Γιώργος Παπανικολάου
«Στις καταλήψεις είναι πολλά παιδιά εύπορων οικογενειών και κάτω από τον τσιμεντόλιθο είναι ο ανώνυμος αστυνομικός των 800 ευρώ», δήλωσε μεταξύ πολλών άλλων ο υπουργός ΠΡΟΠΟ Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Οι ομολογουμένως ευφάνταστες αυτές δηλώσεις ήρθαν λίγο μετά τα νέα γεγονότα στο Κουκάκι, την ανακατάληψη δύο κτιρίων που τελούσαν υπό κατάληψη και την εκ νέου επεισοδιακή εκκένωσή τους, η οποία συνοδεύτηκε από απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ σε συγκέντρωση αλληλεγγύης στην περιοχή, συλλήψεις στο σωρό και δακρυγόνα στη γειτονιά. Είναι ενδεικτικό πως οι γείτονες και κάτοικοι αποδοκίμαζαν με έντονο τρόπο τους αστυνομικούς από τα μπαλκόνια τους κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Στον φανταστικό κόσμο, λοιπόν, που επιχειρεί να κατασκευάσει ο υπουργός, οι πλούσιοι καταλαμβάνουν κτίρια, οι φτωχοί προφανώς κατοικούν σε βίλες και τα ΜΑΤ πέφτουν θύματα αναίτιας βίας. Ωστόσο, οι δηλώσεις αυτές δεν αποτελούν κομμάτι κάποιου (δυστοπικού) μυθιστορήματος φαντασίας, αλλά κινήθηκαν ακριβώς στο πνεύμα της εφαρμοζόμενης εδώ και έξι μήνες κυβερνητικής πολιτικής: βία, καταστολή, συλλήψεις και κρατική τρομοκρατία συνιστούν το δόγμα επιβολής των νέων αντιλαϊκών μέτρων αλλά και της περιώνυμης βάρβαρης «κανονικότητας».
Τα γεγονότα στο Κουκάκι φαίνεται να υποδεικνύουν μια νέα προσέγγιση στο προαναφερθέν δόγμα: οι άνδρες των ΜΑΤ και της ΟΠΚΕ από ασταμάτητοι κι ατρόμητοι «υπερασπιστές του νόμου» που θα επιβάλλουν κόντρα σε κάθε εμπόδιο το «νόμο και την τάξη», μετατρέπονται –με την πολύτιμη συνδρομή των καθεστωτικών ΜΜΕ– σε φτωχά παιδιά των 800 ευρώ, που δέχονται «δολοφονικές» επιθέσεις από πλουσιόπαιδα! Το κυβερνητικό κάζο με την περίφημη πια υπόθεση Ινδαρέ φαίνεται πως αποτέλεσε ένα πολύτιμο μάθημα για κυβέρνηση και αστυνομία. Τι κι αν χρειάστηκαν δεκάδες διμοιρίες, ελικόπτερα και ντρόουν για να συλλάβουν τελικά πέντε άτομα νεαρής ηλικίας; Άξιζε η (οικονομική θυσία) μπροστά στο –με όρους ριάλιτι θεάματος– τηλεοπτικό σόου που κατασκευάστηκε. Πέρα όμως από το γελοίο του πράγματος, η κατάσταση για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες φαίνεται να γίνεται όλο και πιο ζοφερή. Ο υπουργός δεν αρκέστηκε απλά στην επί της ουσίας στοχοποίηση οποιουδήποτε αντιστέκεται στις κυβερνητικές πολιτικές ως γόνου πλούσιας οικογένειας. Αφού πρώτα υπογράμμισε τα θετικά αποτελέσματα της κατάργησης του ασύλου, απομακρύνθηκαν, είπε, τα «στειλιάρια» από τα πανεπιστήμια κι ο φόβος (τώρα τα ΜΑΤ μπορούν άφοβα να ξυλοφορτώνουν φοιτητές, όπως στην ΑΣΟΕΕ), στη συνέχεια εξήγγειλε ότι από εδώ και πέρα θα υπάρχουν κάμερες σε όλες τις επιχειρήσεις της αστυνομίας, τις οποίες θα έχουν οι ίδιοι αστυνομικοί. Οι κάμερες θα καταγράφουν, όπως είπε, τις δράσεις των αστυνομικών και των διαδηλωτών. Φυσικά, με βάση το βεβαρυμμένο παρελθόν της αστυνομίας σε συγκαλύψεις περιστατικών αυθαιρεσίας και βαρβαρότητας, τίποτα καλύτερο δεν μπορεί να περιμένει κανείς από μια σύγχρονη μονταζιέρα, που κατά το δοκούν θα καταγράφει όσα αρκούν για να δικαιολογηθούν οι ενέργειες των αστυνομικών οργάνων.
Δράση όμως ανέλαβαν και τα συνδικαλιστικά όργανα των αστυνομικών, τα οποία έφτασαν στο σημείο να ζητούν πειθαρχικό έλεγχο εισαγγελέα, επειδή δεν άσκησε τις διώξεις που επιθυμούσαν στους «καταληψίες» της Ματρόζου — άσκησε διώξεις για πλημμελήματα και όχι για κακουργήματα. Η πίεση που άσκησαν και υπουργοί της κυβέρνησης, σύμφωνα με καταγγελίες της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, συνιστά πρωτοφανή παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης, την ανεξαρτησία της οποίας τόσο υπερασπίζονταν οι σημερινοί κυβερνώντες, όταν ήταν αντιπολίτευση. Για ακόμα μία φορά γίνεται φανερό ότι μόνο οι λαϊκοί αγώνες –και κανένας νόμος ή δικαστής– μπορούν να υπερασπιστούν τις ελευθερίες και τα δικαιώματα της κοινωνικής πλειοψηφίας.