«Πέρα από τη βαριά αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου, είναι ξεκάθαρο ότι στο στόχαστρο, κυριολεκτικά στο γύψο, μπαίνει κάθε λαϊκή αντίσταση, διεκδίκηση και διαμαρτυρία. Πρόκειται για φασιστικής έμπνευσης τερατούργημα, που δείχνει πώς η “ιδεολογία της ασφάλειας” διαβρώνει κάθε έννοια δικαιώματος και δημοκρατίας και συμπιέζει διαρκώς κάθε ελευθερία στο όνομα της “τάξης και της ασφάλειας”», δηλώνει στο Πριν το μέλος ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης με την Εναλλακτική Πρωτοβουλία Δικηγόρων, Αρετή Σκουνάκη.
Συνέντευξη στον Κυριάκο Νασόπουλο
▶ Ποιες είναι οι βασικές διατάξεις του αντιδραστικού νομοσχεδίου κατά των διαδηλώσεων που κατέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ στην βουλή;
Βασικές διατάξεις του υπό ψήφιση νομοσχεδίου, μεταξύ άλλων είναι οι εξής: Πρώτον, σε κάθε διαδήλωση ορίζεται «οργανωτής», ο οποίος θα πρέπει να είναι φυσικό πρόσωπο Αυτός έχει υποχρέωση να γνωστοποιήσει τη διαδήλωση στην αστυνομία ή το λιμενικό κατά περίπτωση, δηλώνοντας ταυτόχρονα όλα τα στοιχεία ταυτότητας κι επικοινωνίας του. Εξαιρούνται μόνο οι συγκεντρώσεις της Πρωτομαγιάς και του Πολυτεχνείου. Δεύτερον, ο οργανωτής οφείλει: «να συνεργάζεται άμεσα» με τον «αστυνομικό διαμεσολαβητή», που από το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται ως σύνδεσμος μεταξύ διαδηλωτών και κράτους και «να συμμορφώνεται στις υποδείξεις του παρέχοντας συνδρομή στην τήρηση της τάξης». Τρίτον, ευθύνη και οι υποχρεώσεις του οργανωτή δεν σταματούν όμως εδώ, αφού προβλέπεται αντικειμενική ευθύνη του για ποινικές και αστικές ευθύνες. Είναι ολοφάνερο ότι με τη διάταξη αυτή ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για ενορχηστρωμένη δράση κράτους-παρακράτους και για εκτεταμένες προβοκάτσιες. Τέταρτον, η αστυνομία έχει δικαίωμα όχι μόνο να διαλύσει οποιαδήποτε κινητοποίηση δεν της γνωστοποιηθεί, αλλά και να απαγορεύσει οποιαδήποτε άλλη, ακόμη κι αν έχει γνωστοποιηθεί, εφόσον κρίνει ότι από αυτήν δημιουργείται κίνδυνος «για τη δημόσια ασφάλεια ή σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής»! Πέμπτο, ακτιβιστικές ενέργειες ή αυθόρμητες συγκεντρώσεις εννοείται πως θεωρούνται εκ προοιμίου παράνομες. Έκτο, για όσους συμμετέχουν σε «παράνομη» ή «απαγορευμένη» συγκέντρωση προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος (αν δεν συντρέχει βαρύτερο αδίκημα), ενώ για όσους βιαιοπραγούν κατά αστυνομικών ή προκαλούν κάθε φύσης επεισόδια (πάντα κατά την αστυνομία) η προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης είναι δύο ετών. Θεσπίζεται δηλαδή νέο ιδιώνυμο, η συμμετοχή σε παράνομη συνάθροιση και εισάγεται ένα νέο είδος «εγκληματία»: του πολίτη διαδηλωτή που συμμετέχει σε μια τέτοια (παράνομη κατά την αστυνομία) πορεία.
Επίσης, στο άρθρο 19 αποκαλύπτεται με έξοχο τρόπο ο ιδεολογικός πυρήνας του νομοσχεδίου. Σ’ αυτό τσουβαλιάζεται ανοιχτά και συνειδητά η αριστερή ριζοσπαστικοποίηση με το ρατσισμό (!!!), τον βίαιο εξτρεμισμό, την ενδοοικογενειακή και έμφυλη βία, τον σχολικό εκφοβισμό και την ενδοσχολική βία. Το σκοπό αυτό φιλοδοξεί να εξυπηρετήσει η σύσταση αυτοτελούς υπηρεσίας στο υπουργείο «Προστασίας του Πολίτη», με τίτλο «Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας», υπαγόμενη απευθείας στο Χρυσοχοΐδη.
▶ Μήπως είναι υπερβολικοί οι ισχυρισμοί περί χουντικών διατάξεων;
Το νομοσχέδιο αυτό αποτελεί στα περισσότερα σημεία του μια επί τα χείρω αντιγραφή του Νομοθετικού Διατάγματος 794/1971, αφού πολλές διατάξεις του χουντικού νόμου μεταφέρονται αυτούσιες με απλή μεταγλώττιση από την καθαρεύουσα στη δημοτική. Είναι όμως κάτι πολύ περισσότερο και πιο συγκροτημένο από αυτό. Ποινικοποιεί ολικά την ελεύθερη συμμετοχή σε συγκεντρώσεις και κάθε αμφισβήτηση, αναγορεύει την ΕΛΑΣ σε απόλυτο και αδιαμφισβήτητο αφεντικό, ξαναβάζει από την πίσω πόρτα το αδίκημα της θρασύτητας κατά της αρχής, εισάγει νέους μηχανισμούς καταστολής και τρομοκράτησης. Η αστυνομία ορίζεται ως ο απόλυτος και αναντίρρητος τοποτηρητής των συγκεντρώσεων-διαδηλώσεων: από το πόσοι πρέπει κάθε φορά να συμμετέχουν, ποια ώρα θα ξεκινήσουν και πότε θα σταματήσουν, από πού ακριβώς θα περάσουν, αλλά και για το ποιος είναι ο σκοπός που τους κινητοποιεί και άρα τους νομιμοποιεί ή όχι.
▶ Τι είναι εκείνο λοιπόν που επιχειρείται; Τίθεται ίσως για πρώτη φορά πραγματικά υπό αμφισβήτηση το θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα στη διαδήλωση;
Πέρα από τη βαριά αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου, είναι ξεκάθαρο ότι στο στόχαστρο, κυριολεκτικά στο γύψο, μπαίνει κάθε λαϊκή αντίσταση, διεκδίκηση και διαμαρτυρία. Πρόκειται για φασιστικής έμπνευσης τερατούργημα, που δείχνει πώς η «ιδεολογία της ασφάλειας» διαβρώνει κάθε έννοια δικαιώματος και δημοκρατίας και συμπιέζει διαρκώς κάθε ελευθερία στο όνομα της «τάξης και της ασφάλειας». Οι μόνες ελευθερίες που αναγνωρίζονται είναι αυτές του κεφαλαίου και της κερδοφορίας του. Έτσι το ποινικό δίκαιο ορίζεται σε δίκαιο προστασίας της κυρίαρχης τάξης και των συμφερόντων της, σε ποινικό δίκαιο του (εσωτερικού) εχθρού. Χωρίς καμιά υπερβολή επιχειρεί την οικοδόμηση ενός αστυνομικού κράτους, των στρατοδικών και χωροφυλάκων του 1950, εξοπλισμένων όμως με τα μέσα και την τεχνολογία της εποχής και θέλει να επιβάλλει και να διαμορφώσει ένα νέο μοντέλο κοινωνικής και πολιτικής συμπεριφοράς.
Θεσπίζεται νέο ιδιώνυμο, η συμμετοχή σε παράνομη κατά την αστυνομία συνάθροιση και εισάγεται ένα νέο είδος «εγκληματία»: του πολίτη διαδηλωτή που συμμετέχει
▶ Ο χρόνος κατάθεσης και ψήφισης του νομοσχεδίου είναι τυχαίος ή μήπως η κυβέρνηση «τρέχει» να προλάβει κάτι;
Η κυβέρνηση θέλει να προλάβει τις κοινωνικές εκρήξεις που είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν το επόμενο διάστημα, καθώς οι ταξικές αντιθέσεις οξύνονται ακραία. Και όσο περισσότερο θα χάνει τη λαϊκή νομιμοποίηση και συναίνεση, τόσο θα προσφεύγει στην όλο και πιο άγρια καταστολή. Νομοθετική, αστυνομική και δικαστική. Όλοι οι μηχανισμοί τους έχουν βγει στο προσκήνιο. Άλλωστε η επίθεση στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες αποτελεί ακριβώς πλευρά του κοινωνικού πολέμου, γι’ αυτό και η επαναστατική αριστερά δεν πρέπει να την αντιμετωπίζει αυτοτελώς ως «δημοκρατικό» μόνο ζήτημα, αλλά να διατηρεί σε μόνιμη βάση ένα μέτωπο υπεράσπισης και διεύρυνσης των δημοκρατικών ελευθεριών, αναδεικνύοντας πάντα τη σύνδεση της αυταρχικής επίθεσης με τη βασική σχέση εκμετάλλευσης και των κοινωνικών αντιθέσεων.
▶ Έχουν γίνει άλλες σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις τα προηγούμενα χρόνια, μετά την μεταπολίτευση; Ποια ήταν η τύχη τους;
Το σχέδιο νόμου της ΝΔ ενσωματώνει βασικές πτυχές της πρότασης νόμου που είχε παρουσιάσει ήδη από τον Απρίλη του 2012 η κυβέρνηση Παπαδήμου, δύο μόλις μέρες μετά τις μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην ψήφιση του δεύτερου Μνημονίου. Στην ιστορία έχει μείνει γνωστό ως νομοσχέδιο Καμίνη, σε συνεργασία με τους καθηγητές Αλιβιζάτο και Μανιτάκη και τον τότε αντιπρόεδρο του ΣτΕ Κτιστάκη. Αυτή ήταν η αμέσως προηγούμενη προσπάθεια. Πριν από αυτήν όμως υπήρξαν και πολλές πολλές άλλες: Την αρχή είχε κάνει και πάλι ο Χρυσοχοΐδης το 2001, ακολούθησε ο Πολύδωρας το 2006 και ο Προκόπης Παυλόπουλος το 2009. Από το 2013 υπάρχει το Προεδρικό Διάταγμα 120 του Δένδια, με το οποίο μπαίνουν ποσοτικά κριτήρια στις διαδηλώσεις. Όλες αυτές οι προσπάθειες έχουν ακυρωθεί στην πράξη. Γιατί η δημοκρατία των δρόμων επέβαλε το δίκιο της στις κάθε φορά κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Αυτό καλούμαστε να κάνουμε και τώρα. Αποφασιστικά, ανυποχώρητα και νικηφόρα.
▶ Υπάρχουν ήδη άλλες χώρες που έχουν επιβάλλει ένα αντίστοιχο νομικό πλαίσιο και αποτελούν «πρότυπο» καταστολής και περιορισμού δικαιωμάτων για την κυβέρνηση Μητσοτάκη;
Η κυβέρνηση δεν πρωτοτυπεί. Η ποινικοποίηση της αριστερής ριζοσπαστικοποίησης αποτελεί επίσημη πολιτική της ΕΕ, που εδώ και πολύ καιρό καταγράφει ως επίσημο κίνδυνο τις λαϊκές διαδηλώσεις διεκδίκησης και διαμαρτυρίας. Το νομοσχέδιο αυτό, άλλωστε, αποτελεί σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα των τρομονόμων, που έχει ανοίξει τα τελευταία 20 χρόνια, στη συνολική επίθεση του κεφαλαίου στην εργασία για την ενίσχυση της κερδοφορίας του.