Δημήτρης Γρηγορόπουλος Σε μια προκλητική αντιστροφή της Ιστορίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μετατρέψει την 9η Μαΐου, από μέρα νίκης των λαών κατά του ναζισμού/φασισμού, σε γιορτή κατά του… ολοκληρωτισμού των «δύο άκρων», φασισμού και κομμουνισμού. Κι όμως έχει αποδειχθεί πως το κομμουνιστικό κίνημα αποτελεί τον πιο αδυσώπητο εχθρό του φασισμού αλλά και πως τα φασιστικά σαπρόφυτα μεγαλώνουν με την ενίσχυση του κεφαλαίου, συχνά παίρνοντας και το προβάδισμα στην αστική πολιτική. Χρονολόγιο 1938, 29 Σεπτεμβρίου ● Υπογράφεται η Συμφωνία του Μονάχου. 1939, 15 Μαρτίου ● Τα Γερμανικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Τσεχοσλοβακία. 1939, 23 Αυγούστου ● Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ. 1939, 1η Σεπτεμβρίου ● Ο γερμανικός στρατός εισβάλλει στην Πολωνία. 1941, 22 Ιουνίου ● Εισβολή των ναζί στην ΕΣΣΔ. 1945, 9 Μαΐου ● Ο Κόκκινος Στρατός καταλαμβάνει το Βερολίνο. Την 9η Μαΐου 1945 ο σοβιετικός στρατός κατέλαβε το οχυρό των ναζί, το Βερολίνο. Η μέρα αυτή έχει καθιερωθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως ημέρα νίκης κατά… του «ολοκληρωτισμού» των δύο «άκρων»: του φασισμού και του κομμουνισμού. Πρόκειται για χυδαία κακοποίηση της ιστορικής αλήθειας, που εξαγνίζει τον καπιταλισμό και τις πολιτικές εκφράσεις του και αμαυρώνει τον κομμουνισμό. Αυτή η ερμηνεία δεν βιάζει μόνο την ιστορική αλήθεια, αλλά και την κοινή λογική. Πώς η συντριβή του ναζισμού μπορεί να συμβολίζει και τη συντριβή του «κόκκινου ολοκληρωτισμού», όταν ο Κόκκινος Στρατός πρωταγωνίστησε στη συντριβή του ναζισμού και του κατάφερε το τελειωτικό χτύπημα; Ακόμα και με ακραία μηδενιστική αντίληψη για το καθεστώς της ΕΣΣΔ, πώς είναι δυνατόν να συμψηφίζει κανείς με τους ναζί εκατομμύρια κομμουνιστές και αριστερούς, που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν στο βωμό της αντιφασιστικής πάλης αλλά και συλλήβδην όλα τα κομμουνιστικά ρεύματα, που δεν ταυτίζονται αλλά διαφοροποιούνται κριτικά από τον «υπαρκτό σοσιαλισμό»; Αλήθεια, εμπειρικά επιβεβαιωμένη, αποτελεί το γεγονός ότι το μεγάλο κεφάλαιο, ιδίως σε καταστάσεις οξυμένης κρίσης, χρησιμοποιεί τον φασισμό, διαφόρων μορφών, σαν σιδερένια γροθιά, για να προστατεύσει και να ενδυναμώσει τα συμφέροντά του έναντι των εργατολαϊκών τάξεων αλλά και έναντι των ανταγωνιστικών καπιταλισμών. Ευθύνη για τον φασισμό φέρουν και οι αστικές τάξεις που τον εργαλειοποιούν υπέρ των συμφερόντων τους, αλλά και οι αστικές τάξεις, ιδίως οι ισχυρότερες, που τελικά τον πολέμησαν, αφού προηγουμένως με την πολιτική του «κατευνασμού» και την προσπάθεια να κατευθύνουν τις επεκτατικές τάσεις του κατά της Ρωσίας, ανέχτηκαν τις επιθετικές πρωτοβουλίες του γερμανικού ναζισμού και την κλιμάκωσή τους. Μόλις ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία, ανακατέλαβε την ανθρακοφόρα περιοχή του Ρουρ και τη Ρηνανία. Δημιούργησε –αντίθετα απ’ ό,τι προέβλεπε η συνθήκη των Βερσαλιών– ισχυρότατο στρατό και ανέπτυξε πανίσχυρη βιομηχανία, μην αφήνοντας αμφιβολίες για τις προθέσεις του. Το 1938 υπογράφτηκε στο Μόναχο η ομώνυμη συμφωνία, στην οποία Αγγλία και Γαλλία ενέδωσαν στις απαιτήσεις της Γερμανίας, προβάλλοντας ως αιτία πολέμου μόνο την κατάληψη της Πολωνίας. Ο Χίτλερ, ενθαρρυμένος από τη συμφωνία, εισέβαλε και κατέλαβε την Τσεχοσλοβακία τον Μάρτιο του 1939, χωρίς να συναντήσει καμιά αντίσταση. Ταυτόχρονα, η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, προβάλλοντας «αυτοκρατορικές» φιλοδοξίες. Τον Σεπτέμβριο του 1939 η Γερμανία, παρά το βέτο Αγγλίας και Γαλλίας, εισέβαλε στην Πολωνία, πυροδοτώντας τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Λίγο πριν, τον Αύγουστο του 1939, Γερμανία και ΕΣΣΔ υπέγραψαν στη Μόσχα το Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ για την Πολωνία. Η ΕΣΣΔ κατέλαβε την ανατολική Πολωνία και τη Φινλανδία, με τη δικαιολογία ότι στο παρελθόν αποτελούσαν εδάφη της Τσαρικής Αυτοκρατορίας. Κατακριτέα η στάση της ΕΣΣΔ, αλλά ακόμη πιο κατακριτέα η στάση της Αγγλίας και Γαλλίας, που απέρριψαν τις προτάσεις της Μόσχας για τη σύσταση συμμαχίας με τη Σοβιετική Ένωση, που ενδεχόμενα θα είχε αποτρέψει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Οκτώβριο του 1940 η Ιταλία εισέβαλε στην Ελλάδα αλλά υπέστη δεινή ήττα. Στις 22 Ιουνίου 1941 η Γερμανία πραγματοποιεί εισβολή στην ΕΣΣΔ γνωστή με τον κωδικό «Μπαρμπαρόσα». O φασισμός δεν περιορίζεται στην παράνοια του Χίτλερ και σε μια φασίζουσα κοινωνική βάση στη Γερμανία και στην Ιταλία, όπως ισχυρίζεται ο ιστορικός αναθεωρητισμός. Μετά το ξέσπασμα της κρίσης του μεσοπολέμου (1929-30), στις κοινωνίες ανοίγονταν τρεις εναλλακτικές προοπτικές: Η σοσιαλιστική ανατροπή, ο σοσιαλδημοκρατικός κεϊνσιανισμός και ο φασιστικός λαϊκισμός. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, κυρίως, η κοινωνική πλειοψηφία ή μεγάλο τμήμα της γοητεύτηκε από τον φασιστικό «ριζοσπαστισμό» και τον στήριξε, λόγω και των υποκειμενικών αδυναμιών των δύο άλλων ρευμάτων. Στις εκστρατείες των ναζί συμμετέχουν και στρατιωτικές δυνάμεις από χώρες που έχουν συμμαχήσει με τη Γερμανία, όπως η Ρουμανία, η Ουγγαρία και άλλες, με φασιστικά ή στρατιωτικά καθεστώτα. Φασιστικό κράτος-μαριονέτα συμμαχικό των ναζί αποτελούσε και η Κροατία υπό τον Μιχαήλοβιτς, όπως και το κράτος του Βισί στη Γαλλία υπό τον στρατάρχη Πετέν. Στην Ελλάδα, αν και ήταν ενταγμένη στην αγγλική σφαίρα επιρροής, απ’ τον Αύγουστο του 1936 είχε επιβληθεί ιδιότυπο φασιστικό καθεστώς με επικεφαλής τον δικτάτορα Μεταξά. Αλλά και σε πολλές αστικοδημοκρατικές χώρες δρούσαν φασιστικά κόμματα, ορισμένα με ισχυρή επιρροή.
Οι ναζί επιδίωξαν χωριστή συμφωνία με τους Δυτικούς, ευελπιστώντας σε ανεκτούς όρους
Παρά τους ισχυρισμούς των Δυτικών για τη συνάφεια «του φαιού και του ερυθρού ολοκληρωτισμού», η δική τους «εκλεκτική συγγένεια» με τον φασισμό αποδείχτηκε ακόμη και στην έσχατη αλλά αποφασιστική μάχη του Βερολίνου. Οι ναζί επιδίωξαν χωριστή συμφωνία με τους Δυτικούς, ευελπιστώντας ότι θα συναινούσαν σε παράδοση με ανεκτούς όρους, ώστε να χρησιμοποιήσουν τη μεταπολεμική Γερμανία ως ανάχωμα κατά της ΕΣΣΔ. Γι’ αυτό συγκέντρωσαν ισχυρές δυνάμεις στο Βερολίνο, στρατολογώντας ανήλικους και γυναίκες, για να αποτρέψουν την κατάληψή του από τον Κόκκινο Στρατό. Όντως, ο στρατηγός Γιοντλ συναντήθηκε με τους αντιπροσώπους των ΗΠΑ, Αγγλίας, Γαλλίας (άρα υπήρξαν προσυνεννοήσεις), αλλά η συμφωνία δεν πραγματοποιήθηκε, λόγω κατάληψης του Βερολίνου από τους Σοβιετικούς. Αλλά και στο μεταπολεμικό περιβάλλον οι Δυτικοί ιμπεριαλιστές –και ιδίως οι ΗΠΑ– κώφευσαν στη δημοκρατική απαίτηση για εξάλειψη των φασιστικών και δικτατορικών καθεστώτων. Έτσι, τα φιλοφασιστικά καθεστώτα της Ισπανίας του Φράνκο και της Πορτογαλίας του Σαλαζάρ διατηρήθηκαν, όπως και τα αυταρχικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, ενώ τα αντιδραστικά αποικιακά καθεστώτα ανατράπηκαν μόνο μετά από αιματηρούς αγώνες (Ινδία, Αλγερία, Βιετνάμ, Ιράν, Κύπρος κ.α.). Αλλά και σε πολλές περιπτώσεις οι ΗΠΑ, με άμεση επέμβαση ή έμμεση με όργανά τους, ανέτρεπαν ανεπιθύμητα καθεστώτα και εγκαθιστούσαν αυταρχικά δικτατορικά καθεστώτα της αρεσκείας τους (Ελλάδα, Βιετνάμ, Χιλή κ.α.).