Δημήτρης Τζιαντζής
Μέσω μιας φονικής πανδημίας και λαϊκών εξεγέρσεων η φετινή κρίσιμη εκλογική μάχη για την Προεδρία των ΗΠΑ, έχει οδηγήσει τους καλλιτέχνες της χώρας, ηθοποιούς, μουσικούς και τραγουδιστές, «στις επάλξεις» για να φύγει ο Τραμπ. Είναι αυτό όμως αρκετό;
Στη δεκαετία του ‘90, μετά τη νίκη των ΗΠΑ και της Δύσης στον ψυχρό πόλεμο, η συντριπτική πλειονότητα των ηθοποιών και τραγουδιστών κρατούσε μια χαλαρή απολίτικη στάση και επικρατούσε σε γενικές γραμμές η γραμμή ότι «δουλειά μας είναι να ψυχαγωγούμε τον κόσμο όχι να παίρνουμε θέση για τα κοινωνικά ζητήματα και τις γεωπολιτικές συγκρούσεις». Οι καμπάνιες υπέρ της ψήφου, όπως το «rock the vote» (με πρωτοβουλία της δισκογραφικής Virgin), κατά τις οποίες καλλιτέχνες έστελναν μήνυμα κατά της πολιτικής απάθειας έμοιαζαν το ίδιο ξεπερασμένες με τα κοινωνικά μηνύματα κατά της χρήσης ναρκωτικών.
Αυτό άρχισε να αλλάζει κυρίως μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και την πολεμική εκστρατεία των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Το «προοδευτικό» για τα αμερικανικά δεδομένα Χόλιγουντ διχάστηκε και πολλοί πρωτοπόροι καλλιτέχνες έστειλαν μήνυμα κατά των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων ακόμα και μέσα στην ίδια την τελετή των Όσκαρ.
Ωστόσο, σε σύγκριση με σήμερα, οι ηθοποιοί και τα συγκροτήματα που έβγαιναν από το καβούκι τους και έπαιρναν μέρος σε διαδηλώσεις ή έπαιρναν κάποια λίγο πιο ριζοσπαστική θέση για κοινωνικά ζητήματα έμοιαζαν με σταγονίδια μέσα σε μια λίμνη απάθειας. Οι περισσότεροι ακόμα έτρεμαν ότι, αν ξεπεράσουν τα όρια, αυτό θα επιφέρει επιπτώσεις στην καριέρα τους. Ήταν η εποχή που για ζητήματα όπως η σεξουαλική παρενόχληση επικρατούσε ακόμα μια ιδιόμορφη ομερτά. Το απόστημα αυτό σιγά-σιγά άρχισε να σπάει και όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι δεν μπορούν να ζούνε σε μια φούσκα, λέγοντας ότι η πολιτική δεν τους αφορά.
Η νέα πολιτικοποίηση στις γραμμές των καλλιτεχνών ξεκίνησε από το νέο κίνημα για το περιβάλλον, τη γυναικεία χειραφέτηση, τα ΛΟΑΤ δικαιώματα και την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, ωστόσο συνδέθηκε αναπόφευκτα και με τον αγώνα κατά της κοινωνικής ανισότητας. Το 2016 η πρώτη σε πωλήσεις τραγουδίστρια στις ΗΠΑ, η Τέιλορ Σουίφτ, δέχτηκε διαδικτυακή επίθεση από συναδέλφους της ως παράδειγμα προς αποφυγή καλλιτέχνη που κρατάει το κεφάλι του κάτω και επί σειρά ετών αρνείται να πάρει θέση για «αμφιλεγόμενα» ζητήματα όπως η γυναικεία κακοποίηση, με αφορμή τη δικαστική μάχη μιας τραγουδίστριας με τον παραγωγό της, ο οποίος την εκμεταλλευόταν σεξουαλικά. Δύο χρόνια μετά η Τέιλορ Σουίφτ βγήκε και αυτή από τη «γυάλα της», παίρνοντας θέση κατά του Ντόναλντ Τραμπ.
Η «πολιτική μεταμόρφωση» της Σουίφτ συνέπεσε με μια τεράστια μεταστροφή στη στάση των εμπορικών καλλιτεχνών, στην οποία συνέβαλε τα μέγιστα η εφιαλτική τετραετία Τραμπ. Η μαζική συμμετοχή καλλιτεχνών και ηθοποιών στις διαδηλώσεις του κινήματος Black Lives Matters ήταν κάτι πρωτοφανές στην ιστορία των ΗΠΑ. Ωστόσο κανείς δεν κατάφερε να ενώσει το σύνολο του καλλιτεχνικού κόσμου όπως ο «δυνάστης Τραμπ». Στη μάχη για το χρίσμα των Δημοκρατικών, ο Μπέρνι Σάντερς είχε σαφές προβάδισμα ανάμεσα σε όσους πήραν θέση, ωστόσο η «σιωπηλή πλειονότητα» φάνηκε ότι επικροτεί μια πιο συντηρητική λύση. Η επιλογή του «κουρασμένου Τζο» Μπάιντεν δημιούργησε μια αρχική απογοήτευση και καλλιτεχνική αποστράτευση που ωστόσο γρήγορα μετριάστηκε, μπροστά στο κεντρικό διακύβευμα να φύγει εδώ και τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ, ένα αίτημα που μετά από 230.000 νεκρούς στις ΗΠΑ από κορονοϊό δυνάμωσε ακόμα περισσότερο.
Εντός των ορίων της δεξιάς πτέρυγας των Δημοκρατικών εγκλωβίζεται η νέα πολιτικοποίηση του καλλιτεχνικού κόσμου
Η επιλογή της «πρώτης μαύρης υποψήφιας για την αντιπροεδρία των ΗΠΑ» Κάμαλα Χάρις από την Καλιφόρνια έφερε μεγαλύτερη συσπείρωση, παρά τις συντηρητικές της θέσεις σε μια σειρά θεμάτων όπως η «περίθαλψη για όλους» (που ήταν κατά) και η κατάργηση της θανατικής ποινής. Αρκετοί επικαλούνται το συμβολισμό της εκλογής μιας μαύρης γυναίκας στην αντιπροεδρία, (και στην προεδρία αν συμβεί κάτι στον 78χρονο Μπάιντεν), για να δικαιολογήσουν τη ψήφο τους.
Διαβάζοντας τον «κατάλογο» των υποστηρικτών του Μπάιντεν και της Χάρις, ανάμεσά τους συναντά την αφρόκρεμα του Χόλιγουντ. Ο Τραμπ, εκτός από τους ράπερ Λιλ Γουέιν και Λιλ Παμπ δεν έχει να επιδείξει παρά μια χούφτα γερασμένους και παρηκμασμένους συντηρητικούς ηθοποιούς όπως ο 82χρονος Γιον Βόιτ και η ρατσίστρια κωμικός Ροζάν Μπαρ που απολύθηκε από τη δουλειά της γιατί παρομοίασε μαύρη υπουργό με πίθηκο. Υπάρχουν φυσικά εξαιρέσεις που προτείνουν ψήφο στο Ελευθεριακό Κόμμα ή τους Πράσινους. O Κάνιε Γουέστ (σύζυγος της Κιμ Καρντάσιαν κατεβαίνει σε 11 πολιτείες ως ανεξάρτητος υποψήφιος, στις υπόλοιπες κλείνει το μάτι στον Τραμπ λέγοντας ότι τα πράγματα είναι καλύτερα από ότι ήταν την περίοδο Ομπάμα για άτομα που έχουν περιουσία. Ο 50cent πήρε πίσω τη δημόσια στήριξη που αρχικά παρείχε στον Τραμπ.
Σε ομιλία του στην πολιτεία της Πενσυλβάνια ο Τραμπ κατηγορεί τους αστέρες της σόου μπιζ που στηρίζουν τον αντίπαλό του.
«Τώρα (ο Μπάιντεν) έχει τη Λέιντι Γκάγκα (Lady Gaga) στο πλευρό του» τονίζει. Θα μπορούσα να σας πω αρκετές ιστορίες. Ξέρω πολλές ιστορίες για αυτή».
Συνεχίζει στρέφοντας τα «βέλη» του στον τραγουδιστή Τζον Μπον Τζόβι λέγοντας: «Κάθε φορά που με βλέπει του τρέχουν τα σάλια: «Ω, κύριε πρόεδρε». Κάτι θα του έταξαν όπως και σε όλους τους άλλους.
Μάλιστα ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι μαζεύει περισσότερο κόσμο στις ομιλίες του από τον Μπάιντεν ή τον Κλίντον παρά το γεγονός ότι δεν έχει στήριξη από διάσημα πρόσωπα. «Ξέρετε τι συμβαίνει;» είπε για τον Μπον Τζόβι. «Λέει ένα-δύο τραγούδια μετά ο κόσμος φεύγει» και μετά ο «κουρασμένος Τζο ανεβαίνει να μιλήσει σε άδειες εξέδρες». «Αυτό συνέβη και με τη Χίλαρι έτσι; Είχε στο πλευρό της τη Μπιγιονσέ και τον Τζέι-Ζ. Ο Τζέι άρχισε να βρίζει (F-Word) και μετά έφυγαν και η Χίλαρι έμεινε να μιλάει χωρίς να είναι κανείς από κάτω».
Donald Trump goes after Lady Gaga, Beyoncé, Jay-Z & Bon Jovi for supporting the Democratic Party. pic.twitter.com/m6MLHyTlwk
— Pop Crave (@PopCrave) November 2, 2020
Η νέα πολιτικοποίηση που φαίνεται και στους αριθμούς ρεκόρ όσον αφορά την πρόωρη ψήφο είναι δύσκολο να κρατηθεί για πάντα μέσα σε στενά καλούπια. Ωστόσο, η άκριτη στήριξη στο δίδυμο Μπάιντεν-Χάρις που υπόσχεται επιστροφή στη «χρυσή εποχή» Ομπάμα σε πιο συντηρητική εκδοχή δείχνει ότι το σύστημα διατηρεί –για την ώρα– τον περιορισμό αυτού του ρεύματος τουλάχιστον στον κόσμο του θεάματος σε ασφαλείς γι’ αυτό λύσεις.