Μετά την πανδημία της COVID-19
Προδημοσίευση
Βασίλης Μηνακάκης
Ο μικροσκοπικός κορονοϊός λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός, που ανέδειξε τις κρισιακές ρωγμές του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος. Μια πρώτη «κατάδυση» στα βαθιά ερωτήματα που τίθενται αποτελεί το βιβλίο Μετά την πανδημία της COVID-19. Τι είδους κόσμο θέλουμε;, του Βασίλη Μηνακάκη, συνεργάτη του Πριν, που κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις ΚΨΜ. Ακολουθεί προδημοσίευση από την εισαγωγή του βιβλίου. Αγορές στο σούπερ μάρκετ, αποψίλωση στη ΝΑ Ασία Μία από τις κύριες συμβουλές κατά την πανδημία της νόσου COVID-19 ήταν «πλένετε σχολαστικά τα χέρια σας!». Και μία από τις βασικές αντιδράσεις των ανθρώπων όπου γης –ενόψει ή και εν μέσω καραντίνας– ήταν να σπεύσουν στα σούπερ μάρκετ για να προμηθευτούν βασικά είδη: σαπούνι για το πλύσιμο των χεριών και απορρυπαντικά, αλλά και τρόφιμα, όπως λάδι, ζυμαρικά, μπισκότα, δημητριακά, σοκολάτες, πατατάκια. Πόσοι, άραγε, σκέφτηκαν ότι καταναλώνοντας αυτά τα είδη –που τους βοηθούσαν να αντιμετωπίσουν την παρούσα επιδημία– ίσως προετοίμαζαν ακούσια την επόμενη! Παράλογο; Όχι και τόσο… Πολλά από αυτά τα προϊόντα –το 50% των συσκευασμένων τροφίμων που μπορεί να βρει κανείς στο σούπερ μάρκετ– έχουν ως βασικό συστατικό το φοινικέλαιο. Το εν λόγω έλαιο αντιπροσώπευε το 2016 μια αγορά 44 δισ. δολαρίων, στην οποία κατέχει μονοπωλιακή θέση η πολυεθνική Wilmar. Πού παράγεται; Σχεδόν αποκλειστικά σε δασικές περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας που αποψιλώθηκαν σχετικά πρόσφατα. Σύμφωνα, μάλιστα, με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 40% της παγκόσμιας αποψίλωσης προκαλείται από τη στροφή σε μεγάλες μονοκαλλιεργητικές φυτείες φοινικόδενδρων. Μία από τις συνέπειες αυτής της περιβαλλοντικής μεταβολής ήταν ότι οι νυχτερίδες έχασαν το ενδιαίτημά τους και αναγκάστηκαν να αναζητήσουν νέο περιβάλλον. Έτσι, ήρθαν σε επαφή με τα οικόσιτα ζώα και τους ανθρώπους, μεταφέροντάς τους μικροοργανισμούς που σε αυτές τις ίδιες δεν είναι παθογόνοι, αλλά στους ανθρώπους είναι. Φυσικά, δεν είναι οι νυχτερίδες υπεύθυνες γι’ αυτήν την εξέλιξη ούτε ο «πολιτισμός» γενικώς. Δεν ευθύνεται ούτε η έλλειψη «ατομικής υπευθυνότητας» εκ μέρους των κατοίκων του πλανήτη.
Μια κοινωνία που ατένιζε με αισιοδοξία την «4η βιομηχανική επανάσταση» αποδείχθηκε ανοχύρωτη απέναντι σε μια τόσο στοιχειακή δομή, όπως ένας RNA ιός.
Για πολλούς επιστήμονες, η παρούσα επιδημία, ίσως και η επόμενη (ή οι επόμενες), δεν αποτελεί έκπληξη. Δύο χρόνια πριν, ο Πίτερ Ντάσζακ, πρόεδρος της EcoHealth Alliance, ερευνητικού οργανισμού που ασχολείται με τη σχέση ανθρώπινης υγείας και άγριας ζωής, είχε κάνει αναφορά στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για μια επερχόμενη «Ασθένεια Χ», στην οποία απέδιδε όλα σχεδόν τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας πανδημίας. Στις 27 Φεβρουαρίου 2020, ο Ντάσζακ έγραψε στους New York Times: «Στις αρχές του 2018, κατά τη διάρκεια συνδιάσκεψης του ΠΟΥ στη Γενεύη, ομάδα ειδικών στην οποία ανήκω (R&D Blueprint) επινόησε τον όρο “Ασθένεια Χ” ως κωδική ονομασία για την επόμενη πανδημία. Η “Ασθένεια Χ”, λέγαμε τότε, θα προκαλείτο από ιό που προέρχεται από τα ζώα και θα εμφανιζόταν κάπου στον πλανήτη όπου η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη οδηγεί στη συνύπαρξη ανθρώπων και άγριας ζωής. Η “Ασθένεια Χ” θα εξαπλωνόταν γρήγορα και αθόρυβα σε πολλές χώρες ανά τον πλανήτη, εκμεταλλευόμενη τα σύγχρονα δίκτυα ταξιδιού και εμπορίου, και θα προκαλούσε αναταραχή στις αγορές και στα χρηματιστήρια πριν ακόμα αποκτήσει το στάτους πανδημίας. Κοντολογίς, η COVID-19 (o τρέχων κορονοϊός) είναι η “Ασθένεια Χ”. Καθώς όμως ο κόσμος παλεύει να ανταποκριθεί στην εξάπλωση του ιού, κινδυνεύουμε να χάσουμε τη μεγάλη εικόνα: οι πανδημίες βρίσκονται σε ανοδική πορεία και είναι επιτακτικό να περιορίσουμε τη διαδικασία που τις ενεργοποιεί, όχι απλώς τις μεμονωμένες ασθένειες κάθε φορά». Με τον Ντάσζακ «συνομιλεί» ο Νόαμ Τσόμσκι, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξη στο DiEM25 TV (28/3/2020) δήλωσε: «Είναι μια κρίσιμη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας. Όχι μόνο λόγω του κορονοϊού, αλλά και γιατί μπορεί να αποκτήσουμε επίγνωση των βαθιών αδυναμιών, των βαθιών, δυσλειτουργικών χαρακτηριστικών όλου του κοινωνικοοικονομικού συστήματος, το οποίο πρέπει να μεταμορφωθεί, αν πρόκειται να υπάρξει ένα βιώσιμο μέλλον. Αλλά πρέπει να σκεφτείτε τις ρίζες του και πώς οι ρίζες αυτές θα οδηγήσουν σε περισσότερες κρίσεις, χειρότερες από αυτή». Με μια πρώτη ματιά φαίνεται δύσκολο να αναζητηθούν οι «ρίζες» στις οποίες αναφέρεται ο Τσόμσκι. Πολύ περισσότερο αφού η περίοδος της πανδημίας έβριθε –ακατανόητων σε πρώτη ανάγνωση– αντιφάσεων. Ένας μικροσκοπικός ιός έσπειρε την καταστροφή σε όλη την ανθρωπότητα και έθεσε εκτός μάχης τα πυρηνοκίνητα αεροπλανοφόρα Theodore Roosevelt και Charles de Gaulle, το καμάρι του αμερικανικού και γαλλικού ναυτικού αντίστοιχα. Υπενθυμίζοντας αυτό που σημειώνει ο Μαρκ Φερό: «Περνάμε από την εποχή που νομίζαμε ότι μπορούμε να ελέγξουμε το μέλλον της υγείας, εξουδετερώνοντας σιγά σιγά όλους τους παράγοντες των επιδημιών, των μολύνσεων και όλων των λοιμωδών νόσων, στην εποχή που μια τέτοια ελπίδα θεωρείται πλέον απατηλή». Μια κοινωνία που ατένιζε με αισιοδοξία την «4η βιομηχανική επανάσταση», συζητούσε για νοσηλευτές-ρομπότ και ρομποτική χειρουργική, για 3D εκτυπώσεις ανθρώπινων οργάνων και προϊόντα που επιβραδύνουν τη γήρανση, για τις δυνατότητες των big data, της υγρής βιοψίας και της γονιδιωματικής, για «προσαρμογή της ιατρικής θεραπείας στο γενετικό προφίλ ενός ατόμου» και «φάρμακα ακριβείας» κομμένα και ραμμένα στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του, για την αποκάλυψη των μυστικών και της νευροφυσιολογίας του εγκεφάλου και της νόησης, για τις σκεπτόμενες μηχανές και το διαδίκτυο των πραγμάτων (ΙΟΤ), αποδείχθηκε ανοχύρωτη απέναντι σε μια τόσο στοιχειακή δομή, όπως ένας RNA ιός. Οι ΗΠΑ, με το πλέον σύγχρονο −όπως εμφανιζόταν– και συνάμα το πλέον κοστοβόρο σύστημα υγείας, διαπίστωναν στην κορύφωση της πανδημίας ότι είχαν αναπνευστήρες για μόλις έξι ημέρες και επανανακάλυπταν τις πρακτικές της «Άγριας Δύσης» για να προμηθευτούν υγειονομικό υλικό, κυρίως από τον «μεγάλο αντίπαλο» την Κίνα. Παράλληλα, υγειονομικοί αναγκάζονταν να φορούν σακούλες σκουπιδιών επειδή είχαν εξαντληθεί οι προστατευτικές στολές, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση ζητούσε από το Πεντάγωνο να παραδώσει 100.000 σάκους πτωμάτων σε οργανισμούς υγείας της χώρας, ενθάρρυνε κινητοποιήσεις ακροδεξιών για την άρση της καραντίνας και αναζητούσε στις «καθυστερήσεις και τις παραλείψεις» του κινεζικού κράτους άλλοθι για τη δική της στάση — στάση που οδήγησε να χαρακτηρίζουν τις ΗΠΑ «Μεγάλο Ασθενή» της COVID-19. Ζηλωτές της ελεύθερης αγοράς και του «αόρατου χεριού» της ανακάλυπταν αίφνης την ανάγκη της κρατικής παρέμβασης και τον Κέυνς, ενώ εμβληματικές μορφές της εμφανίζονταν να «καταγγέλλουν» το καπιταλιστικό σύστημα. Ανάμεσά τους ο Ρέι Ντάλιο, ιδρυτής του μεγαλύτερου hedge fund στον κόσμο, με περιουσία 17 δισ. δολάρια, ο οποίος υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός πρέπει «να εξελιχθεί ή να πεθάνει», και ο Καρλ-Χένρικ Σβάνμπεργκ, επικεφαλής της Volvo, που θεωρεί ότι «πρέπει να διαμορφώσουμε τον καπιταλισμό κατά τρόπο που να λειτουργεί προς όφελος όλων», γιατί, «αν η ανισότητα εξακολουθήσει να αυξάνεται, σε βάθος χρόνου θα γυρίσει και θα μας δαγκώσει». Οπαδοί των θεωριών του Τζέρεμι Ρίφκιν περί του «τέλους της εργασίας» ανακάλυψαν τον αναντικατάστατο ρόλο των Απαρατήρητων, που περιγράφει η Αγγελική Σπανού στο ομότιτλο βιβλίο της, στη λειτουργία κάθε κοινωνίας –των εργαζόμενων στη διατροφική αλυσίδα και στα σούπερ μάρκετ όλου του πλανήτη, στις υπηρεσίες delivery και στις βιομηχανίες παραγωγής υγειονομικού υλικού στη Νοτιοανατολική Ασία, των νοσηλευτών αλλά και των μεταναστών που εργάζονται στην αγροτική παραγωγή– που δεν ήταν αυτοί που «μας έφεραν τις αρρώστιες», σύμφωνα με τις μισαλλόδοξες και ρατσιστικές απόψεις του συρμού. Αρκετοί θυμήθηκαν και τη δήλωση του Άνουριν Μπίβαν, ιδρυτή του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS): «Θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε χωρίς ανταλλάκτες νομισμάτων και χρηματιστές, αλλά θα μας ήταν πολύ δυσκολότερο να ζήσουμε χωρίς ανθρακωρύχους, εργαζόμενους στη χαλυβουργία, και αγρότες». Θιασώτες της «παγκοσμιοποίησης», της ελεύθερης κυκλοφορίας ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων έκλειναν τα σύνορα, αναδιπλώνονταν στο «πρώτα η χώρα μας», μας ζητούσαν «να αποτραβηχτούμε σε οικογενειακές μονάδες, σε κοινούς χώρους κατοίκησης ή ατομικές κατοικίες, στερούμενοι κοινωνικών επαφών και εκτοπισμένοι σε σφαίρες σχετικής απομόνωσης», τη στιγμή που «βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν ιό ο οποίος διασχίζει γρήγορα τα σύνορα, αγνοώντας την ίδια την ιδέα της εθνικής επικράτειας» (Τζ. Μπάτλερ), και που για την αντιμετώπισή του απαιτούνταν η μέγιστη διεθνής συνεργασία. Υπέρμαχοι της «ενωμένης Ευρώπης», που δήθεν αποτελεί «κοινό μας σπίτι» και εμφορείται από αξίες αλληλεγγύης, βρίσκονταν ενώπιον μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στην οποία κυριαρχούσε το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» και η αδυναμία χάραξης κοινής πορείας ακόμη και σε στοιχειώδη θέματα υγείας. Ιεραπόστολοι ενός συστήματος υγείας που θα πρέπει να λειτουργεί με όρους αγοράς και «κόστους-οφέλους», στο οποίο φάρμακα, υπηρεσίες, υλικά και διάγνωση θα πρέπει να είναι εμπορεύματα, ανακάλυπταν τον αναντικατάστατο ρόλο του δημόσιου συστήματος υγείας. Ενός δημόσιου συστήματος, όμως, που το θέλουν να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και «αιμομικτικές» σχέσεις με τις εταιρείες που δρουν στον χώρο του φαρμάκου, του ιατρικού εξοπλισμού, των υγειονομικών υλικών, της διάγνωσης και της νοσηλείας. Φανατικοί της ελευθερίας του ατόμου και της ιδιωτικότητας προέβαλλαν ως πρώτιστο καθήκον την «ατομική ευθύνη» απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, προπαγάνδιζαν την προτεραιότητα της «ασφάλειας και της υγείας έναντι των ατομικών ελευθεριών» −που αποτελούν ένα από τα ιερά τοτέμ του καπιταλισμού− και παραβίαζαν τα προσωπικά δεδομένα με τις «μοντέρνες» μεθόδους παρακολούθησης. Ο ΟΗΕ μιλούσε για «πανδημία πείνας» και «πείνα βιβλικών διαστάσεων», εκτιμούσε ότι «υπάρχει πραγματικός κίνδυνος οι νεκροί των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας να είναι περισσότεροι από εκείνους που θα προκαλέσει ο ίδιος ο ιός» και προέβλεπε ότι η πανδημία θα σπρώξει 130 εκατ. ανθρώπους στο όριο της ασιτίας, ενώ την ίδια στιγμή το Ινστιτούτο Πολιτικών Μελετών (IPS) ανακοίνωνε ότι ο συνολικός πλούτος των 34 από τους πλουσιότερους, δισεκατομμυριούχους των ΗΠΑ αυξήθηκε σχεδόν κατά 10% μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 10ης Απριλίου — την ίδια περίοδο που 22 εκατ. Αμερικανοί είχαν χάσει τη δουλειά τους. Η Αγία Πεντάδα της καπιταλιστικής αποκάλυψης Καθώς συγκεντρωνόταν βήμα-βήμα, μέρα-μέρα, η πρώτη ύλη του παρόντος –που συχνά αναθεωρούνταν γιατί τα δεδομένα των κρουσμάτων, της ανεργίας, της οικονομικής βύθισης άλλαζαν– άρχιζε να σχηματίζεται όλο και πιο ευδιάκριτα η εικόνα του παζλ. Να μορφοποιούνται οι καταστατικές αρχές που βρίσκονταν στο «σκληρό πυρήνα» των εξελίξεων και τις διαπερνούσαν σαν «κόκκινη κλωστή». Θα μπορούσαμε να τις αποκαλέσουμε «Αγία Πεντάδα» του καπιταλισμού, Ιππότες της καπιταλιστικής Αποκάλυψης: ιδιωτική ιδιοκτησία – εμπορευματοποίηση – εκμετάλλευση – ανταγωνισμός – καταπίεση. Ιδιωτική ιδιοκτησία, πατέντα και copyright σε φάρμακα, μονάδες παραγωγής αναγκαίων αγαθών και κοινά αγαθά όπως το νερό, οι σπόροι για καλλιέργειες και οι γνώσεις αιώνων, σε κοινωνικά χρήσιμες ευρεσιτεχνίες και στο ανθρώπινο γονιδίωμα, σε θαλάσσια πεδία και αλιευτικές ζώνες, στη γη, στον αστικό ιστό ή και στα δάση – ακόμη και στην οσμή του φρεσκοκουρεμένου γκαζόν πάνω στις μπάλες του τένις. Εμπορευματοποίηση, καπιταλιστική βιομηχανοποίηση κάθε πτυχής της ανθρώπινης ζωής και των προσωπικών δεδομένων, αλλά και της φύσης και των ρύπων, των υγειονομικών υπηρεσιών και της πληροφορίας, από έναν καπιταλισμό που επεκτείνεται σαν «χωροκατακτητική εξεργασία» −σαν καρκίνος− στο είναι των ανθρώπων, των κοινωνικών σχέσεων και του πλανήτη και «μετατρέπει τις περισσότερες κοινωνικές σχέσεις σε χρηματοποιημένες και μετρήσιμες μορφές». Μάλιστα, εμπορευματοποίηση με όρους βιομηχανίας, όπως μας δηλώνουν οι όροι βιομηχανία φαρμάκου αλλά και τουρισμού, φροντίδας, υγείας, γονιδιωματικής, προσωπικών δεδομένων, βιωματικών εμπειριών, βιομηχανοποιημένη γεωργία και κτηνοτροφία. Εκμετάλλευση χωρίς έλεος των ανθρώπων, της εργασίας και της δημιουργικότητάς τους, αλλά και της φύσης και των πλουτοπαραγωγικών πόρων της από τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις συνολικά και ιδιαίτερα από τις βιομηχανίες του ιατροφαρμακευτικού συμπλέγματος, του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος και του ψηφιακο-αστυνομικού συμπλέγματος. Εξού και η διαπίστωση του Τζόναθαν Κράρι ότι «η δεκαετία του 1990 δεν άνοιξε το δρόμο για μια μεταβιομηχανική εποχή, αλλά για μια υπερβιομηχανική εποχή». Ανταγωνισμός κρατών και εταιρειών εν ονόματι του κέρδους, της εξουσίας και της γεωπολιτικής επιρροής, έστω κι αν αυτό λειτουργεί ανασχετικά για τη συνολική πρόοδο της κοινωνίας, για την ίδια την αντιμετώπιση της πανδημίας, κι αν αποκαθηλώνει τα φληναφήματα περί ευρωπαϊκής αλληλεγγύης· αλλά και ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων, ιδιοτέλεια, εγωκεντρισμός και ναρκισσισμός, σε σημείο που το «αγάπα τον πλησίον σου» να γίνεται «μακριά από τον πλησίον» ή και «κάρφωσε τον πλησίον διότι δεν “μένει σπίτι” ή δεν τηρεί τις αποστάσεις». Καταπίεση και ανελευθερία, ή νέου τύπου, βασισμένου σε ένα ψηφιακό οπλοστάσιο επιτήρησης και χειραγώγησης, «ένα “σωφρονιστικό συνεχές”, που σκεπάζει την κοινωνία ως όλον», ένα «φρενιτώδες επεκτεινόμενο δίκτυο πανοπτικών φυλακών», που λεηλατεί τις ελευθερίες και την ιδιωτικότητα, αστυνομεύει σε κάθε μας βήμα και αναδεικνύει «την υπακοή και την απομόνωση όχι σε υποπροϊόντα της χρηματιστικοποιημένης παγκόσμιας οικονομίας, αλλά σε μία από τις πρωταρχικές επιδιώξεις της». Η πανδημία έφερε αυτήν την «Αγία Πεντάδα» με αρκετά σαφή τρόπο στην επιφάνεια. Μαζί και το ερώτημα που έθεσε ο Τσόμσκι και αποτελεί υπότιτλο του παρόντος πονήματος: «Τι είδους κόσμο θέλουμε;».