Σεΐτ Αλντογάν
▸ Όσο εντείνεται το αδιέξοδο της Άγκυρας στη Συρία, τόσο κλιμακώνεται η κρατική τρομοκρατία και καταστολή στο εσωτερικό
Το καθεστώς της Άγκυρας, εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα, έχει κηρύξει τον πόλεμο εναντίον και των γειτονικών χωρών αλλά και στο εσωτερικό της Τουρκίας. Αυτός ο πόλεμος συνεχίζεται και εκτός συνόρων και ενάντια στον λαό. Με το πρόσχημα, μάλιστα, ότι η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο με τους εχθρούς της, έχει εξαπολυθεί μία τρομοκρατία άνευ προηγουμένου. Ο Ερντογάν κατηγορεί κάθε είδους αντιπολίτευση ότι διαπράττει προδοσία, θεωρεί όλους όσοι απαιτούν ελευθερία και δημοκρατία ότι είναι εχθροί του έθνους και ταυτόχρονα δηλητηριάζει την κοινωνία με εθνικισμό και ισλαμική προπαγάνδα. Ήδη, μάλιστα, έχει απαγορεύσει όλες τις διαδηλώσεις εναντίον του πολέμου, του ίδιου και της κυβέρνησής του και κινεί ποινικές διαδικασίες ακόμα και σε όσους απλώς τολμούν να ασκήσουν κριτική.
Η αλήθεια, όμως, είναι πως έχει απέναντί του μία αντιπολίτευση — από τους εργάτες, τους εργαζόμενους συνολικά και ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Όλους αυτούς, δηλαδή, που εξαπολύουν ένα δριμύ «κατηγορώ» κατά της κυβέρνησης του Ερντογάν και απαιτούν να τερματιστεί ο πόλεμος στη Συρία και οι Τούρκοι στρατιώτες να επιστρέψουν πίσω, ζωντανοί και όχι σε φέρετρα. Ήδη, για του λόγου το αληθές, πάρα πολλά συνδικάτα, δημοκρατικοί φορείς και οργανώσεις έχουν δηλώσει ανοιχτά και με σαφήνεια ότι ο πόλεμος αυτός δεν έχει καμία σχέση με τις απαιτήσεις των λαών της Τουρκίας που αγωνίζονται για δημοκρατία και ειρήνη.
Ούτε έξω όμως πάνε καλά τα πράγματα για τον Ερντογάν. Από την αρχή ήταν φανερό, άλλωστε, ότι η επεκτατική πολιτική του στη Συρία ερχόταν σε σύγκρουση και με τη Ρωσία, αλλά και με το Ιράν. Αργά ή γρήγορα οι δυνάμεις της Τουρκίας και του Άσαντ θα έρχονταν αντιμέτωπες — όπως και έγινε. Η ουσία, σε κάθε περίπτωση, είναι πως η Τουρκία δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξή της στην περιοχή. Η δικαιολογία του Ερντογάν, στην τελευταία του ανακοίνωση, ήταν ότι τον κάλεσε να επέμβει ο συριακός λαός. Το σίγουρο είναι ότι αυτοί που τον κάλεσαν δεν ήταν ο λαός αλλά οι τζιχαντιστές.
Η Συρία έχει ήδη μετατραπεί σε βάλτο για την Τουρκία και ο πόλεμος έχει πολύ βαρύ τίμημα. Η Άγκυρα ήδη μετράει εκατοντάδες νεκρούς από τα πλήγματα της συριακής κυβέρνησης, που έχει την υποστήριξη της Ρωσίας, με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνεται ότι ο βάλτος γίνεται όλο και πιο επικίνδυνος. Γι’ αυτό ο Ερντογάν, ενώ από τη μία μεριά προχωρά σε λεονταρισμούς, από την άλλη καλεί τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ να υποστηρίξουν την Τουρκία. Η πρώτη απάντηση του Λευκού Οίκου, όμως, ήταν σαφής όσον αφορά στα ανταλλάγματα: «Η Τουρκία πρέπει να αναγνωρίζει τους πραγματικούς συμμάχους της και να ακυρώσει τη συμφωνία των S400».
Είναι φανερό ότι οι ρωσο-τουρκικές σχέσεις ενοχλούν το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, που ήθελαν έναν Ερντογάν που θα τους ήταν πιστός και ενάντια στη Ρωσία. Από την άλλη μεριά, όσον αφορά τη Μόσχα και τον Πούτιν, δεν θέλουν το αλισβερίσι που έχει ανοίξει με την Τουρκία σε κάθε επίπεδο και η προσπάθεια αυτό να αποτελέσει μια «σφήνα» μέσα στο ΝΑΤΟ και το στρατόπεδο της Δύσης να αποδειχθεί μάταια. Άλλωστε, καθώς η Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχει κάνει συμφωνίες με τη Ρωσία στον τομέα της ενέργειας, των εξοπλισμών, του τουρισμού και του εμπορίου, είναι πολύ δύσκολο για τον Ερντογάν να αγνοήσει όλα αυτά τα δεδομένα.
Με άλλα λόγια, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη Συρία για την Τουρκία παραπέμπει στην γνωστή παροιμία «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» (που στην Τουρκία διατυπώνεται με μια εκδοχή η οποία έχει να κάνει με το μουστάκι και το μούσι). Ο Ερντογάν, λόγω των τεράστιων δυσκολιών που αντιμετωπίζει και των αδιεξόδων στα οποία έχει εγκλωβιστεί, έσπευσε για άλλη μία φορά να χρησιμοποιήσει το «χαρτί» των μεταναστών. Μέχρι σήμερα, σε κάθε ευκαιρία δήλωνε ότι θα ανοίξει τα σύνορα προς την Ελλάδα και την Ευρώπη και τελικά το έκανε. Ακόμα και αυτός ο «άσος», όμως, αχρηστεύτηκε και του έμεινε στα χέρια…