ανταπόκριση, Νίκος Καπιτσίνης
Ο Μπόρις Τζόνσον και οι Τόρις, υπεραμυνόμενοι του Brexit από δεξιά, ξενοφοβική και αντεργατική σκοπιά, κατάφεραν να στείλουν ένα απλό μήνυμα στην κοινωνία το οποίο τελικά κυριάρχησε. Πολύ περισσότερο που απέναντί τους είχαν ένα κόμμα πολυσυλλεκτικό, που προσπαθούσε να αντλήσει ψήδφους από παντού, χωρίς καθαρή θέση στο μείζον ερώτημα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης.
Οι εργαζόμενοι δεν πίστεψαν σε καμία στιγμή τους Εργατικούς και το πρόγραμμά τους, λόγω και του βεβαρημένου παρελθόντος τους
Οι εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου οδήγησαν σε αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι Συντηρητικοί σάρωσαν εκλέγοντας 365 βουλευτές έναντι 203 των Εργατικών, 48 του Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος κι 11 των Φιλελεύθερων Δημοκρατών. Οι Συντηρητικοί έλαβαν το 44%, από το 43% του 2017, κι εξέλεξαν 48 περισσότερους βουλευτές, έχοντας την απόλυτη πλειοψηφία 80 βουλευτών (365 από τους 650). Έχασαν 10 περιφέρειες αλλά κέρδισαν 58, εκ των οποίων τις 55 από τους Εργατικούς. Περιφέρειες που δεν είχαν εκλέξει ποτέ βουλευτή άλλου κόμματος και ήταν παραδοσιακά προπύργια των Εργατικών κατέληξαν στα χέρια των Τόρις.
Οι εκλογές του Brexit, όπως ονομάστηκαν, είχαν έναν ξεκάθαρο νικητή: Αυτόν που μιλούσε ξεκάθαρα για το Brexit, φυσικά από δεξιά, ξενοφοβική κι αντεργατική σκοπιά. Με άλλα λόγια ο κόσμος ψήφισε πιο πολύ με βάση το συγκεκριμένο θέμα παρά με βάση τις κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές. Όσο δύσκολο είναι να ερμηνεύσει κάποιος το δημοψήφισμα του 2016, όπου ο λαός υπερψήφισε την έξοδο από την ΕΕ από διαφορετικές σκοπιές τόσο εύκολο είναι να βγάλει ένα γενικό κι ασφαλές συμπέρασμα όσον αφορά στις εκλογές του 2019. Η μεγαλύτερη νίκη των Συντηρητικών από την εποχή της Θάτσερ, από το 1987, καθώς και η τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση που αυξάνουν το ποσοστό τους (γεγονός σπάνιο για κυβερνόν κόμμα…) οφείλεται στο γεγονός ότι οι Τόρις είχαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα για τις εκλογές αυτές, το οποίο ο πρωθυπουργός Τζόνσον έλεγε σε κάθε του φράση: Να εκπληρώσουμε το Brexit. Ενώ έχουν γραφτεί πολλά για τη διάσπαση των δύο κομμάτων εξουσίας στη βάση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, από την εκλογή του Τζόνσον ως προέδρου των Τόρις και πρωθυπουργού, η συσπείρωση στο κόμματου είναι εξαιρετικά υψηλή.
Από την άλλη, οι Εργατικοί δεν έδωσαν ποτέ την εικόνα του αποφασισμένου κόμματος, με ενιαία γραμμή στο θέμα της ΕΕ. Συγκεντρώνοντας οπαδούς και των δύο πλευρών, δεν κατάφεραν να συσπειρωθούν υπό τον αρχηγό τους, Τζέρεμι Κόρμπιν, που ούτως ή άλλως αποτελούσε μία διαφιλονικούμενη προσωπικότητα μέσα στο κόμμα. Αλλάζοντας γραμμή για την ΕΕ εξαιρετικά συχνά, παραμένοντας πάντα υπέρμαχοι της Ενιαίας Αγοράς που είναι η «καρδιά» της αντιδραστικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ, κατέβηκαν στις εκλογές με υποσχέσεις για νέες διαπραγματεύσεις και νέα συμφωνία, την οποία δεσμεύτηκαν ότι θα θέσουν σε δημοψήφισμα, ακυρώνοντας ουσιαστικά το πρώτο. Επομένως, ουσιαστικά καταχώνιασαν την απόφαση του βρετανικού λαού για αποχώρηση από την ΕΕ, πολύ περισσότερο που ο Κόρμπιν δεν έλαβε σαφή θέση για το τι θα στηρίξει στο νέο δημοψήφισμα, θέλοντας να αλιεύσει ψήφους από παντού.
Τι δείχνει ο θρίαμβος των Τόρις και η συντριβή των Εργατικών
Φυσιολογικά, λοιπόν, το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό, το χειρότερο από το 1935, καθώς οι Εργατικοί έχασαν 42 περιφέρειες συνολικά σε σχέση με τις εκλογές του 2017. Η αστάθεια του στο θέμα της ΕΕ αλλά και οι προγραμματικές αδυναμίες άπτονται της ίδιας της δομής του Εργατικού Κόμματος που είναι εξαιρετικά αντιφατική, με (σοσιαλ)φιλελεύθερους, σοσιαλδημοκράτες και πιο ριζοσπάστες αριστερούς, με υπέρμαχους τόσο της παραμονής στην ΕΕ όσο και του Brexit.
Υπάρχει μετατόπιση του λαού της Βρετανίας προς τα δεξιά; Δύσκολο να απαντηθεί αυτό τόσο πρόωρα. Πάντως, ο κορμός των Τόρις και οι δεξιοί Εργατικοί εκμεταλλεύτηκαν το αποτέλεσμα των εκλογών κι επιχειρηματολογούν πως ο κόσμος γύρισε την πλάτη του στο πρόγραμμα του Κόρμπιν, κάποιες προτάσεις του οποίου ήταν αριστερές. Άρα, λένε, πάμε σε μία λογική ΤΙΝΑ. Ωστόσο, το συμπέρασμα αυτό δεν είναι απόλυτο, καθώς οι πιο υποβαθμισμένες περιοχές, που θα ανακουφίζονταν από μια κάποια μείωση του κόστους ζωής, συνεχίζουν να εκλέγουν Εργατικό βουλευτή.
Τι άλλο έφταιξε όμως, εκτός από το Brexit, poy οι Εργατικοί έχασαν τη στήριξη σε παραδοσιακά προπύργιά τους, όπου υπάρχουν μεγάλα ποσοστά εργατικής τάξης; Υπήρχε έλλειψη πίστης των εργαζομένων στις πολιτικές τους. Και γιατί, αλήθεια, ο κόσμος να πιστέψει στους Εργατικούς σήμερα όταν ήταν το ίδιο κόμμα, με τη μορφή των Νέων Εργατικών – του σοσιαλφιλελεύθερου κόμματος της δεκαετίας του 2000 – που διέλυσε κοινωνικούς ιστούς και πρόδωσε την εργατική τάξη επί ηγεσίας Μπλερ, κάνοντας την ίδια τη Μάργκαρετ Θάτσερ να τους αποδώσει τα εύσημα; Αλλά και η ουσία του προγράμματος των Εργατικών δεν αντιπροσωπεύει παρά ένα ιστορικά δοκιμασμένο κεϋνσιανό μοντέλο σοσιαλδημοκρατίας, με εθνικοποιήσεις σε κοινωνικούς τομείς, που ήταν ενταγμένοι στο κράτος στη προ-Θάτσερ εποχή, αλλά και με ενίσχυση των επιχειρήσεων. Αυτό το πρόγραμμα, όμως, δεν μπορεί να σταθεί μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο του Ηνωμένου Βασιλείου, δεν είναι βιώσιμο εντός του. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα προϋπέθετε τη σύγκρουση και τη διάρρηξη σχέσεων με το κεφάλαιο – μόνο που οι Εργατικοί δεν είναι το κόμμα που θα τολμούσε κάτι τέτοιο.
Σε κάθε περίπτωση, ενώ ο Τζόνσον εξασφάλισε μία ισχυρή πλειοψηφία ώστε να υπερψηφιστεί η συμφωνία για το Brexit και αυτό να ολοκληρωθεί ως τις 31 Ιανουαρίου , φαίνεται να εγείρονται σοβαρά θέματα σε σχέση με την ακεραιότητα της χώρας. Στις αποκεντρωμένες περιοχές, αξιοσημείωτη είναι η μεγάλη άνοδος του Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος, που αύξησε τις έδρες του κατά 13, φτάνοντας τις 48, προϊδεάζοντας για απαίτηση νέου δημοψηφίσματος για ανεξαρτησία. Τα μάτια όλων θα πρέπει να είναι στραμμένα και στη Βόρεια Ιρλανδία. Όντας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων του Brexit, καθώς υπήρχε η διάθεση να αποφευχθούν τα «σκληρά» σύνορα μεταξύ αυτής και της Ιρλανδίας, οι φωνές και πράξεις διαμαρτυρίας κατά της ένωσης με το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν. Πλέον, το θέμα γίνεται πιο σοβαρό, καθώς σε αυτές τις εκλογές, τα κόμματα που θέλουν ένωση με την Ιρλανδία είναι πλέον πλειοψηφία για πρώτη φορά.