Μαριάννα Τζιαντζή
Λένε πως «η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται». Το ίδιο όμως φαίνεται να ισχύει για την κακή και ανάποδη τηλεοπτική μέρα και συγκεκριμένα για τη χυδαία φράση -με εγκληματικό περιεχόμενο- του παίκτη του Big Brother Αντώνη Αλεξανδρίδη: «με τις γκόμενες πάω με μία κάθε μέρα για να αδειάζει το πακέτο, αλλιώς έχει βιασμό» η οποία έστω και ψιθυριστή καταγράφηκε στο live streaming, στο ριάλιτi Big Brother του ΣΚΑΪ.
Η μόνη αντίδραση των διδύμων παιχτών που συμμετείχαν στην “ανδροκουβέντα” ήταν να χασκογελάσουν. Ο Σκάι επιχειρώντας να κάνει damage control επιχείρησε αρχικά να κουκουλώσει το θέμα διακόπτοντας τη μετάδοση και σβήνοντας σχετικά σχόλια στο youtube. Για κακή τους τύχη ωστόσο το βίντεο είχε διαρρεύσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και έγινε αμέσως viral μαζί με το hashtag #cancelbigbrother, με τους χρήστες εξαγριωμένους να ζητάνε την οριστική κατάργηση μιας εκπομπής που προάγει την κουλτούρα του βιασμού σε ζωντανή μετάδοση. Παρά το χαμό που ακολούθησε ο Σκάι πάλι αρνήθηκε για ώρες να παρει θέση για το ζήτημα. Χρειάστηκε να αρχίσουν οι μικροί χορηγοί να αποσύρουν τη στήριξή τους (αρχικά η Rigas Furniture, στη συνέχεια τα στρώματα Candia και τα φυτώρια Αντεμισάρη-pandasports) για να ζητήσει ο ΣΚΑΪ συγνώμη και να διώξει τον παίκτη.
Κυβέρνηση και αντιπολίτευση τελικά αντέδρασαν έντονα –αν και με αρκετή καθυστέρηση και κάτω από την πίεση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Τέτοια εθνική ομοψυχία έχουμε καιρό να δούμε! Μένει να δούμε αν θα αντιδράσουν και οι τηλεθεατές.
Ο Σκάι δεν έβαλε απλά ένα θεαματικό αυτογκόλ. ΄Όταν διάλεγε τους παίχτες του, ήξερε τι διάλεγε. Ήξερε τις σκοταδιστικές αντιλήψεις της μιας, τις ρατσιστικές του άλλου, τις ομοφοβικές ή τις σεξιστικές του άλλου. Σ’ αυτές πόνταρε για να προκύψουν κόντρες και ξεκατινιάσματα που θα ανέβαζαν την τηλεθέαση. Μόνο που ακόμα και οι χωματερές κάποτε αυτοαναφλέγονται…
Τα ασυμμάζευτα δεν συμμαζεύονται. Ούτε οι συγγνώμες του καναλιού, ούτε οι συστάσεις ή οι κυρώσεις του ΕΣΡ δεν σώζουν την κατάσταση. Η χυδαιότητα, που εκφράστηκε σ’ όλο το μεγαλείο της με τους εμετικούς κομπασμούς του “Kρητικού εραστή” και, άμα λάχει, βιαστή δεν είναι στιγμιαία, δεν είναι μια απλή ανορθογραφία, αλλά διιαποτίζει όλο το «κόνσεπτ» του σόου. Μέσα σε μόλις μια βδομάδα στο ριάλιτι αυτό έχουν ακουστεί φράσεις όπως: «Η γυναίκα θέλει καβλί για να στρώσει», «αν δεν ήταν να γεννηθώ Ελληνίδα να μη γεννιόμουν», «δεν μπορώ τους ξένους αυτοί δεν είναι πρόσφυγες αλλά λαθροεισβολείς», «αν ξαναβγεί η χοντρή με τα βυζιά έξω θα της δείξω εγώ.» «θα βάλω τάξη εγώ εδώ μέσα.», «δε μπορώ τους γκέι», «πάντα κυκλοφορώ με μαχαίρι», «δεν θεωρώ γυναίκες τις χοντρές»
Επομένως, δεν μπορούμε να πούμε «υπάρχει ένας καλύτερος Μπιγκ Μπράδερ και τον θέλουμε». Πρόκειται για ένα καθαρόαιμο σκουπιδοθέαμα που βλέπει τους τηλεθεατές του σαν σκουπιδάνθρωπους ή επιχειρεί να τους μετατρέψει σε τέτοιους.
Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ προτού ξεσπάσει ο γνωστός σάλος.
Σαρωτικός άνεμος ανανέωσης –λάθος, αναπαλαίωσης– πνέει στα ελληνικά ιδιωτικά, αλλά και δημόσια κανάλια. Το Βig Brother (ΒΒ), ο πατέρας όλων των ριάλιτι, επιστρέφει, 20 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του στην Ελλάδα και αυτή τη φορά στον ΣΚΑΪ, σε πιο trash και ιλουστρασιόν έκδοση. 17 παίχτες, 100 οι ημέρες του εγκλεισμού τους, 700 τετραγωνικά το σπίτι και η αυλή του ΒΒ, 56 οι κάμερες, 50 τα μικρόφωνα και 100.000 ευρώ το έπαθλο για τον παίχτη που θα μείνει τελευταίος αφού θα έχουν εκδιωχθεί όλοι οι άλλοι.
Πολλά είναι τα επίθετα με τα οποία θα μπορούσε κανείς να στολίσει τον ΒΒ και άλλα παρόμοια θεάματα. Ο 6ος κύκλος του ΒΒ μοιάζει, όπως και οι προηγούμενοι, κομμένος και ραμμένος για τις κουτσομπολίστικες τηλεοπτικές εκπομπές και για τα πρωτοσέλιδα των κιτρινορόζ εντύπων. Κυρίως όμως φαίνεται αφάσταχτα βαρετός ή μάλλον δείχνει πόσο βαρετή, ανασφαλής και άχαρη πρέπει να είναι η ζωή των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που παρακολουθούν τον ΒΒ από διάφορα μέσα. Αξίζει όμως να αναφερθούμε στις διαφορές ως προς το κοινωνικό περιβάλλον ανάμεσα στον πρώτο ΒΒ και τον σημερινό.
Η κύρια διαφορά ήταν ότι ο Βig Brother 1, όπως και οι άλλοι τρεις που ακολούθησαν, είχαν για φόντο μια σχετικά αισιόδοξη, μια large εποχή: 50 εκατ. δρχ. ήταν το έπαθλο στον ΒΒ1, 150.000 ευρώ στον δεύτερο, 300.000 ευρώ στον ΒΒ3, 200.000 ευρώ στον ΒΒ4 και 170.000 στον ΒΒ5, όταν είχε ήδη ξεσπάσει η κρίση. Τώρα ο ΒΒ6 διεξάγεται αφενός στα απόνερα της μνημονιακής περιόδου και αφετέρου στα προεόρτια του δεύτερου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού.
Όπως οι παίχτες του πρώτου ΒΒ δεν έμαθαν τίποτα για το ιστορικά κατακλυσμιαίο γεγονός της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους (η «παραγωγή» τους ενημέρωσε αρκετές μέρες αργότερα, μην ταραχτούν τα παιδιά) και την έναρξη του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», έτσι και οι τωρινοί παίχτες δεν έχουν τη χαρά να βλέπουν τους κυρίους Τσιόδρα και Χαρδαλιά, δεν μαθαίνουν για τα νέα κρούσματα και τους θανάτους. Ο κορονοϊός δεν πρόκειται να διαβεί τις πύλες του σπιτιού του ΒΒ. Όλα εδώ είναι απολυμασμένα, όλοι έχουν υποβληθεί σε τεστ ανίχνευσης του ιού: αποστειρωμένοι άνθρωποι και χώροι και, κυρίως, αποστειρωμένα μυαλά.
Παρουσιαστής του φετινού ΒΒ είναι ο Χάρης Βαρθακούρης, αποστειρωμένος κι αυτός, ενώ στον Αντρέα Μικρούτσικο έχει ανατεθεί ο ρόλος του συμπαρουσιαστή. Μάλιστα, στην πρεμιέρα της εκπομπής ακούστηκε ένα τραγούδι που είχε γράψει ο Ανδρέας Μικρούτσικος για τον δικό του «Μεγάλο Αδελφό», τον Θάνο. Εδώ τα σχόλια περιττεύουν.
Για τα ριάλιτι ισχύει το «εν αρχή ην το κάστινγκ». Έτσι και στον φετινό ΒΒ επιλέχθηκαν τα άτομα-ρόλοι που υπόσχονται κόντρες της ελεεινής μορφής: κάποιος παίχτης που πρωτομπαίνει στο σπίτι δηλώνει, με το καλημέρα, ότι δεν χωνεύει τους μετανάστες ή τους γκέι (στο σόου εκπροσωπούνται και τα δύο αυτά «είδη»). Έτσι μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι στη διάρκεια του παιχνιδιού θα διεξαχθούν επικές μάχες και ότι τα σόσιαλ μίντια «θα πάρουν φωτιά».
Υποτίθεται ότι το φετινό κοκτέιλ των παιχτών θα δώσει μια «κοινωνική» διάσταση στο ΒΒ, καθώς αναπόφευκτα θα τεθούν ζητήματα όπως η ομοφοβία, ο ρατσισμός, ο σεξισμός κ.ά. Μόνο που θα τεθούν με όρους σκανδαλοθηρικούς και όχι διαλόγου, με όρους «τι θα πάρετε, στήθος ή μπούτι;» μια που οι παίχτες και των δύο φύλων μοιάζουν δασκαλεμένοι να προβάλλουν τα σωματικά τους προσόντα (ή την απουσία τέτοιων προσόντων).