Χρίστος Κρανάκης
Ευγενία Σαββάκη
Mε στόχο τον ανώτερο θεωρητικό «εξοπλισμό» του εργατικού κινήματος –και ειδικότερα της νέας εργατικής βάρδιας– η συλλογικότητα Attack στην ανεργία και την επισφάλεια προχώρησε μέσα από μια συλλογική προσπάθεια στην έκδοση κειμένου εργασίας, με τίτλο «Τηλεργασία: Μια σύγχρονη μορφή εκμετάλλευσης», όπου περιγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα της τηλεργασίας. Ολόκληρο το κείμενο βρίσκεται στο site της συλλογικότητας: attack.org.gr και στη σελίδα της στο Facebook: Attack στην ανεργία και την επισφάλεια.
Η τηλεργασία πρέπει να θεωρείται ως ένας εργοδοτικός μηχανισμός καταπάτησης των εργατικών δικαιωμάτων και κεκτημένων. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει μια πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση της νεολαιίστικης συλλογικότητας Attack στην ανεργία και την επισφάλεια, η οποία «μελετά» τη νέα ανερχόμενη στην εποχή του κορονοϊού εργασιακή τάση της τηλεργασίας. Μέσα από τη συμπύκνωση των επίσημων στοιχείων από έρευνες και μελέτες, με τις υπάρχουσες θεωρητικές επεξεργασίες του εργατικού κινήματος και των εμπειριών των ίδιων των εργαζομένων, αποδεικνύεται βήμα-βήμα το γιατί η τηλεργασία, παρότι μπορεί φαινομενικά να «λάμπει», στην πραγματικότητα μόνο «χρυσός» δεν πρέπει να θεωρείται.
Σκοπός του κειμένου εργασίας είναι «να αποτελέσει έναν εν δυνάμει οδηγό αγώνα και διεκδικήσεων τόσο για τις εργατικές συλλογικότητες όσο και για τους εργαζομένους που εργάζονται υπό καθεστώς τηλεργασίας». Παράλληλα, απευθύνεται κάλεσμα σε όλες τις μαχόμενες συλλογικότητες του εργατικού κινήματος, να μην ξεχάσουν τους εργαζόμενους σε συνθήκες τηλεργασίας, αλλά αντίθετα να βρεθούν στην πρώτη γραμμή του αγώνα: «Για την καλύτερη ενημέρωση των τηλεργαζομένων, τη γνωστοποίηση φαινομένων εργοδοτικής αυθαιρεσίας και τη στήριξη κάθε αγωνιστικού ξεσπάσματος».
Αναγκαία προϋπόθεση για την ενίσχυση των εργατικών αγώνων, αποτελεί η συλλογική και από τα «κάτω» μελέτη και επεξεργασία του εκμεταλλευτικού πυρήνα των σύγχρονων μορφών εργασίας, σημαντικό τμήμα των οποίων αποτελεί και η τηλεργασία. Η «αναγέννηση» κέντρων αγώνα που συζητάνε, αναλύουν και επεμβαίνουν στην εργασιακή πραγματικότητα αποτελεί καθήκον (και) της εργαζόμενης νεολαίας — παρά τους δυσμενείς συσχετισμούς δύναμης.
«Ευχή» για τους εργοδότες, «κατάρα» για τους εργαζόμενους
Με βασικό σημείο αναφοράς την έλευση της πανδημίας του κορονοϊού σημειώνονται μια σειρά από αντεργατικές τομές που επιδρούν καθοριστικά στη σύγχρονη αγορά εργασίας. Η παγκόσμια εφαρμογή έκτακτων νομοθετημάτων (λόγω Covid-19) επανέφερε πιο επιθετικά στο προσκήνιο μοντέλα εργασίας που τα προηγούμενα χρόνια είτε βρίσκονταν σε πειραματικό στάδιο είτε ήταν πρώιμα ανεπτυγμένα. Μέρος αυτών των μοντέλων είναι και η τηλεργασία, η οποία φαίνεται πως αποτελεί «μια ξεχωριστή και ιδιαίτερη περίπτωση για το σύνολο του φάσματος της εργασίας, καθώς με την ανάδειξη των πλεονεκτημάτων της για το κεφάλαιο, ο κίνδυνος διεύρυνσης και παγίωσής της –και μετά την πανδημία– φαντάζει πιο ορατός από ποτέ». Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός, πως ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι της μισθωτής διανόησης (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, ναυτιλιακά, ΜΜΕ, τεχνική υποστήριξη κ.λπ.) δουλεύουν υπό καθεστώς τηλεργασίας σε μόνιμη βάση. Η τηλεργασία αποτελεί μια μορφή εργασίας, στενά συνδεδεμένη με την τεχνολογική ανάπτυξη και ορίζεται: «ως η δυνατότητα ή υποχρέωση ενός εργαζομένου να δουλεύει εκτός του συμβατικού εργασιακού χώρου, αξιοποιώντας τη συνδυαστική χρήση των τεχνολογικών μέσων. Κατά την τηλεργασία, ο εργαζόμενος επικοινωνεί εξ αποστάσεως με τη διεύθυνση της εταιρείας, τους συναδέλφους του και (όπου χρειάζεται) με τους πελάτες που εξυπηρετεί».
Η (μερική) καθιέρωση της τηλεργασίας στο σύγχρονο εργασιακό τοπίο, συνδέεται (σχεδόν) γραμμικά με την τεχνολογική «έκρηξη» των τελευταίων 30-40 ετών και τον τρόπο που αυτή «αξιοποιήθηκε» προς όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος των εργαζομένων. Παρότι πρέπει να θεωρείται κοινή παραδοχή πως: «η άρνηση της τεχνολογικής ανάπτυξης αποτελεί πτυχή σκοταδιστικής, αντιεπιστημονικής και ανιστόρητης σκέψης», στο «στόχαστρο» του εργατικού κινήματος πρέπει να μπαίνει το στοιχείο της ανώτερης εκμετάλλευσης μέσω της τεχνολογικής προόδου, από πλευράς κεφαλαίου και για λόγους κερδοσκοπικούς. Η τηλεργασία αντανακλά τις δυσθεώρητες αντιθέσεις του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού. «Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, παρότι μπορεί να αξιοποιηθεί προς όφελος του κόσμου της εργασίας, καθώς εν δυνάμει μπορεί να μειώσει τον απαιτούμενο ημερήσιο χρόνο και τα συνολικά έτη δουλειάς, να προσφέρει στον εργαζόμενο μια συνολική εποπτεία του κλαδικού αντικειμένου, να αυξήσει τους μισθούς μειώνοντας ταυτόχρονα την ανεργία κ.α., εντούτοις χρησιμοποιείται από το κεφάλαιο ως “όπλο” για τη μεγαλύτερη καθυπόταξη και εκμετάλλευση της εργατικής τάξης σε ρυθμούς και όρους εντατικοποιημένης-καταπιεζόμενης και αλλοτριωτικής εργασίας».
Ο εργαζόμενος στην τηλεργασία –παρότι δουλεύει από το σπίτι– νιώθει την «παρουσία» του εργοδότη του και την ελαστικοποίηση των εργατικών ωραρίων με αναβαθμισμένο τρόπο
Όσον αφορά την έκταση της τηλεργασίας σήμερα, τα επίσημα στοιχεία αναφέρουν ότι: Στην ΕΕ το 2017 οι τακτικά τηλεργαζόμενοι αποτελούσαν το 8,3% του συνόλου των μισθωτών στην Ευρώπη, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό την ίδια χρονιά ήταν 5% του εργατικού δυναμικού (1,7% κατ’ οίκον και 3,3% κινητή τηλεργασία). Στις ΗΠΑ από το 2005 μέχρι το 2015 ο αριθμός εργαζομένων στην τηλεργασία εκτοξεύθηκε κατά 115%, και το 2019 η αύξηση αυτή έφτασε το 140%. Σημαντικό είναι πως, μετά την έλευση της πανδημίας, τα ποσοστά αυτά αυξήθηκαν δραματικά (42% του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ δούλευε από το σπίτι), ενώ έκδηλη είναι η τάση μονιμοποίησης της τηλεργασίας σε πολλούς κλάδους και επιχειρήσεις. Σχετικά με την «επόμενη μέρα» της τηλεργασίας, υπάρχει η εκτίμηση πως «η τάση μονιμοποίησης της τηλεργασίας, παρότι παγκόσμια, δεν θα είναι ευθύγραμμη σε όλο τον πλανήτη, ούτε σε όλους τους κλάδους», ενώ αναφορικά με την Ελλάδα, το ποσοστό εδραίωσης της τηλεργασίας θα εξαρτηθεί από «το μέγεθος της εταιρίας ή της επιχείρησης, τη σύνδεση των δραστηριοτήτων της με το εξωτερικό και τον κλάδο στον οποίο αυτή εντάσσεται».
Σημαντικό καθήκον του εργατικού κινήματος, όπως τίθεται και από την Attack, αποτελεί η αναλυτική ψηλάφηση των δυσμενών συνεπειών και επιπτώσεων που επιφέρει η τηλεργασία στη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων. Με λίγα λόγια: «Ο τηλεργαζόμενος –παρότι δουλεύει από το σπίτι– νιώθει την “παρουσία” του εργοδότη του, τις ασφυκτικές τελικές προθεσμίες, την ελαστικοποίηση των εργατικών ωραρίων με αναβαθμισμένο τρόπο».
Ενδεικτικά, μεταξύ των επιπτώσεων της τηλεργασίας στο εργατικό δυναμικό, ιεραρχείται:
– Η επιδείνωση της ψυχικής υγείας των εργαζομένων που έρχεται ως απόρροια της έλλειψης διαπροσωπικών επαφών για μεγάλο μέρος της ημέρας και της βδομάδας, της μετατροπής του προσωπικού χώρου και χρόνου σε εργασιακό και της υπέρμετρης δέσμευσης της προσωπικής, οικογενειακής και γενικότερα κοινωνικής ζωής.
– Η αναίρεση της δυνατότητας συλλογικής διεκδίκησης και συνδικαλιστικής δράσης, καθώς η όρθωση συλλογικών αντιστάσεων σε περιπτώσεις αυθαιρεσίας καθίσταται πρακτικά αδύνατη, όχι μόνο επειδή είναι εξ ορισμού δύσκολη μέσα από διαδικτυακές πλατφόρμες, αλλά κυρίως επειδή η εργοδοτική τρομοκρατία δεν γνωστοποιείται μαζικά στο σύνολο των εργαζομένων.
– Η ελαστικοποίηση του ωραρίου, με την τηλεργασία να αποτελεί τον τέλειο «Δούρειο Ίππο» για την οριστική υπέρβαση του καθορισμένου 8ώρου.
– Η περαιτέρω συμπίεση εργατικού μισθού, καθώς, σύμφωνα με την εμπειρία των εργατικών σχημάτων, σε πολλές περιπτώσεις τηλεργασίας οι εργαζόμενοι αμείβονται λιγότερο από ό,τι εάν δούλευαν στον εργασιακό χώρο τους
– Η μετακύλιση των λειτουργικών εξόδων στον εργαζόμενο, η οποία, εν τέλει, αυξάνει το ποσοστό κέρδους του εργοδότη, ακόμη κι αν δεν μειωθεί ο μισθός ή δεν επηρεαστεί η παραγωγικότητα του εργαζομένου. Αυτό συνιστά μια διαδικασία ποιοτικά ανώτερης εργασιακής εκμετάλλευσης.
Απέναντι στα παραπάνω, η Attack αναδεικνύει την ανάγκη «ανασυγκρότησης του κινήματος, η οποία θα εισάγει τους εργαζομένους και τους ανέργους σε μία νέα φάση αντεπίθεσης», με ραχοκοκαλιά τα πρωτοβάθμια σωματεία και τον συντονισμό τους, καθώς «κάθε αγώνας, μικρός ή μεγάλος, θα πρέπει να έχει στον πολιτικό του πυρήνα τη συγκρότηση και την ενίσχυση των μορφών πρωτόλειας συσπείρωσης και κινητοποίησης των ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων σε κλαδικό και τοπικό επίπεδο, τον συντονισμό αυτών, τη δημιουργία υβριδικών μορφών οργάνωσης (επιτροπές αγώνα, θεματικές επιτροπές σωματείων κ.λπ.), καθώς και την οργανική σύνδεση των παραπάνω με το μαχόμενο εργατικό κίνημα».
Οι βασικότερες πτυχές του διεκδικητικού πλαισίου πάλης, που θα τροφοδοτήσει τους αγώνες απέναντι στην τηλεργασία και εν γένει στις αντιδραστικές αλλαγές στις συνθήκες εργασίας είναι:
– Η τηλεργασία να μην μετατραπεί σε μόνιμη συνθήκη για κανέναν εργαζόμενο και εργαζόμενη μετά το πέρας της πανδημίας, παρά μόνο σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αδυναμία μετακίνησης λόγω μόνιμου προβλήματος υγείας.
– Να καλύπτονται πλήρως οι εργατικές απολαβές και οι εργοδοτικές εισφορές –μέσω αυστηρού ελέγχου της κανονικής καταβολής μισθών και αδειών– για όσους εργάζονται από το σπίτι.
– Να προστατευτεί το καθορισμένο 8ωρο και να πληρώνονται οι υπερωρίες.
– Να παρθούν πίσω οι απολύσεις που έγιναν εν μέσω πανδημίας και κάθε δυσμενής μετατροπή συμβάσεων εργασίας.
Πρώτα αγωνιστικά σκιρτήματα τηλε-εργαζόμενων
▸ Η εμπειρία της Beat, οι αγώνες σε Amazon και Instacart
ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ δεν αποτελούν ούτε μια γενικόλογη θεωρητική προσέγγιση, ούτε «εκτιμήσεις» της Attack. Δυστυχώς, προέρχονται από περιγραφές και καταγγελίες που κατέφτασαν στη συλλογικότητα, είτε από τα ίδια της τα μέλη, είτε μέσα από τη διαδικτυακή πλατφόρμα καταγραφής καταγγελιών κατά την περίοδο της πανδημίας.
Ενδεικτικά, εργαζόμενοι ανέφεραν ότι συχνά τελείωναν τη βραδινή βάρδια στις 12 τα μεσάνυκτα για να πιάσουν εκ νέου δουλειά στις 8 π.μ.! Ενώ άλλοι, ότι απομακρύνθηκε «ξαφνικά» συνάδελφός τους, χωρίς ποτέ να μάθουν αν παραιτήθηκε οικειοθελώς ή αν απολύθηκε εν μια νυκτί. Τέτοια και άλλα πολλά παραδείγματα πρέπει να σημάνουν καμπανάκι στο σύνολο του εργατικού κινήματος. Η θεωρητική «οχύρωση» απέναντι στον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα της τηλεργασίας, παρότι αποτελεί σημαντικό βήμα, δεν αρκεί. Στόχος των εργατικών σχημάτων και των συλλογικοτήτων γειτονιάς, πρέπει να αποτελέσει η αυξημένη «εγρήγορσή» τους για τα όσα γίνονται μέσω των «σύγχρονων» μορφών εργασιακής εκμετάλλευσης. Μόνο έτσι, οι ανασφάλιστοι, χωρίς δυνατότητα συλλογικής οργάνωσης, εργαζόμενοι θα νιώσουν τους εργατικούς αγώνες «σάρκα από τη σάρκα τους».
Οδηγό προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελούν τα ελπιδοφόρα παραδείγματα και η πρόσφατη εμπειρία απεργιακών αγώνων που εκδηλώθηκαν από εργαζόμενους στην τηλεργασία διεθνώς. Ενδεικτικά, στις αρχές Απριλίου, εν μέσω lockdown, οι εργαζόμενοι στην εταιρία Beat οργανώθηκαν, παρά το γεγονός ότι εργάζονταν από το σπίτι. Συγκρότησαν σωματειακή επιτροπή και πραγματοποίησαν την πρώτη στάση τηλεργασίας στην Ελλάδα, αντιδρώντας στις 15 απολύσεις και τις περικοπές που ανακοίνωσε η διοίκηση της εταιρείας. Λίγες μέρες νωρίτερα, οι εργαζόμενοι σε Amazon και Instacart είχαν προχωρήσει σε απεργιακές κινητοποιήσεις, λόγω των αυξημένων κρουσμάτων κορονοϊού μεταξύ των εργαζομένων στις αποθήκες των εταιρειών.
Αγώνας ενάντια στα αντεργατικά νομοσχέδια
Το «μπαλάκι» πλέον βρίσκεται στο «γήπεδο» των εργατικών συλλογικοτήτων. Σημαντικότερο σταθμό, που μπορεί να κάνει πιο συνολική την πάλη απέναντι στην εκμετάλλευση της τηλεργασίας, αποτελεί η κατάργηση του (προσφάτως) ανανεωμένου νομικού πλαισίου για την τηλεργασία, στο οποίο περιλαμβάνονται μέτρα παγίωσης της τηλεργασίας –στη μετά Covid εποχή– ως μορφής εργασίας με θετική επίδραση στην παραγωγικότητα των εργαζομένων. Το παραπάνω, μαζί με την ενίσχυση της ευελιξίας ως προς τον χρόνο και τόπο εργασίας και την αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου υπερεργασίας –που αμείβεται φθηνότερα από ό,τι η κλασική υπερωρία– αποτελεί ένα «δώρο» της κυβέρνησης προς τον κάθε εργοδότη και δείχνει πως ο αγώνας για την υπεράσπιση των ταξικών μας συμφερόντων προβλέπεται να γίνει ακόμα πιο σκληρός, αλλά επιτάσσεται να είναι νικηφόρος!
Υπό αυτό το πρίσμα, συλλογικός στόχος πρέπει να θεωρείται η μαζική επανεμφάνιση της νέας εργατικής βάρδιας στις κινητοποιήσεις για το αντεργατικό νομοσχέδιο που αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση εντός Οκτωβρίου και επιδιώκει να καταργήσει οριστικά το καθορισμένο οκτάωρο εργασίας. Το νομοσχέδιο στοχεύει στην ολοκληρωτική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων στον ιδιωτικό τομέα, καθώς θα δίνει τη «δυνατότητα» σε εργοδότη και εργαζόμενο να «συμφωνούν» για το ποιες ώρες θα απασχολείται ο δεύτερος. Ταυτόχρονα, αυξάνεται το ανώτατο όριο υπερωριών αλλά και ο τρόπος πληρωμής, καθώς πλέον θα πληρώνονται (και αν) σε «είδος», μέσω παροχής πρόσθετης άδειας. Υπενθυμίζεται ότι ήδη οι υπερωρίες πληρώνονται με το 40% του ωρομισθίου. Στο πλευρό των πρωτοβάθμιων σωματείων και του συντονισμού τους, οι συλλογικότητες της νέας εργατικής βάρδιας πρέπει να αποτελέσουν τον κρίκο σύνδεσης των νέων εργαζομένων με τις κινητοποιήσεις του μαχόμενου εργατικού κινήματος.