κανάλια με βαρύγδουπες δηλώσεις είναι οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι του συστήματος που έχουν κάνει πολλές από μας τις νέες κοπέλες και γυναίκες να σιωπούμε και να μην καταγγέλλουμε τους κακοποιητές μας, όταν μέχρι χθες μας ρωτούσαν «γιατί δεν μίλησες τόσα χρόνια;», «μήπως υπερβάλλεις;», «μήπως είχες πιει;», «τι φορούσες;», «έχεις αποδείξεις;», «φώναξες, αντιστάθηκες;» κ.ά. Ερωτήματα, ψίθυροι, απόψεις που αντικατοπτρίζουν την κυρίαρχη κουλτούρα μιας πατριαρχικής κοινωνίας που διαπερνά και τους ίδιους τους θεσμούς, όταν καταγγέλλονται περιστατικά βίας/βιασμού όπου αντιστρέφεται η εφιαλτική πραγματικότητα του θύματος σε δική του ευθύνη.
Και όπως αναφέρει η Κέιτ Μίλετ (Kate Millet) στο βιβλίο της Πολιτική των φύλων (Sexual Politics) –η οποία εισάγει την έννοια της «πατριαρχίας» στη φεμινιστική σκέψη– «είναι αυτή η κυρίαρχη ιδεολογία της πατριαρχίας, που σ’ όλες τις γνωστές κοινωνίες καθορίζει ότι οι σχέσεις ανάμεσα στα φύλα βασίζονται στο ποιος έχει την εξουσία, και επομένως είναι πολιτικές. Αυτή η εξουσία προσλαμβάνει τη μορφή της ανδρικής κυριαρχίας στις γυναίκες σ’ όλους τους τομείς της ζωής και είναι τόσο καθολική, τόσο πανταχού παρούσα και τόσο πλήρης που φαίνεται “φυσική” και ως εκ τούτου γίνεται αόρατη, έτσι ώστε πιθανότατα είναι η πλέον διαδεδομένη ιδεολογία του πολιτισμού μας και παρέχει την πλέον θεμελιώδη έννοιά του για την εξουσία».
Η βία κατά των γυναικών στις μέρες μας έχει όνομα: καπιταλισμός και πατριαρχία. Θα είμαστε στους δρόμους μέχρι την ανατροπή τους!