Αιμιλία Τσαγκαράτου
Ξημερώνοντας η Τετάρτη 1η Ιουλίου, χιλιάδες διαδηλωτές έξω από το δημαρχείο της Νέας Υόρκης «υποδέχονται» με συνθήματα και έντονες αποδοκιμασίες την απόφαση για τον νέο προϋπολογισμό του Δήμου, ο οποίος ουσιαστικά διατηρεί τις τεράστιες δαπάνες για την αστυνομία, με ταυτόχρονες περικοπές σε κοινωνικές υπηρεσίες — και δικαιολογία την κρίση του Covid-19. Οι διαδηλωτές του Occupy City Hall, που για μια βδομάδα κατασκήνωσαν έξω από το δημαρχείο, απαιτώντας δραστικές περικοπές στις δαπάνες για την αστυνομία –με κάποιους να μιλούν για ανάγκη της κατάργησής της– και αύξηση των αντίστοιχων για τα σχολεία, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες, δηλώνουν ότι δεν θα σταματήσουν μέχρι να δικαιωθούν τα αιτήματά τους.
Αυτό που συνέβαινε τις τελευταίες μέρες έξω στο συγκεκριμένο σημείο αποτελεί μια συμπύκνωση της συνολικής εικόνας του κινήματος που ξέσπασε στις ΗΠΑ με αφορμή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ στις 25 Μάη. Αποφασιστικότητα, διάρκεια, πρωτότυπες μορφές, έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για τις μορφές, τα αιτήματα, τον προσανατολισμό, τους στόχους μιας εξέγερσης που συγκλονίζει τη μητρόπολη του καπιταλισμού. Με επίκεντρο τον ρατσισμό και την αστυνομική βία, βγαίνουν ορμητικά στο προσκήνιο και άλλα θέματα στη συζήτηση. Από την «αυτόνομη ζώνη» του Σιάτλ που μετρά τέσσερις εβδομάδες ύπαρξης, μέχρι την κατάληψη έξω από το δημαρχείο της Νέας Υόρκης, από το αν πρέπει το κίνημα να είναι ικανοποιημένο με τις έστω και μικρές παραχωρήσεις του συστήματος στο θέμα της αστυνομικής βίας, μέχρι τον διαδηλωτή που διαβάζει στην κατάληψη το Κράτος και Επανάσταση του Λένιν και από το γκρέμισμα των αγαλμάτων-συμβόλων ενός αποικιοκρατικού και δουλοκτητικού παρελθόντος, μέχρι τη συζήτηση για την ανάγκη ενός άλλου κοινωνικού προτάγματος, φαίνεται ότι κάτι σπουδαίο συμβαίνει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού….
Δεν θα πρέπει να θεωρείται ασήμαντο ούτε μικρό πράγμα η κατάληψη δημόσιου χώρου και η ανάρτηση πανό και πλακάτ με συνθήματα έξω από το κτίριο της αστυνομίας σε μια από τις πόλεις-σύμβολα του παγκόσμιου καπιταλισμού – τη Νέας Υόρκη.
Το κίνημα που συγκλόνισε τις ΗΠΑ και άλλες χώρες σε όλον τον κόσμο μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ δεν έχει να κάνει μόνο με τα 8 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα που κράτησε το μαρτύριό του κάτω από το γόνατο του αστυνομικού. Μέσα στα λίγα αυτά λεπτά συμπυκνώθηκαν αιώνες ντροπής ενός συστήματος που οικοδομήθηκε με το καθεστώς της σκλαβιάς, που στερούσε και επί της ουσίας συνεχίζει να στερεί στοιχειώδη πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα από τους Αφροαμερικανούς, που αυξάνει τον πλούτο των λίγων με την φυλετική και ταξική καταπίεση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μία περίοδο που το σύστημα, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από τη βαθιά, δομική κρίση του, κόβει την ανάσα εκατομμυρίων εργαζομένων, νέων, άνεργων, προσφύγων και μεταναστών σε όλο τον κόσμο. Η ένταση της εργασιακής εκμετάλλευσης, η κατάλυση των πολιτικών ελευθεριών με οποιαδήποτε αφορμή και αιτία –ακόμα και υγειονομική όπως το ζήσαμε με την πανδημία– το καθεστώς της μόνιμης οικονομικής, πολιτικής, ψηφιακής επιτήρησης, η περιβαλλοντική καταστροφή στο όνομα των καπιταλιστικών κερδών, συνθέτουν μια άνευ προηγουμένου δυστοπία. Ενώ οι κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας δίνουν τη δυνατότητα για μια καλύτερη ζωή, μετατρέπονται από το κεφάλαιο σε νέα δεινά. Αυτές οι μεγάλες αντιδραστικές τομές που γίνονται στον σύγχρονο καπιταλισμό, πόσο μάλλον στη μητρόπολή του, εκ των πραγμάτων δημιουργούν την εύφλεκτη ύλη για τις εξεγέρσεις του παρόντος και του μέλλοντος. Εξεγέρσεις που δεν θα μοιάζουν με τις προηγούμενες, πιθανά ούτε και με τις επόμενες, στις οποίες θα βλέπουμε τους εξεγερμένους να κατεβαίνουν στους δρόμους με τρόπους ορμητικούς, πρωτότυπους, συγκρουσιακούς, νεανικούς. Που το σύνθημα «no justice, no peace» θα βρίσκεται στα στόματα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων ως απειλή για το σύστημα και ως υπόσχεση για τους εξεγερμένους. Το κίνημα στις ΗΠΑ, παίρνει τη σκυτάλη από τον εξεγερτικό άνεμο που σάρωσε πολλές γωνιές του πλανήτη πριν την πανδημία –στη Γαλλία, στη Χιλή , στο Λίβανο, στο Εκουαδόρ και αλλού– αλλάζοντας την ατζέντα της συζήτησης που ήθελε την κυριαρχία των υπεραντιδραστικών απαντήσεων από την πλευρά του συστήματος ως μονόδρομο.
Οι διαδηλώσεις ήταν πρωτόγνωρες σε έκταση, όγκο, παλμό, σύνθεση και διάρκεια. Πραγματοποιήθηκαν και στις πενήντα πολιτείες των ΗΠΑ, σε 350 πόλεις, στη διάρκειά τους έγιναν 10.000 συλλήψεις, ενώ καταγράφηκαν επισήμως 12 νεκροί. Σε αντίθεση, δε, με προηγούμενες εξεγέρσεις που ξέσπασαν αφορμή δολοφονίες Αφροαμερικανών, στις οποίες συμμετείχαν κυρίως ομόφυλοί τους, στις πρόσφατες διαδηλώσεις έλαβαν μαζικά μέρος και ισπανόφωνοι, μετανάστες, λευκοί νέοι, ενώ εντυπωσιακή ήταν η συμμετοχή των γυναικών. Ειδικά οι παθιασμένες ομιλίες των νεαρών μαύρων γυναικών, οι οποίες στον δολοφονημένο Φλόιντ έβλεπαν τον σύντροφο, τον γιο, τον σύζυγό τους, έδιναν τον τόνο σε πολλές συγκεντρώσεις. Χωρίς ηγεσία με την κλασική έννοια του όρου, με πρωτοπόρους όμως αγωνιστές και αγωνίστριες που εμψύχωναν, οδηγούσαν, άρπαζαν την ντουντούκα και μετέφεραν σαν ηλεκτρικό ρεύμα το πάθος της αντίστασης. Με συναίσθηση ότι γράφουν ιστορία.
Όπως ήταν φυσικό, το Black Lives Matter (οι ζωές των μαύρων έχουν αξία) κυριάρχησε. Το κίνημα, που ξεκίνησε το 2013, φάνηκε να παίρνει νέα πνοή, ενώ τα πανό και τα πλακάτ με τα συνθήματά του τα κρατούσαν, εκτός από τους Αφροαμερικανούς, χιλιάδες λευκοί και μετανάστες. Σε μια από τις εμβληματικές ομιλίες που έγιναν στη διάρκεια των διαδηλώσεων, η Ταμίκα Μάλορι, μία από τις ηγέτιδες του κινήματος των αφροαμερικανών γυναικών, δήλωσε: «Ζούμε σε κράτος έκτακτης ανάγκης και σε ένα τέτοιο κράτος μαύροι άνθρωποι πεθαίνουν».
Τα στοιχεία δείχνουν την εύφλεκτη ύλη πάνω στην οποία πυροδοτήθηκε το κίνημα. Στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή, 40 εκατομμύρια κάτοικοί της είναι οι επίσημα καταγεγραμμένοι φτωχοί, δηλαδή το 11,5 % του πληθυσμού. Στους Αφροαμερικανούς το ποσοστό αυτό είναι διπλάσιο, αγγίζοντας το 23%. Στη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19, ο αριθμός των θανάτων στον μαύρο πληθυσμό είναι 2,5 φορές μεγαλύτερος απ’ ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό, ενώ οι κανόνες της «κοινωνικής απόστασης» εφαρμόστηκαν στους μαύρους και στους μετανάστες με μεγαλύτερη αυστηρότητα, κάνοντας ακόμα πιο έντονη την καταστολή που ήδη βίωναν.
Η πανδημία όμως δεν αύξησε μόνο τη φτώχεια, την ανεργία και την καταστολή στα πιο καταπιεζόμενα στρώματα του πληθυσμού στις ΗΠΑ. Εκτίναξε ταυτόχρονα και τα κέρδη των πιο πλούσιων δισεκατομμυριούχων. Μέσα σε δύο μήνες οι πέντε πιο πλούσιοι Αμερικανοί, όπως ο Τζεφ Μπέζος της Amazon, είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται κατά 101,7 δισ. δολάρια, αυγατίζοντας κατά περίπου 20% τη συνολική τους περιουσία. Αυτό συνέβη, μάλιστα, την ίδια περίοδο που 42,6 εκατ. άνθρωποι έμπαιναν στην ουρά για να υποβάλουν αίτηση για επίδομα ανεργίας. Η κοινωνική, ταξική αντίθεση γίνεται όλο και πιο φανερή. Και από τμήματα των φτωχών γίνεται πια κατανοητό ότι δεν είναι φυσικός νόμος. Ότι ο πλούτος που παράγει ο εργαζόμενος πρέπει να του ανήκει.
Είναι γεγονός ότι τα μεγάλα κινήματα χαρακτηρίζονται από τα συνθήματά τους, που σε λίγες λέξεις συμπυκνώνουν τη βασική γραμμή της αντιπαράθεσης. H φωνή της μάχης του Occupy Wall Street ήταν το «Είμαστε το 99%, είστε το 1%». Σήμερα είναι το «Defund the police» (κόψτε τις δαπάνες για την αστυνομία). Στις ΗΠΑ οι συνολικές δαπάνες για την αστυνομική καταστολή φτάνουν ετησίως το αστρονομικό ποσό των 115 δισ. δολαρίων. Σε επίπεδο πόλεων, το Σικάγο έχει τα πρωτεία με το 40% του προϋπολογισμού του δήμου να δίνεται στην αστυνομία και ακολουθεί το Λος Άντζελες με 30%. Κάποιες μικρές αλλαγές, όπως η απαγόρευση του κεφαλοκλειδώματος ως πρακτικής κατά τη σύλληψη, που ανακοίνωσε ο Τραμπ κάτω από την πίεση των διαδηλώσεων, δεν ικανοποιούν συνολικά. Όμως, κάποιες νίκες, όπως για παράδειγμα η διακοπή των συμβολαίων των σχολικών συμβουλίων με την αστυνομία σε αρκετές πόλεις, είναι κάτι που πριν λίγο καιρό ούτε ο πιο αισιόδοξος δεν θα μπορούσε να το φανταστεί, αν σκεφτούμε ότι το 60% των σχολείων στις ΗΠΑ διαθέτουν αστυνομικούς «για την πρόληψη της παραβατικότητας και των ένοπλων επιθέσεων».
Σοσιαλισμός και κομμουνισμός, ο μεγαλύτερος εχθρός (τους)
Το θέμα της συμμετοχής του οργανωμένου εργατικού κινήματος στις κινητοποιήσεις αποτελεί σημαντικό θέμα συζήτησης. Είναι γεγονός ότι τα συνδικάτα δεν συμμετείχαν ενεργά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναδεικνύονται τα εργατικά ζητήματα, κυρίως αυτά που έχουν να κάνουν με την εργασιακή καταπίεση και εκμετάλλευση που βιώνουν οι Αφροαμερικανοί και οι μετανάστες στους τόπους δουλειάς. Ωστόσο, το «κίνημα των 15 δολαρίων» την ώρα και η αναγέννηση του απεργιακού κινήματος τη διετία 2018-19 που ανακόπηκε εξαιτίας του Covid-19, έχουν αφήσει παρακαταθήκες που φάνηκαν. Σε συνδυασμό με την εκτίναξη της ανεργίας και τα τρομακτικά προβλήματα που παρουσιάστηκαν στους εργασιακούς χώρους την περίοδο της πανδημίας γίνεται προσπάθεια, κυρίως από τις επιτροπές αγώνα και λιγότερο από τα επίσημα συνδικάτα, να υπάρχει ένα στοιχειώδες εργατικό στίγμα. Κορυφαία στιγμή η απεργία των 58.000 εργαζόμενων στα λιμάνια της Δυτικής Ακτής στις 19 Ιούνη, που πορεύτηκαν για ώρες σε ένδειξη συμπαράστασης στους διαδηλωτές. Μεγάλη δημοσιότητα είδε και η στάση των σωματείων των οδηγών των λεωφορείων στη Μινεάπολη και σε άλλες πόλεις, που αρνούνταν να μεταφέρουν τους συλληφθέντες των διαδηλώσεων. Η σύνδεση του φυλετικού ζητήματος με την εργασιακή εκμετάλλευση υπάρχει, έστω και σε επίπεδο διακήρυξης, ενώ πληθαίνουν οι φωνές που βάζουν πιο επιτακτικά το ζήτημα αυτής της σύνδεσης.
Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, το κίνημα παρέμενε ζωντανό — όχι με την ορμή των πρώτων εβδομάδων, αλλά με όλα τα ερωτήματα ανοικτά. Όσο πλησιάζουμε προς τον Νοέμβρη των προεδρικών εκλογών, είναι φυσικό να κυριαρχεί η συζήτηση για αυτές. Όμως, για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, το όραμα ενός άλλου κοινωνικού προτάγματος, χωρίς φυλετικές διακρίσεις, καταστολή και εκμετάλλευση, μπαίνει στη συζήτηση. Η εμπειρία των ανθρώπων που κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στους δρόμους, που βλέπουν τον προκλητικό τρόπο με τον οποίο αυξάνεται ο πλούτος στα χέρια των λίγων, που βλέπουν ότι η ένταση της καταστολής είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο το σύστημα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις τεράστιες κοινωνικές αντιθέσεις, οι οποίες οξύνονται, ανοίγει αντικειμενικά πιο βαθιά τα ερωτήματα.
Οι έννοιες που έχουν να κάνουν με μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας, έννοιες όπως σοσιαλισμός, κομμουνισμός και επανάσταση, που ήταν απαγορευμένες και ενοχοποιημένες στη συνείδηση του λαού των ΗΠΑ για δεκαετίες , τώρα έρχονται ξανά στο προσκήνιο. Η πρόσφατη δήλωση του πρώην διοικητή της αστυνομίας της Νέας Υόρκης –«τώρα πια φαίνεται ότι ο μεγαλύτερος εχθρός της χώρας είναι το κίνημα του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού»– δείχνει ποιος είναι ο πραγματικός φόβος του συστήματος και των εκπροσώπων του.