Γιάννης Ελαφρός
▸ Μπροστά στον αντιδραστικό οδοστρωτήρα δεν αρκούν συμβολικές κινητοποιήσεις ή «εξεγέρσεις» λίγων, απαιτείται ανατρεπτικό μαζικό κίνημα
«Αποφασίσαμε σήμερα να μην σταματήσουμε τη ζωή στην πόλη και θα το συνεχίσουμε αυτό για να τελειώνει η υπόθεση με διαδηλώσεις που καταλύουν την κοινωνική ζωή». Τάδε έφη ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη(!) σε συνέντευξή του στον Σκάι το βράδυ της 17ης Νοέμβρη. Από παιδί και από… υπουργό μαθαίνεις την αλήθεια. Ούτε πανδημίες, ούτε άλλες δικαιολογίες. Η κυβερνητική γραμμή ολόγυμνη, αποκρουστική, εμπρός μας. «Να τελειώνουμε με διαδηλώσεις που καταλύουν την κοινωνική ζωή» και βεβαίως με το εμβληματικό αντικαπιταλιστικό, αντιιμπεριαλιστικό, εξεγερτικό Πολυτεχνείο.
Η επίθεση κυβέρνησης και κράτους ήταν εντυπωσιακή. Παρέταξαν απέναντι σε λίγους λόγω συνθηκών διαδηλωτές χιλιάδες καλογυαλισμένους αστυνομικούς και ένα πλήθος πανάκριβων μέσων καταστολής, δείχνοντας που πάνε τα δημόσια κονδύλια που λείπουν τραγικά από το ΕΣΥ. Μαζί και το νομικό πλέγμα της καταστολής. Από την χουντική απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων, μέχρι την ενεργοποίηση διώξεων για «διέγερση σε ανυπακοή» (Θεσσαλονίκη), την αναζήτηση από αστυνομικές αρχές «οργανωτών» των πορειών (γνωστοί αγωνιστές ή στελέχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δέχθηκαν τέτοια απειλητικά τηλεφωνήματα σε μια σειρά πόλεις), την πρώτη πανελλαδικά βεβαίωση προστίμου 3.000 ευρώ για «οργανωτή» στον αγωνιστή δάσκαλο και δημοτικό σύμβουλο Αμπελοκήπων Ηλία Σμήλιο, τις δεκάδες συλλήψεις και βεβαίως την μαζική επιβολή προστίμων 300 ευρώ για την οικονομική εξόντωση του κινήματος.
Είναι φανερό πως κυβέρνηση και σύστημα θέλουν να επιβάλλουν μια υπεραντιδραστική τομή. Δεν είναι κυρίως η πίεση της ακροδεξιάς πτέρυγας, αυτή είναι αποτέλεσμα και όχι αιτία. Ούτε μόνο η προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την λαϊκή οργή που αναπτύσσεται από την κυβερνητική εγκληματική διαχείριση της πανδημίας, τόσο υγειονομικά όσο και κοινωνικά. Πρόκειται για βαθύτερες τάσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας. Αυτά κάνει και ο Μακρόν στη Γαλλία…
Ειδικά ο Μητσοτάκης, αξιοποιώντας την προκλητική συναίνεση ΣΥΡΙΖΑ κι όντας εν μέσω πανδημίας (που αντικειμενικά πολύς κόσμος φοβάται), επιχειρεί να «τελειώσει» με τις κατακτήσεις του κινήματος μετά τη χούντα. Εκεί σκοπεύει και το Ιουλιανό νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, αλλά και οι προαναγγελθείσες νομοθετικές ρυθμίσεις Βρούτση για συνδικαλισμό και απεργίες, που θέλουν πια να τις κάνουν οριακά αδύνατες να πραγματοποιηθούν. Θέλουν να τελειώνουν όχι μόνο με τους ανατρεπτικούς αγώνες, αυτοί ήταν έτσι κι αλλιώς στο στόχαστρο, αλλά ακόμα και με τις κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας και φρεναρίσματος της επίθεσης. Η πλευρά αυτή κτυπά ειδικά το ΚΚΕ. Δεν είναι καθόλου τυχαία η άγρια καταστολή της συμβολικής του διαδήλωσης στα Προπύλαια την Τρίτη. Τώρα τίθενται κι αυτές οι κινητοποιήσεις εκτός νόμου ή απαιτούν ανοικτή συμμόρφωση. Όπως εύστοχα έγραψε ο Γ. Παυλόπουλος στο prin.gr περνάμε «σε μια ανώτερη και σαφώς πιο δύσκολη πίστα, στην οποία δεν υπάρχουν πολλές ‘’ζωές’’ για ξόδεμα».
Στις νέες συνθήκες το δίλημμα τίθεται ακόμα πιο καθαρά μπροστά σε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς: Υποταγή και ενσωμάτωση, συμβολική και κυρίως κοινοβουλευτική αντιπαράθεση ή γραμμή και λογική ανατροπής; Η πρώτη επιλογή αφήνει πλήρως απροστάτευτο τον κόσμο της εργασίας και πολιτικά οδηγεί στην εναλλαγή διαχειριστή μέσω ΣΥΡΙΖΑ.
Συντονισμός της μαχόμενης Αριστεράς, πολιτική μετωπική αντικαπιταλιστική συσπείρωση
Την Τρίτη όμως έγιναν ορισμένα σημαντικά βήματα στο δρόμο της ανατροπής. Χιλιάδες κόσμου σε όλη την Ελλάδα βγήκαν στο δρόμο, έσπασαν την απαγόρευση, δεν πέρασε η σιγή νεκροταφείου. Για «σοβαρή θετική παρακαταθήκη» μιλά το ΝΑΡ, αναδεικνύοντας «το γεγονός πως βρέθηκαν στο δρόμο μαχητικά, αν και όχι με τον αναγκαίο αγωνιστικό συντονισμό, με τη μία ή την άλλη μορφή, το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες δυνάμεις της μαχόμενης αριστεράς». Αφέθηκαν στην άκρη, ηττημένα από τη ζωή, τα διάφορα «θα τα πούμε μετά».
Για τις ανώτερες προκλήσεις όμως απαιτούνται και ανώτερες απαντήσεις. Την αντιδραστική επέλαση του συστήματος δεν θα την ανατρέψουν μόνες τους κάποιες πρωτοπορίες, πραγματικές ή κατ΄ όνομα. Δεν αρκούν κομματικές ή συμβολικές κινητοποιήσεις και ενέργειες, ούτε βέβαια ο ελιτισμός ομάδων που θεωρούν πως κάνουν «εξέγερση» μόνες τους (δεν είναι τυχαία η απουσία πολλών αναρχικών ομάδων με παρόμοια λογική). Απαιτείται μαζικό, ενωτικό, αποφασισμένο, ανατρεπτικό κίνημα, με κοινή δράση της Αριστεράς και πολιτικό νεύρο μια αντικαπιταλιστική πολιτική γραμμή και μέτωπο. Σε αυτό θα κριθούμε. Οι πρωτοπορίες πρέπει να βγουν μπροστά, θα ρισκάρουν και θα ανοίξουν δρόμους, αποφεύγοντας συντριπτικό κτύπημα, πάντα όμως με λογική μαζικού κινήματος και όχι υποκατάστασής του. Μόνο έτσι μπορούν να το «εκπαιδεύουν» για ανώτερες μάχες και να εκπαιδεύονται και οι ίδιες.
Κρίσιμα ζητούμενα το επόμενο διάστημα είναι ένα αγωνιστικό εργατικό μέτωπο όλων των μαχόμενων δυνάμεων, ειδικά ενόψει της απεργίας στις 26 Νοέμβρη αλλά και μετά, για την ανατροπή της καταστροφικής υγειονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, καθώς και των αντεργατικών μέτρων και σχεδίων κατά των ελευθεριών, που βρίσκονται σε εξέλιξη. Η μάχη της απεργίας και των απεργιακών συγκεντρώσεων στις 26 Νοέμβρη θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Μπροστά σε αυτήν απαιτείται η κοινή δράση όλων των δυνάμεων της ανυπακοής και της ταξικής δράσης που έσπασαν την απαγόρευση.
Η σταθεροποίηση του συντονισμού των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής και αντιιμπεριαλιστικής Αριστεράς, όπως εκφράστηκε και με την κοινή ανακοίνωση των 17 οργανώσεων στις 18/11, θα συμβάλει, στο βαθμό βεβαίως που υλοποιείται στην πράξη. Πολιτική προοπτική θα δώσει η αναζωογόνηση της συνολικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής συσπείρωσης, με ιδιαίτερη συμβολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ.
Όσο για τις δυνάμεις της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, ο στόχος μια ανώτερης προγραμματικής και οργανωτικής συγκρότησης γίνεται σήμερα ακόμα πιο ζωτικός.