Εισήγηση στο Πανελλαδικό Σώμα του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Εξετάζοντας τα καθήκοντα στη νέα περίοδο, η εισήγηση της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για
το επερχόμενο Πανελλαδικό Σώμα, που παρουσιάζουμε, ιεραρχεί τη συγκρότηση της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή σε αυτό της στρατηγικής κομμουνιστικής απάντησης (κόμμα) (που είναι πρωταρχικό), του αντικαπιταλιστικού πολιτικού μετώπου και της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του κινήματος.
Στις νέες μάχες, υπερβαίνοντας λάθη και όρια του παρελθόντος
Με κεντρικά συνθήματα αλλά και ζητούμενα τη «Συσπείρωση των δυνάμεων της νέας κομμουνιστικής ελπίδας», την «Ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς» και την «Ισχυροποίηση της ταξικής πτέρυγας στους εργαζομένους και στη νεολαία» για να συμβάλουν σε ένα «νέο νικηφόρο κίνημα ανατροπής» και στο «άνοιγμα του δρόμου για την επανάσταση και τον κομμουνισμό», το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση προχωρά σε Πανελλαδικό Σώμα στις αρχές Γενάρη 2020.
Η εισήγηση της Πολιτικής Επιτροπής, που θα συζητηθεί στις οργανώσεις ΝΑΡ και νΚΑ, δίνει εισαγωγικά το κεντρικό ζητούμενο της διαδικασίας: «Επιδιώκουμε να εξετάσουμε συλλογικά και να βαθύνουμε την εκτίμησή μας για τα καθήκοντα στη νέα πολιτική περίοδο, απέναντι στην αντιλαϊκή επίθεση της κυβέρνησης της ΝΔ, τη συναίνεση του αστικού πολιτικού συστήματος και ιδιαίτερα του ΣΥΡΙΖΑ. Για τη συμβολή του ΝΑΡ και της νΚΑ στη συγκρότηση της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα, ως εκείνου του βασικού παράγοντα για μια νικηφόρα αντεπίθεση του εργατικού-λαϊκού κινήματος και του κινήματος της νεολαίας. Η νέα πολιτική περίοδος θέτει εκ των πραγμάτων την ανάγκη για μια συνολική ανασυγκρότηση του μπλοκ των λαϊκών δυνάμεων, του μαζικού κινήματος και της μαχόμενης Αριστεράς. Για να σταθεί και να απαντήσει το εργατικό κίνημα και η αντικαπιταλιστική Αριστερά, χρειάζεται να υπερβούν τις ανεπάρκειες, τα λάθη, τα κινηματικά και πολιτικά όρια της προηγούμενης περιόδου. Για να έρθει ένα πολιτικό μαζικό κίνημα στο προσκήνιο, πολύ περισσότερο για να ανατρέψει την επίθεση κυβέρνησης-κεφαλαίου-ΕΕ και το σύστημα το ίδιο, χρειάζονται νέα και κυρίως βαθύτερα πολιτικά προγραμματικά καύσιμα και είναι αναγκαίος ο πυροδότης μιας σύγχρονης κομμουνιστικής Αριστεράς».
Παρουσίαση
Για να καθοριστούν τα νέα καθήκοντα, είναι αναγκαία η εκτίμηση της κατάστασης, της τάσης εξέλιξης των συσχετισμών και των αιτιών που τους διαμόρφωσαν. Βασική εκτίμηση της εισήγησης της ΠΕ είναι πως ο καπιταλισμός δεν ανακάμπτει δυναμικά, ενώ υπάρχει η απειλή ενός νέου κρισιακού σπασμού. «Μια νέα ύφεση σε μια φάση όπου δεν έχουν ξεπεραστεί οι ήδη βαρύτατες συνέπειες της κρίσης του 2008 και με δοκιμασμένα πλέον μια σειρά εργαλεία αντιμετώπισής της θα αναδείξει βαθύτερα την αδυναμία του σύγχρονου καπιταλισμού να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες του κόσμου. Πολύ περισσότερο που η σημερινή κατάσταση συνδέεται σαφώς με τις δομικές αδυναμίες και αντιφάσεις του νέου σταδίου του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, του οποίου το βάθος της κρίσης σφραγίζει και “καθοδηγεί” όλο και περισσότερο το χαρακτήρα της όποιας αντιδραστικής ανάπτυξής του». Το αποτέλεσμα είναι να προχωρά το σύστημα σε ακόμα βαθύτερες αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, σε συνδυασμό με αντιδραστικές αλλαγές και απαντήσεις στο πολιτικό σύστημα, όξυνση των ανταγωνισμών και των πολεμικών αναμετρήσεων και επιτάχυνση της μεγάλης περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης.
«Η πρόσφατη έκρηξη του μαζικού κινήματος, όπως και αυτή των “Κίτρινων Γιλέκων” στη Γαλλία πέρυσι, της νεολαίας ιδιαίτερα, ακόμα και λαϊκών εξεγέρσεων σε μια σειρά χώρες του πλανήτη, δείχνει τις δυνατότητες επιστροφής του λαϊκού παράγοντα στο κέντρο των εξελίξεων» σημειώνεται. Μόνο όμως αν συναντηθεί «με εγχειρήματα υπέρβασης της παλιάς ηττημένης αριστεράς και γονιμοποιηθεί από ένα σύγχρονο επαναστατικό κομμουνιστικό ρεύμα και πρόγραμμα θα μπορέσει να σπάσει τα προγραμματικά και πολιτικά όρια της προηγούμενης φάσης των αγώνων».
Στην Ελλάδα, η εισήγηση εκτιμά πως βρισκόμαστε σε μια νέα πολιτική περίοδο με βασικό πολιτικό στοιχείο την «επιδίωξη σταθεροποίησης του ελληνικού καπιταλισμού, με εμβάθυνση της αντεργατικής-αντιλαϊκής επίθεσης και προώθηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων. Η κυβέρνηση της ΝΔ έρχεται να υπηρετήσει αυτή την αναγκαιότητα του κεφαλαίου». Η ΠΕ του ΝΑΡ σημειώνει ωστόσο πως τα συμφέροντα του κεφαλαίου τα προωθεί ο αστικός διπολισμός: «Η ΝΔ είναι πλέον ο βασικός πόλος του αστικού διπολισμού. Με ένα πολιτικό-ιδεολογικό στίγμα που συνθέτει τον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό με τη σύγχρονη δεξιά πολιτική και έντονα ακροδεξιά στοιχεία». Ο δεύτερος αναγκαίος πόλος του αστικού διπολισμού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος «βρίσκεται σε διαδικασία ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης του αστικού μετασχηματισμού του, στην κατεύθυνση μονιμοποίησης και ολοκλήρωσης των πολιτικών χαρακτηριστικών που απέκτησε μέσα από την κυβερνητική του θητεία, με στόχο ένα “σύγχρονο κόμμα της κεντροαριστεράς”, δηλαδή μιας σοσιαλδημοκρατίας προσαρμοσμένης στις απαιτήσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού». Συνολικά, «ο γενικός συσχετισμός είναι σαφώς πιο αρνητικός από την περίοδο 2010-2015. Στο διαλεκτικό ζεύγος “δυσκολίες-δυνατότητες” κυριαρχούν οι δυσκολίες. Ωστόσο, το σκέλος των δυνατοτήτων, που εμφανίζονται και με τη νέα ανάπτυξη των αγώνων, περιέχει αναβαθμισμένα τα στρατηγικά ερωτήματα πάνω στα οποία οφείλει να επενδύσει μια σύγχρονα κομμουνιστική Αριστερά αν θέλει να αλλάξει ουσιαστικά τους συσχετισμούς».
Για μια νέα κομμουνιστική ελπίδα
▸ Δημιουργία ενός σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος που θα παρεμβαίνει στην πολιτική διαπάλη, στους αγώνες, στη θεωρία και στον πολιτισμό
Με βάση την υπάρχουσα κατάσταση, η ΠΕ του ΝΑΡ θεωρεί «ότι σήμερα, για να αναπτυχθεί συνολικά η προσπάθεια ανάταξης και αντεπίθεσης ενός νικηφόρου εργατικού-λαϊκού κινήματος, ανασυγκρότησης της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του ταξικού εργατικού κινήματος, αναδεικνύεται ως βασικός κρίκος η συσπείρωση και συγκρότηση των πρωτοπόρων και δυνητικά πρωτοπόρων δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα». Γι’ αυτό θέτει ως βασικές επιδιώξεις:
– Την ανάπτυξη και τη συγκρότηση των δυνάμεων της σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής.
– Τη μετωπική συσπείρωση των ευρύτερων δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής πάλης και προοπτικής, στην κατεύθυνση του αντικαπιταλιστικού πόλου. Την ανασυγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη θετική υπέρβασή της.
– Την ισχυροποίηση της ταξικής πτέρυγας με αναβάθμιση-συντονισμό των εργατικών σχημάτων και δημιουργία κίνησης για την εργατική χειραφέτηση, με ανάπτυξη και συντονισμό των αριστερών αντικαπιταλιστικών κινήσεων στις περιοχές και στη νεολαία. Με παρέμβαση σε όλα τα πεδία των δυνάμεων της ταξικής, αντιδιαχειριστικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Σε αυτή την αλληλοτροφοδοτούμενη «τριπλέτα» η ΠΕ του ΝΑΡ υπογραμμίζει: «Πυροδότη και πρωταρχικό παράγοντα αυτής της προσπάθειας αποτελεί η συγκρότηση των δυνάμεων της κομμουνιστικής αναζήτησης στο επίπεδο του κόμματος, δηλαδή του σύγχρονου εκφραστή και οργανωτή της προγραμματικής πρότασης του κομμουνισμού της εποχής μας». «Το θεμελιώδες αυτό ζήτημα, της συγκρότησης των σύγχρονων κομμουνιστικών δυνάμεων και της ποιοτικής στροφής στην προβολή μιας νέας προγραμματικής πρότασης στρατηγικού χαρακτήρα, προκύπτει από την πολλαπλή εμπειρία της ταραχώδους δεκαετίας που ζήσαμε. Προκύπτει ως έλλειμμα των αγώνων ή έλλειψη μιας πρότασης με θετικό, σύγχρονα κομμουνιστικό περιεχόμενο, η οποία να μπορεί να αντιπαρατεθεί στη δομική κρίση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η αδυναμία αυτή σφράγισε αρνητικά τα πολιτικά και κινηματικά όρια του κινήματος που αναπτύχθηκε ενάντια στην κρίση του συστήματος και στις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις για την υπέρβασή του προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου, με συνέπειες τη σημερινή κατάσταση και τον αρνητικό συσχετισμό. Πολύ περισσότερο αυτό το έλλειμμα ευθύνεται για τη μη ανάπτυξη και συγκρότηση των υπαρκτών αντικαπιταλιστικών τάσεων που εμφανίστηκαν στους αγώνες και στην πολιτική πάλη της περιόδου και που παραμένουν διάσπαρτες και ανολοκλήρωτες. Κυρίως όμως προκύπτει από το τώρα και το αύριο του κινήματος, του κινήματος που επανέρχεται για μια ακόμη φορά διεθνώς» τονίζεται.
Η πρόταση αυτή δεν αφορά κάποιο πολιτικό-θεωρητικό «συμμάζεμα» του ΝΑΡ ή απλώς τη συγκόλληση με ένα δυναμικό κομμουνιστικής αναζήτησης. Δεν αφορά τη δημιουργία ενός «κομμουνιστικού οχυρού» για να αντέξουμε την υποχώρηση και την ήττα. Όπως τονίζεται στην εισήγηση, αφορά πρώτα απ’ όλα την αλλαγή στην πολιτική συμπεριφορά και στον τρόπο παρέμβασης του ΝΑΡ και άλλου δυναμικού στην πολιτική διαπάλη και στο κίνημα. Αφορά την ηγεμονία της στρατηγικής απέναντι στην τακτική, του «όλου» απέναντι στο «μερικό», στο «ειδικό», στο «θέμα», στο μέτωπο, όχι με υποτίμηση αυτών των πλευρών αλλά με αντιμετώπισή τους με στρατηγική, απελευθερωτική οπτική. Αφορά, με άλλα λόγια, την εμφάνιση και τη συγκρότηση ενός σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος που θα παρεμβαίνει στην πολιτική, στους αγώνες, στη θεωρία και στον πολιτισμό.
Στη συγκρότηση ενός τέτοιου ρεύματος μπορούν να συμβάλουν τρεις σχετικά διακριτές και αλληλοσυνδεόμενες πλευρές. Η πρώτη είναι το ΝΑΡ και η νΚΑ, όχι όμως με τη σημερινή τους κατάσταση. «Χρειάζεται ένα ΝΑΡ και μια νΚΑ με ανώτερη πολιτικοθεωρητική και οργανωτική συγκρότηση και βέβαια με πιο μαζική αναφορά, ειδικά στη σύγχρονη εργατική τάξη, στη νεολαία και στα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αυτό επιχειρούμε να περιγράψουμε θέτοντας το ζήτημα του κομμουνιστικού μετασχηματισμού του ΝΑΡ». Μάλιστα, η ΠΕ σημειώνει πως «ως ΝΑΡ και νΚΑ βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Είτε θα προχωρήσουμε στο δρόμο του κομμουνιστικού μετασχηματισμού της οργάνωσής μας, ώστε να συμβάλει πρωταγωνιστικά σε μια συνολική ανασυγκρότηση, ή θα συνεχίσουμε λίγο πολύ τη μέχρι τώρα πορεία μας, η οποία παρά τα θετικά της σημεία δεν μπορεί να συμβάλει σε μια νέα και ανώτερου χαρακτήρα συσπείρωση δυνάμεων».
Πυροδότη και πρωταρχικό παράγοντα της συσπείρωσης της πρωτοπορίας αποτελεί η συγκρότηση των δυνάμεων της κομμουνιστικής αναζήτησης στο επίπεδο του κόμματος
Η δεύτερη πλευρά συμβολής στη συγκρότηση ενός σύγχρονου κομμουνιστικού ρεύματος είναι η ενεργή εμπλοκή του δυναμικού που ενδιαφέρεται για την υπόθεση αυτή. «Το δυναμικό αυτό υπερβαίνει το ΝΑΡ και έναν περίγυρό του. Πρόκειται για κόσμο της μαχόμενης Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος, παλιάς και νέας πολιτικοποίησης που βγάζει ή τείνει να βγάλει βαθύτερα συμπεράσματα από την πολιτική και κινηματική εμπειρία των προηγούμενων χρόνων και από τη δομική κρίση του καπιταλισμού και την αντιδραστική πολιτική υπέρβασής της. Παράλληλα απευθύνεται και αφορά τμήματα νέων αγωνιστών και αγωνιστριών που κατανοούν τα όρια της παλιάς ηττημένης αριστεράς και αναζητούν βαθύτερες απαντήσεις». Προτείνονται κοινές πρωτοβουλίες με αυτό το δυναμικό και διάλογος σε τοπικό και κλαδικό επίπεδο, καθώς και μια πανελλαδική συνάντηση όλων όσοι ενδιαφέρονται για την υπόθεση της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης και του κομμουνιστικού φορέα για την από κοινού διαμόρφωση και κατάληξη των επόμενων ώριμων βημάτων.
Η τρίτη πλευρά συμβολής στη συγκρότηση νέου κομμουνιστικού ρεύματος αφορά συνολικά την αναβάθμιση της θεωρητικής και επιστημονικής παρέμβασης στο πλαίσιο του μαχόμενου μαρξισμού και της σύγχρονης εξέλιξής του, τη συμβολή σε ένα ευρύτερο ρεύμα πολιτισμού της χειραφέτησης, στη διαμόρφωση εργατικών, επαναστατικών, διεθνιστικών και κομμουνιστικών αξιών και στάσης ζωής ευρύτερα.
Μετωπική συσπείρωση των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων
«Βασικό ζητούμενο της εποχής μας παραμένει ο αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας της απάντησης στην επίθεση και στις βάρβαρες αντεργατικές αναδιαρθρώσεις που προωθεί ο σύγχρονος καπιταλισμός. Από αυτή τη σκοπιά παραμένει και ενισχύεται η ανάγκη για τη συγκρότηση του αντικαπιταλιστικού μετώπου και μάλιστα με πιο συνεκτικό περιεχόμενο, σαφή φυσιογνωμία, πιο εργατικό, ταξικό, νεανικό και ανεξάρτητο από τα ρεφορμιστικά ρεύματα, με βαθύτερη δημοκρατική λειτουργία» τονίζεται στην εισήγηση.
Όσον αφορά τους δρόμους δημιουργίας των προϋποθέσεων για το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό μέτωπο της εποχής, η ΠΕ ξεχωρίζει τρεις:
α) Την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, «την ποιοτικότερη έκφραση πολιτικού μετώπου» στην πορεία του ΝΑΡ «παρά τη σημερινή της κρίση». Αξιοποιώντας τα θετικά στοιχεία στην ως τώρα διαδρομή της και επισημαίνοντας τα αρνητικά της, τα όρια που δημιουργήθηκαν και τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στην κρίση της (μέσα σε αυτά και τις ευθύνες και ανεπάρκειες μας ως ΝΑΡ), να διαμορφωθεί ένα σχέδιο όρων και προϋποθέσεων για τη συμβολή της στην οικοδόμηση του αντικαπιταλιστικού πόλου. Στο σημείο αυτό υπογραμμίζεται πως «για το ΝΑΡ και τη νΚΑ το ζήτημα του αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα και της πολιτικής αυτοτέλειας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από τον πολυποίκιλο ρεφορμισμό είναι ο αδιαπραγμάτευτος πυρήνας της μετωπικής προσπάθειάς της».
β) Την προσπάθεια ένταξης στο αντικαπιταλιστικό σχέδιο οργανωμένων δυνάμεων αλλά και αγωνιστών που αποστασιοποιούνται από τα ρεφορμιστικά σχέδια, «μέσα από συναγωνιστική δράση, συντροφική συζήτηση και αντιπαράθεση για τα επίμαχα μεγάλα ζητήματα της περιόδου».
γ) Την παρέμβαση στη βάση των αγωνιστών των εργατικών σχημάτων και των κινήσεων πόλης, συνολικά στην αντικαπιταλιστική πτέρυγα, για να κερδηθούν δυνάμεις στο συνολικό αντικαπιταλιστικό μέτωπο και στην καθολική πολιτική ταξική πάλη.