Αιμιλία Καραλή
Η τέχνη έτσι κι αλλιώς αποφασίζει, έλεγε ο Μπρεχτ, να μεγαλώνει την αμάθεια ή την γνώση, να παραδίδει τον άνθρωπο στις συγχύσεις, στις αυταπάτες ή στα θαύματα ή να παραδίδει τον κόσμο στον άνθρωπο.
Έστω ότι είχαμε μια μηχανή του χρόνου και γυρνούσαμε πίσω στην αρχαία Αθήνα του 5ου π.Χ. την εποχή των Μεγάλων Διονυσίων, εποχή παρουσίασης των τραγωδιών και των κωμωδιών και ρωτούσαμε κάποιον από τους δραματουργούς ή τους παριστάμενους θεατές για το αν έχει σχέση η τέχνη με την πολιτική. Στην καλύτερη περίπτωση θα μας ζητούσαν, από ευγένεια, να επαναλάβουμε την ερώτηση μήπως δεν κατάλαβαν κάτι. Μάλλον όμως θα γελούσαν με την ανοησία μας. Γιατί ήταν αδιανόητη για εκείνους η αποσύνδεση της τέχνης από την πολιτική.
Η τέχνη ήταν πολιτική. Ήταν τρόπος συμμετοχής στα κοινά, ήταν μέσο για να εκφραστούν μέσω της αισθητικής μετάπλασης των μύθων στοχασμοί και ερωτήσεις για την πραγματικότητα που βίωναν, για τον πόλεμο, την ειρήνη, το δίκαιο, την εξουσία, τον έρωτα. Άρρηκτα δεμένα το ένα με το άλλο αποτύπωναν ολόκληρο τον άνθρωπο, χωρίς να απομονώνουν ή να αντιπαραθέτουν την μια πλευρά της ύπαρξής του από την άλλη. Αυτού του είδους η αντίληψη έδωσε τα μεγάλα έργα που ακόμα και σήμερα συγκινούν, εκπλήττουν με τους συνειρμούς στους οποίους μας οδηγούν για το πώς «απαντούν» και σε σύγχρονα υπαρξιακά, κοινωνικά και πολιτικά θέματα. Το «φιλοκαλούμεν» -του «Επιταφίου» του Περικλή- δηλαδή η ενασχόληση με το Ωραίο και την τέχνη ήταν δείκτης ανάπτυξης της δημοκρατίας, χαρακτηριστικό του ελεύθερου πολίτη.
Αν και στην πορεία της ανθρωπότητας άλλαξαν οι συνθήκες και μαζί τους οι αντιλήψεις για την τέχνη, όμως τα έργα που σφράγισαν την ιστορία πάντοτε ήταν δείκτης μιας πολιτικής στάσης. Ακόμη και εκείνα των οποίων οι δημιουργοί αποκήρυσσαν οποιαδήποτε σχέση μαζί της είχαν εκ των πραγμάτων ένα ευρύτερο πολιτικό αντίκτυπο, οποιασδήποτε κατεύθυνσης. Η τέχνη έτσι κι αλλιώς αποφασίζει, έλεγε ο Μπρεχτ, να μεγαλώνει την αμάθεια ή την γνώση, να παραδίδει τον άνθρωπο στις συγχύσεις, στις αυταπάτες ή στα θαύματα ή να παραδίδει τον κόσμο στον άνθρωπο, να τον υποτάσσει στην εξουσία ή να τον απελευθερώνει απ’ αυτήν. Και όλα τα προηγούμενα αφορούν και τους καλλιτέχνες αλλά και τους δέκτες των δημιουργιών τους.
Η ψυχαγωγία χρησιμοποιείται και για «την άσκηση της πολιτικής με άλλα μέσα»
Φαίνεται για άλλη μια φορά όμως ότι τα αυτονόητα ή τα δοκιμασμένα δεν επαρκούν. Και με αφορμή τον πρόσφατο «διαγωνισμό» (λέμε, τώρα!) της Γιουροβίζιον (ξαναλέμε, τώρα!) που έγινε στο Ισραήλ (ιστορικό κράτος της Ευρώπης!) ξανάρχισε η συζήτηση για το αν η τέχνη μπορεί να συνδέεται με την πολιτική ή όχι. Το έναυσμα το έδωσαν μια σειρά καλλιτέχνες, με επικεφαλής τον Ρότζερ Γουότερς, που κάλεσαν τους συναδέλφους τους να μην συμμετάσχουν στην εκδήλωση δηλώνοντας την αντίθεσή τους με την φονική πολιτική του κράτους διοργανωτή απέναντι στους Παλαιστίνιους. Στον αντίποδα στάθηκαν οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν, οι οποίοι ψελλίζοντας κάτι κοινοτοπίες του τύπου «η τέχνη ενώνει», «εγώ είμαι μουσικός όχι πολιτικός» δάνεισαν το όποιο ταλέντο τους στην εξωραϊσμένη βιτρίνα μιας βάρβαρης κρατικής εξουσίας που τους «φιλοξένησε» (αν και οι Ισλανδοί και η Μαντόνα που έκαναν κάτι «μικροκλεψιές» δείχνοντας φευγαλέα κάτι σημαιάκια της Παλαιστίνης, τα άκουσαν λίγο από τους διοργανωτές).
Σε καιρούς λοιπόν όπου η βαθιά πολιτική σκέψη εξασθενεί είναι αδύνατον να μην επηρεαστεί και η τέχνη, οι σκοποί και ο λόγος των δημιουργών της, οι επιλογές του κοινού της. Και από την στιγμή που την διακίνηση και την διαχείριση του καλλιτεχνικού έργου την αναλαμβάνουν εταιρείες που ανάμεσα στις δραστηριότητές τους έχουν και την παραγωγή όπλων (όπως το NBC και η Universal Pictures που ανήκουν στην General Dynamics) είναι αυτονόητο ότι η ψυχαγωγία θα χρησιμοποιείται και για «την άσκηση της πολιτικής με άλλα μέσα», δηλαδή για μια νέα μορφή πολέμου.
Σε αυτόν τον άνισο ως τώρα πόλεμο ο καθένας με τα όπλα του. Άλλοι κυριολεκτικά, άλλοι μεταφορικά. Άλλοι ως συνένοχοι – διασκεδαστές της φρίκης, άλλοι μόνο με τις φωνές τους. Μόνο που αυτές οι φωνές πρέπει να ηχήσουν πιο δυνατά από τις σφαίρες τους και τον θάνατο που αυτές σπέρνουν και μέσα από την τέχνη που προωθούν.