Ρέμι Χερέρα: Μαρξιστής οικονομολόγος και ερευνητής
Ο Ρέμι Χερέρα εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Ερευνών της Γαλλίας (CNRS) και στο Κέντρο Οικονομίας της Σορβόννης του Παρισιού. Έχει δημοσιεύσει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αναλύσεις για όλα όσα συμβαίνουν στη Γαλλία και την Ευρώπη, για το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων και την καταστολή που βιώνει. Μιλάει στο ΠΡΙΝ για τις ευρωεκλογές και τα αποτελέσματά τους, την ακροδεξιά, τον καπιταλισμό, την οικολογία και φυσικά για την Αριστερά
Συνέντευξη στην Λίτσα Φρυδά
Στις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου, στη Γαλλία, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν ήρθε πρώτο με 23,3%, έναντι του 22,4% του κόμματος του Μακρόν. Αποτελεί αυτό το αποτέλεσμα έκπληξη για σας; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, μεγάλο μέρος των λαϊκών τάξεων στρέφονται προς την ακροδεξιά;
Με μια προσεκτική θεώρηση, τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, δεν αποτέλεσαν έκπληξη. Παντού ή σχεδόν παντού, τα κόμματα της ακροδεξιάς πέτυχαν καλά έως πολύ καλά αποτελέσματα. Αυτή η τάση δεν είναι νέα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Επιβεβαιώνεται, ισχυροποιείται και προξενεί ανησυχία. Σε τι οφείλεται αυτή η νίκη της ακροδεξιάς; Γιατί απολαμβάνει την όλο και μεγαλύτερη υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων της Γαλλίας – τα οποία, ωστόσο, (δεδομένης της αρέσκειάς τους στις επιμειξίες με άλλες εθνικότητες), δεν φαίνονται να είναι ρατσιστές; Παίρνω το ρίσκο να προβάλω μία αιτία, ανάμεσα σε πολλές άλλες: Όλο και πιο μαζικά τμήματα της εργατικής τάξης παρέχουν στήριξη στην ακροδεξιά, διότι την αντιλαμβάνονται – εσφαλμένα – ως την καταλληλότερη να τους δώσει απαντήσεις στα αμέτρητα δεινά που τους συνθλίβουν και στους φόβους που τους στοιχειώνουν. Τον φόβο μπροστά στην ανεργία, την επισφάλεια, την κοινωνική υποβάθμιση, φόβο μπροστά στο άνοιγμα των συνόρων και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, φόβο εντέλει μπροστά στην προσφυγιά. Αλλά και επειδή πιστεύουν – σωστά αυτή τη φορά – ότι η πλειοψηφία των κομματικών οργανώσεων της αριστεράς, έτσι όπως λειτουργούν σήμερα, μέσα στις αντιφάσεις τους, τις διαιρέσεις τους, τους δισταγμούς τους, τις ανεπάρκειές τους, δεν έχουν πια την ικανότητα να τους υπερασπιστούν. Ή έχουν πάψει να το κάνουν…
Τα κόμματα της Αριστεράς καταβαραθρώθηκαν, συγκεντρώνοντας όλα μαζί λίγο κάτω από το 9%. Πώς εξηγείτε αυτό το θλιβερό αποτέλεσμα;
Το θέαμα της αριστεράς είναι καταστροφικό. Η Ανυπότακτη Γαλλία, με 6,3%, δέχθηκε με ικανοποίηση το γεγονός ότι εξέλεξε έξι ευρωβουλευτές, ενώ δεν είχε κανένα – κάτι που άλλωστε ήταν λογικό, αφού το κίνημα του οποίου είχε ηγηθεί ο Μελανσόν δεν υπήρχε καν στις προηγούμενες εκλογές, του 2014. Η προσωπολατρεία του ηγέτη (είναι ασυνήθιστα χαρισματικός και καλλιεργημένος), ο σεχταρισμός του οικείου του περιβάλλοντος, η μόνιμη αδυναμία του να διαμορφώσει ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικό και σαφές συνάμα, εξηγούν, κατά κύριο λόγο, το φιάσκο. Το Γαλλικό ΚΚ, από τη μεριά του, που έχει πάψει πια εδώ και πολύ καιρό να μιλά για σοσιαλισμό, βρέθηκε στο 2,5%, δηλαδή κάτω από το όριο του 3% (δεν επιχορηγείται η προεκλογική εκστρατεία) και φυσικά του 5% (δεν εκλέγει βουλευτή στο Ευρωκοινοβούλιο). Οι τροτσκιστές της Εργατικής Πάλης είναι στο 0,7%, ατάραχοι! Οι δυνάμεις της αριστεράς δεν βρίσκονται απλά με την πλάτη στον τοίχο, αλλά στριμωγμένες στον τοίχο. Στον τοίχο του καπιταλισμού.
Οι Πράσινοι καταλαμβάνουν την τρίτη θέση, με περίπου 13%. Θεωρείτε ότι αποτελεί η οικολογία μια σοβαρή εναλλακτική πολιτική πρόταση;
Θα πει κανείς: το μέλλον είναι η οικολογία. Και θα έχει δίκιο. Αλλά ίσως όχι με τους δικούς μας οικολόγους! Από το ύψος του 13,3% τους, ένιωσαν να βγάζουν φτερά και θέλησαν να ηγεμονεύσουν στην αριστερά. Είναι όμως αναγκαίο να διαθέτουν τα εχέγγυα πως το κόμμα τους, Ευρώπη Οικολογία Πράσινοι, είναι αριστερό! Ο Γιαννίκ Ζαντό, επικεφαλής της λίστας τους στις ευρωεκλογές, δεν ήταν εκείνος που είχε ευνοϊκή στάση απέναντι σε μια μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα και την «προσέγγισή του με το καθεστώς του ιδιωτικού τομέα», όπως ακριβώς ο Μακρόν; Και τι να περιμένει κανείς από τον Πασκάλ Κανφέν, εκλεγμένο ευρωβουλευτή – δίχως ίχνος ντροπής! – και δεύτερο στη λίστα του Μακρόν, που υπαναχώρησε στην υπόσχεσή του να απαγορεύσει την γλυφοσάτη πριν το 2021, που κάθησε πάνω στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή και που υποκλίνεται στα λόμπυ αυτών που ρυπαίνουν το περιβάλλον. Και τι να πει κανείς για κάποιον Κον-Μπεντίτ; Ανώφελο να σπαταλήσεις ενέργεια, μελάνι και χαρτί για να αναφερθείς σε αυτόν τον κλόουν.
Σήμερα, οι δυνάμεις της αριστεράς δεν βρίσκονται απλά με την πλάτη στον τοίχο, αλλά στριμωγμένες στον τοίχο. Στον τοίχο του καπιταλισμού.
Μπορεί, όμως, το οικολογικό κίνημα (ειδικά των νέων που διαδηλώνουν συχνά για την κλιματική αλλαγή) να μετεξελιχθεί και να συμβάλει σε μια αριστερή ριζοσπαστικοποίηση των λαών και με ποιες προϋποθέσεις;
Σήμερα, η έξοδος από τον καπιταλισμό μοιάζει να είναι η απόλυτη επιταγή για όλους τους πραγματικούς προοδευτικούς ανθρώπους, των οικολόγων συμπεριλαμβανομένων φυσικά. Και πρέπει, πρωτίστως, να συνειδητοποιήσουν όλοι πως πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου, πως η θεμελιώδης εναλλακτική παραμένει πάντα, περισσότερο από ποτέ, αυτή του σοσιαλισμού απέναντι στη βαρβαρότητα. Αν η κλιματική κρίση έχει επιφέρει τέτοια καταστροφή, είναι γιατί δεν έχει μπει κανένα όριο στην τρέλα και την αρπακτικότητα των εκμεταλλευτών.
Έχει σήμερα νόημα μια πρόταση συνολικής ρήξης και ανατροπής της ΕΕ και του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του ή είναι ουτοπία;
Δεν υπάρχει διέξοδος από την καπιταλιστική κρίση εκτός από την έξοδο από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Ειδάλλως, η χώρα (και η Ευρώπη) θα ακολουθήσει αναπόφευκτα την πορεία των ΗΠΑ, με την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία. Όπως συμβαίνει στην περίπτωση του πιστού συμμάχου του Ισραήλ, πρόσφατα δε και της Βραζιλίας, όπου ο Μπολσονάρο αποτελεί μοιραίο κατασκεύασμα της αποτυχίας του ρεφορμισμού. Η αίσθηση του δικαίου απαιτεί την ρήξη με τον καπιταλισμό και το σταμάτημα των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Απέναντι στα μίση, στη λύσσα και στη βία που εμπεριέχονται σπερματικά στην ακροδεξιά – τελευταίο οχυρό του καπιταλιστικού συστήματος – η λογική καλεί σε μια ριζοσπαστικοποίηση των προοδευτικών δυνάμεων, η οποία θα περνά μέσα από την εγκατάλειψη του υποκριτικού και συνεργατικού ρεφορμισμού και με την επιστροφή σε ένα σχέδιο μετακαπιταλιστικό, σοσιαλιστικών μεταβάσεων. Στις δεκαετίες 1920-1930, ο φασισμός εξαπλώθηκε παντού στην ευρωπαϊκή ήπειρο, για να αντιμετωπίσει τους κομμουνιστές οι οποίοι, όταν δεν θριάμβευσαν μετά τον κόκκινο Οκτώβρη, αγωνίστηκαν με τα όπλα στο χέρι, με ηρωισμό και ως το τέλος – από τους Σπαρτακιστές έως τις Διεθνείς Μπριγάδες. Η σύγχρονη ακροδεξιά, αναπτύσσεται στην εμετική κοπριά που άφησαν στο μέσον της πολιτικής σκηνής οι ηγέτες μιας αριστεράς σοσιαλδημοκρατικής, αστικοποιημένης, κενής, χορτάτης με τα ψίχουλα που της πετάνε οι καπιταλιστές, οικόσιτης με ένα ιμπεριαλιστικό εισόδημα, το οποίο αποσπάστηκε από τους λαούς του νότου. Ηγέτες που παραδέχθηκαν την ήττα τους και συνθηκολόγησαν, χωρίς καν να σκεφθούν να δώσουν τη μάχη.
Διαβάστε περισσότερες αναλυσεις τους Remy Herrera στην ιστοσελίδα μας στην κατηγορία international