Γιώργος Κρεασίδης
Εκλογές χαμηλών τόνων και χαμηλών προσδοκιών στήνουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, παραφωνία η ανατρεπτική Αριστερά
Εκλογές συναινετικού διπολισμού στήνουν ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, ρίχνοντας τους τόνους μετά τις ευρωεκλογές, χωρίς ύφος Άδωνη και Πολάκη στην προεκλογική αντιπαράθεση. Προφανώς είναι καθοριστικό ότι η κυβερνητική εναλλαγή μοιάζει σίγουρη με μια διαφορά 9% στις ευρωεκλογές υπέρ της ΝΔ και όλες τις περιφέρειες «γαλάζιες», πλην της Κρήτης όπου επικράτησε η συνεργασία ΚΙΝΑΛ-ΣΥΡΙΖΑ.
Το κρίσιμο στοιχείο είναι όμως ότι μαζί με τους χαμηλούς τόνους, καλλιεργούνται οι χαμηλές προσδοκίες. Τα κόμματα της μνημονιακής λαίλαπας, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ, μαζί με το πασοκικό απομεινάρι του ΚΙΝΑΛ, επιχειρούν να παγιώσουν στις συνειδήσεις των εργαζομένων ότι η κοινωνική καθίζηση των προηγούμενων χρόνων θα είναι η «κανονικότητα» για μια ζωή. Τα προγράμματα που καταθέτουν, στο βαθμό που λένε κάτι συγκεκριμένο, θεωρούν δεδομένη την αποπληρωμή του χρέους μέχρι το 2060 και βλέπουμε, το πέρασμα στο ιδιωτικό κεφάλαιο της δημόσιας περιουσία για 99 χρόνια, τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα και το καθεστώς επιτροπείας για το προσδόκιμο ζωής όλων μας. Αυτά θωρακίζονται θεσμικά από τα τρία μνημόνια και τους πάνω από 700 εφαρμοστικούς νόμους, το πλαίσιο της ευρωζώνης, το σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας της ΕΕ.
Με δυο λόγια, τα κόμματα του αναδυόμενου διπολισμού επιχειρούν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα μιας αντιλαϊκής πολιτικής καθορισμένης από τα μνημόνια που συνδιαμόρφωσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις και η ΕΕ. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ανταποκρίνονται στην απαίτηση του κεφαλαίου και των τραπεζών να παραμείνει ανέγγιχτο το ολέθριο έργο των ΕΕ, ΔΝΤ και ΕΚΤ. Οι διαφοροποιήσεις αφορούν τα ψίχουλα, που ο ΣΥΡΙΖΑ τα υπόσχεται από επιδόματα και εκ περιτροπής εργασία που δε βγάζουν κανέναν από τη φτώχεια, ενώ η ΝΔ από την ελεημοσύνη του κεφαλαίου αν εξασφαλίσει νέα υπερκέρδη.
Σταθερός πυλώνας αυτής της δικομματικής συναίνεσης είναι η βαθύτερη πρόσδεση με τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, πέρα από τη στρατηγική, αν και ετεροβαρή, συμμαχία με την ΕΕ.
Μαχητική, ενωτική, λαϊκή αντιπολίτευση και ισχυρή αντικαπιταλιστική Αριστερά
Η ακροδεξιά παραμένει εφεδρεία ενάντια στις κοινωνικά μαχόμενες δυνάμεις, ενώ συμβάλλει και στη συναίνεση. Δηλητηριάζει τα λαϊκά στρώματα με την ιδέα ότι η επιβίωση δε θα έρθει από το συλλογικό αγώνα για μια καλύτερη ζωή. Προπαγανδίζει ότι ο κόσμος δεν αλλάζει και καλεί σε εμφύλιο των φτωχών για την ατομική επιβίωση, σε βάρος του αδύναμου, του «άλλου», του πρόσφυγα, του μη ανταγωνιστικού.
Το μεγάλο ζητούμενο στις εκλογές για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα είναι με ποια αντιπολίτευση στη νέα κυβέρνηση (με πρώτο βιολί τη ΝΔ) και στον αστικό διπολισμό θα υπερασπιστούν τις ανάγκες, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους από τις 8 Ιούλη. Πώς θα σπάσει η κυρίαρχη συναίνεση στην πολιτική πορεία που απαιτούν ο ΣΕΒ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αλλά και πώς θα πληγεί η λογική του ΣΥΡΙΖΑ, που αφού έστρωσε το δρόμο στον Μητσοτάκη υλοποιώντας μνημόνια, αφήνει πίσω του σαν βαρίδια για το λαϊκό παράγοντα τον ευρωπαϊσμό και την ολέθρια λογική του λιγότερου κακού που αφοπλίζει και οδηγεί σε ήττες.
Όψεις αυτής της λογικής υπάρχουν στην ανανέωση της αυταπάτης για την «κοινωνική» ΕΕ από το ΜΕΡΑ25, αλλά και στην επίκληση του συσχετισμού από το ΚΚΕ που οδηγεί στις μειωμένες προσδοκίες εκλογικής έκφρασης της λαϊκής δυσαρέσκειας, αντί για το αίτημα της ανατροπής.
Στην αναμέτρηση με αυτά τα ερωτήματα, σε μια εποχή που η δεξιά ξαναγίνεται δεξιά, θα μπορέσει η αριστερά να ξαναγίνει αριστερά, να διαβάσει την εποχή της για να αλλάξει τον κόσμο.
Οι αποφάσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς βασικό σύνθημα εκλογικής παρέμβασης είναι: «αγώνας ενάντια στον ευρωμνημονιακό μονόδρομο και τα ψεύτικα εκβιαστικά διλήμματα ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ, με μαχητική, ενωτική, λαϊκή αντιπολίτευση και ισχυρή αντικαπιταλιστική Αριστερά».
Με αυτό το στόχο, δηλώνει η ΚΣΕ που συνεδρίασε την Τετάρτη, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ «θα δώσει με αισιοδοξία και αποφασιστικότητα τη μάχη των εκλογών με στόχο να συσπειρώσει μέσα από μια πλατιά απεύθυνση όλον τον μαχόμενο κόσμο του κινήματος και της Αριστεράς. Για να προβάλει την αντικαπιταλιστική εναλλακτική σαν τη μόνη ρεαλιστική διέξοδο απέναντι στην κρίση του συστήματος. Για να προβάλει τις σκληρές ταξικές απαντήσεις που χρειάζεται να δώσει το εργατικό κίνημα και η αντικαπιταλιστική αριστερά απέναντι στην ευρωμνημονιακή επίθεση που προωθούν τόσο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ, της οποίας ανοίγει το δρόμο».
Ήδη έχουν συνεδριάσει πολλές τοπικές και κλαδικές επιτροπές πανελλαδικά, ενώ για σήμερα είναι προγραμματισμένη η συνεδρίαση του Πανελλαδικού Συντονιστικού Οργάνου, με στόχο την αποτύπωση της πολιτικής γραμμής, των προγραμματικών στόχων, αλλά και την οργάνωση της προεκλογικής δουλειάς. Παράλληλα, η ΚΣΕ εκτιμά πως «δεν υπάρχουν οι πολιτικοί όροι και η προγραμματική συμφωνία πολιτικής/εκλογικής συνεργασίας ούτε με την ΛΑΕ, με βάση και την απόφαση του πρόσφατου Πανελλαδικού Συμβουλίου της, αλλά ούτε με άλλες δυνάμεις της μαχόμενης αριστεράς».
Στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπάρχει συνείδηση ότι η αναγκαία συζήτηση και δράση προϋποθέτει ευρύτερες δυνάμεις, ανώτερη πολιτική συμφωνία και δημοκρατικές τομές. Γι’ αυτό και στην απόφαση αμέσως μετά τις εκλογές η ΚΣΕ δήλωσε πως «επιδιώκει και παίρνει πρωτοβουλίες για να πετύχει πλατιά συσπείρωση δυνάμεων με τα μάτια στραμμένα στην επόμενη μέρα του κινήματος και της Αριστεράς». Πρώτη κίνηση σε αυτή την κατεύθυνση ήταν η πετυχημένη σύσκεψη της περασμένης Δευτέρας στο «Πόλις Αρτ Καφέ» στην Αθήνα, με την πλατιά συμμετοχή αριστερών οργανώσεων και αγωνιστών σε ένα πραγματικό πλούσιο διάλογο
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα αρνηθεί την πεπατημένη που θεωρεί ότι η προεκλογική περίοδος δεν ευνοεί τέτοιες πρωτοβουλίες και θα επιμείνει στο άνοιγμα δρόμων πλατύτερης συσπείρωσης της ανατρεπτικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Και θα το κάνει μαζί την προβολή των στόχων μιας λαϊκής αντιπολίτευσης που θα αποτυπώνει ένα αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα, των βημάτων για μια ταξική αναγέννηση του εργατικού κινήματος και του στρατηγικού πλαισίου που τα συνδέει με τον επαναστατικό αγώνα για μια άλλη κοινωνία.