Κώστας Παλούκης
Πάνω από μισό αιώνα μετά την πρώτη έκδοσή του κυκλοφόρησε στα ελληνικά το πολύ σημαντικό έργο του Τόμσον, Η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης. Ο συγγραφέας επιδιώκει να δικαιώσει αλλά και να διασώσει το φτωχό εργάτη και τεχνίτη από την περιφρόνηση των μεταγενέστερων.
Με καθυστέρηση δεκαετιών κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Τράπεζας Πειραιώς το βιβλίο του Έντουαρντ Πάλμερ Τόμσον (Edward Palmer Thomson) The making of english working class, με τον τίτλο Η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης. Πρόκειται για ένα από τα πιο επιδραστικά βιβλία στην παγκόσμια ιστοριογραφία και ιδιαίτερα στην ιστοριογραφία του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος και της θεωρίας των κοινωνικών τάξεων. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1963 και με αναθεωρημένη έκδοση το 1968. Σίγουρα πρόκειται για ένα δύσκολο μεταφραστικό έργο, καθώς το ύφος αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά λογοτεχνίζον, με πολλές μεταφορές, αλλά και δύσκολη γλώσσα καθώς χρησιμοποιούνται έννοιες της παλαιάς Αγγλίας. Γι’ αυτό το λόγο, ενώ η κυκλοφορία του είχε διακηρυχθεί εδώ και πολλά χρόνια, κυκλοφόρησε μόλις τώρα προκαλώντας μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό σε εκατοντάδες κοινωνικούς επιστήμονες που ανέμεναν να το διαβάσουν στα ελληνικά.
Ο Thompson μετέχοντας ενεργά στον κύκλο των ιστορικών που ήταν μέλη του ΚΚ Ηνωμένου Βασιλείου, μαζί με τον Χομπσμπάουμ και άλλους αποστασιοποιήθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα μετά τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί το πρότυπο του ακαδημαϊκού μελετητή που συνδέεται με τον κοινωνικό του περίγυρο, διαμορφώνει έντονη ακτιβιστική δράση και δεν αποξενώνεται στο όνομα της έρευνας. Καινοτομεί, συνθέτοντας μία εναλλακτική παρουσίαση της ιστορίας της αγγλικής εργατικής τάξης, όπου επίκεντρο του ενδιαφέροντος του δεν είναι οι πολιτικές διεργασίες των συνδικαλιστών και βουλευτών, αλλά οι ίδιοι οι εργάτες. Επιδιώκει να δικαιώσει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στον πρόλογο του έργου του, αλλά και να διασώσει το φτωχό εργάτη και τεχνίτη από την περιφρόνηση των μεταγενέστερων. Με αυτήν την οπτική, αλλάζει εντελώς η πρόσληψη του παρελθόντος. Το παρόν δεν ορίζεται από εκείνους που νίκησαν στο παρελθόν, αλλά και από τους ηττημένους ανατρέποντας για πρώτη φορά μια θεμελιωμένη αντίληψη στην κοινωνική ιστορία, σύμφωνα με την οποία άξιο ιστορικής μνήμης και διερεύνησης είναι εκείνη η ιστορική δυνατότητα, δυναμική ή ρεύμα που σε κάθε ιστορική περίοδο επικράτησε.
Η διαμόρφωση της εργατικής τάξης ήταν μια διαδικασία όχι μόνο οικονομική, αλλά εξίσου πολιτική και πολιτισμική, που προέκυψε από τη συμμετοχή στρωμάτων χειροτεχνών και όχι κυρίως από βιομηχανικούς εργάτες
Η πιο σημαντική συμβολή όμως του Τόμσον αφορά φυσικά την ίδια την συζήτηση για τη διαμόρφωση της εργατικής τάξης. Οι ιστορικοί δεν μελετούν μια εκ των προτέρων δεδομένη, υπαρκτή και αντικειμενικά συγκροτημένη εργατική τάξη, αλλά εστιάζουν στη διαδικασία της διαμόρφωσης, δηλαδή για παράδειγμα με ποιον τρόπο φτάσαμε από τις μεσαιωνικές συντεχνίες στα σύγχρονα συνδικάτα ή από τους μεσαιωνικούς τεχνίτες στους σύγχρονους εργάτες, πως λειτούργησε η αγροτική έξοδος, πως φτιάχτηκε το εργοστασιακό σύστημα. Επίκεντρο σε αυτήν την έρευνα δεν είναι απλά και μόνο οι στατιστικές και οι εξωτερικοί παρατηρητές, αλλά και οι ίδιοι οι εργάτες με τη δική τους εμπειρία, λόγο, πρακτικές και κουλτούρες. Γενικά, σε πολλές βρετανικές πόλεις ο πραγματικός πυρήνας δια μέσου του οποίου εισήλθαν στο εργατικό κίνημα ιδέες, οργάνωση και ηγεσία, δεν αποτελούταν από βιομηχανικούς εργάτες, αλλά από χειροτεχνίτες όπως υφαντές, υποδηματοποιοί, κατασκευαστές σαμαριών και κατασκευαστές λουριών, βιβλιοπώλες, τυπογράφοι, εργάτες οικοδομών, μικροεπαγγελματίες κλπ., ενώ δεν ήταν τόσο η υποβάθμιση της ζωής εξαιτίας της βιομηχανικής επανάστασης η αιτία των εξεγέρσεων, όσο οι απόψεις αυτών των στρωμάτων. Η διαμόρφωση της εργατικής τάξης, μια διαδικασία όχι μόνο οικονομική, αλλά εξίσου πολιτική και πολιτισμική, προέκυψε από τη συμμετοχή κυρίως αυτών των στρωμάτων. Ταυτόχρονα, η βιομηχανική επανάσταση η οποία χρονικά συμπίπτει με την πολιτική αντεπανάσταση που ακολούθησε την ανολοκλήρωτη επανάσταση των γιακωβίνων και έφερε την επικράτηση ανορθολογικών ιδεών, οδήγησε σε μια ανεπανάληπτη εκατόμβη νεκρών, καθώς υποβαθμίστηκε με πρωτόγνωρο τρόπο η ποιότητα και η διάρκεια ζωής των νέων βιομηχανικών εργατών και εργατριών.
Τέλος, μια άλλη σημαντική πλευρά είναι η ιδέα περί εθιμικής οικονομίας η οποία αντιπαραβάλλεται με την πολιτική οικονομία. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, οι τιμές των προϊόντων στις προβιομηχανικές κοινωνίες καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από μια εθιμική αντίληψη σχετικά με την αξία που πρέπει να έχει μια εργασία με κύρος ή χωρίς κύρος ή από εθιμικές παραδόσεις, παρά από την ελεύθερη αγορά.
ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ
Η αντικειμενική συγκρότηση της τάξης και η εσωτερική εμπειρία
Ανυπόστατες οι προσπάθειες απομαρξιστικοποίησης του Τόμσον
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Τόμσον εμφανίστηκαν μελέτες που επιχειρούσαν να περιγράψουν την διαδικασία διαμόρφωσης της εργατικής τάξης για κάθε χώρα ή και περιοχή μιας χώρας ή για κάποιο επάγγελμα. Στην Ελλάδα, η συζήτηση αυτή εμφανίστηκε κάπως καθυστερημένα, ωστόσο γράφτηκαν κάποιες εμβληματικές μελέτες ή και άρθρα. Η αρθρογραφία του Σεραφείμ Σεφεριάδη και η διατριβή του γραμμένη στα αγγλικά μεταφέρουν αυτήν την συζήτηση στην Ελλάδα προκαλώντας έναν έντονο ιστοριογραφικό διάλογο. Ακολουθεί το βιβλίο του Αντώνη Λιάκου Εργασία και Πολιτική στο Μεσοπόλεμο, αλλά κυρίως το βιβλίο του Κώστα Φουντανόπουλου για την Ιστορία της εργατικής τάξης της Θεσσαλονίκης, ενώ τέλος η δουλειά της Δήμητρα Λαμπροπούλου για τους Οικοδόμους θέτει την έμφυλη διάσταση.
Βέβαια, μια κατηγορία ιστορικών οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι αντικειμενική συγκρότηση της εργατικής τάξης δεν υφίσταται, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι αυτή είναι και μια θέση του ίδιου του Τόμσον. Ωστόσο, είναι σαφές πως σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο, παρότι στην εισαγωγή τονίζει την σημασία της εμπειρίας. Αντίθετα, στο συγκεκριμένο κεφάλαιο φαίνεται μάλλον να γλιστράει από την αντικειμενική εξωτερική παρατήρηση στην εσωτερική εμπειρία της τάξης. Οι ιστορικοί αυτοί καλό θα ήταν να κρατήσουν, αν θέλουν, την άποψη αυτή, για τον εαυτό τους και να μη βιάζονται να απομαρξιστικοποιήσουν τον Τόμσον. Σε κάθε περίπτωση, η μετάφραση του βιβλίου μάς δίνει τη δυνατότητα να ξαναδιαβάσουμε, ίσως πιο καθαρά, τον ιστορικό και να διαλευκάνουμε πολλές από τις διαμεσολαβημένες αναγνώσεις του κειμένου του.