Θεοπίστη Καπέτα
▸ Ενώ η κυβέρνηση θριαμβολογεί για τα επιτεύγματά της σχετικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας έχοντας ως μεγαλύτερο μέλημα να στελεχώνει την… αστυνομία και τον στρατό αντί τα νοσοκομεία, η κατάσταση έχει ξεφύγει και διαρκώς επιδεινώνεται.
Τα κρούσματα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και ο ιός φυσικά δεν αφήνει ανέγγιχτο ούτε το ιατρικό προσωπικό. Σε μια περίοδο λοιπόν που το ήδη υποστελεχωμένο σύστημα υγείας καταρρέει, προσλήψεις δεν γίνονται, ούτε επιτάσσονται γιατροί από τον ιδιωτικό τομέα αλλά αντίθετα μετακινούνται γιατροί από το ένα νοσοκομείο στο άλλο αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το κίνδυνο της διασποράς.
Στη Θεσσαλία η κατάσταση έχει εκτροχιαστεί χωρίς να γίνονται οι απαραίτητες κινήσεις για να υπάρξει αποκλιμάκωση, ενώ παράλληλα το ηλικιακό όριο των ασθενών που χρειάζονται να νοσηλευθούν σε ΜΕΘ πέφτει ολοένα και περισσότερο. Ωστόσο, ίσως το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο που καταδεικνύει το μέγεθος των ελλείψεων, είναι ότι στα νοσοκομεία της Καρδίτσας, του Βόλου και των Τρικάλων, τρεις πολυπληθέστατες πόλεις της χώρας, δεν υπάρχουν καν μοριακοί αναλυτές, ακόμα και σήμερα που διανύουμε το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Στα νοσοκομεία αυτών τον πόλεων λοιπόν θετικοί θεωρούνται οι ασθενείς που έχουν βρεθεί με θετικό αποτέλεσμα σε rapid test.
Παράλληλα, κλινικές άλλων παθήσεων επιτάσσονται συνεχώς αλλά και πάλι οι κλίνες δεν φτάνουν. Πάρα πολλοί ασθενείς άλλων νοσημάτων δεν μπορούν να νοσηλευθούν πουθενά καθώς δεν υπάρχουν αρκετά κρεβάτια, ενώ το 80% των προγραμματισμένων χειρουργείων αναβάλλονται. Αυτή τη στιγμή, η Λάρισα τείνει να γίνει δεύτερη Θεσσαλονίκη με τραγική έλλειψη τόσο σε κλίνες όσο και σε ιατρικό προσωπικό στο οποίο μάλιστα ολοένα και αυξάνονται τα θετικά κρούσματα. Πάραυτα δεν προσλαμβάνονται γιατροί για να αναπληρωθεί το κενό που δημιουργείται.
Η ίδια η διοίκηση του Πανεπιστημιακού́ Νοσοκομείου Λάρισας παραδέχεται πως η έλλειψη ιατρικού προσωπικού είναι τόσο μεγάλη που υπάρχει πρόβλημα ακόμα και στη σίτιση των ασθενών με Covid-19. Την Τετάρτη, ο αντιπρόεδρος των τραυματιοφορέων και εργαζόμενος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας Λάμπρος Τσάπαλης προχώρησε σε απεργία πείνας μπροστά στην κεντρική είσοδο του νοσοκομείου μαζί με μια προσπάθεια συλλογής υπογραφών, προκειμένου να ακουστούν τα αιτήματα του ιδίου και των συναδέλφων του.
Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στα Τρίκαλα όπου οι κλίνες ΜΕΘ είναι καθημερινά πλήρεις και από τις συνολικά 280 κλίνες, οι 110 έχουν ήδη επανδρωθεί για περιστατικά Covid-19. Μάλιστα όλος ο τέταρτος όροφος του νοσοκομείου χρησιμοποιείται μόνο για τέτοιου είδους περιστατικά χωρίς αυτό να είναι αρκετό ενώ οι υπόλοιπες κλινικές του ορόφου συγχωνεύονται με άλλες προκειμένου να εξυπηρετηθούν ελάχιστα έκτακτα περιστατικά. Όσον αφορά τις ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, η στελέχωση του νοσοκομείου δεν ξεπερνάει το 60% με βάση το οργανόγραμμα του 2011, δηλαδή με βάση τις ανάγκες που υπήρχαν πολύ πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Από το υπάρχον προσωπικό νοσούν τουλάχιστον δέκα άτομα, ωστόσο ακόμη η κυβέρνηση και τον υπουργείο Υγείας δεν αναγνωρίζουν το πρόβλημα και δεν προχωράνε καν στην μονιμοποίηση των επικουρικών γιατρών που αποτελούν μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων.
Πανικός επικρατεί και στην Δράμα όπου το τελευταίο διάστημα έχουν εντοπιστεί 100 κρούσματα σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Μεταξύ αυτών ήταν και οι δύο νοσηλεύτριες που εργάζονταν στο νοσοκομείο της πόλης, οι οποίες απεβίωσαν και αυτές και οι σύζυγοι τους. Ακόμη όμως και υπό τέτοιες δραματικές συνθήκες ούτε λόγος δεν γίνεται για έμπρακτη, έστω έκτακτη, στήριξη του δημόσιου νοσοκομείου Δράμας. Οι κλίνες ΜΕΘ είναι γεμάτες και μόλις αδειάζει κάποια, ξαναγεμίζει αμέσως. Το οποίο φυσικά μπορεί να εξηγηθεί εύκολα αν ληφθεί υπόψιν ότι 1 στους 4 κατοίκους της πόλης νοσεί.
Η παρατεταμένη αδιαφορία της κυβέρνησης και των αρχών εντείνει τον φαύλο κύκλο της διασποράς και της νοσηρότητας και οδηγεί σε μια καταφανή διαλογή ποιος θα ζήσει και ποιος όχι. Νοσοκομεία υποστελεχωμένα, με λιγότερους γιατρούς και νοσηλευτές απ’ ότι θα έπρεπε πριν καν την πανδημία, κλίνες ΜΕΘ πουθενά στη Βόρεια Ελλάδα, 2.500 ιδιωτικές κλίνες νοσηλείας έναντι 900 του δημοσίου στη Λάρισα και αντίστοιχα παραδείγματα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Και όμως συνεχίζεται το πρόταγμα της ατομικής ευθύνης μακριά από κάθε ουσιαστικό μέτρο αντιμετώπισης.
Κλίνες ΜΕΘ: Δεν βγαίνει το μέτρημα…
Αρχοντούλα Βαρβάκη
Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) πολλών πόλεων της χώρας αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τον αριθμό των ασθενών που χρειάζεται να νοσηλευτούν σε αυτές. Σε κάποιες περιπτώσεις επεκτείνονται αυτοσχεδίως σε άλλους θαλάμους (π.χ. Λάρισα, Τρίκαλα, Σέρρες) και φυσικά αυτές οι νέες κλίνες δεν πληρούν τις προδιαγραφές. Συχνά δημοσιοποιούνται και καταγγελίες για ασθενείς που βρέθηκαν διασωληνωμένοι σε κανονικούς θαλάμους αλλά και για θανάτους ασθενών που δεν έφτασαν ποτέ στις ΜΕΘ.
Σε αυτό το πλαίσιο γεννά ερωτήματα και η διαχείριση των κλινών ΜΕΘ της Αττικής. Ενώ τα επίσημα νούμερα μιλάνε για κενές κλίνες ΜΕΘ στην Αττική, την Παρασκευή υπήρξε διακομιδή ασθενούς από τον Βόλο στην Κόρινθο, η οποία χρειάστηκε και τρία ασθενοφόρα για να ολοκληρωθεί, λόγω βλαβών που προέκυπταν. Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της ΟΕΝΓΕ Πάνο Παπανικολάου, τον Νοέμβριο επίσης είχαμε διακομιδές στην ΜΕΘ του νοσοκομείου Κορίνθου από το Γενικό Κρατικό Νίκαιας, οι οποίες έγιναν χωρίς εξηγήσεις, δημιουργώντας ερωτήματα για το αν όντως υπάρχουν κενές κλίνες ΜΕΘ στην Αττική ή όχι. Ή για το αν υπάρχουν αλλά κάποιες από αυτές διατηρούνται για τις ανάγκες των… VIP.
Η διαθεσιμότητα κλινών ΜΕΘ δεν ήταν αυτή που χρειάζονταν οι ασθενείς της χώρας ακόμα και πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας. Η έλλειψη υποδομών και το γεγονός ότι οι ασθενείς με Covid-19 χρειάζονται συνεχή παρακολούθηση ακόμα και στους απλούς θαλάμους είναι καταστροφικός συνδυασμός. Οι ασθενείς εισάγονται στο νοσοκομείο όταν είναι ήδη αρκετά επιβαρυμένοι κι αυτό κάνει τη θεραπεία τους ακόμα πιο απαιτητική.
Είναι σαφές πως είναι αναγκαία η στήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας αλλά και των νοσοκομείων με προσλήψεις και τον απαραίτητο εξοπλισμό. Παρόλα αυτά δηλώσεις όπως αυτή του βουλευτή Λάρισας της ΝΔ, Χρήστου Κέλλα, δείχνουν πως η κυβέρνηση συνεχίζει να κινείται σε άλλο δρόμο: «Είναι δυνατόν να κοιτάμε το πρωτόκολλο για να δημιουργήσουμε ΜΕΘ, όταν τις έχουμε τόσο πολύ ανάγκη;».