Χρίστος Κρανάκης
Η μητρόπολη του καπιταλισμού φλέγεται και το άλλοτε «κάστρο» των οικονομικών ευκαιριών θυμίζει τους δρόμους των… μεσανατολικών χωρών, όταν εισβάλλει σε αυτές ο αμερικανικός στρατός. Αν η βιτρίνα του «αμερικανικού ονείρου» είχε ραγίσει από την οικονομική κρίση του 2008, η σημερινή εξέγερση των φυλετικά και ταξικά καταπιεσμένων αποτελεί μέρος της λαϊκής καταδίκης του τραμπικού δόγματος «Make America Great Again» (Να Κάνουμε Ξανά Μεγάλη την Αμερική) που κυριάρχησε από το 2015.
Αν οι λεηλασίες, οι εμπρησμοί και οι συγκρούσεις με την αστυνομία και την ακροδεξιά θυμίζουν σκηνικό πολέμου, το ερώτημα που γεννάται είναι ποιοι ακριβώς συγκροτούν το στρατόπεδο των διαδηλωτών; Ποιοι τους υποκινούν και πώς ενεργούν; Σημαντικό κόμβο αποτελεί, αναμφίβολα, το γνωστό κίνημα Black Lives Matter (Οι Ζωές των Μαύρων Έχουν Αξία) — στο εξής BLM. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του, αποτελεί μια διεθνή συλλογικότητα (κυρίως σε ΗΠΑ, Καναδά και Βρετανία) που αντιμάχεται την καταπίεση της μαύρης κοινότητας από τους λευκούς και τις βίαιες ενέργειες εναντίον της, ενώ απευθύνει ενωτικό μήνυμα σε κάθε μαύρο και μαύρη — αλλά και γκέι, τρανς, ανάπηρο. Το κίνημα συγκροτήθηκε ως απάντηση στην εξοργιστική αθώωση (2013) του αστυνομικού που πυροβόλησε και σκότωσε τον Αφροαμερικάνο Tρέιβον Μάρτιν τον Φεβρουάριο του 2012 στο Μαϊάμι. Ο όρος εμφανίστηκε αρχικά μέσω #hashtag αλλά γρήγορα πήρε σάρκα και οστά με δια ζώσης (αντιιεραρχικές) επιτροπές στις ΗΠΑ –και παγκοσμίως– και με τη διοργάνωση κινητοποιήσεων. Σημαντικό στοιχείο, που συχνά παραγράφεται από την ιστορική μνήμη, είναι πως το BLM γεννήθηκε και «άνθισε» μέσα στα χρόνια προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα…
1992-2020: Διαφέρει η πολιτική και κοινωνική συγκρότηση των διαδηλωτών
Η επικοινωνιακή και οργανωτική απάντηση στην άνοδο του BLM δημιούργησε το αντιπαραθετικό «κίνημα» του «All Lives Matter» (Όλες οι Ζωές έχουν Αξία) και το ακόμα πιο αντιδραστικό «Blue Lives Matter» (Οι Μπλε Ζωές έχουν Αξία) που ήταν αφιερωμένο στις ζωές των αστυνομικών και το οποίο διοργανώνει αντιδιαδηλώσεις σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι, από το 2017, οι υποστηρικτές του Τραμπ και το σύστημα εξουσίας των ΗΠΑ διατυμπάνιζαν την «εξάλειψη» της συλλογικότητας και το «τέλος» του μαύρου εξτρεμισμού. Η βάναυση δολοφονία του Φλόιντ, όμως, αναγέννησε το κίνημα, το οποίο παίζει σήμερα πρωταγωνιστικό ρόλο στις κινητοποιήσεις, σε ΗΠΑ και Βρετανία — καταρρίπτοντας παράλληλα τις θεωρίες συνωμοσίας περί «κρυφής» οικονομικής ενίσχυσής του από ξένες δυνάμεις ή «υπόγεια κέντρα της Νέας Τάξης Πραγμάτων».
Στην πράξη, μέσα στον καταιγισμό των τελευταίων εξελίξεων, το BLM έχει καταφέρει να γίνει κυρίαρχη τάση. Παρά τους ρατσιστικούς κύκλους που θέλουν να συντρίψουν κάθε απόπειρα οργανωμένης δράσης των μαύρων, το κύριο πρόταγμά του έχει επηρεάσει μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας, καλλιτέχνες και αστέρες του θεάματος, συνεπώς, δεν θα ήταν αντικειμενικά δυνατό να αποτελέσει τον κύριο εχθρό του αστικού στρατοπέδου. Έτσι, ο Τραμπ βάφτισε ως κινητήρια δύναμη των διαδηλώσεων και των ταραχών τους «Αntifa», δηλώνοντας πως θα αντιμετωπίζονται ως «τρομοκρατική οργάνωση» — κάτι που, αν και στερείται νομικού στηρίγματος, δέχτηκε και το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ουσιαστικά, ο γενικόλογος παραπάνω ορισμός χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση ως μέσο για να θέσει στο «στόχαστρο» τις υπαρκτές –αλλά σκληρά μειοψηφικές– ομάδες της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της αναρχίας που δρουν εντός του κινήματος. Τα ρεπορτάζ, ωστόσο, των θεωρούμενων ως πιο έγκυρων ΜΜΕ στις ΗΠΑ συνηγορούν στο συμπέρασμα πως, στην πραγματικότητα, «υποκινητές» των διαδηλώσεων δεν είναι ούτε οι «Αntifa», πιθανότατα δε ούτε το BLM. Ο βασικός πυροδότης των εξελίξεων ίσως δεν βρίσκεται στο κομμάτι της αριστερής πολιτικής πρωτοπορίας αλλά στην τεράστια αύξηση της ανεργίας (40 εκατ.) και στη χρόνια φυλετική καταπίεση των μαύρων από την αστυνομία και τους λευκούς. Η συντριπτική πλειοψηφία των εξεγερμένων ακολουθεί το αυθόρμητο ένστικτο της οργής για τη δολοφονία Φλόιντ και της απογοήτευσης από την κυνική πολιτική Τραμπ. Άλλωστε, πολλές διαδηλώσεις ξεκινούν από μικρές αυθόρμητες ομάδες (1000 με 2000 άτομα) και καλούνται μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Σε κάθε περίπτωση, «όπλο» στα χέρια των σημερινών εξεγερμένων αποτελούν οι ιστορικές παρακαταθήκες των αφροαμερικανικών εξεγέρσεων, που εκδηλώνονται συνήθως μετά από βάναυσες δολοφονίες μαύρων από την αστυνομία. Πιο χαρακτηριστικές όλων είναι τα γεγονότα στο Χάρλεμ το 1964 μετά τη δολοφονία του 15χρονου Τζέιμς Πάουελ, η «μάχη του Λος Άντζελες» το 1992 μετά την αθώωση των αστυνομικών για την υπόθεση ξυλοδαρμού του Ρότνεϊ Κίνγκ και οι συγκρούσεις το 2014 στο Φέργκιουσον μετά τη δολοφονία του Μάικλ Μπράουν. Πάντως, η σύγκριση των παραπάνω γεγονότων με τα όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες εμφανίζει ομοιότητες, αλλά σίγουρα δεν καταλήγει στην πλήρη ταύτιση.
Η σημερινή εξέγερση έχει μεν το στοιχείο της ένοπλης και «τυφλής» βίας, όπως τη γνωρίσαμε κυρίως στο Λος Άντζελες (πέθαναν 63 άνθρωποι), αλλά η τωρινή πολιτική και κοινωνική συγκρότηση των διαδηλωτών είναι αρκετά διαφορετική. Σημειώνεται πως στις μέχρι σήμερα περιπτώσεις αστυνομικής αυθαιρεσίας κατά των μαύρων, οι λευκοί έπαιζαν –στο καλύτερο σενάριο– το ρόλο παρακολουθητή, ενώ οι πορείες και τα επεισόδια ήταν σχεδόν αποκλειστικά «έργο» των πρώτων. Μάλιστα, στο Λος Αντζελες, δεν ήταν λίγες οι φορές που μαύροι επιτέθηκαν σε λευκούς και Ασιάτες, οι οποίοι απλά βρέθηκαν στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή. Σήμερα, όμως, παρότι το φυλετικό ζήτημα βρίσκεται ψηλά στην ιεράρχηση (και ορθά), μαύροι, λευκοί και ασιάτες συμμετέχουν από κοινού σε πορείες και διαδηλώσεις, απαιτώντας την έξωση του δομικού ρατσισμού από το πολιτικό και νομικό σύστημα των ΗΠΑ. Επιπλέον, αν και δεν λείπουν οι ένοπλες επιθέσεις κατά αστυνομικών (πιθανότατα και από οπλισμένες συμμορίες των μαύρων), δεν παρατηρείται η στοχοποίηση κάθε λευκού από τα εξαγριωμένα πλήθη, όπως συχνά συνέβαινε στο παρελθόν.
Το ταξικό και πολιτικό πρόταγμα των διαδηλώσεων μπορεί ακόμα να μην έχει αποκρυσταλλωθεί σαφώς και στην ολότητά του, παρ’ όλα αυτά είναι φανερό πως το κίνημα ψάχνει για μια ανώτερη πολιτική προσέγγιση. Η διοργάνωση πορείας κατά της ανεργίας στη Νέα Υόρκη, η αντίδραση για το πώς διαχειρίστηκε ο Τραμπ την πανδημία του Covid-19 στη χώρα, η στοχοποίηση ακόμα και «προοδευτικών» ΜΜΕ και το ξεκάθαρο αντιφασιστικό-αντιναζιστικό πρόταγμα, αποτελούν στοιχεία που δείχνουν πως το σημερινό κίνημα ίσως και να μην έχει το «ταβάνι» των προηγούμενων στιγμών ξεσπάσματος της ταξικής οργής.