Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Η ευρεία διακομματική συμφωνία για την ανάδειξη της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου στην προεδρία της δημοκρατίας, δεν είναι η «επίλυση ενός θεσμικού ζητήματος». Είναι μία ατράνταχτη απόδειξη του πόσο συναινετικά και ενιαία θα λειτουργήσουν εφεξής τα κόμματα της αστικής διαχείρισης. Στόχος να διασφαλίσουν την παρουσία ή την εναλλαγή τους στην εξουσία και ταυτόχρονα να καταστήσουν «μόνιμες» τις πολιτικές του ευρω-μονόδρομου και της μετάθεσης των βαρών των συνεχών καπιταλιστικών κρίσεων στις πλάτες του κόσμου της εργασίας. Είναι, παράλληλα, ένα ακόμα βήμα στη δρομολογημένη πορεία αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού. Ενός συστήματος που έχει «σχεδιαστεί» για να διαθέτει δύο πολιτικούς πόλους που ολοένα και περισσότερο θα «συγκλίνουν» προς ένα αόριστο «πολιτικό κέντρο», ενώ ταυτόχρονα θα μπορούν, εφόσον το απαιτήσουν οι ανάγκες εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου, και να συγκυβερνήσουν.
Η Αικατερίνη (κατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη), η Κατερίνα (κατά τον Αλέξη Τσίπρα) Σακελλαροπούλου αποτέλεσε το πρόσωπο – «κοινό παρνομαστή» ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής, χωρίς να προκαλεί και αντιπάθειες στα υπόλοιπα κόμματα. Πρόκειται για μία ανώτατη δικαστικό, που –στην καλύτερη των περιπτώσεων– κατά τη διάρκεια της θητείας της εφάρμοσε τους αστικούς νόμους, δίχως κρίση της ίδιας της αντιλαϊκής ουσίας τους. Αυτή είναι και η πλέον επιεικής εξήγηση για το ότι συμπαρατάχθηκε με το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την άποψη ότι η περικοπή του 13ου-14ου μισθού στο δημόσιο ήταν «επαρκώς τεκμηριωμένη» ή τις απανωτές αποφάσεις που συνυπέγραψε, ώστε να προωθηθεί η επένδυση της Eldorado Gold στις Σκουριές, με το σκεπτικό πως ήταν επωφελής για την εθνική οικονομία. Ακόμα, η εκλεκτή του Μαξίμου όχι μόνο ήταν μέλος του ειδικού δικαστηρίου στη δίκη του πρώην υπουργού Οικονομικών Μιχάλη Παπακωνσταντίνου αλλά ήταν ανάμεσα στους δικαστές που μειοψήφισαν υπέρ της απαλλαγής του για την κατηγορία της νόθευσης εγγράφου. Μάλιστα, η Κ. Σακελλαροπούλου είχε την άποψη ότι το επίμαχο ψηφιακό αρχείο της λίστας δεν μπορεί κατά τον νόμο να θεωρηθεί καν έγγραφο!
Όσο για το ζήτημα της «πρώτης γυναίκας προέδρου της δημοκρατίας» που προβλήθηκε και με το παραπάνω από το Μέγαρο Μαξίμου ως έμπρακτη απόδειξη της πίστης στην ισοτιμία των φύλων, μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί. Από τη στιγμή που προέρχεται από μία κυβέρνηση που στηρίζει ανοιχτά τα πλέον αντιδραστικά πατριαρχικά πρότυπα. Άλλωστε, μόλις πριν από λίγους μήνες, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να δικαιολογήσει την τοποθέτηση μόνο πέντε γυναικών υπουργών σε κυβέρνηση με 51 μέλη, λέγοντας ότι δεν έβρισκε γυναίκες να υπουργοποιήσει. Ο αντιπρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος στήριξε το σκοταδιστικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Sportime κατά των αμβλώσεων. Μια κυβέρνησης που έχει ήδη καταστρατηγήσει κάθε προστασία στην εργασία που σχετίζεται με διακρίσεις λόγω φύλου ή με τα εργασιακά δικαιώματα των γυναικών.
Η εκλογή της νέας προέδρου της δημοκρατίας με 266 τουλάχιστον ψήφους στη Βουλή, έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της ευρείας συναίνεσης στο πολιτικό σκηνικό του τελευταίου διαστήματος.
Αυτή που εκφράστηκε με την υπερψήφιση από 288 βουλευτές του νόμου για την ψήφο των κατοίκων του εξωτερικού και τη διακομματική όσο και κυνική διαπραγμάτευση που προηγήθηκε. Με τη συνεχή αναφορά στην ανάγκη «εθνικής γραμμής» για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής που είναι επίσης κυρίαρχη στον πολιτικό λόγο και μη αμφισβητούμενη σχεδόν από κανένα κόμμα του κοινοβουλίου. Είναι το απότοκο της «μεγάλης σύγκλισης» των 222 βουλευτών που ψήφισαν τον Αύγουστο του 2015 το 3ο μνημόνιο. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται, άλλωστε, ακόμα στο κοινοβούλιο κάτω από διαφορετική πολιτική σκεπή, αφού «ξαναμοιράστηκαν» τον Ιανουάριο του 2019 με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Συγκλίσεις και συμφωνίες σε σκηνικό αναδιάταξης
Η προετοιμασία των αναδιατάξεων στο πολιτικό σκηνικό δεν φαίνεται μόνο στο θέμα της εκλογής της προέδρου της δημοκρατίας. Συμπλήρωμα αυτής της διαδικασίας είναι και η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο. Σε αυτό, Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην συμφωνούν (εκτός ίσως από το θέμα της θέσπισης του πλαφόν του 3% που διασφαλίζει την απουσία ενοχλητικών αντικαπιταλιστικών φωνών στην θεσμική νιρβάνα), όμως και σε αυτό το πλαίσιο καταγράφεται μια διαδικασία συγκλίσεων. Χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση που έκανε στη βουλή ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Σπίρτζης, αναφερόμενος στην κυβέρνηση, δήλωσε, μεταξύ άλλων, πως συμφωνεί με τη δήλωση του Τάκη Θεοδωρικάκου πως μόνο με την ανεύρεση πολτικών συγκλίσεων μπορούν να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις. Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση πως «ο πρωθυπουργός ζητάει συναίνεση, την οποία τόσο επιθυμούν οι Έλληνες, σε αυτή τη γραμμή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανταποκριθεί». Την ίδια στιγμή, ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ευθέως και ξεκάθαρα ότι στις επόμενες εκλογές θα αναζητηθεί η σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων, προκειμένου να διαμορφωθεί μία ανάλογων πεποιθήσεων κυβέρνηση. Χωρίς, μάλιστα, να κατονομάζονται οι «προοδευτικές» αυτές δυνάμεις. Έτσι, μένει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο αναζήτησης κοινού κυβερνητικού σχήματος με το Κίνημα Αλλαγής αλλά –γιατί όχι;– και με «προοδευτικές» δυνάμεις από τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας, εφόσον αυτές προκύψουν. Ας μην ξεχνάμε ότι η τελευταία κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε υπουργό την Κατερίνα Παπακώστα, ενώ ήδη στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπάρχει «πτέρυγα» οπαδών της πολιτικής του Κώστα Σημίτη που προέκυψε στο πλαίσιο της διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Στο ζοφερό αυτό κλίμα απόλυτης συναίνεσης που αναπαράγει με τον πλέον πειστικό τρόπο τη θεώρηση της ανυπαρξίας εναλλακτικής λύσης, επιδιώκεται να συνθλιβεί και κάθε κίνηση εργατικής-λαϊκής και νεολαιίστικης αντίστασης που δίνει μια ανατρεπτική πολιτική προοπτική. Παράλληλα, ενισχύονται οι ακραίες μέθοδοι κρατικού αυταρχισμού που προάγει η σημερινή κυβέρνηση.