- Από τα 2.400 λεωφορεία που υπήρχαν την δεκαετία 1997-2007, σήμερα υπάρχουν μόλις 1.100 λειτουργικά λεωφορεία και τρόλεϊ.
- Στο μετρό ενώ οι συρμοί περνούσαν κάθε 2 λεπτά, τώρα «καταβάλλεται προσπάθεια» να μειωθεί ο χρόνος στα 4 λεπτά.
- Στην ΟΣΥ πριν τα μνημόνια οι εργαζόμενοι ανέρχονταν σε 9.000 ενώ τώρα απασχολούνται μόνο 5.500 άτομα. Στην ΣΤΑΣΥ υπάρχει έλλειψη τουλάχιστον 280-300 ατόμων.
- Η κυβέρνηση αγοράζει αρχικά 300 λεωφορεία δεκαετίας με 170.000 ευρώ για το καθένα ενώ ένα καινούργιο δωδεκάμετρο θερμικό λεωφορείο, diesel και τελευταίας τεχνολογίας κοστίζει 110.000 ευρώ.
Ιωάννα Καρδάρα, Γιώργος Μουρμούρης
Ήταν 17 Δεκεμβρίου του 2019 όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ζητούσε συγγνώμη από τους Αθηναίους για την ταλαιπωρία που τους προκάλεσε μία τρίωρη στάση εργασίας στο μετρό, επιτιθέμενος παράλληλα κατά των εργαζομένων στις αστικές συγκοινωνίες της πρωτεύουσας. «Η κυβέρνηση δεν εκβιάζεται επειδή απλώς ζητήθηκε σε 21 άτομα να κάνουν τη δουλειά τους. Άμεσα θα υπάρξει νομοθετική ρύθμιση για προσωπικό ασφαλείας. Ζητώ συγγνώμη για την ταλαιπωρία των Αθηναίων», έγραφε στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter εκείνο το πρωί Τρίτης. Δέκα μήνες μετά και εν μέσω παγκόσμιας πανδημίας, με τις εικόνες του απίστευτου συνωστισμού που επικρατεί στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (MMM) να κάνουν τον γύρο των ΜΜΕ, κανένα κυβερνητικό στέλεχος δεν εμφανίστηκε δημόσια να αναλάβει την ευθύνη για τον κίνδυνο στον οποίο εκτίθεται η υγεία των επιβατών, ούτε βεβαίως να ζητήσει συγγνώμη για την ταλαιπωρία των Αθηναίων.
Η χαοτική κατάσταση που επικρατεί στα MMM της πρωτεύουσας δεν είναι βεβαίως κάτι καινούργιο: Η καθοδική πορεία ξεκίνησε την περίοδο του πρώτου μνημονίου, το μακρινό 2010, όταν περικόπηκαν δεκάδες λεωφορειακές γραμμές ενώ «πάγωσαν» οι προσλήψεις στον ΟΑΣΑ. Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι: Ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε δραματικά, τα οχήματα και οι συρμοί «έγραψαν» χιλιάδες χιλιόμετρα με κακή συντήρηση παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των τεχνικών, ο αριθμός των βλαβών εκτινάχθηκε ενώ υπήρξαν πολλές περιπτώσεις που λεωφορεία άρπαξαν φωτιά βρισκόμενα εν κινήσει. Δεκάδες συρμοί και οχήματα βγήκαν εκτός κυκλοφορίας και μετατράπηκαν σε κουφάρια που υφίστανται «κανιβαλισμό» για να κρατηθούν όπως-όπως στην κυκλοφορία τα ΜΜΜ της Αθήνας.
Η πορεία απαξίωσης των ΜΜΜ και διάλυσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων έχει επανειλημμένα καταγγελθεί με απεργιακές κινητοποιήσεις και ανακοινώσεις, αντιμετωπίζοντας την αδιαφορία ή και την επιθετικότητα των διοικήσεων και των ανά τα έτη πολιτικών τους προϊσταμένων.
Σήμερα λοιπόν, με την πανδημία του κορονοϊού να επηρεάζει ποικιλοτρόπως την καθημερινότητά μας εδώ και επτά μήνες, οι χρονοαποστάσεις στο μετρό «καταβάλλεται προσπάθεια» να μειωθούν στα 4 με 4,5 λεπτά στις ώρες αιχμής, όταν πριν λίγα χρόνια τις αντίστοιχες ώρες συρμοί έφταναν στις αποβάθρες κάθε 2 με 3 λεπτά το πολύ. Στον δε ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, ο στόχος είναι οι συρμοί να εισέρχονται στους σταθμούς κάθε έξι λεπτά, όταν μέχρι πριν μερικά χρόνια σε ώρα αιχμής ο χρόνος αναμονής ποτέ δεν υπερέβαινε τα πέντε λεπτά. Οι χρονοαποστάσεις αυτές εδώ και χρόνια δημιουργούν συνθήκες συνωστισμού και προκαλούν απίστευτη ταλαιπωρία στους επιβάτες, μόνο που τώρα, εν μέσω δεύτερου κύματος της πανδημίας, πλέον τίθεται σοβαρότατο ζήτημα δημόσιας υγείας.
«Θεωρώ ότι έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα με τις δυνάμεις της ΣΤΑΣΥ δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί ο κορονοϊός. Και τα τρένα δεν φτάνουν με την έννοια ότι δεν είναι άφθαρτα, υπάρχουν ζημιές και πρέπει να αποσύρονται για επισκευή. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στα λεωφορεία. Είναι μία κατάσταση που χρονίζει. Στην ΣΤΑΣΥ (μετρό, ηλεκτρικός), στην ΟΣΥ (λεωφορεία και τρόλεϊ), δεν έχουν δοθεί χρήματα, δεν έχει ανανεωθεί ο στόλος, δεν υπάρχουν επαρκή καινούρια λεωφορεία ή τρένα», δηλώνει στο Πριν ο Παναγιώτης Αλεξόπουλος, μέλος του ΔΣ του σωματείου εργαζομένων στο μετρό (ΣΕΛΜΑ).
«Η κατάσταση δεν πιέζει μόνο την κοινωνία και τους πολιτικούς, πιέζει και εμάς σαν εργαζόμενους. Είναι πάρα πολύ δύσκολα. Η υπάρχουσα κατάσταση, η οποία είναι αποτέλεσμα της χρόνιας εγκατάλειψης που ήδη υπήρχε έχει δημιουργήσει σύγχυση και ανασφάλεια. Από την πλευρά της κυβέρνησης, ενώ θεωρητικά η αποσυμφόρηση των ΜΜΜ αποτελούσε έναν από τους κομβικούς τρόπους εκμετάλλευσης του “χρόνου που κερδήθηκε” με το lockdown του Μάρτη, η μόνη ενέργεια των τελευταίων μηνών ήταν η ανάκληση αδειών των εργαζομένων, μέσω της οποίας έγινε και η ελάχιστη “πύκνωση” των δρομολογίων καθώς και η δρομολόγηση της φαστ-τρακ είσοδος ιδιωτών στον ΟΑΣΑ μέσω σύμπραξης με τα ΚΤΕΛ», προσθέτει ο Παναγιώτης Αλεξόπουλος.
Στο νέο του μήνυμα προς τους πολίτες την Πέμπτη ο Κυριακός Μητσοτάκης, εκτός από το νέο κήρυγμα περί αυτοπροστασίας και ατομικής ευθύνης –την ώρα που αστυνομικοί βγάζουν με βίαιο τρόπο επιβάτες από ΜΜΜ όπου δεν χωράς να σταθεί από τον συνωστισμό– ισχυρίστηκε ότι από πέρυσι στην Αττική έχουν προστεθεί 250 λεωφορεία. Και επειδή… «δεν φάνηκαν αρκετά», θα προστεθούν και άλλα. «Χρειαζόμαστε περισσότερα οχήματα και συχνότερα δρομολόγια. Οι έκτακτοι καιροί επιβάλλουν έκτακτα μέτρα. Έτσι, από την μεθεπόμενη εβδομάδα 100 νέα λεωφορεία μπαίνουν σε κίνηση και άλλα 400 έως το τέλος του χρόνου», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Από τα 2.400 λεωφορεία που υπήρχαν την δεκαετία 1997-2007 σήμερα υπάρχουν μόλις 1.100 λειτουργικά λεωφορεία και τρόλεϊ. Περίπου 400 λεωφορεία είναι ακινητοποιημένα στα αμαξοστάσια λόγω βλαβών και έλλειψης ανταλλακτικών Στο μετρό ενώ οι συρμοί περνούσαν κάθε 2 λεπτά, τώρα «καταβάλλεται προσπάθεια» να μειωθεί ο χρόνος στα 4 λεπτά.
«Σε σχέση με το πρώτο κύμα της πανδημίας το μόνο που έχει αλλάξει είναι ότι σε αυτό το δεύτερο κύμα έχουμε πολύ μεγάλο συνωστισμό στα λεωφορεία γιατί έχουμε πολύ επιβατικό κοινό. Δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες της ΟΣΥ αλλά και του μετρό. Ό,τι λεωφορεία είχαμε τότε έχουμε και τώρα, όσους συρμούς είχαμε τότε έχουμε και τώρα, όσους εργαζόμενους είχαμε στην πρώτη φάση έχουμε και τώρα. Κάτι που σημαίνει ότι εφόσον έχεις περισσότερους επιβάτες δημιουργείται συνωστισμός», αντιτείνει ο εργαζόμενος στην ΟΣΥ και μέλος του ΔΣ του συνδικάτου εργαζομένων με το σχήμα της Ενωτικής Αγωνιστικής Συνεργασίας (ΕΑΣ) Σταύρος Μανίκας.
«Η κυβέρνηση με πρόσχημα τον κορονοϊό θέλει να δώσει το 20% του συγκοινωνιακού έργου στα ΚΤΕΛ, στους ιδιώτες. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο έχουν ήδη δημιουργήσει οι κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Είναι λοιπόν όλα έτοιμα για να μπουν τα ΚΤΕΛ στο δημόσιο συγκοινωνιακό ιστό», σημειώνει ο Σταύρος Μανίκας.
Παράλληλα εξηγεί ότι η κυβέρνηση, με πρόσχημα και πάλι την πανδημία, προσπαθεί να προχωρήσει σε αγορά λεωφορείων με τη μέθοδο leasing. «Σε πρώτη φάση μιλάει για 300 λεωφορεία, των οποίων η ενοικίασή έχει προϋπολογιστεί ότι θα στοιχίσει 50 εκατ. ευρώ. Όμως, αν κάνουμε μια απλή έρευνα θα δούμε ότι ο μέσος όρος τιμής αγοράς ενός καινούριου δωδεκάμετρου θερμικού λεωφορείου, diesel και τελευταίας τεχνολογίας είναι 110.000 ευρώ. Η κυβέρνηση προϋπολογίζει 50 εκατ. για να πάρει 300 λεωφορεία δεκαετίας, να τα επινοικιάσει και στη συνέχεια να τα κρατήσει. Και γι’ αυτό το κόστος φτάνει τα 170.000 ευρώ το ένα, δηλαδή 60.000 ευρώ περισσότερα. Αυτό που προσπαθεί να κάνει η κυβέρνηση, είναι να δώσει κρατικό χρήμα σε ιδιωτικές εταιρείες και μάλιστα αγόγγυστα και σε πολύ μεγάλα ποσά», εξηγεί.
Ένα ακόμη ζήτημα, σύμφωνα με τον Σταύρο Μανίκα, είναι ότι κόπηκαν γραμμές λεωφορείων που διέσχιζαν και κάλυπταν περιοχές από τον Πειραιά έως το κέντρο της Αθήνας, όπως το Β18 και το Γ18, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να εξυπηρετεί το επιβατικό κοινό μόνο ένα τρόλεϊ. Γεγονός που αυξάνει αυτόματα και τον συνωστισμό.
Πρώτο αίτημα, όπως δηλώνει στο Πριν, είναι μην ιδιωτικοποιηθούν οι δημόσιες μεταφορές και συγκοινωνίες. Επιπλέον οι εργαζόμενοι απαιτούν να δοθεί χρηματοδότηση για αγορά λεωφορείων και ανταλλακτικών καθώς και να επισκευάσουν τα 400 λεωφορεία που είναι ακινητοποιημένα στα αμαξοστάσια. «Ζητάμε προσλήψεις προσωπικού, οδηγών και τεχνητών, καθώς και επίταξη των λεωφορείων των ΚΤΕΛ. Αλλά και των τουριστικών λεωφορείων που ούτως ή άλλως δεν έχουν δουλειά. Και όλα αυτά βέβαια μόνο για ένα χρονικό διάστημα 5-6 μηνών μέχρι οι δημόσιες συγκοινωνίες να πάρουν λεωφορεία και να προσλάβουν προσωπικό. Όχι να τους χαρίσουμε το συγκοινωνιακό έργο», σημειώνει.
«Σαν ΕΑΣ, και το βάζουμε και στους εργαζόμενους, το πρώτο μας αίτημα είναι να μην πατήσει πόδι ιδιώτη μέσα στις δημόσιες μεταφορές. Οι δημόσιες μεταφορές είναι για να εξυπηρετούν τον λαό και όχι για να τον εκμεταλλεύονται οικονομικά οι ιδιώτες», καταλήγει ο Σταύρος Μανίκας.
Θετικές στον «ιό» της πλήρους απαξίωσης οι συγκοινωνίες
Μιχάλης Ρόθος
Η πλήρης απαξίωση που έδειχναν διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις στον τομέα των ΜΜΜ δεν θα μπορούσε να μη «σκάσει» κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπου με 200 και πλέον κρούσματα καθημερινά στην Αττική βλέπουμε εικόνες με εκατοντάδες ανθρώπους να στοιβάζονται περιμένοντας το μετρό ή κάποιο λεωφορείο. Αντί για αύξηση των δρομολογίων είχαμε μέχρι και μείωση τους, την ώρα που η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα παρά μόνο να διασπείρει προπαγάνδα για δήθεν πιο συχνά δρομολόγια, τα οποία δεν είδε ποτέ το επιβατηγό κοινό.
Για να περιγραφεί η πλήρης απαξίωση και υποχρηματόδοτηση των ΜΜΜ της Αθήνας, θα αρκούσε και μόνο το γεγονός πως η τελευταία πρόσληψη οδηγών λεωφορείων έγινε το 2006. Μάλιστα, στην ΟΣΥ πριν τα μνημόνια οι εργαζόμενοι ανέρχονταν σε 9.000 ενώ τώρα απασχολούνται μόνο 5.500 άτομα. Φυσικά, ούτε και στην ΣΤΑΣΥ τα πράγματα είναι αρκετά καλύτερα καθώς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των στελεχών της ΣΤΑΣΥ –ούτε καν των εργαζομένων– ο οργανισμός έχει κενό της τάξεως των 280-300 ατόμων. Φυσικά, όλες αυτές οι «απώλειες» προσωπικού συνοδεύτηκαν και από μειώσεις μισθών οι οποίες και στους δύο οργανισμούς άγγιξαν το 40%. Επίσης, ίσως είναι ο μοναδικός κλάδος εργαζομένων όπου ο εργοδότης όφειλε περίπου 80.000 μέρες κανονικής άδειας και ρεπό με αποτέλεσμα τεχνηέντως να μειώσουν το συγκοινωνιακό έργο την περίοδο 2016-2017, περιορίζοντας τις μέρες που όφειλαν για να μην τις αποζημιώσουν.
Τέλος, εκτός από εργαζομένους, οι συγκοινωνίες χρειάζονται άμεσα καινούργια οχήματα και συρμούς, τα οποία παρουσιάζουν επίσης σημαντική έλλειψη. Για παράδειγμα, από τα 2.400 λεωφορεία που υπήρχαν την δεκαετία 1997-2007 σήμερα υπάρχουν μόλις 1.100 λειτουργικά λεωφορεία και τρόλεϊ. Παράλληλα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στο κλείσιμο του μέχρι πρότινος μεγαλύτερου αμαξοστασίου στο Ελληνικό, με αποτέλεσμα οι οδηγοί να πρέπει να σταθμεύσουν σε άλλο σημείο και, έτσι, να πολλαπλασιάζεται και το κόστος των καυσίμων και τα δρομολόγια να γίνονται πιο αραιά.
Όλα αυτά προφανώς και τα βρήκαν μπροστά τους εργαζόμενοι και επιβάτες όταν ήρθε η πανδημία. Με τα κενά να είναι τεράστια και με την κυβέρνηση να μη βάζει το χέρι στην τσέπη, ακόμα και σήμερα δεν έχει ληφθεί κανένα ουσιαστικό μέτρο προστασίας. Σε ότι αφορά συγκεκριμένα τους εργαζόμενους χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στην αρχή της πανδημίας, εκτός από τις άδειες που δόθηκαν σε όσους ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, οι υπόλοιποι συνέχισαν να δουλεύουν χωρίς καμία προστασία για την υγεία τους. Απλά οι χώροι καθαρίζονταν με απλά ψεκαστικά, μέχρι να παρέμβει το σχήμα της ΕΑΣ για να γίνουν τα αυτονόητα.
Άλλωστε, όπως δήλωσε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, «δεν μπορεί να αλλάξει η κατάσταση από τη μία μέρα στην άλλη». Γι’ αυτό και η κυβέρνηση σφυρίζει αδιάφορα εδώ και έξι μήνες…