Θοδωρής Μαγκλάρας*
▸ Για μια ακόμα φορά -πραγματικά σαν τον κλέφτη- το Υπουργείο Παιδείας ακολουθώντας πιστά τις ευρωπαϊκές επιταγές κατέθεσε έκτακτη τροπολογία με την οποία αναγνωρίζεται η επαγγελματική ισοδυναμία των ενιαίων κύκλων σπουδών των δημόσιων πανεπιστημίων με τα 3ετη Bachelor των ιδιωτικών κολλεγίων. Γνωστή η τακτική της κυβέρνησης να αξιοποιεί την πανδημία για την κατάθεση fast track νομοσχεδίων και τροπολογιών.
Ο αντιδημοκρατικός τρόπος με τον οποίο κατατέθηκε η συγκεκριμένη είναι ενδεικτικός του τρόπου και του σκοπού με τον οποίο υλοποιείται η κυβερνητική πολιτική. Πρόκειται για μια τροπολογία που κατατέθηκε εκπρόθεσμα, χωρίς διάλογο και με άμεσο στόχο την εξυπηρέτηση του ιδιωτικού παράγοντα, δηλαδή των ιδιωτικών κολλεγίων και των ιδιοκτητών τους, εις βάρος του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου. Πληροί, δηλαδή, όλες τις προϋποθέσεις της αντιδραστικής ατζέντας της κυβέρνησης που κωδικοποιείται στο γενικό δίπτυχο «διάλυση-επιχειρηματική ανασυγκρότηση».
Διάλυση, υπό την έννοια ότι η εργασιακή προοπτική και επαγγελματική κατοχύρωση του αποφοίτου υφίσταται ευθεία επίθεση. Στους μηχανικούς, για παράδειγμα, η επίθεση αυτή έχει ξεκινήσει ήδη από τα προηγούμενα χρόνια με τη δημιουργία βαθμίδων και κλάσεων–με τις προφανείς συνέπειες στην επαγγελματική κατοχύρωση τους- δημιουργώντας συνθήκες σκληρά εκμεταλλευόμενης μισθωτής εργασίας στον κλάδο. Αυτή η επίθεση κορυφώνεται με την συγκεκριμένη τροπολογία, που ουσιαστικά έρχεται να εξισώσει προς τα κάτω τα εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα όλων των εργαζόμενων. Επιχειρηματική ανασυγκρότηση, καθώς αυτό που κάνει είναι να εντείνει τον κατακερματισμό των εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων με όρους αγοραπωλησίας δεξιοτήτων, προφασιζόμενη την δίκαια και ισότιμη πρόσβαση στα επαγγελματικά επιμελητήρια. Πρακτικά εγκαθιδρύεται και με τη βούλα ένα παζάρι προσόντων και «υπογραφών» από την οποία ο ιδιωτικός παράγοντας θα βγει κερδισμένος εις βάρος της δημόσιας εκπαίδευσης και της εργασιακής προοπτικής των αποφοίτων.
Προφανώς, η ρευστοποίηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων και η πλήρης αποσύνδεσή τους από το πτυχίο πλήττει άμεσα τον κόσμο της εργασίας, καθώς καθιστούν δυσμενέστερους τους όρους με τους οποίους θα διαπραγματευθεί την εργασιακή του δύναμη την επόμενη μέρα. Με αυτόν τον τρόπο, αφ’ ενός η αγορά εργασίας τροφοδοτείται με άμεσα και σκληρά εκμεταλλεύσιμο εργατικό δυναμικό, αφ’ ετέρου ο ιδιωτικός παράγοντας (ξανα)βγαίνει ενισχυμένος με τη συνεχή και επί πληρωμή επανακατάρτιση να τίθεται στο τραπέζι με όρους προϋπόθεσης. Υλοποιείται μια ποιοτική εμβάθυνση του κατανεμητικού ρόλου του πανεπιστημίου, δηλαδή του ρόλου που έχει να τροφοδοτεί την αγορά εργασίας με το κατάλληλο δυναμικό σε αριθμό, δεξιότητες, ρόλο στην παραγωγή. Αυτή η κατεύθυνση περιγράφεται γλαφυρά από τους κυβερνητικούς εκπροσώπους και την περιβόητη έκθεση Πισσαρίδη και υλοποιείται πιστά με σειρά νομοθετικών μέτρων. Από την απόσπαση της παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας στις «καθηγητικές» σχολές μέχρι τις πρόσφατες εξαγγελίες για «διπλά» πτυχία άσχετων μεταξύ τους επιστημονικών αντικειμένων προς εξυπηρέτηση των προσωρινών αναγκών της αγοράς εργασίας.
Είναι δεδομένο, ότι αυτές οι αλλαγές θα πλήξουν σημαντικά τους εργαζόμενους και την εργασιακή προοπτική των αποφοίτων. Από αυτή τη σκοπιά θα πρέπει να γίνεται και η όποια κριτική, κόντρα σε συντεχνιακές λογικές βάση των οποίων τα επαγγελματικά επιμελητήρια κατήγγειλαν το Υπουργείο την ίδια στιγμή που στη θέση των εργαζομένων βλέπουν πελάτες και αριθμούς συνδρομών. Από αυτήν την σκοπιά θα πρέπει και το φοιτητικό κίνημα να συνδεθεί με τον κόσμο της εργασίας διεκδικώντας στο σήμερα αξιοπρεπή εργασία και ζωή.