Αποστόλης Νικολόπουλος
▸ Την Δευτέρα παρουσιάστηκε από την υπουργό Παιδείας το νομοσχέδιο για την επαγγελματική εκπαίδευση, το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση με στόχο να ψηφιστεί μέχρι τα Χριστούγεννα.
Είναι ένα ακραία αντιδραστικό κατασκεύασμα, που επικαιροποιεί βασικές πλευρές του διαβόητου νόμου Αρβανιτόπουλου και ενσωματώνει δραστικά κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΟΟΣΑ καθώς και υποδείξεις του ΣΕΒ.
Θεσμοθετούνται επαγγελματικές σχολές κατάρτισης, όπου θα εισάγονται απόφοιτοι γυμνασίου για να γίνουν «τεχνίτες». Οι συγκεκριμένες σχολές δεν θα παρέχουν απολυτήριο λυκείου και μέσω αυτών χιλιάδες ανήλικοι μαθητές θα πετιούνται έξω από την κυρίως εκπαίδευση, δεν θα αποκτούν στέρεη υποδομή γνώσεων και θα προσφέρονται για «πρόγραμμα μάθησης σε εργασιακό χώρο» ή πρακτική άσκηση σε επιχειρήσεις ενώ θα φοιτούν.
Ταυτοχρόνως, στο νομοσχέδιο δίνεται έμφαση στη μεταλυκειακή μαθητεία και στην αιτιολογική έκθεση καθορίζονται φιλόδοξοι στόχοι για την επέκτασή της. Τα αποτελέσματα αυτής της σχεδιαζόμενης αναδιάταξης της ΤΕΕ θα είναι δραματικά για τα παιδιά από τα εργατικά στρώματα, ιδιαίτερα μετά και την υποκατάσταση της εκπαίδευσης από την «τηλεκπαίδευση» ήδη για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και την προώθηση της τράπεζας θεμάτων και της μείωσης εισακτέων στα ΑΕΙ.
Βασικό χαρακτηριστικό του νομοσχεδίου είναι η τυφλή υποταγή της επαγγελματικής εκπαίδευσης στις επιθυμίες των επιχειρήσεων και η δήθεν «αυτονομία» των σχολικών μονάδων, που συνοδεύεται από την επέμβαση των «κοινωνικών εταίρων» στη λειτουργία τους. Προβλέπονται διαδικασίες καθορισμού τομέων και ειδικοτήτων που να ανταποκρίνονται «στις ανάγκες της αγοράς» και διαρκούς μελέτης σχετικών δεικτών, με συνέπεια ένα μόνιμο καθεστώς αβεβαιότητας και επαπειλούμενων καταργήσεων ή συγχωνεύσεων σχολείων και σχολών. Λαμβάνονται επίσης μέτρα για την δια βίου μάθηση, τις διαδικασίες πιστοποίησης, την σύνταξη οδηγών κατάρτισης και το εθνικό πλαίσιο προσόντων, ώστε να καλυφθούν ανάγκες του κεφαλαίου σχετικές με το εργατικό δυναμικό και την κινητικότητά του. Η «προκοπή» όμως του εργαζόμενου θεωρείται αποκλειστικά δική του ευθύνη και το βάρος της απόκτησης προσόντων πέφτει στους ώμους του.
Όσα προβλέπονται στο νομοσχέδιο δείχνουν ότι δεν υπάρχουν περιθώρια αιτημάτων «καλλωπιστικού» τύπου («υπεράσπιση» της μαθητείας, «βελτίωση» της «τηλεκπαίδευσης» κλπ.). Χρειάζεται ένα σχολείο που θα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες και θα συνεισφέρει στην εργασιακή αξιοπρέπεια των αποφοίτων.