Ανάλυση:
Παύλος Αντωνόπουλος
Κική Μένου
Μαρία Φλισκούνη
Μύθος «ασφαλών – μη ασφαλών» χωρών
Η κυβέρνηση μιλά για «μεταναστευτικό» και όχι «προσφυγικό» ζήτημα, για να στήσει τις νέες Αμυγδαλέζες. Κυβερνήσεις και ΕΕ προσπαθούν να χωρίσουν τις χώρες σε «ασφαλείς» και «μη». Πόσο πραγματικός όμως είναι ο διαχωρισμός και τι σημαίνει για τον κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται και αντιδρά;
Πλαστός ο διαχωρισμός πρόσφυγα και μετανάστη
Στα πλαίσια του δόγματος «Νόμος και Τάξη», η κυβέρνηση της ΝΔ έχει επιδοθεί σε μια ιδεολογική- νομική θωράκιση της πολιτικής της που επικεντρώνεται στη διαφοροποίηση πρόσφυγα-μετάναστη η οποία, πέρα από ένα αστικό κατασκεύασμα, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Γιατί φτιάχνει τους όρους πάνω στους οποίους το «κράτος έκτακτης ανάγκης» χτίζει τις διαιρέσεις που χρειάζεται συνολικά, με απώτερο στόχο τη συνολική υφαρπαγή δημοκρατικών δικαιωμάτων, ξεκινώντας από το τμήμα της εργατικής τάξης που υφίσταται την μεγαλύτερη εκμετάλλευση.
Οι άνθρωποι που έρχονται στην Ευρώπη –μας λένε– προέρχονται κυρίως από υπανάπτυκτες ή αναπτυσσόμενες χώρες, όπου το κοινωνικό «υλικό» δεν διαθέτει ούτε τις απαραίτητες δεξιότητες, ούτε το πολιτισμικό κεφάλαιο για να συναγωνιστεί τον «ευρωπαϊκό τρόπο ζωής». Έτσι, διαμορφώνονται εύκολα κοινωνικοί διαχωρισμοί, που κάνουν τον εργαζόμενο-μικροαστό Ευρωπαίο να θεωρήσει ότι απειλείται η ανωτερότητά του και να προσδεθεί στο άρμα της ακροδεξιάς ατζέντας.
Η αλήθεια είναι ότι τα μεταναστευτικά ρεύματα αποτελούν χρυσωρυχείο για τα κράτη της Ευρώπης, καθώς μιλάμε για χιλιάδες εργάτες, κυρίως του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, που δεν χρειάζονται την πολύχρονη επένδυση του κράτους για να φτάσουν στην ώριμη ηλικία εκμετάλλευσης της εργατικής τους δύναμης. Παράλληλα, η μη αναγνώριση των δικαιωμάτων τους, δίνει τη δυνατότητα ακόμα μεγαλύτερης εκμετάλλευσης και συμπίεση συνολικά του κόστους εργασίας.
Στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, όπου το αλλόθρησκο και αλλοεθνές κεφάλαιο έχει αυξημένα δικαιώματα (αν όχι απόλυτη ελευθερία) στην μετανάστευσή του, βλέπουμε την απόλυτη ποινικοποίηση της μετανάστευσης των φτωχών. Ιθαγένεια και «χρυσές βίζες» χαρίζονται απλόχερα σε funds, αλλά οι φτωχοδιάβολοι εξορίζονται από τον τόπο τους προς περιοχές όπου μπορούν να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη, ελάχιστα πιο ακριβά, με κόστος την ασφάλειά τους
Το ζητούμενο σήμερα είναι εάν θα υπάρξει μία δυναμική συγκρότηση κόσμου που θα λύσει τα δίπολα μετανάστη-πρόσφυγα στον δρόμο, που θα απεργήσει για τη λειτουργία των Δ.Ι.Ε.Π., που θα κλείσει τα νοσοκομεία για τη χορήγηση ΑΜΚΑ, που θα σταματήσει τις αποφάσεις έκδοσης και απέλασης μέχρι να υπάρξει ανθρώπινη νομοθετική ρύθμιση με βάση τις ανάγκες των προσφύγων. Αυτή είναι η πραγματική αλληλεγγύη ενός λαού
Στην ιστορία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 αποτελεί έναν κομβικό σταθμό. Η ανθρωπότητα έπρεπε να βρει έναν τρόπο να ελέγχει θεσμικά τα κράτη και τις δολοφονικές τους διαθέσεις, με στόχο να αποτρέψει το ξαναζωντάνεμα των θηριωδιών του Γ’ Ράιχ και του ναζισμού, αλλά έπρεπε να βρει και μια διαδικασία θεσμοθέτησης και ρύθμισης του φαινομένου της μετανάστευσης, κατόπιν της εμπειρίας που είχε αποκομίσει πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Μαζί με το Πρωτόκολλο του 1967 και άλλες διακρατικές συμβάσεις, η Σύμβαση αυτή συνιστά το βασικό πλαίσιο προστασίας του ατόμου –προσοχή, του ατόμου– που βρίσκεται σε περιοχές οι οποίες κατασπαράζονται από εμφύλιους πολέμους, ένοπλες συρράξεις, ασταθείς πολιτικές καταστάσεις, πείνα και φτώχεια. Η παραπάνω απαρίθμηση των χαρακτηριστικών που μπορεί να έχει κάποιος για να υπαχθεί στο προσφυγικό προφίλ είναι πολυποίκιλη και ανοιχτή και δεν μπορεί να βάλει ένα διακριτό παραπέτασμα, όπως κάνει η κυβέρνησης με τις ευχές τις ΕΕ, για το διαχωρισμό πρόσφυγα- μετανάστη, μέσω της εργαλειοποίησης του ονοματισμού μιας χώρας ως «ασφαλούς» ή «μη ασφαλούς». Αυτό που επιδιώκουν, πρακτικά, είναι να θεσμοθετηθεί μέσω της απονομής ασύλου η παράβαση των διεθνών συμβάσεων υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η κατάρτιση λίστας, το τσουβάλιασμα των υποθέσεων του κάθε αιτούντα άσυλο ανάλογα με τη χώρα καταγωγής και προέλευσης.
Για παράδειγμα, πόσο ασφαλές είναι να παραμένει ένας ανήλικος Αφγανός στην Καμπούλ, όπου οι συγκρούσεις δεν έχουν σταματήσει ποτέ; Πόσο ασφαλής είναι η χώρα για μια Ιρανή μουσουλμάνα που ενδο-οικογενειακά κακοποιείται κατ’ εξακολούθηση και γνωρίζει ότι κανένα αστικό δικαστήριο σε μια μουσουλμανική χώρα δεν θα την δικαιώσει; Πόσο ασφαλές είναι το Πακιστάν, όπου η οποιαδήποτε παράβαση τιμωρείται από την αστυνομία, η οποία ξυλοφορτώνει ανθρώπους ή τους εκβιάζει με υψηλά αντίτιμα για τη ζωή τους; Τέλος, πόσο ασφαλής είναι η Τουρκία, που μέχρι σήμερα δεν έχει συνολικό πλαίσιο απόδοσης πολιτικής ασύλου για κανένα άτομο και διώκει εργαζόμενους, φοιτητές και έναν ολόκληρο λαό, όπως οι Κούρδοι; Η λίστα μπορεί να μεγαλώνει με εξατομικευμένες ή μη υποθέσεις ανθρώπων που ζουν σε δήθεν «ασφαλείς» χώρες, στις οποίες οι συνθήκες απρόσκοπτης διανοητικής και σωματικής ανάπλασης λίγο ή πολύ δεν υπάρχουν. Δηλαδή, η κατάσταση δεν είναι άσπρο- μαύρο, αλλά έχει πραγματικά πολλές αποχρώσεις του… γκρι για να θεωρηθεί ότι ένα άτομο βρίσκεται όντως σε διαρκή φόβο, κίνδυνο ή απειλή.
ΕΕ και κυβέρνηση, με τον ψευδή διαχωρισμό που επιβάλει η λίστα με τις «ασφαλείς» και «μη ασφαλείς» χώρες, ποινικοποιεί την επιλογή του ατόμου να αντιδρά και να απομακρύνεται από εκεί όπου δεν υπάρχει δυνατότητα να ζήσει μια αξιοβίωτη ζωή, όπου κυβερνήσεις, αντιμαχόμενα κέντρα εξουσίας και άλλου είδους αντιθέσεις υπονομεύουν την ύπαρξη και το μέλλον τους.
Απέραντο δεσμωτήριο η Ελλάδα
▸ Η ΝΔ, στο δρόμο του ΣΥΡΙΖΑ, εφαρμόζει πιστά την πολιτική της ΕΕ,
ενώ οι ανταγωνισμοί στην περιοχή οξύνονται
Επίσημα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ της 19ης Ιουνίου 2019: «Σε όλον τον κόσμο, 70,8 εκατομμύρια άνθρωποι, ένας αριθμός άνευ προηγουμένου, έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Στον αριθμό αυτό περιλαμβάνονται περίπου 25,9 εκατομμύρια πρόσφυγες και ανάμεσά τους πάνω από τα μισά είναι παιδιά. Περιλαμβάνονται επίσης εκατομμύρια ανιθαγενείς που έχουν στερηθεί τη δυνατότητα να έχουν ιθαγένεια και πρόσβαση σε βασικά δικαιώματα όπως εκπαίδευση, ιατρική φροντίδα, εργασία και ελευθερία μετακίνησης».
Αυτό που παρουσιάζεται ως «προσφυγική και μεταναστευτική κρίση» δεν είναι τίποτα άλλο παρά «οι παράπλευρες απώλειες» της βαθιάς δομικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Κρίση που συνοδεύτηκε από ένταση των περιφερειακών πολέμων ως αποτέλεσμα του διεθνούς ανταγωνισμού των πολυεθνικών και του χρηματιστηριακού κεφαλαίου για τον έλεγχο των πηγών ενέργειας και των φυσικών πόρων, καθώς και των διαδρομών τους. Η υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων και η αύξηση της ανεργίας σε παγκόσμιο επίπεδο συνέβαλαν στην τεράστια αύξηση της μετακίνησης πληθυσμών.
Η άμεση αντίδραση της ΕΕ για την αντιμετώπιση της αύξησης εισόδου προσφύγων και μεταναστών στην Ευρώπη ήταν η σύναψη συμφωνίας με την Τουρκία. Με αυτή, τα νησιά μετατρέπονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς για να μετακινηθεί οποιοσδήποτε θα πρέπει πρώτα να εκτιμηθεί αν πρόκειται για πρόσφυγα ή μετανάστη. Όποιος κριθεί ως μη πρόσφυγας, θα απελαύνεται και αυτό μπορεί να γίνεται μόνο από τον τόπο πρώτης καταγραφής του, δηλαδή τα νησιά. Αυτό, σε συνδυασμό με το «Δουβλίνο ΙΙ», που προβλέπει ότι όποιος μετανάστης συλληφθεί σε ευρωπαϊκή χώρα χωρίς άδεια παραμονής θα απελαύνεται στην πρώτη χώρα καταγραφής του, έχει μετατρέψει την Ελλάδα και ιδιαίτερα τα νησιά, σε ένα μεγάλο δεσμωτήριο ανθρώπων.
Αυτή η γραμμή εφαρμόστηκε με την απόλυτη συμφωνία των κυβερνήσεων, ιδιαίτερα του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Η απάνθρωπη πολιτική συνοδεύτηκε δε και με απάνθρωπα μέτρα. Δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης σε όλη τη χώρα, με άθλιες στις περισσότερες περιπτώσεις συνθήκες. Πολλαπλά κέντρα κράτησης. Ανάθεση της «διαχείρισης» των ανθρώπων σε ΜΚΟ με ανεξέλεγκτη δράση. Βίαιες επαναπροωθήσεις από τα σύνορα. Τακτικές που ακολουθούνται από όλες τις χώρες της ΕΕ στα πλαίσια της κοινής πολιτικής, οι οποίεδς έχουν στοιχήσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους την τελευταία 4ετία στο Αιγαίο, τη Μεσόγειο και στην ενδοχώρα. Η κυβέρνηση της ΝΔ, ευθυγραμμισμένη πλήρως με την ευρωπαϊκή πολιτική για το προσφυγικό-μεταναστευτικό, συνεχίζει και επεκτείνει την τακτική της προκατόχου της. Δημιουργεί νέα στρατόπεδα, τα μετατρέπει σε κέντρα κράτησης, μειώνει στο ελάχιστο τη δυνατότητα παροχής ασύλου, απαγορεύει στους πρόσφυγες την παροχή υπηρεσιών υγείας, αποκλείει τα προσφυγόπουλα από τα σχολεία, βγάζει τους μετανάστες από τα κατειλημμένα κτίρια, στρατιωτικοποιεί τη λιμενική παρουσία στο Αιγαίο και την περιοχή του Έβρου κλπ.
Πρέπει να υπογραμμιστεί δε ότι μέσα από τις πολιτικές για το μεταναστευτικό, η ΕΕ παρεμβαίνει στις χώρες της Μέσης Ανατολής για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου της και φυσικά για τη στήριξη των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων όσον αφορά στον έλεγχο των υδρογονανθράκων. Από κοινού, οι κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ υπερασπιζόμενες τα συμφέροντα της ντόπιας αστικής τάξης, συμπαρατάσσονται με τον Νατοϊκό άξονα και συμμαχούν με τις αντιδραστικές κυβερνήσεις του Ισραήλ και της Αιγύπτου διεκδικώντας μερίδιο από την εκμετάλλευση των αναμενόμενων αποθεμάτων αερίου στην ΑΟΖ που συνδιαμόρφωσαν με τους συμμάχους τους. Οξύνουν την ένταση στην περιοχή και αδιαφορούν για την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή που προδιαγράφεται.
Ήδη, ο ανταγωνισμός στο Αιγαίο εκφράζεται με την αύξηση της επιθετικότητας της τουρκικής αστικής τάξης στη Μέση Ανατολή, όπου ξεκίνησε η επίθεση στη Συρία κατά των Κούρδων, απειλώντας παράλληλα με άνοιγμα των συνόρων της προς την Ευρώπη για έξοδο εκατομμυρίων προσφύγων. Η παραπάνω εισβολή αυτή δημιουργεί νέα δεδομένα. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή αποσταθεροποιείται περαιτέρω και το μεταναστευτικό αξιοποιείται από την κυβέρνηση της Άγκυρας για πίεση προς τις χώρες της Ευρώπης ώστε να συναινέσουν στη σφαγή του κουρδικού λαού. Ήδη Αμερικάνοι και Ρώσοι «νίπτουν τας χείρας τους». Επίκειται ανθρωπιστική κρίση και το εργατικό και λαϊκό κίνημα όλων των χωρών πρέπει να κινητοποιηθεί.
Τπ σίγουρο είναι πως την επιθετικότητα των αστικών τάξεων της Τουρκίας, της Ελλάδας και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών θα την πληρώσουν οι λαοί τους καθώς αυξάνεται δραματικά ο κίνδυνος άμεσης εμπλοκής στις συγκρούσεις και νέων προσφυγικών ρευμάτων. Το αντιπολεμικό μαζί με το εργατικό κίνημα πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο. Οι πόλεμοι είναι η πρώτη αιτία που τρέφει την προσφυγιά και τη μετανάστευση. Είναι υπόθεση των εργαζομένων να σταματήσουν τον πόλεμο. Να διώξουν από τη χώρα μας τις βάσεις του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών.
Να παλέψουμε για την κατάργηση των συμφωνιών του Δουβλίνου και εκείνης ανάμεσα σε της ΕΕ και Τουρκία. Να ανοίξουμε τα σύνορα για όλους τους εγκλωβισμένους και να τους επιτραπεί να πάνε σε όποια χώρα επιθυμούν. Να απαιτήσουμε να κλείσουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε όλη τη χώρα, να στεγαστούν οι πρόσφυγες και μετανάστες σε διαμερίσματα όπου επιθυμούν, να τους δοθούν νομιμοποιητικά έγγραφα και άδεια εργασίας, να πάνε όλα τα προσφυγόπουλα στα σχολεία και να έχουν όλοι ελεύθερη πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας.
Νόμοι που καταδικάζουν τη λαχτάρα για ζωή
Παλιότερα τις «επιχειρήσεις-σκούπα» έκαναν διάφορες παρακρατικές οργανώσεις, συνεργαζόμενες στενά με το κράτος. Σήμερα, «η σκούπα» αποτελεί στρατηγική πολιτική της κυβέρνησης και ισχυρό επικοινωνιακό εργαλείο για την καλλιέργεια ενός κλίματος σύμπνοιας με τον ρατσιστικό-φασιστικό όχλο, που δεν μπορεί να εξαφανίστηκε εν μία νυκτί… Κάθε πρόταση του νομοσχεδίου που έρχεται να λύσει τα χέρια στον σκληρό νεοφιλελευθερισμό, αποτελεί κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, του πρόσφυγα, του παιδιού και κάθε διεθνούς κειμένου που προστατεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα της ανθρωπότητας. Παράνομες απελάσεις, νυχτερινές επαναπροωθήσεις στον Έβρο και στα νησιά, σκληρό παιχνίδι εξουσίας με τη γειτονική Τουρκία, που αν και βρίσκεται στη 10η θέση των πιο επικίνδυνων χωρών παγκοσμίως (World Population Review), θεωρείται «ασφαλής» από την ΕΕ. Συνολικά, δε, ο κατάλογος των «ασφαλών κρατών» αποτελεί ένα από τα πλέον επικίνδυνα σημεία του νομοσχεδίου.
Στο μεταξύ, η ανθρώπινη ζωή, η ασφάλειά της, το δικαίωμα να ζούμε όλοι/ες σε αξιοπρεπείς συνθήκες, ανεξάρτητα από την καταγωγή, το φύλο, κλπ, πεθαίνουν καθημερινά στη Μόρια, την Αμυγδαλέζα, το Σχιστό, τα νοσοκομεία, την πλατεία Αμερικής. Εκεί όπου η λαχτάρα και η χαρά της ζωής τείνει να μετατραπεί σε σύνδρομο παραίτησης. Το δικαίωμα της πρόσβασης στην υγεία αναιρείται με τη μη χορήγηση ΑΜΚΑ, με αποτέλεσμα ασθενείς με σοβαρά προβλήματα να μην έχουν πρόσβαση σε κανενός είδους ιατροφαρμακευτική αγωγή. Το δικαίωμα στην εκπαίδευση αποτελεί ένα από τα πλέον μαρτυρικά σημεία, καθώς μεγάλο ποσοστό μεταναστών και προσφύγων είναι παιδιά, ενώ η μη λειτουργία των Δ.Ι.Ε.Π. σπρώχνει κατευθείαν τον στη σχολική αποτυχία και εν τέλει στην παραβατικότητα. Τα δε δικαιώματα στη σίτιση, τη στέγαση, την πρόσβαση στην εργασία κ.ο.κ. βρίσκονται στα χέρια χρηματοδοτήσεων από τις ΜΚΟ, ενώ η κρατική πρόνοια σφυρίζει ανέμελη…