Γιάννης Ελαφρός
Απευθείας χρηματοδότηση του κεφαλαίου από την εργασία προβλέπει το ταξικότατο νομοσχέδιο που ψηφίζει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ. Η «μείωση των φόρων» που διατυμπανίζει η κυβέρνηση αφορά βασικά το κεφάλαιο και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ για τη συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών –που κατά κύριο λόγο ανήκουν στην εργατική τάξη– μεταφράζεται σε ελαφρύνσεις της τάξης των 15 ευρώ… το χρόνο! Δηλαδή, λιγότερο από 1,5 ευρώ τον μήνα. Δεν τα λέμε εμείς, αλλά οι πίνακες που έδωσε το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών και τους οποίους μάλιστα πολλές ιστοσελίδες φιλοξένησαν με τίτλους όπως «αυξήσεις στους μισθούς»! Και μόνο οι ανατιμήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ είναι πολύ υψηλότερες από τις «αυξήσεις» αυτές… Και όλα αυτά, όταν η φορολεηλασία των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων απογειώθηκε την προηγούμενη δεκαετία και μάλιστα σε συνθήκες άγριων περικοπών σε μισθούς και εισοδήματα.
Συνολικά, οι εργαζόμενοι φορολογούνται πέντε φορές: φόρος επί του μισθού (αυξήθηκε τα προηγούμενα χρόνια με μεγάλη μείωση του αφορολόγητου), ΦΠΑ (που έχει αυξηθεί ιδιαίτερα), ΕΝΦΙΑ (που ήταν προσωρινός και θα καταργούνταν), εισφορά αλληλεγγύης (το ίδιο) και φόρος σε κάθε μεταβίβαση.
Βεβαίως, στον αντίποδα οι φοροαπαλλαγές που δίνονται στις εταιρείες (με κύρια ωφελημένες τις μεγάλες) είναι εμφατικές. Μείον 4% στη φορολογία επί των κερδών (από 28% στο 24%), μείωση στο μισό του φόρου επί των μερισμάτων (από 10% στο 5%, όταν ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές του 2019 το είχε πάει από 15% στο 10% ). Επιπλέον, ιδιαίτερη σημασία έχει η κατάργηση του φόρου 15% επί του κεφαλαίου που συσσωρεύουν οι επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, στο νομοσχέδιο προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από κάθε φόρο, τέλος ή εισφορά για μετόχους εταιρειών χαρτοφυλακίου, εάν κατέχουν μετοχές σε πλοιοκτήτριες εταιρείες, καθώς και από τον ειδικό φόρο ακινήτων (που αφορά offshore εταιρείες) για ναυτιλιακές εταιρείες που έχουν γραφεία στη χώρα. Επιπλέον, η κυβέρνηση διαμόρφωνε ρύθμιση (μέχρι την ώρα που έκλειναν αυτές οι γραμμές δεν είχε κατατεθεί), σύμφωνα με την οποία μεγιστάνες, χρηματιστές, εφοπλιστές από όλο τον κόσμο θα μπορούσαν να φορολογούνται στην Ελλάδα με έναν ενιαίο και σχετικά χαμηλό φόρο, εάν διέμεναν έξι μήνες στη χώρα. Ζήσε τον (τσάμπα) μύθο σου στην Ελλάδα…
Συνολικά, υπολογίζεται στον προϋπολογισμό του 2020 πως από τις «χοντρές» φοροελαφρύνσεις οι επιχειρήσεις θα πληρώσουν λιγότερους φόρους περίπου 446 εκατ. ευρώ, ενώ τα φυσικά πρόσωπα (δηλαδή κυρίως η μισθωτή εργασία) θα δώσουν παραπάνω 423 εκατ. ευρώ. Κατάσταση απόλυτης ταξικής (αν)ισορροπίας.
Το φετινό μέρισμα είναι μόλις το 2,5% του πλεονάσματος, όταν οι μεγιστάνες ζουν τον (τσάμπα) μύθο τους στην Ελλάδα
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί με την καθιέρωση αφορολόγητου και στους αυτοαπασχολούμενους να αναπτύξει κοινωνικές συμμαχίες με τα στρώματα αυτά, τα οποία θα δουν μια λογιστική φορολογική ελάφρυνση. Και λέμε λογιστική, καθώς η μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό Κατρούγκαλου που θα φέρει η κυβέρνηση στις αρχές του 2020 (βλέπε σελ. 18-19) θα οδηγήσει σε αύξηση των εισφορών για όσους έχουν μικρότερα εισοδήματα, εξανεμίζοντας τα όποια οφέλη.
Μέσα στις συνθήκες αυτές η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να εμφανιστεί ως φιλολαϊκή, ανακοινώνοντας το κοινωνικό μέρισμα για τα τέλη του 2019. Όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας το συνολικό κονδύλι της «έκτακτης ενίσχυσης» θα είναι 175 εκατ. ευρώ και θα μοιραστεί σε μερίδια των 700 ευρώ, ως εφάπαξ παροχή, σε 250.000 νοικοκυριά με 953.000 μέλη. Πρόκειται για οικογένειες με τέσσερα παιδιά και άνω, για μακροχρόνια ανέργους, για ανέργους με δύο παιδιά και άνω, καθώς και για οικογένειες με ΑΜΕΑ, που δεν πρέπει όμως να έχουν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα άνω των 15.000 ευρώ (20.000 για την πρώτη περίπτωση). Αν υπολογίσουμε πως το ύψος του φετινού «πλεονάσματος» στον κρατικό προϋπολογισμό αναμένεται να φτάσει τα 7 δισ. η κυβέρνηση επιστρέφει το 2,5%!
Στο πλαίσιο αυτό έχει πολύ κοντά ποδάρια η αντιπολιτευτική κριτική του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος λέει πως όταν ήταν στην κυβέρνηση μοίραζε πολύ μεγαλύτερα μερίσματα… Η πολιτική των υπερπλεονασμάτων, που προέκυπταν κυρίως από την αφαίμαξη εργαζομένων και λαού, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με το μοίρασμα ενός μικρού μέρους εκ των υστέρων.